Για ένα άλλο Πολυτεχνείο
Με αφορμή το άγριο ξύλο και τους τραυματισμούς με τους οποίους ξεκίνησε ο εορτασμός της επετείου του Πολυτεχνείου, θα έλεγα ότι αν θέλουμε (ειλικρινά όμως) να τελειώνουμε μ’ αυτή την ιστορία που λέγεται «μεταπολίτευση» και τις παθογένειές της, θα πρέπει, όσο περίεργο κι αν ακουστεί, το Πολυτεχνείο να πάψει να γιορτάζεται. Ή μάλλον να πάψει […]
Με αφορμή το άγριο ξύλο και τους τραυματισμούς με τους οποίους ξεκίνησε ο εορτασμός της επετείου του Πολυτεχνείου, θα έλεγα ότι αν θέλουμε (ειλικρινά όμως) να τελειώνουμε μ’ αυτή την ιστορία που λέγεται «μεταπολίτευση» και τις παθογένειές της, θα πρέπει, όσο περίεργο κι αν ακουστεί, το Πολυτεχνείο να πάψει να γιορτάζεται. Ή μάλλον να πάψει να γιορτάζεται όπως ξέραμε μέχρι σήμερα. Δηλαδή με «αγωνιστικές» πορείες και νοσταλγικές, θορυβώδεις φιέστες που καταλήγουν σε γροθιές, ύβρεις και μολότοφ. Διότι, μεταξύ άλλων, η επέτειος, με τον τρόπο αυτό που επιμένουμε να γιορτάζεται, αποτελεί τον πλέον αποτελεσματικό δούρειο ίππο της διατήρησης και παντοκρατορίας των κομματικών «νεολαιών» στα ελληνικά πανεπιστήμια. Λειτουργεί σαν πανηγυρική υπενθύμιση της ανύπαρκτης σήμερα ή ορθότερα εκφυλισμένης «πολιτικής», «αγωνιστικής» τους υπόστασης, βάσει της οποίας διαιωνίζονται οι γηπεδικού τύπου αντιπαραθέσεις τους και η μεσαιωνικού τύπου διαπλοκή τους με άλλες πανεπιστημιακές εξουσίες, φατρίες, συντεχνίες. Αν θέλουμε να λέμε ότι τελειώσαμε με τη μεταπολίτευση και τα κοινωνικοπολιτικά συμπαρομαρτούντα της, ότι πήγαμε παρακάτω, όπου κι αν μπορεί να εντοπίζεται ή να οδηγεί αυτό το παρακάτω, καλό θα ήταν να τελειώσουμε με τη γιορτή αυτή όπως την ξέρουμε. Και να τη δούμε αλλιώς.
Πώς αλλιώς; Με χαμηλών τόνων, επί της ουσίας, χωρίς φανατισμούς και «πολιτικές» κορόνες συζητήσεις, προβολές φιλμ και ντοκιμαντέρ, χαμηλού προφίλ εκδηλώσεις χωρίς «επαναστατικά» κρεσέντο, στα σχολεία. Οι οποίες θα εστιάζουν στην επταετή δικτατορία και το Πολυτεχνείο ως κορυφαίο παράδειγμα του πώς μπορούν και πρέπει οι ζωντανές, φρέσκες, ανάλαφρες υπάρξεις που λέγονται μαθητές ή φοιτητές, να γίνονται η αιχμή του δόρατος όταν πρέπει, όταν επιβάλλεται να γυρίσει μια βαριά πλην φριχτή σελίδα μια χώρα, ένας ολόκληρος λαός. Διότι αυτά τα παιδιά είχαν και έχουν τα λιγότερα δυνατά χρέη σε ένα πάντα στυγνό, τοκογλυφικό παρόν, που κρατάει όλους τους άλλους, τους μεγαλύτερους, δέσμιούς του, δέσμιους ατελείωτων «υποχρεώσεων» ή «ευθυνών».
Τη θέση των σημερινών βαρυφορτωμένων με συνθήματα πανό θα πρέπει να πάρει μια πιο ώριμη, πιο κατασταλαγμένη, πιο ψύχραιμη – εφόσον θεωρούμε την ελληνική δημοκρατία γερά εγκαθιδρυμένη, εφόσον πιστεύουμε ότι δε χρειάζεται πορείες και βροντοφωναγμένα συνθήματα για να αποδείξει την ευρωστία της – θεώρηση εκείνων των γεγονότων, που να μη σε κάνει να νομίζεις ότι η δικτατορία έπεσε μόλις χθες. Αλλά που θα τα εντάσσει, με τρόπο χαμηλόφωνο πλην ουσιώδη, σεμνό και βαθυστόχαστο, στο ιστορικό και κοινωνικοπολιτικό τους περίβλημα, αναδεικνύοντάς τα σε εφαλτήριο δημιουργικού προβληματισμού και όχι «πολιτικών» τραμπουκισμών. Δίνοντας πατήματα για αναστοχασμό, όχι καρεκλοπόλεμο. Μπορούμε;