Parallax View

To δείπνο της Πρίγκηπος Νικολάου

Της Γκέλης Δούμπη «Το διαβάζω και το ξαναδιαβάζω και σκάω από τη ζήλια μου! Ετοιμάζουν τραπεζώματα στη γειτονιά των παιδικών μου χρόνων, στο δρόμο που μεγάλωσα, δυο βήματα από το σπίτι που μέναμε, απ’ το σχολειό μου το Ιωαννίδειο, από το γαλακτοπωλείο στο αστυνομικό τμήμα με τις τουλούμπες και το παχύ καϊμάκι που έφερνε ο […]

Γκέλη Δούμπη
to-δείπνο-της-πρίγκηπος-νικολάου-40686
Γκέλη Δούμπη
prnikolaou_.jpg

Της Γκέλης Δούμπη

«Το διαβάζω και το ξαναδιαβάζω και σκάω από τη ζήλια μου!

Ετοιμάζουν τραπεζώματα στη γειτονιά των παιδικών μου χρόνων, στο δρόμο που μεγάλωσα, δυο βήματα από το σπίτι που μέναμε, απ’ το σχολειό μου το Ιωαννίδειο, από το γαλακτοπωλείο στο αστυνομικό τμήμα με τις τουλούμπες και το παχύ καϊμάκι που έφερνε ο μπαμπάς μου τα βράδια, από το youth hostel που φιλοξενούσε αγόρια και κορίτσια με μακριά μαλλιά και παράξενα ρούχα που φούντωναν τη φαντασία μου, από το πεζοδρόμιο μπροστά στο Χρυσό Παγώνι που έκανα ποδήλατο με βοηθητικές ρόδες…Από τον κόσμο ολόκληρο για εμένα τότε. Τι όμορφη ιδέα!»

Αυτός ήταν ο αυθόρμητος ενθουσιασμός μου όπως αποτυπώθηκε πέρσι, στις 10 Απριλίου, σε μια μικρή μου ανάρτηση στο facebook με αφορμή το πρώτο «Δείπνο της Αλεξάνδρου Σβώλου».

«Πρέπει να είσαστε πολύ παλιά (εννοώντας μεγάλη)», μου είπε μια μέρα ο ταξιτζής που με κατέβαζε στη γειτονιά των παιδικών μου χρόνων για μια δουλειά. Ζορίστηκε αρκετά μέχρι να καταλάβει ότι εννοούσα την Αλεξάνδρου Σβώλου. Ο βιαστικός μου τόνος και η βεβαιότητα του αυτονόητου όταν του είπα «στην Πρίγκηπος Νικολάου, παρακαλώ» μάλλον τον αιφνιδίασαν. Φαντάζομαι την αμηχανία που θα ένιωθε αν άκουγε τον 85χρονο πατέρα μου να την αποκαλεί Κισσάβου ή Πολωνίας -όπως αυτός τη θυμάται.

Τεμνόμενοι κύκλοι οι αναμνήσεις των ανθρώπων. Ο ίδιος δρόμος με άλλες ονομασίες, οι ίδιες γειτονιές με άλλη όψη. Σε διαφορετικές στιγμές στο χρόνο. Κι ένα νήμα εικόνων και συναισθημάτων που δένει τους ανθρώπους.

Και ξαφνικά, ένας απροσδιόριστος καταλύτης ενεργοποιεί τη νοσταλγική διάθεση και οδηγεί σε τρυφερές ιδέες που αναβιώνουν την αύρα του παρελθόντος. Σε ιδέες για ανταμώματα και τραπεζώματα στα δρομάκια της γειτονιάς –όπως άλλοτε.

Στα πρώτα παιδικά μου χρόνια ο κόσμος ολόκληρος είχε ως κέντρο του την πολυκατοικία στο «Χρυσό Παγώνι». Στο νούμερο 42 της Πρίγκηπος Νικολάου. Το μικρό μου σύμπαν φώλιαζε στο κουκούλι ενός ρετιρέ στον όγδοο όροφο, με μια πελώρια βεράντα που τη σκίαζαν τα μπουριά από τις σόμπες και τη φώτιζαν τα πυροτεχνήματα της Έκθεσης. Η φαντασία μου ταξίδευε συντονισμένη με ένα τρανζιστοράκι, με τις φωνές του Λαμπίρη, της Τζοάνας και της γιαγιάς Αννούσκας απ’ το «Σπίτι των Ανέμων» ή τους παθιασμένους έρωτες στην «Πικρή, μικρή μου αγάπη». Και την ψυχή μου γλύκαιναν οι ατέλειωτες ψιθυριστές κουβέντες και τα παιχνίδια με την πρώτη φιληνάδα της ζωής μου, την Λένα.

Ο μικρός μου κόσμος είχε περιμετρικά όρια. Στη γωνία με τη Δημητρίου Γούναρη όριο ήταν ένα συμπαθητικό παπουτσάδικο. Η βιτρίνα του ξεχείλιζε ομορφιά και χρώματα. Ήταν το σύνορο της ελεύθερης κίνησης για μένα. Για βόλτα ή παιχνίδι στην πλατεία Ναυαρίνου έπρεπε απαραιτήτως να με συνοδεύει κάποιος μεγάλος. Το ίδιο και στις κυριακάτικες πρωινές προβολές του ΣΙΝΕΕΠ. Στο καθιερωμένο κινηματογραφικό πανηγύρι με Χοντρό και Λιγνό, με Al Bano και Romina Power, με Ταρζάν, Τσάρλι Τσάπλιν, Μίκυ Μάους και Franco e Ciccio (…και καπρίτσιο).

Ένα άλλο όριο ήταν η Πυροσβεστική. Διαγωνίως απέναντι, εκπροσωπούσε κάτι επιβλητικό, σημαντικό και απροσπέλαστο. Όπως και το 3ο αστυνομικό τμήμα στη γωνία της Πρίγκηπος Νικολάου με την προέκταση της Ιπποδρομίου. Ένα κτίριο με φορτίο μυστηρίου. Εκεί μέσα φανταζόμουν ότι συνέβαιναν διάφορα σκοτεινά και δυσοίωνα. Ευτυχώς που στο ισόγειο λειτουργούσε ένα θαυμάσιο γαλακτοπωλείο, ταυτισμένο στη μνήμη μου με τις τουλούμπες με παχύ καϊμάκι που έφερνε ο πατέρας μου στο σπίτι τα βράδια. Και έτσι, η γλύκα ισοφάριζε τον τρόμο.

Στο ίδιο πεζοδρόμιο με το σπίτι μας, λίγο πριν τη Φιλικής Εταιρείας, το όριο του προσωπικού μου χάρτη είχε ονειρική διάσταση. Ήταν ένα youth hostel. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 φιλοξενούσε κορίτσια και αγόρια που κυκλοφορούσαν στη γειτονιά φορώντας πολύχρωμα και παράξενα ρούχα, με σακίδια στην πλάτη, γένια και ανοιχτόχρωμα μακριά μαλλιά. Μιλούσαν γλώσσες που δεν καταλάβαινα και έβαζαν μπουρλότο στη φαντασία μου. Με το μυαλό μου έπλεκα εικόνες για τις μακρινές τους πατρίδες και ονειρευόμουν ταξίδια.

Στη γωνία Μανουσογιαννάκη και Φιλικής Εταιρείας όριο-ορόσημο ήταν το σχολείο μου, το Ιωαννίδειο. Το ίχνος του στη μνήμη μου δεν είναι ιδιαιτέρως χαρούμενο και φωτεινό. Καθόλου ανέμελο. Το συνδέω περισσότερο με ένα σφίξιμο στο στομάχι. Για την καταναγκαστική και αγχώδη προσωπικότητά μου το αυταρχικό πνεύμα του σχολείου εκείνη την εποχή ήταν μάλλον βασανιστικό. Περασμένα-ξεχασμένα…

Ευτυχώς, ο κύκλος του κόσμου των παιδικών μου χρόνων έκλεινε …μέσα στη γλύκα. Στο ζαχαροπλαστείο του ΝΙΚΟΥ. Έναν παράδεισο επί της γης! Ίσως το πιο όμορφο ζαχαροπλαστείο στην πόλη. Με το χαρτζιλίκι μου αγόραζα εκλαίρ ή παγωτό χωνάκι. Και συχνά, δεχόμουν με ικανοποίηση συνωμοτικά δώρα του ιδιοκτήτη: «Έλα, πάρε ένα παγωτό αλλά μην με προδώσεις στη μαμά σου γιατί δεν καλοκαίριασε ακόμα» -τι εξαιρετικό προνόμιο!

Τη γειτονιά μου με δυσκολία την αναγνωρίζω πια. Οδηγώντας στην Αλεξάνδρου Σβώλου καταριέμαι συνήθως την άναρχη κίνηση των δρόμων της πόλης. Η Ιπποδρομίου έχει γίνει ένα άσχημο υπαίθριο πάρκινγκ. Στη θέση της μικρής εκκλησίας των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης έχει χτιστεί ένα εξαμβλωματικό οικοδόμημα. Η πολυκατοικία του ΝΙΚΟΥ κατέρρευσε στους σεισμούς του ’78 και το Κέντρο Ιστορίας στη θέση του ισοπέδωσε κάθε ανάμνηση. Το youth hostel νομίζω ότι δεν λειτουργεί πλέον, το αστυνομικό τμήμα μεταφέρθηκε, η πυροσβεστική έγινε σούπερ μάρκετ και το γαλακτοπωλείο μπαράκι. Η φιληνάδα μου η Λένα χάθηκε από τη ζωή μου εδώ και πολλά χρόνια. Επανήλθε προσφάτως ως …διαδικτυακή επαφή στο facebook.

Κι όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, η γειτονιά κρατάει κάτι απ’ την ψυχή της. Από το γλυκό εσωτερικό ρυθμό της. Κρατάει ένα πνεύμα αντίστασης στην αποξένωση. Δημιουργεί αυτοσχέδιες συλλογικότητες από ανθρώπους που μοιράζονται αναμνήσεις και ιστορίες καθημερινότητας. Οργανώνει τραπεζώματα στην καρδιά της πόλης. Στην καρδιά της Άνοιξης.

Αν και χρόνια μακριά, αισθάνομαι να πλημμυρίζω από νοσταλγική χαρά διαβάζοντας για το φετινό δείπνο της …Πρίγκηπος Νικολάου. Άντε, και του χρόνου!

Διαβάστε επίσης: Μια γειτονιά στο πόδι 

Μια βραδιά στον Έσπερο 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα