Ταξίδι

Τα χρυσά κορίτσια

Λέξεις-εικόνα: Κωστής Ζαφειράκης Τι είναι για σένα «Οξυγόνο»; «Να ξυπνάω το πρωί, να σκέφτομαι πως ακόμα μπορώ να ερωτευτώ, να ταίζω τις κότες μου και να βγάζω φωτογραφίες. Η κυρία Σοφία είναι χαρούμενη («αφού φύτεψα τον άνδρα μου, είμαι ελεύθερη και κάνω ό, τι θέλω»). Συναντηθήκαμε πριν από χρόνια, στη Νέα Πέτρα Σερρών, σ’ ένα […]

Κωστής Ζαφειράκης
τα-χρυσά-κορίτσια-14310
Κωστής Ζαφειράκης
zafeirakis_giagia.jpg

Λέξεις-εικόνα: Κωστής Ζαφειράκης

Τι είναι για σένα «Οξυγόνο»; «Να ξυπνάω το πρωί, να σκέφτομαι πως ακόμα μπορώ να ερωτευτώ, να ταίζω τις κότες μου και να βγάζω φωτογραφίες. Η κυρία Σοφία είναι χαρούμενη («αφού φύτεψα τον άνδρα μου, είμαι ελεύθερη και κάνω ό, τι θέλω»). Συναντηθήκαμε πριν από χρόνια, στη Νέα Πέτρα Σερρών, σ’ ένα λαϊκό πανηγύρι, στο έθιμο της «Γυναικοκρατίας». Μοιάζει με την Σίρλεϊ Μακ Λέιν, έχουνε το ίδιο χρυσάφι στο μυαλό, την ίδια ζάλη. Αρχοντικά ντυμένη, με μια αστραπή στο βλέμμα, χαρμόσυνη σαν χριστουγεννιάτικη κάρτα.

Είναι κάτι γιαγιάδες που  έχουν «αποδράσει», που κάνουν μια χαψιά όλους τους σούπερ ήρωες, λες κι έπεσαν μικρές στην μαρμίτα με το μαγικό φίλτρο. Αδιαφορούν για το μικρό εμβαδόν της ζωής, φτιάχνουν πεντανόστιμες τηγανητές πατάτες και εξαιρετικές χορτόπιτες (η γιαγιά του Μάνου η Ανίκα, βγαίνει με το μαχαιράκι της στην Ζήρο, Σητεία μεριά, μαζεύει ασκολίμπρους και ασκορδουλάκους και μετά «ζωγραφίζει» στην κουζίνα). Ανταμώνουν τα απογεύματα με τις φίλες τους, κεντάνε ή πλέκουν ή βλέπουν τηλεόραση, αν και συχνά τη μουτζώνουν. Ή κουβεντιάζουν για τα παιδιά τους, τα εγγόνια τους, τους άνδρες τους, τις ζωές τους, τους γείτονες…

Η γιαγιά Ευπραξούλα στο  Λιβάδι του Ολύμπου, θα πρέπει στα  νιάτα της να ήταν κάτι σαν την  Σαμάνθα του «Sex and the City», όχι τόσο πολυγαμική λόγω συνθηκών (ανάθεμα τον αίτιο που την έριξε στην Ελληνική ύπαιθρο του 1950 κι όχι στη Νέα Υόρκη της νέας χιλιετίας), αλλά σίγουρα το ίδιο ασυγκράτητη, όπως τουλάχιστον, μου το εξομολογήθηκε η ίδια, ένα απόγευμα του 2008- την είχα πετύχει στα κέφια της. «Οξυγόνο για μένα είναι σεξ», μου έλεγε και έλαμπε ολόκληρη. Κι ας μην είχε φύγει ποτέ μακριά από το χωριό της, κι ας μην ήξερε τι θα πει «ποδόσφαιρο». «Είχα πάει μια φορά στο γιατρό, στην Κατερίνη. Και βλέπω κάτι παιδιά, όλα χτυπημένα, άλλος στο κεφάλι, άλλος στο γόνατο, άλλος στο χέρι. Πού χτυπήσατε βρε παιδιά; Στο ποδόσφαιρο. Μα τι είναι αυτό το ποδόσφαιρο που σας έχει κάνει τέτοιο κακό; Η μπάλα, γιαγιά. Ε, πείτε μπάλα, βρε, να καταλάβω, τι ποδόσφαιρο, μου λέτε.».

Η γιαγιά Περιστέρα στο  Αρκοχώρι της Νάουσας, μου θυμήθηκε το γλέντι του αρραβώνα της και το γραμμόφωνο που χάλασε, η γιαγιά Κατίνα στο Κοκκάρι της Σάμου ζει χωρίς να το ξέρει, «Το μυστικό μου λουλούδι» του Πέδρο Αλμοδόβαρ, η γιαγιά Αλεξάνδρα στο Νεστόριο χτυπάει 5 μεροκάματα τη μέρα, στο μποστάνι της, στην πέτρινο φούρνο της, στις κότες της. Και η γιαγιά Θεοδότα, στα Κορέστεια, μικρή ήθελε να γίνει δασκάλα, δεν την άφησε όμως, η μαμά της. Έζησε άγριες στιγμές (Β’ Παγκόσμιος, Εμφύλιος) πάνω στα βουνά, κι είμαι σίγουρος ότι γράφει ακόμα ποιήματα σ’ ένα αρχαίο τετράδιο- το έβγαλε από το συρτάρι και μου το έδειχνε περήφανη. Έχω ακόμα την φωνή της στα αυτιά μου. Όταν άρχισε να απαγγέλει τους στίχους της, έλαμπε πότε σαν κοριτσάκι που ναρκισσεύεται μέσα στο καινούργιο του φόρεμα και πότε σαν φωτεινός παντογνώστης.

Όσο για την Χρύσα και  την Μελανία, δυο θρυλικές φυσιογνωμίες του Ευόσμου και της Καλαμαριάς, είναι σήμερα πιο όμορφες από  ποτέ. Ασβεστώνουν κάθε άνοιξη τα δέντρα στην αυλή και μου δίνουν πάντα καλό χαρτζιλίκι.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα