Parallax View

Τότε που κάναμε τις παραλίες μας lounge

Οι ελληνικές παραλίες σε μετάλλαξη. Ένα κείμενο γραμμένο το 2013.

Γιώργος Τούλας
τότε-που-κάναμε-τις-παραλίες-μας-lounge-12636
Γιώργος Τούλας
Αν ταξιδέψει κάνεις στην Κωνσταντινούπολη θα του κάνει εντύπωση μια εικόνα που νομίζεις πως δεν υπάρχει πια. Για αρκετά χιλιόμετρα, στο δρόμο προς το αεροδρόμιο, μπροστά στη θάλασσα, Κυριακή απόγευμα χιλιάδες άνθρωποι κάθε ηλικίας, οικογένειες, ηλικιωμένοι αλλά και παρέες νεαρών, στήνουν υπαίθρια πικ νικ. Καλάθια με φαγητά, παιχνίδια, κούνιες αυτοσχέδιες στα δέντρα με σκοινιά.

Για χιλιόμετρα ακούς μονάχα γέλια. Και μια ευτυχία που δεν είναι επιτηδευμένη, τη βλέπεις διάχυτη. Στοιχηματίζεις άνετα πως κανείς από όλους αυτούς δεν είναι πάνω από τη μέση τάξη. Σε μια χώρα που έχει εκατομμύρια προβλήματα. Και όμως εκείνη η ώρα στη θάλασσα φαίνεται ιδανική.

Θυμίζει την Ελλάδα, μέχρι και είκοσι χρόνια πριν. Τότε που δεν δίσταζες να πας στη θάλασσα με ένα σακίδιο γεμάτο ντομάτες και φέτες καρπουζιού και να την πέσεις για ύπνο κάτω από τα πεύκα όταν νυστάξεις, το καταμεσήμερο.

Μια εικόνα που χάθηκε εδώ επειδή υπήρχε ο κίνδυνος παρεξήγησης. Πριν δεκαπέντε χρόνια αν παρατηρούσες τις παραλίες που γνώριζες από παιδί θα ένιωθες το βιασμό που υπέστησαν. Ξαφνικά είχαν γίνει όλες κάπως. Γέμισαν μπαμπού καναπέδες, ξαπλώστρες, κρεβάτια, πανιά που ανέμιζαν, ψάθινες ομπρέλες και πόζα. Κατέβαινες σε μέρη που έχεις πάει εκατοντάδες φορές να κολυμπήσεις και πάθαινες σοκ. Τίποτε δεν ήταν το ίδιο. Όλα έγιναν επιτηδευμένα, σαν φωτογραφίες του Wallpaper.

Άνθρωποι κατεβαίναν τα κατσάβραχα φορτωμένοι με σινιέ σύνολα θαλάσσης, έκαναν κράτηση σεζ λονγκ μπροστά στο κύμα από την προηγούμενη μέρα, έπιναν παγωμένα Μπελίνι Σαμπάνιας, λες και μεγάλωσαν στην πλαζ  Ιλ Μπούκο της Ρώμης, καπνίζαν πούρα μέσα στο καταμεσήμερο, η μουσική είναι εκνευριστικά δυνατή, τα ευρώ πετάνε σαν τα αποδημητικά πουλιά και κάθε φορά που κάποιος σηκώνεται γυρίζει όλο το μπιτς μπαρ και τον παρακολουθεί, λες και περνά από ιερά εξέταση.

Και το κολύμπι; Άλλη τραγωδία. Οι άνθρωποι μπαίνουν επιτηδευμένα στη θάλασσα. Κανείς δεν απομακρύνεται από την ακτή.  Ψευτοπλατσουρίζουν. Για μακροβούτια ούτε λόγος. Κάθε λίγο βγαίνουν στην πετσέτα και κοιτάζουν με αγωνία το κινητό. Μήπως χτύπησε όσο ήταν μέσα, μήπως ήρθε κανένα μήνυμα. Αν φωνάξει κανένα πιτσιρίκι λίγο παραπάνω όλοι ενοχλούνται. Χαλάει το lounge. Μετά υποδύονται τους ευτυχισμένους. Θυμούνται εστιατόρια που έφαγαν το χειμώνα. Πιάτα που δοκίμασαν.

Αν πέσει και καμιά πείνα, κανείς δεν θα διανοηθεί να βγάλει από το σάκο το ψωμοτύρι. Μια σαλάτα με αβοκάντο στην τιμή προσφορά των δέκα ευρώ θα ξεγελάσει την πείνα. Θα χτυπήσει κινητό. Έλα που είστε, εδώ είναι σούπερ. Να ‘ρθείτε μια φορά. Σαν φωτοτυπία της παραλίας που ήσουν χθες είναι, αλλά ποιος νοιάζεται. Μετά θα ρθει η συζήτηση σε θέματα σχέσεων. Πόσο μόνοι είμαστε, τι θέλουν οι άντρες από τις γκόμενες επιτέλους, πόσο επιθετικές γίνανε οι γυναίκες. Η κουβέντα κλείνει με συνταγές ευτυχίας. Οι κουβέντες μέχρι δυο χρόνια πριν αφορούσαν  ένα νέο μοντέλο κινητού, laptop, αυτοκινήτου. Ευσεβείς πόθοι.

Όσο είσαι στο μπιτσόμπαρο, τα μοντέλα που επέλεξαν για να σερβίρουν θα περάσουν καμιά εικοσαριά φορές να σε ρωτήσουν αν είσαι εντάξει και αν χρειάζεσαι τίποτε. Θα αδειάσουν το τασάκι πλάι στην ξαπλώστρα και θα ανανεώσουν τον πάγο στη σαμπανιέρα. Το ηλιοβασίλεμα η μουσική θα γίνει chill out. Τις Κυριακές θα φέρουν κανένα διάσημο dj. Εκεί να δεις χαρά. Μέσα στη ντάλα. Η κρίση έχει διαλύσει τα πάντα αλλά ο φρέντο συνεχίζει να πουλιέται όσο μισό κοτόπουλο ψητό, η μπίρα κοστίζει λες και την έφεραν πριν λίγο από την Ολλανδία και η ξαπλώστρα, που οφείλουν να σου παρέχουν αφού κάθεσαι στο μαγαζί τους κοστολογείται ξεχωριστά.

Προσπαθώ να σκεφτώ πως το πάθαμε όλο αυτό το κακό. Πως μέσα σε λίγα χρόνια τόση επιτήδευση μεταμόρφωσε την πιο ανεπιτήδευτη εποχή του χρόνου σε ένα σκηνικό από φωτογράφηση μόδας. Τι είναι αυτό που μας έκανε να διστάζουμε να απλώσουμε την πετσέτα μας στην άμμο  για να πάρουμε την αύρα της θάλασσας και όχι στο μπαμπού ανάκλιντρο; Που μας εμπόδιζε να βγάλουμε το τρανζιστοράκι από το σάκο και να ακούσουμε τα τραγούδια που θέλουμε; Που μας απαγόρευε να ανάψουμε μια φωτιά όταν νυχτώνει στη θάλασσα, γιατί δίπλα φέγγουν τα καντηλέρια και οι πυρσοί; Και να κλείσουμε για μια βδομάδα το κινητό, από το φόβο πως θα χαθεί η όση επικοινωνία μας έμεινε; Την επόμενη φορά που θα κατεβείτε σε παραλία που θα έχει μεταμορφωθεί σε σκηνικό θυμηθείτε τα παιδικά σας χρόνια και συγκρίνετε. Το αυθεντικό από το fake. Οι νέοι ένοικοι του ονείρου, τουλάχιστον στη Χαλκιδική είναι πια πλούσιοι Βαλκάνιοι και Ρώσσοι που εντυπωσιάζονται από όσα τους περιμένουν στις lounge παραλίες και πληρώνουν όσο όσο για να τα αποκτήσουν.

Κατεβαίνουν στις παραλίες ντυμένοι logomania και πληρώνουν όσο όσο για κάθε μικρή χλιδή. Σε αντίθεση με τους Έλληνες που κάθονται πια παράμερα. Ευτυχώς υπάρχουν νεώτερες γενιές που αντιλαμβάνονται τον κόσμο αλλιώς.

Όταν έχει σπίτι άνεργους γονείς δεν θα κατέβεις στην παραλία με πόζα. Οι πρώτες ανθρώπινες παρέες με ρεφενέ υπαίθριες ζωές άρχισαν να εμφανίζονται σιγά σιγά πριν λίγα χρόνια. Άνθρωποι επιστρέφουν σταδιακά στην κανονικότητα των παιδικών μας χρόνων. Παραλίες γίνονται και πάλι παραλίες και όχι πίστες ματαιοδοξίας.

Τα μέρη της πόζας δεν λείπουν βέβαια. Κρατούν ψηλά τη σημαία. Όμως παραδίπλα κάτι μοιάζει να αλλάζει εδώ και μια πενταετία. Να γίνεται και πάλι ανθρώπινο.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα