Parallax View

Οι τοίχοι της πόλης ξέρουν τα μυστικά σου

Δεν είναι βρώμικοι όταν μπορούν και σου μιλάνε...

Έλλη Πράντζου
οι-τοίχοι-της-πόλης-ξέρουν-τα-μυστικά-σ-301137
Έλλη Πράντζου

Εικόνες: Έλλη Πράντζου

Δεν είναι οι τοίχοι βρώμικοι όταν μπορούν και σου μιλάνε. Υπάρχουν άνθρωποι εκεί έξω, σε όλη την πόλη, σε κάθε πόλη, σε κάθε γωνιά που περιφέρονται νιώθοντας ότι ο τόπος δεν τους χωράει ή πως οι ίδιοι δε χωράνε πουθενά όπως και να ‘χει.

Οι εραστές της φυγής με δυο ακουστικά στ’ αυτιά μετράνε βήματα αμέτρητα καθώς παίρνουν τους δρόμους χωρίς προορισμό. Κυρίως τις νύχτες. Αλλά όχι μόνο αυτές. Μόνοι χωρίς να είναι απαραιτήτως μόνοι. Ανήσυχοι, ανάστατοι με μια καρδιά ανταριασμένη θαρρείς και το μυαλό τους δεν κάνει άλλο από το να σκαλίζει ιστορίες παλιές, νέες, ακόμη κι όσες δεν έχουν ως τώρα συμβεί.

Τους τυραννούν οι αναμνήσεις. Τα λόγια που είπαν, όσα δεν τόλμησαν να πουν, όσα μοιράστηκαν μα δεν τους έφτασε ο χρόνος να τα κάνουν ακόμη περισσότερα, όσα δεν πρόλαβαν να ζήσουν καν κι έμειναν απλώς μέσα τους να στοιχειώνουν τα σκοτάδια τους ως σκέψεις. Αναμασάν περασμένα και μελλούμενα. Επιθυμίες και τύψεις. Κι εκείνα τα άτιμα “αν”. Αν-ολοκλήρωτα, αν-εκπλήρωτα, αν-αμονές, αν-αμνήσεις. Τι θα γινόταν -αν. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που μπορούν να καταλάβουν τη γλώσσα της πόλης και των συνθημάτων της.

Ειδικότερα στις αισθαντικές περιοχές της Άνω Πόλης όπου κάθε στενό κρύβει κι έναν δικό του καημό η ερωτευμένη, απελπισμένη κι επαναστάτρια πλευρά της πόλης τα λέει χύμα με τη γλώσσα αυτών που δεν κοιμούνται ποτέ. Όποιο σοκάκι κι αν διαβείς τα πάντα σου μιλάνε, όλοι οι τοίχοι εξομολογούνται αναστεναγμούς, φιλιά, όνειρα και ανυπακοή.

Αν το αντιμετωπίσεις ρεαλιστικά δεν είναι ωραίο κανείς να μουτζουρώνει τους τοίχους με σκέψεις. Καταστροφή περιουσιών θα σου πούνε. Δημόσιων ή ιδιωτικών, δεν έχει σημασία. Καταστροφή. Και θα έχουν δίκιο. Ρεαλιστικά πάντα.

Μα για κάποιους ανθρώπους που οι φωνές στο κεφάλι τους αλληλοπνίγονται χωρίς ποτέ να σιωπούν καταστροφή είναι όσα δεν ακούν οι άλλοι. Καταστροφή είναι η μοναξιά της ψυχής. Οι λέξεις που δε βγαίνουν απ’ το στόμα και πεθαίνουν κάνοντας την ανάσα τους να μυρίζει άσχημα κάθε φορά που τολμούν ν’ αρθρώσουν το παραμικρό.

Σε αυτούς μιλάνε οι τοίχοι. Σ’ αυτούς που κάνουν βόλτες προς το οπουδήποτε ακούγοντας στίχους και μελωδίες μα ξαφνικά, να, κάποιος ήταν εδώ πριν από αυτούς κι έγραψε για χάρη τους όσα οι ίδιοι δε βρήκαν τρόπο να εκφράσουν. Με μεγάλα έντονα γράμματα, με σπρέι μαύρα, άλλοτε ξεθωριασμένα όπως οι περασμένοι έρωτες, άλλοτε φρέσκα, να βγάζουν μάτι όπως η ανεκδήλωτη οργή ή η απελπισία. Μπορεί ακόμη να είναι κι ανορθόγραφα όπως θα ήταν εκείνα τα ψεύτικα λόγια που θέλησαν τόσο να πιστέψουν κάποτε. Και που τελικά τα πίστεψαν για να βρεθούν μετέωροι πάνω από το κενό μιας απώλειας. Ή σαν εκείνα τα άλλα, τα πιο αγνά κι αληθινά που κάποιος τσαλαπάτησε κι έμειναν στο τέλος μισά.

Αντιδραστικός τρόπος έκφρασης όσων εσωστρεφών χαώνονται στο άκουσμα της ίδιας τους της φωνής μα δε φοβούνται να παραβούν ακόμη και νόμους προκειμένου τελικά να μιλήσουν. Στους εαυτούς τους; Στους ανθρώπους γενικά; Σε κάποιον συγκεκριμένο που δεν είναι πια εδώ κι ελπίζουν τυχαία να περάσει από τον εκάστοτε τοίχο για να του μιλήσει εκείνος αντί γι’ αυτούς; Όλα τα παραπάνω;

Ποιος ξέρει… Μα είναι ο τρόπος τους να φωνάξουν πως είναι εδώ και πως κάποτε τόλμησαν να νιώσουν, να πονέσουν, να ερωτευτούν, να αγαπήσουν, να φάνε τα μούτρα τους, να πάνε κόντρα σε συστήματα και πρέπει, να δηλώσουν ερωτευμένοι με την ίδια τη ζωή, να μοιραστούν ένα ή και πολλά συναισθήματα, να δείξουν πως δεν είναι αδυναμία ένας αλήτικος ρομαντισμός όταν εξομολογείται η ψυχή με τρόπο για τους πολλούς παράνομο. Μιλάνε τη γλώσσα των εφήβων που επιλέγουν τη φωτιά ενώ η ορμή τους μπορεί να σε παρασύρει σαν χείμαρρος. Ναι, για όλους αυτούς οι τοίχοι δεν είναι βρόμικοι όταν μπορούν και μιλάν.

Δεν έχουν μόνο αυτιά οι τοίχοι βλέπεις. Έχουν και μια δική τους διάλεκτο. Μιας και τ’ αυτιά των πολλών μοιάζουν να έχουν όντως τοίχους κάποιοι έδωσαν εικόνα στις λέξεις γράφοντας σε αυτούς. Άνοιξε τα μάτια σου και διάβασε την ιστορία των ψυχών της πόλης. Μπορείς να τους κατηγορήσεις που λέρωσαν τον τοίχο σου με αυτήν την άχαρη μπογιά. Δεν έχουν σεβασμό θα πεις. Ούτε παιδεία. Δε θα σου ζητήσουν συγγνώμη, όχι.

Γι’ αυτούς η ποίηση είναι στους δρόμους κι ο έρωτάς τους δηλώνει αναρχικός. Δεν δικαιολογούνται, μόνο νιώθονται. Κυρίως από άλλες έφηβες ψυχές που ξέχασαν τι πάει να πει ηλικία και βγήκαν εκτός ρεαλιστικού χρόνου για να μη μεγαλώσουν ποτέ εσωτερικά.

Ξέρω, θα με κατηγορήσεις πως αφιέρωσα τον χρόνο μου και σπατάλησα τον δικό σου σε βάνδαλους αργόσχολους που δεν έχουν μάθει να σέβονται τον κόπο του άλλου και μολύνουν ντουβάρια από καθαρή ανωριμότητα. Για μένα, βλέπεις, δεν έχουν αξία τα ντουβάρια κι ίσως κάποιες από τις μπογιές εκεί έξω να έχουν να μου πούνε πολύ περισσότερα από την ωριμότητα του ρεαλισμού των περισσότερων. Γιατί ούτε εγώ μπορώ να τους δικαιολογήσω, δε θα απολογηθούν βλέπεις ποτέ.

Μπορώ όμως να τους καταλάβω. Κι αυτό επειδή πιο πολύ αισθάνομαι τους ανθρώπους παρά τους εξηγώ.

Κάποιοι τοίχοι εκεί έξω δεν είναι απλώς γεμάτοι με ανούσια γκράφιτι για ομάδες, δεν είναι απλές μουτζούρες όσων από βαρεμάρα είπαν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους καταστρέφοντας όντως περιουσίες με μια μπούρδα για ντεκόρ.

Κάποιοι τοίχοι αφηγούνται συναισθήματα. Αυτούς ν’ ακούς. Και πού ξέρεις; ίσως για ένα δέκατο του δευτερολέπτου κάποιος ψίθυρος να ξυπνήσει και τη δική σου εφηβική ορμή. Ίσως τότε να θυμηθείς για λίγο πώς είναι να είσαι ερωτευμένος με τα πάντα προτού βρίσεις τον ανεγκέφαλο που βρόμισε έναν ακόμη τοίχο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα