Ελλάδα

Με ανησυχεί η ποινικοποίηση της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ελλάδα

Οι προκαταρκτικές παρατηρήσεις της ειδικής εισηγήτριας του ΟΗΕ είναι κόλαφος για την Ελληνική κυβέρνηση

Parallaxi
με-ανησυχεί-η-ποινικοποίηση-της-παροχ-904618
Parallaxi

Οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να στραφούν προς μια μεταναστευτική πολιτική που να θέτει στο επίκεντρό της τα ανθρώπινα δικαιώματα και την παροχή στήριξης στους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. 

Αυτό αναφέρει η Mary Lawlor, Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ για την κατάσταση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις προκαταρκτικές παρατηρήσεις της για την κατάσταση των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Διαβάστε παρακάτω όσα αναφέρει:

Κυρίες και κύριοι, εκπρόσωποι των ΜΜΕ,

Διεξήγαγα μια επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα από τις 13 έως τις 22 Ιουνίου 2022 κατόπιν πρόσκλησης της κυβέρνησης. Πρόκειται για την πρώτη επίσημη επίσκεψή μου από τότε που ανέλαβα τον ρόλο αυτό, εξαιτίας προηγούμενων περιορισμών που οφείλονταν στην πανδημία του κορωνοϊού.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου, συνάντησα πολλούς κυβερνητικούς αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων αρκετών υπουργείων, της Ελληνικής Ακτοφυλακής και της Αστυνομίας. Επίσης, έκανα συναντήσεις στον Άρειο Πάγο, με δικηγορικούς συλλόγους στην Αθήνα και σε αρκετά νησιά, καθώς και με τοπικούς εισαγγελείς και αστυνομικούς διευθυντές. Είχα πολλές συζητήσεις με μέλη της κοινωνίας των πολιτών συμπεριλαμβανομένων διεθνών και εθνικών μη κυβερνητικών οργανώσεων (ΜΚΟ), υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφους και δικηγόρους. Συνάντησα επίσης εκπροσώπους διεθνών οργανισμών και υπηρεσιών και προγραμμάτων του ΟΗΕ. Εκτός από τις συναντήσεις που έκανα στην Αθήνα, ταξίδεψα και στη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο και τη Θεσσαλονίκη. Επισκέφθηκα κέντρα υποδοχής, Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ) και Κλειστές Ελεγχόμενες Δομές Νήσων (ΚΕΔΝ) στην Αθήνα, τη Λέσβο και τη Σάμο.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω την ελληνική κυβέρνηση για την αποδοχή του αιτήματος επίσκεψής μου και για τη συμβολή τους στην οργάνωση της επίσκεψης. Θα ήθελα να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου για τη χορήγηση άδειας πρόσβασης στις δομές όπου κρατούνται μετανάστες, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες.

Παρακάτω ακολουθούν οι προκαταρκτικές παρατηρήσεις και συστάσεις οι οποίες θα αναπτυχθούν περαιτέρω στην έκθεση που θα υποβάλω στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών στην επόμενη συνάντηση που θα διεξαχθεί τον επόμενο Μάρτιο.

Πριν ξεκινήσω την επίσκεψή μου, γνώριζα για την πολύπλοκη και ιδιαίτερη κατάσταση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα, ως αποτέλεσμα της γεωπολιτικής πραγματικότητας που την περιβάλλει, και όσον αφορά σε θέματα μετανάστευσης και ως προς την άνιση υποστήριξη από πλευράς Ευρωπαϊκής Ένωσης, μεταξύ άλλων. Ωστόσο, το ότι είδα την πραγματικότητα στο πεδίο συνέβαλε σημαντικά στο να κατανοήσω τις διαφορετικές πτυχές της κατάστασης αυτής. Θα ήθελα να αναγνωρίσω τις προσπάθειες που έχει καταβάλει η κυβέρνηση για να βελτιώσει την κατάσταση των ανθρώπων που αναζητούν άσυλο στην επικράτειά της.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στη χώρα, συνάντησα μια πολύ ζωντανή και ενθουσιώδη κοινωνία των πολιτών. Ο ενθουσιασμός και η αφοσίωσή τους στην προστασία και προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μου έκαναν τεράστια εντύπωση. Υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέλη οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, προσωπικό ανθρωπιστικών οργανώσεων, εθελοντές του πεδίου, δικηγόροι, συνδικαλιστές και δημοσιογράφοι επιτελούν εξαιρετικό έργο και συμβάλλουν στην ενδυνάμωση και προώθηση των δικαιωμάτων των πιο ευάλωτων και περιθωριοποιημένων ανθρώπων στην κοινωνία, έχοντας συχνά να αντιμετωπίσουν την αντίσταση και την έλλειψη κατανόησης από άλλους ανθρώπους. Συγχαίρω κάθε έναν από όλους αυτούς για τη γενναιότητα και την επιμονή τους.

Ως εκ τούτου, απογοητεύτηκα όταν άκουσα από κάποιους από τους συνομιλητές μου για κάποιες αρνητικές αντιλήψεις που αφορούν στον ρόλο και το έργο της κοινωνίας των πολιτών στη χώρα. Μου είπαν αρκετές φορές για τον αρνητικό συνειρμό που συνοδεύει τον όρο «ΜΚΟ» και για τη γενικότερη εχθρική ατμόσφαιρα στην οποία εργάζονται. Πρέπει να σημειώσω ότι η έννοια των «υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων» δεν είναι ευρέως διαδεδομένη και όπου είναι γνωστή συχνά παρερμηνεύεται και από τις αρχές και από το ευρύ κοινό. Θα ήθελα να τονίσω ότι σύμφωνα με τη Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών για τους Υπερασπιστές των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όλοι οι άνθρωποι που δρουν ειρηνικά για την προώθηση και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μπορεί να διεξάγουν τις δράσεις τους στο πλαίσιο ενός καταγεγραμμένου οργανισμού, όμως αυτό δεν είναι απαραίτητο και συχνά δεν συμβαίνει. Άτομα γίνονται υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λόγω συγκεκριμένων πράξεων, ανεξάρτητα από το αν διεξάγουν τις δράσεις τους με επίσημο ή άτυπο τρόπο.

Η άφιξη μεγάλου αριθμού μεταναστών, προσφύγων και αιτούντων άσυλο το 2015 έθεσε σε δοκιμασία την ικανότητα ανταπόκρισης και της κυβέρνησης και της κοινωνίας στο σύνολό της. Έκτοτε, η Ελλάδα έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες να βελτιώσει τις συνθήκες στις οποίες κρατούνται οι μετανάστες και οι αιτούντες άσυλο και εντυπωσιάστηκα από την ποιότητα των δομών. Παράλληλα, με ανησυχεί που οι εξελίξεις αυτές έλαβαν χώρα στο πλαίσιο μιας πολιτικής που προτεραιοποιεί την ασφάλεια και την πρόληψη αντί την αλληλεγγύη. Πρέπει να σημειώσω επίσης ότι οι βελτιώσεις στις δομές υποδοχής συνοδεύονται από μια προοδευτική στροφή προς πιο ενισχυμένες από πλευράς ασφάλειας δομές, που σε συνδυασμό με τις απομονωμένες τοποθεσίες, έχουν αντίκτυπο στην μετακίνηση και των αιτούντων άσυλο και των ανθρώπων που προσπαθούν να τους βοηθήσουν.

Αυτό που κατάλαβα από τις συναντήσεις μου είναι ότι η φύση της συνεργασίας μεταξύ της κυβέρνησης και της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και η συνολική αντίληψη για τον ρόλο της κοινωνίας των πολιτών και των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα έχει μεταβληθεί σημαντικά μετά από το 2019. Από τότε, οι υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να επιτελέσουν το έργο τους, ιδίως σε τομείς που μπορεί να θεωρούνται αμφιλεγόμενοι ή γεωπολιτικά πολύπλοκοι και ευαίσθητοι. Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές όσον αφορά στα άτομα που υπερασπίζονται τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο, των μεταναστών και των προσφύγων, όπως και αυτών που παρέχουν ανθρωπιστική βοήθεια, νομική συνδρομή, που συμμετέχουν σε επιχειρήσεις έρευνας και διάσωσης και που καταγράφουν άτυπες αναγκαστικές επιστροφές (pushbacks). Αν και στο παρελθόν οι υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε αυτούς τους τομείς μπορούσαν να διεξάγουν τις δράσεις τους σε ευνοϊκό συνολικά περιβάλλον, το τωρινό πλαίσιο πολιτικής που δίνει έμφαση στην «ασφάλεια» αντί στην ανθρωπιστική βοήθεια έχει επιφέρει κάποιους περιορισμούς. Πρέπει να τονίσω επίσης το αίσθημα διάχυτου φόβου που νιώθει ένα σημαντικό ποσοστό των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που δείχνει να απορρέει άμεσα από την ποινικοποίηση της μετανάστευσης και του νόμιμου, ειρηνικού έργου που επιτελούν υπέρ των δικαιωμάτων των προσφύγων, των αιτούντων άσυλο και των μεταναστών.

Ένας από τους μεγαλύτερους περιορισμούς αποτελεί το όλο και πιο περιοριστικό νομοθετικό πλαίσιο, το οποίο, ανάμεσα σε άλλες απαιτήσεις, υποχρεώνει τις ΜΚΟ που εργάζονται στον τομέα της μετανάστευσης, του ασύλου και της κοινωνικής ένταξης να εγγραφούν σε ένα Μητρώο ΜΚΟ του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου. Η επιβολή της εγγραφής σε μια συγκεκριμένη μερίδα της κοινωνίας των πολιτών και οι δυσανάλογες απαιτήσεις που περιλαμβάνει η ίδια η διαδικασία εγγραφής παραβιάζουν τις υποχρεώσεις της Ελλάδας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημιουργούν διακρίσεις. Η επαχθής διαδικασία σε συνδυασμό με τη μεγάλη ευχέρεια που έχουν οι αρμόδιες αρχές να αρνηθούν την εγγραφή ΜΚΟ που υποβάλλουν αίτηση έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίζουν ακόμα περισσότερο τον χώρο δράσης της κοινωνίας των πολιτών και να αυξάνουν σημαντικά και δυσανάλογα τον έλεγχο της πολιτείας στο έργο των ΜΚΟ στον τομέα της μετανάστευσης.

Οι ΜΚΟ που υποστηρίζουν τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που δεν έχουν εγγραφεί στο Μητρώο από το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου δεν μπορούν να έχουν πρόσβαση στους αιτούντες άσυλο και τους μετανάστες στις δομές στις οποίες κρατούνται και να παρέχουν νομική συνδρομή και άλλες υπηρεσίες στους πληθυσμούς που τις έχουν μεγάλη ανάγκη. Το διοικητικό βάρος της εγγραφής στο μητρώο, που συνοδεύεται συχνά από δυσανάλογες καθυστερήσεις και αδικαιολόγητες απορρίψεις, επιβαρύνει επίσης σημαντικά οικονομικά και γραφειοκρατικά ιδίως τις μικρές οργανώσεις. Οι δικηγόροι, οι οργανώσεις των οποίων δεν έχουν εγγραφεί, έχουν μόνο πρόσβαση στις δομές με την κάρτα του Δικηγορικού Συλλόγου και μόνο κατόπιν προηγούμενης αίτησης. Αν και αναγνωρίζω την ανάγκη ελέγχου της ροής της πρόσβασης στις δομές, ιδίως σε αυτές που στεγάζουν παιδιά, νιώθω ότι οι υφιστάμενες ρυθμίσεις έχουν ως αποτέλεσμα να στερούν τους δικαιούχους από σημαντική βοήθεια, που δεν αφορά μόνο στη νομική συνδρομή.

Με ανησυχούν ιδιαίτερα οι συνεχείς και αποτρέψιμες απώλειες ζωής και οι κακουχίες στα διεθνή χερσαία και θαλάσσια σύνορα, που παρατηρούμε σε όλο τον πλανήτη. Η κατάσταση είναι ιδιαίτερα άσχημη για αυτούς που υποχρεώνονται να ταξιδέψουν ακολουθώντας επικίνδυνες διαδρομές προκειμένου να αναζητήσουν διεθνή προστασία στο εξωτερικό. Στο πλαίσιο αυτό, με ανησυχεί ιδιαίτερα η ποινικοποίηση της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ελλάδα. Η αλληλεγγύη δεν πρέπει ποτέ να τιμωρείται και η συμπόνοια δεν πρέπει ποτέ να δικάζεται.

Οι κατηγορίες σε εν εξελίξει ποινικές υποθέσεις κατά υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων βασίζονται στον Κώδικα Μετανάστευσης (Ν. 4251/2014), ο οποίος στηρίζεται στη «δέσμη μέτρων για τους διακινητές» της Ε.Ε. Βάσει της Οδηγίας περί Υποβοήθησης, ο νόμος αυτός ποινικοποιεί τόσο την υποβοήθηση της παράτυπης εισόδου και διέλευσης υπηκόων τρίτων χωρών, όσο και της διαμονής. Ωστόσο, ως προς το θέμα αυτό, η ελληνική νομοθεσία δεν ορίζει ποιες πράξεις ή παραλείψεις συνιστούν υποβοήθηση. Για παράδειγμα, το άρθρο 29 του Μεταναστευτικού Κώδικα απλώς ορίζει ότι τιμωρούνται «τα πρόσωπα που υποβοηθούν την είσοδο ή την έξοδο υπηκόων τρίτων χωρών από το έδαφος της Ελλάδας, χωρίς να διενεργούν τους ελέγχους που προβλέπει ο νόμος». Λόγω αυτής της υπερβολικά γενικευμένης φύσης της διάταξης, ένα ευρύ φάσμα, κατά τα άλλα νόμιμων συμπεριφορών από πλευράς των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μπορεί να στοχοποιηθεί από τις αρχές επιβολής του νόμου.

Για παράδειγμα, βασική δραστηριότητα των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και παράλληλα εξαιρετικά κρίσιμη για τη ζωή των ανθρώπων, είναι ο συντονισμός της ανθρωπιστικής βοήθειας για παροχή πρώτων βοηθειών μέσω της οργανωμένης παρουσίας σε περιοχές όπου φτάνουν βάρκες με πρόσφυγες. Η προσαγωγή των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενώπιον της δικαιοσύνης για τέτοιου είδους συμπεριφορά, υπονομεύει το έργο τους. Στις διατάξεις του Μεταναστευτικού Κώδικα προβλέπεται εξαίρεση από την τιμωρία (αν και όχι από δίωξη) για ανθρωπιστικές ενέργειες που εμπίπτουν στο άρθρο 30 παράγραφος (6), προφανώς εφαρμοστέα στις εν εξελίξει δίκες. Ωστόσο, το γεγονός και μόνο της ποινικής δίωξης και της υπαγωγής στις δικαστικές διαδικασίες είναι ιδιαιτέρως επιβαρυντικό για τους υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων και λειτουργεί αποτρεπτικά για άλλους.

Εξαιτίας των διώξεων αυτών διακυβεύεται η εμπιστοσύνη του κοινού στην κοινωνία των πολιτών, υπονομεύονται οι δραστηριότητές των υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων για ανεύρεση πόρων, ενώ συχνά καταλήγουν σε αυτολογοκρισία ή σε πλήρη τερματισμό των δραστηριοτήτων τους.

Οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όχι μόνο αντιμετωπίζουν ποινικές κυρώσεις για τις δράσεις τους, αλλά επίσης δραστηριοποιούνται σε ένα ολοένα και πιο εχθρικό περιβάλλον. Το ευρύ κοινό επηρεάζεται τόσο από την αρνητική ρητορική από τα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα όσο και από τη δυσμενή απεικόνισή τους στα βασικά μέσα ενημέρωσης, συγχέοντας συχνά τις δραστηριότητές τους με εκείνες των διακινητών και των εγκληματικών δικτύων.

Ιδιαίτερη ανησυχία μου προκαλούν οι αναφορές περί συλλήψεων, εκφοβισμών και κακομεταχείρισης γυναικών, υπερασπιστριών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σε χώρους της αστυνομίας. Οι γυναίκες αυτές ανέφεραν ότι προσήχθησαν για ανάκριση αφού συμμετείχαν σε διαδηλώσεις και κρατήθηκαν για αρκετές ώρες χωρίς να έχουν πρόσβαση σε δικηγόρους, ως αντίποινα για τις ειρηνικές δραστηριότητές τους.

Οι υπερασπιστές των ΛΟΑΤΚΙ κοινοτήτων έχουν έρθει αντιμέτωποι με ανώνυμες απειλές, διαδικτυακές και σωματικές επιθέσεις λόγω της δράσης τους, μεταξύ άλλων από ακροδεξιούς εξτρεμιστές και άλλους. Ανέφεραν επίσης έλλειψη τόσο στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση όσο και στη στήριξη από την πλευρά της κυβέρνησης, καθώς και ένα γενικό μη ευνοϊκό κλίμα για το έργο τους. Ορισμένες οργανώσεις που εργάζονται για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων ανέφεραν επιθέσεις στα γραφεία τους, συμπεριλαμβανομένων εμπρησμών, καθώς και σχόλια μίσους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κατά κύριο λόγο από ακροδεξιούς εξτρεμιστές.

Επισημαίνω τον μεγάλο αριθμό διαμαρτυριών και διαδηλώσεων που γίνονται καθημερινά τόσο στην πρωτεύουσα όσο και σε άλλες περιοχές της χώρας. Μου προκαλεί συγχρόνως ανησυχία η νομοθεσία που θεσπίστηκε τον Ιούλιο του 2020 (Ν. 4703/2020 για τις δημόσιες συναθροίσεις σε εξωτερικούς χώρους και άλλες διατάξεις), η οποία είναι προβληματική για διάφορους λόγους. Οι κύριες διατάξεις της νομοθεσίας περιλαμβάνουν αξίωση υποχρεωτικής κοινοποίησης, χωρίς την οποία η διαδήλωση ενδέχεται να απαγορευτεί ή και να διαλυθεί. Θεσπίζει επίσης διατάξεις σχετικά με την ευθύνη των διοργανωτών, οι οποίοι υπέχουν ευθύνη για ζημιές και τραυματισμούς που ενδέχεται να προκληθούν στους διαδηλωτές. Οι λόγοι που παρέχουν οι διατάξεις του νόμου, για να δικαιολογήσουν τις απαγορεύσεις ή τους περιορισμούς στις συναθροίσεις, είναι ασαφείς. Έμαθα επίσης από υπερασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συμμετείχαν σε συναθροίσεις, ότι η αστυνομία τους αντιμετώπισε με υπερβολική και άσκοπη χρήση βίας.

Ιδιαίτερη ανησυχία μου προκαλούν επίσης οι αναφορές των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως εκείνων που υποστηρίζουν μετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, οι οποίοι γίνονται στόχος εχθρικών σχολίων, μεταξύ άλλων από κυβερνητικούς φορείς. Χαρακτηρίζονται ως προδότες, εχθροί του κράτους, Τούρκοι πράκτορες, εγκληματίες και λαθρέμποροι και διακινητές. Τέτοιες δηλώσεις, ειδικά όταν προέρχονται από υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, ενισχύουν το γενικευμένο αρνητικό κλίμα που επικρατεί απέναντι στον ρόλο και το έργο των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο από το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού όσο και από την αστυνομία και άλλους σχετικούς φορείς. Έτσι, περιορίζεται ακόμη περισσότερο ο διαθέσιμος χώρος δράσης των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και ενδέχεται να επηρεαστούν οι δραστηριότητές τους και να αυξηθεί η αυτολογοκρισία τους. Η σπίλωση συγκεκριμένων υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα μέσα ενημέρωσης, οι εκστρατείες συκοφαντικής δυσφήμισης και οι απειλές κατά της ζωής τόσο μέσα στο διαδίκτυο όσο και εκτός, επιβαρύνουν ιδιαίτερα αυτούς που το ίδιο το κράτος θα έπρεπε να υπερασπίζεται ως συμμάχους του απέναντι στη συμμόρφωση με την υποχρέωσή για σεβασμό και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Τα δύο τελευταία χρόνια, η πρόσβαση της κοινωνίας των πολιτών σε περιοχές όπου υπάρχουν αφίξεις, αλλά και στις εγκαταστάσεις όπου κρατούνται μετανάστες, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, περιορίστηκε σταδιακά. Μόνο οι ΜΚΟ που περιλαμβάνονται στο μητρώο του Υπουργείου Μετανάστευσης έχουν πρόσβαση στα ΚΥΤ και τα ΚΕΔΝ. Επιπλέον, επί του παρόντος η κοινωνία των πολιτών και οι ανθρωπιστικοί φορείς δεν έχουν ουσιαστικά κανενός είδους πρόσβαση στους αιτούντες άσυλο στις περιοχές άφιξης. Ορισμένες οργανώσεις αναγκάστηκαν να παρέχουν τις υπηρεσίες τους εκτός των καταυλισμών, συμπεριλαμβανομένης της διανομής τροφίμων και των ιατρικών υπηρεσιών. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί επίσης η περιορισμένη δυνατότητα πρόσβασης των δικηγόρων και των οργανώσεων που παρέχουν νομική βοήθεια σε αιτούντες άσυλο και μετανάστες. Ενώ οι δικηγόροι μπορούν να εισέλθουν στις εγκαταστάσεις υπό την ατομική τους ιδιότητα, αν και μόνο αφού έχουν ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές μία ημέρα νωρίτερα, δεν επιτρέπεται να εισέλθουν ως μέλη της οργάνωσής τους, σε περίπτωση που η οργάνωση δεν έχει καταγραφεί στο Μητρώο των ΜΚΟ. Χαιρετίζω τις δραστηριότητες των ΜΚΟ που επί του παρόντος παρέχουν νομική βοήθεια στους χώρους διαμονής και φιλοξενίας προσφύγων, καθώς και τους δικηγόρους που εργάζονται ακούραστα για τους δικαιούχους. Θα πρέπει ωστόσο να υπάρξει ένα ευρύτερο πλαίσιο και διευκόλυνση της πρόσβασης στους χώρους αυτούς.

Οι δημοσιογράφοι που αντικρούουν το αφήγημα της κυβέρνησης σχετικά με τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, βρίσκονται συχνά υπό πίεση και δεν έχουν πρόσβαση στα βασικά μέσα ενημέρωσης. Η πρόσβασή τους σε πληροφορίες είναι περιορισμένη, ενώ τα αιτήματά τους προς τις αρχές, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών αρχών, για πληροφορίες και δεδομένα, συχνά μένουν αναπάντητα. Οι δημοσιογράφοι έχουν επίσης πολύ περιορισμένη ή καθόλου πρόσβαση στις εγκαταστάσεις όπου κρατούνται μετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, συμβάλλοντας περαιτέρω στη γενική έλλειψη διαφάνειας σχετικά με τις πολιτικές της κυβέρνησης στον τομέα αυτό. Οι δημοσιογράφοι που συντάσσουν αναφορές για ζητήματα διαφθοράς αντιμετωπίζουν μερικές φορές απειλές, ακόμη και κατηγορίες.

Κατά τη διάρκεια της αποστολής μου συνάντησα πολλούς ανθρώπους καλοπροαίρετους και με απίστευτη προσήλωση, που ανησυχούσαν πραγματικά για τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων. Ωστόσο, αυτή η επίσκεψη επιβεβαίωσε ότι ένα περιοριστικό νομοθετικό και διοικητικό περιβάλλον, σε συνδυασμό με το αρνητικό κλίμα προς την κοινωνία των πολιτών, οδήγησε σε μειωμένη παρακολούθηση, διαφάνεια και εποπτεία της κυβερνητικής δράσης σε ορισμένους τομείς. Αυτή η ικανότητα της κοινωνίας των πολιτών να καταγράφει και, εάν είναι απαραίτητο, να καταγγέλλει παραβιάσεις που τελούνται από την εκτελεστική εξουσία, είναι καίριας σημασίας σε μια δυναμική, δημοκρατική κοινωνία.

Ανυπομονώ να λάβω πληροφορίες που αφορούν σε θέματα που εξετάστηκαν κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μου και που θα επικαιροποιούσαν περαιτέρω την έκθεσή μου, αλλά στο μεταξύ θα ήθελα να μοιραστώ κάποιες από τις προκαταρκτικές μου συστάσεις:

  • Να συμμορφωθεί πλήρως η παρούσα νομοθεσία για την καταπολέμηση της λαθραίας διακίνησης (Μεταναστευτικός Νόμος) με το Πρωτόκολλο του ΟΗΕ κατά της λαθραίας διακίνησης μεταναστών δια ξηράς, θαλάσσης και αέρος. Η ισχύουσα νομοθεσία είναι υπερβολικά ευρεία και ασαφής, γεγονός που δίνει την ευκαιρία για κατάχρησή της σε ποινικές διαδικασίες και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει οδηγήσει στη δίωξη υπερασπιστών ανθρωπίνων δικαιωμάτων για το νόμιμο έργο τους στον τομέα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
  • Η κυβέρνηση θα πρέπει να αναγνωρίσει δημοσίως και να επαινέσει το νόμιμο έργο των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την ανεκτίμητη συμβολή τους στην προώθηση και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος, απαλλαγμένου από εκφοβισμούς, περιοριστικούς διοικητικούς και ποινικούς νόμους, είναι το κλειδί για μια ακμάζουσα κοινωνία των πολιτών.
  • Να διασφαλιστεί ότι το Μητρώο για τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που υποστηρίζουν αιτούντες άσυλο, μετανάστες και πρόσφυγες θα απλοποιηθεί και θα καταστεί πιο διαφανές, με σαφή χρονοδιαγράμματα για όλα τα στάδια της διαδικασίας και σαφές χρονικό πλαίσιο για το πότε μπορεί να αναμένεται απόφαση για την εγγραφή στο μητρώο. Ενώ συμφωνώ ότι η καταγραφή των ΜΚΟ μπορεί να είναι απαραίτητη για σκοπούς ποιοτικού ελέγχου και προστασίας, ένα τέτοιο σύστημα εγγραφής δεν θα πρέπει να κάνει διακρίσεις και να εφαρμόζεται μόνο σε ένα συγκεκριμένο τμήμα της κοινωνίας των πολιτών.
  • Να δημιουργηθεί ένας ανεξάρτητος μηχανισμός παρακολούθησης και εποπτείας για την επιτήρηση του συνολικού χειρισμού της κατάστασης της μετανάστευσης από την κυβέρνηση. Παρόλο που η Εθνική Αρχή Διαφάνειας έχει συμβάλει σε κάποια σημεία θετικά στην καταπολέμηση της διαφθοράς, δεν είναι εξοπλισμένη για τη διεξαγωγή ανεξάρτητων ερευνών σχετικά με τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.
  • Να διασφαλιστεί η εφαρμογή της Διακήρυξης του ΟΗΕ για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και να εξεταστεί το ενδεχόμενο μεταφοράς της στο εθνικό δίκαιο, προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι παρανοήσεις που επικρατούν σήμερα σχετικά με τον ρόλο και τα δικαιώματα των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

*Η Mary Lawlor είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Επιχειρήσεων και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στη Σχολή Επιχειρήσεων του Trinity College του Δουβλίνου.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα