Parallax View

Μοναξιά

του Παναγιώτη Ιωσηφέλη Γυρνώντας σπίτι αργά το βράδυ, φτάνει η στιγμή που κλείνεις την πόρτα. Και τότε συνειδητοποιείς πως για άλλη μια φορά κανείς δεν είναι εκεί για να σου πει καληνύχτα. Η μεγαλύτερη ασθένεια του καιρού μας, η καλύτερή μας φίλη είναι εδώ. Ας συμφιλιωθούμε μαζί της. Γράφεις μια λέξη στη μέση μιας λευκής […]

Παναγιώτης Ιωσηφέλης
μοναξιά-39360
Παναγιώτης Ιωσηφέλης
1.jpg

του Παναγιώτη Ιωσηφέλη

Γυρνώντας σπίτι αργά το βράδυ, φτάνει η στιγμή που κλείνεις την πόρτα. Και τότε συνειδητοποιείς πως για άλλη μια φορά κανείς δεν είναι εκεί για να σου πει καληνύχτα. Η μεγαλύτερη ασθένεια του καιρού μας, η καλύτερή μας φίλη είναι εδώ. Ας συμφιλιωθούμε μαζί της.

Γράφεις μια λέξη στη μέση μιας λευκής κόλλας. Την κοιτάς για λίγο, κλείνεις τα μάτια και σκέφτεσαι. Το γαλάζιο φως μιας τηλεόρασης που δεν κλείνει ποτέ. Τον τύπο που κάθε βράδυ βγαίνει στο μπαλκόνι και καπνίζει μέσα στο σκοτάδι με μόνο στίγμα την καύτρα του τσιγάρου. Το τηλέφωνο που για μια ολόκληρη περίοδο δε χτυπούσε ποτέ. Την ιστορία της Στέλλας, της οποίας οι γονείς έχουν από μια καινούρια οικογένεια κι εκείνη δεν έχει καμιά. Σειρήνες ασθενοφόρων στην αρχή της 3ης Σεπτεμβρίου. Τη γιαγιά που έμενε στο ισόγειο κι ο γιος της τής έφερνε κάθε βράδυ ένα τάπερ με το φαγητό της επόμενης μέρας. Σκέφτεσαι με αφορμή τη λέξη στη μέση της σελίδας. Λέγεται mind mapping, τεχνικά κατευθυνόμενου συνειρμού. Σκέφτεσαι κι άλλο. Τη σιωπή των προαστίων. Τα εμπορικά κέντρα. Την πόλη που παύει να είναι άστυ. Γυναίκες που βλέπουν το «Sex and the city» τρώγοντας παγωτό. Φράσεις όπως «έχω χαθεί γιατί πνίγομαι στη δουλειά». Τα πρόσωπα των ηθοποιών που υποδύονται τους «μόνους» σε τηλεοπτικές σειρές. Τη μοναξιά ως τρόπο ζωής. Ως μόδα. Σκέφτεσαι την κατάρρευση των συλλογικών οραμάτων και τη γενιά σου. Τη γενιά σου που επειδή δεν (πολύ)πιστεύει, δεν (πολύ)φοβάται και δεν (πολύ)ελπίζει, δεν βρήκε κανένα σοβαρό λόγο να συσπειρωθεί. Το ατομικό όραμα. Τις διεκδικήσεις των μόνων για φορολογικές ελαφρύνσεις. Άρθρα με τίτλο «είσαι μόνος; Δεν είσαι ο μόνος!» και στίχους όπως «ζήτω η Ελλάδα και καθετί μοναδικό στον κόσμο αυτό. Ανθρώπους στα λεωφορεία που λαγοκοιμούνται έχοντας ακουμπήσει το κεφάλι τους στο τζάμι. Όσο σκέφτεσαι, σύμφωνα με αυτούς που δημιούργησαν την τεχνική του κατευθυνόμενου συνειρμού, μπαίνεις πιο βαθιά. Ενεργοποιείς και τα δυο ημισφαίρια του εγκεφάλου σου. Τη λογική από το αριστερό, τα συναισθήματα, τα σύμβολα και τις μεταφορές από το δεξί. Σκέφτεσαι τα φωτάκια από το τουρκικό χωριό που φαίνονταν από τη σκοπιά σου. Χωμένος στην άμμο να κοιτάζεις τ΄αστέρια. Να είσαι παιδί και να παίζεις μόνος σου οικογενειακά επιτραπέζια παιχνίδια. Που ποτέ δεν θα μάθεις τα όνειρα που βλέπει η γυναίκα σου. Ούτε κι εκείνη τα δικά σου. Ατέλειωτες ώρες αϋπνίας, το θόρυβο της μίζας του απέναντι που φεύγει το πρωί στις έξι για τη δουλειά κι εσύ ακόμα όρθιος. Εκείνη τη γυναίκα.

Ήταν εκείνη η γυναίκα περίπου είκοσι πέντε τριάντα χρονών το πολύ. Τη συναντούσα κάθε βράδυ στο σαλόνι του δευτέρου ορόφου. Στη αρχή τυχαία, μετά συνειδητά. Καθόταν στην ακριανή πολυθρόνα και κάπνιζε. Κοίταζε έξω από το παράθυρο. Έξω από το παράθυρο που δεν φαινόταν τίποτα. Εκτός από τα βράδια που προσγειώνονταν και απογειώνονταν ελικόπτερα. Με αρρώστους ή τραυματίες από τα νησιά. Τις δυο βδομάδες που ανάρρωνα από έλκος δωδεκαδάχτυλου στην Α’ Παθολογική του 401 Γενικού Νοσοκομείου Στρατού, κάθε βράδυ η γυναίκα καθόταν εκεί. Ο αδελφός της νοσηλευόταν τρεις θαλάμους πιο πέρα από μένα. Είχε καρκίνο στο κεφάλι. Όλη μέρα ήταν πλάι του. Όταν τέλειωναν οι θεραπείες, τον κρατούσε και περπατούσαν στον κήπο. Ένα αδύνατο σώμα κάτω από ένα ξυρισμένο κεφάλι με τα σημάδια από τις θεραπείες κι εκείνη. Αγκαζέ. Το βράδυ τον έβαζε για ύπνο, καθόταν στην ακριανή πολυθρόνα του σαλονιού της Α’ Παθολογικής και κάπνιζε κοιτάζοντας έξω από το τζάμι. Για ώρες. Εγώ καθόμουν διαγώνια, σε μια θέση που μου επέτρεπε να βλέπω την αντανάκλασή της πάνω στο σκούρο τζάμι. Την κοίταζα και παρά τις οδηγίες των γιατρών κάπνιζα. Δεν μιλήσαμε ούτε μια φορά.

Ένας άλλος τρόπος να κάνεις mind mapping είναι να γράψεις στο κέντρο της λευκής κόλλας ένα διώνυμο εννοιών. Δυο έννοιες διαμετρικά αντίθετες, που η μια αποκτάει νόημα εξαιτίας της άλλης. Διαλεκτική. Ξανασκέψου. Κάθε φορά που έχεις ανθρώπους γύρω σου, αισθάνεσαι και λίγο μόνος. Επειδή θες να προστατέψεις τον εαυτό σου. Επειδή έχεις κουραστεί. Ή δεν έχεις κάτι να μοιραστείς. Ή ίσως επειδή δεν γίνεται να τα μοιραστείς όλα. Δεν υπάρχει ο τρόπος, οι λέξεις, οι εκφράσεις, ακόμα κι οι σπουδαίες κινήσεις συχνά δεν αρκούν. Αρκείσαι σ’ ένα ποσοστό. Ποσοστιαία επικοινωνιακός με ένα υπόλοιπο μοναξιάς. Σκέφτεσαι κι άλλο. Όταν είσαι μόνος, πάντα βρίσκεται κάτι να σε συντροφεύει. Συνήθως το λιγότερο προφανές, το λιγότερο αναμενόμενο. Μια ευγενική χειρονομία από κάποιον που γνωρίζεις ελάχιστα. Ένας σκύλος. Η πόλη σου. Σκέφτομαι την ιστορία του Σταύρου.

Του Σταύρου που είχε να κοιμηθεί ένα μήνα. Που ποτέ δεν είχε τον ύπνο εύκολο. Και πριν τα φτιάξει η Λένα με αυτόν τον Πολωνό και του πει να χωρίσουνε. Πριν ένα μήνα. Και πριν του ήταν δύσκολο αλλά τώρα φαινόταν αδύνατο. Έκλεινε τα μάτια και την έβλεπε να πηδιέται με τον Πολωνό. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί. Καθόταν συνέχεια μπροστά από την τηλεόραση. Η μοναξιά τον είχε χτυπήσει σαν κεραυνός, είχε κοκαλώσει. Ούτε στη δουλειά πήγαινε ούτε πουθενά. Μετά από ένα μήνα το πήρε απόφαση. Άφησε το αμάξι μερικά τετράγωνα πιο πέρα και περίμενε τη Λένα να φύγει για τη δουλειά. Έβρεχε και περιμένοντας έγινε μούσκεμα. Η Λένα κάποια στιγμή έφυγε κι αυτός ανέβηκε με τα πόδια στον τέταρτο και χτύπησε το κουδούνι. δεν είχε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό του, είχε έναν απίστευτο θυμό κι ένα λοστό στο χέρι. Ο τύπος άνοιξε, τον κοίταξε –είχαν συναντηθεί άλλη μια φορά- κοίταξε το βρεμένο Σταύρο με το λοστό στο χέρι, κούνησε λυπημένα και καταφατικά το κεφάλι του, σα να τον περίμενε κι άνοιξε διάπλατα την πόρτα. Ο Σταύρος βραχυκύκλωσε. Ο Πολωνός άφησε ανοιχτή την πόρτα και προχώρησε στο εσωτερικό. Από την κουζίνα ακουγόταν το τσιτσίρισμα τηγανητών αυγών. Ο Σταύρος κρατώντας το λοστό έκλεισε την πόρτα και προχώρησε προς την κουζίνα. Ο Πολωνός εκείνη την ώρα έβαζε ένα δεύτερο πιάτο πάνω στο τραπέζι. Σέρβιρε αυγά και στους δυο κι άρχισε να τρώει. Ο Σταύρος συνέχιζε να στέκεται όρθιος, ο Πολωνός του έκανε νόημα να κάτσει και συνέχισε να τρώει. Ο Σταύρος άφησε το λοστό πάνω στο τραπέζι και σαν υπνωτισμένος άρχισε να τρώει τα τηγανισμένα αυγά. Μια δυο φορές αντάλλαξαν ματιές με τον άλλονε χωρίς να πει κανείς τους τίποτα. Τελειώσανε τα αυγά κι ο άλλος σέρβιρε καφέ και κέρασε το Σταύρο ένα τσιγάρο από ένα κουτί παράνομα. Ο Σταύρος δεν δέχθηκε, έβγαλε και κάπνισε τα δικά του. Ο Σταύρος κάπνιζε και κοίταζε το λοστό και του φαινόταν τόσο ξένο και αποτρόπαιο αυτό που πήγε να κάνει, που πήρε το λοστό και τον άφησε μαλακά στο πάτωμα. Ο Άλλος του είπε ότι πρέπει να φύγει για τη δουλειά κι όποτε ήθελε να ξαναπεράσει, να τα πούνε. Να ‘ναι και η Λένα, όλο γι΄αυτόν του μιλάει και στεναχωριέται πολύ για ό,τι έγινε. Ο Σταύρος γύρισε σπίτι και μετά από ένα μήνα, κοιμήθηκε.

Η τεχνική του κατευθυνόμενου συνειρμού, σύμφωνα πάντα με τους δημιουργούς της, μπορεί να απελευθερώσει κομμάτια υποσυνείδητων σκέψεων. Σε βοηθάει να εμβαθύνεις. Και μερικές φορές να δεις απλώς το προφανές. Πως, δηλαδή, εκτός από δυσχερής συνθήκη, η μοναξιά για πολλούς είναι μια περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή επιλογή. Ο χρόνος που χρειάζεται το μυαλό, το σώμα, κι η ψυχή σου για να κάνουν reboot. Ο ζωτικός χώρος κάθε έκφρασης, κάθε δημιουργικής προσπάθειας. Η απαραίτητη απόσταση για να καταλάβεις όσα προσπερνάς κάθε μέρα. Όπως και να το δεις, πάντως, κι όσο κι αν το γλυκάνεις, είναι δοκιμασία η μοναξιά. Σε φτάνει στα όρια, σε τρομάζει, σε εξουθενώνει και σε τσακίζει. Και μαζί με σένα όλους τους φόβους και τις ανασφάλειες σου, τους δισταγμούς και τις νευρώσεις σου. Και σε κάνει τελικά ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, να αναζητήσεις το διπλανό σου. Ούτως ή άλλως, στο mind mapping,τα αντώνυμα της μοναξιάς είναι η φιλία, η αγάπη, η συντροφικότητα κι ο έρωτας. Και όλα αυτά χωρίς τη μοναξιά μπορεί να μην είχαν (και μάλλον δεν θα είχαν) κανένα νόημα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα