Parallax View

Χριστούγεννα 2112

Είχε ξημερώσει Πρωτοχρονιά και η Στέλλα ξύπνησε χαρούμενη. Το προηγούμενο βράδυ, λίγα λεπτά αφού μπήκε ο καινούριος χρόνος (το 2112) η Στέλλα είχε ανταλλάξει δώρα με την οικογένειά της, είχε φάει υπέροχα φαγητά, είχε χορέψει και διασκεδάσει πολύ. Λέξεις: Άρης Δημοκίδης Τώρα ήταν αρκετά ζαλισμένη, σαν υπνωτισμένη, καθώς έβγαινε απ’ το δωμάτιό της. Ήταν τόσο […]

Parallaxi
χριστούγεννα-2112-9739
Parallaxi
1.jpg

Είχε ξημερώσει Πρωτοχρονιά και η Στέλλα ξύπνησε χαρούμενη. Το προηγούμενο βράδυ, λίγα λεπτά αφού μπήκε ο καινούριος χρόνος (το 2112) η Στέλλα είχε ανταλλάξει δώρα με την οικογένειά της, είχε φάει υπέροχα φαγητά, είχε χορέψει και διασκεδάσει πολύ.

Λέξεις: Άρης Δημοκίδης

Τώρα ήταν αρκετά ζαλισμένη, σαν υπνωτισμένη, καθώς έβγαινε απ’ το δωμάτιό της. Ήταν τόσο ζαλισμένη που χάθηκε μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Προχωρούσε στο διάδρομο ψάχνοντας την κουζίνα όταν έπεσε πάνω στον αδερφό της, το Στέφανο.

«Στέλλα, καλημέρα», είπε αυτός, «όμως, πες μου κάτι. Πού πήγε το ιπτάμενο μπάνιο; Το ψάχνω εδώ και ώρα και βρίσκομαι συνέχεια στο ίδιο σημείο, σ’ ένα δωμάτιο με έναν νιπτήρα και μια λεκάνη τουαλέτας.» «Λεκάνη τουαλέτας; Αυτό μου ακούγεται προϊστορικό!», είπε η Στέλλα, αλλά δεν ήταν αυτό που την ένοιαζε. Ανυπομονούσε να ξαναδεί τα δώρα της. «Πάμε στο σαλόνι; Θέλω να περάσω στο τσιπάκι του εγκεφάλου μου τους χάρτες της πόλης που μου χάρισαν οι γονείς.» «Α, ωραία, κι εγώ θέλω να παίξω με τη νέα μου διαγαλαξιακή ηλεκτρική κιθάρα!»

Όταν όμως τα αδέρφια μπήκαν στο σαλόνι -ή μάλλον εκεί που νόμιζαν ότι ήταν το σαλόνι- κατάλαβαν κάτι περίεργο… Μάλλον βρίσκονταν σε λάθος σπίτι. Αντί για τις οθόνες αφής στους τοίχους, αντί για το ζωντανό χριστουγεννιάτικο δέντρο τους, τα πολυεπίπεδα έπιπλά τους, τα μαγικά δώρα τους και την τρισδιάστατη ολογραμμική τηλεόρασή τους, το σαλόνι ήταν διακοσμημένο παλιομοδίτικα, με αντίκες και παλιοπράγματα. «Αυτό πάει πολύ! Πότε πρόλαβαν να ανακαινίσουν το σπίτι οι γονείς; Πόσες ώρες κοιμόμασταν;» ρώτησε ο Στέφανος. «Και πού είναι τα δώρα μας;»

Τα παιδιά όρμησαν έξω απ’ το αλλαγμένο τους σπίτι για να βρουν τους γονείς τους. Έξω όλα ήταν διαφορετικά. Στα πεζοδρόμια ήταν παρκαρισμένα αυτοκίνητα, στους δρόμους υπήρχαν στοίβες από σκουπίδια. Κι εκεί που κανονικά ήταν ένα δασάκι τώρα είδαν πεταμένα χαρτιά. Πλησίασαν και είδαν το πρωτοσέλιδο μιας εφημερίδας: «Ο Δήμαρχος Μπουτάρης ξεκινά τον εορτασμό των 100 χρόνων απελευθέρωσης της πόλης», έγραφε.

Αποφάσισαν να πλησιάσουν μερικούς ανθρώπους. «Χρόνια πολλά, καλή χρονιά!» τους είπαν αλλά οι άνθρωποι κοίταξαν τα αδέρφια με μισό μάτι. «Τι πάθατε; Γιατί μας κοιτάτε έτσι;» «Ε, να», απάντησε μια γυναίκα που φορούσε ένα ρετρό φόρεμα. «Είστε πολύ περίεργα ντυμένοι. Τι είναι αυτά τα φωσφορούχα υφάσματα; Αυτά τα περίεργα χρώματα;» «Γιατί εσείς είστε καλύτερα ντυμένοι;» αντέδρασε η Στέλλα. «Φοράτε κάτι πανιά λες και βγήκατε από ταινία του περασμένου αιώνα! Μόλις μπήκε το 2112 κυρία μου. Δε γίνεται να…»

Όλοι οι άνθρωποι τώρα γελούσαν με τα αδέρφια. Γελούσαν δυνατά πιάνοντας τις κοιλιές τους. «Τι λέτε παιδιά μου; Σήμερα είναι η πρώτη μέρα του 2012! Μάλλον τα έχετε μπερδέψει…», είπε η γυναίκα. «Η πόλη μας γιορτάζει κι εμείς μαζί της. Άλλωστε όλοι το λένε ότι ο κόσμος θα καταστραφεί φέτος και…» «Ωχ! Ταξιδέψαμε κατά λάθος πίσω στο χρόνο», μουρμούρισε η Στέλλα. «Δεν ξέρω γιατί, αλλά βρεθήκαμε ακριβώς 100 χρόνια πριν στο ίδιο μέρος που ζούμε και κανονικά…»

Τα δυο αδέρφια, μην έχοντας τι άλλο να κάνουν, σηκώθηκαν στον αέρα κι άρχισαν να πετούν. Πέρασαν πάνω από το παλιό, μικρό αεροδρόμιο, πάνω απ’ το Θερμαϊκό (τι παράξενο θέαμα, ούτε ένα καραβάκι, μόνο βρώμικα νερά), κοίταξαν απ’ τα παράθυρα παράξενων σπιτιών που φωτίζονταν από ξεπερασμένες λάμπες, πέταξαν δίπλα απ’ την πλατεία Αριστοτέλους όπου κόσμος πολύς γλεντούσε με μουσικές και χορούς την έλευση της νέας χρονιάς, ενώ στις βιντεοοθόνες έπαιζαν σκηνές της Θεσσαλονίκης με τη λιτή λεζάντα «100 χρόνια».

Ο Λευκός Πύργος ήταν ακόμα βιδωμένος στη θέση του, καμία σχέση με το στροβιλιζόμενο στον αέρα εντυπωσιακό κτίριο που είχαν γνωρίσει. Ο Πύργος του ΟΤΕ δεν ήταν και τόσο ψηλός: μόλις το ένα δέκατο του σημερινού του ύψους. Κι όσο για το Σέιχ Σου; Μεγάλο μέρος του ήταν καμμένο, τα παιδιά σχεδόν δεν αναγνώρισαν το αγαπημένο τους καταπράσινο δάσος.

Ξαφνικά, καθώς τα παιδιά ήταν ψηλά στον αέρα, μια ασημένια πόρτα εμφανίστηκε πάνω σ’ ένα σύννεφο. «Τώρα θυμήθηκα!» φώναξε ο Στέφανος. «Θυμήθηκα τι έγινε χτες το βράδυ! Αφού χορέψαμε και νυστάξαμε, ευχηθήκα να είχαμε μια χρονομηχανή, θυμάσαι; Και μετά…» Τα δυο παιδιά μιλούσαν για το θεότρελο χτεσινό ρεβεγιόν καθώς περνούσαν την πόρτα που ήταν πάνω στο σύννεφο.

Και τώρα ήταν και πάλι στην εποχή μας, στο 2112. Πέταξαν μέχρι το σπίτι τους και είδαν τους γονείς τους από ψηλά. «Ξέρεις τι σκέφτηκα;» είπε ο Στέφανος στην αδερφή του. «Το απόγευμα θα μπορούσαμε να ξαναμπούμε στη χρονομηχανή και να την προγραμματίσουμε να μας πάει εκατό χρόνια μετά! Στην Πρωτοχρονιά του 2212! Δεν θα είχε πλάκα αυτό;»

Και έτσι έγινε, και είχε στ’ αλήθεια πολλή πλάκα. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία που μάλλον θα την πούμε του χρόνου…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα