Το κοροϊδάκι της δεσποινίδας
Όπως εύκολα θα μπορούσε κανείς να είχε προβλέψει σύσσωμος ο πολιτικομιντιακός κόσμος επιδίδεται αυτές τις μέρες σε πυρετώδεις συζητήσεις επί συζητήσεων γύρω από την «ανέντιμη» στάση των Ευρωπαίων που παρότι στη χρεοκοπημένη πλην τίμια Ελλάδα ψηφίσαμε, έστω με τρεις ψήφους διαφορά (που κανείς στοιχειωδώς νοήμων άνθρωπος εκτός Ελλάδος μετά από όλα όσα έχουν συμβεί τα […]
Όπως εύκολα θα μπορούσε κανείς να είχε προβλέψει σύσσωμος ο πολιτικομιντιακός κόσμος επιδίδεται αυτές τις μέρες σε πυρετώδεις συζητήσεις επί συζητήσεων γύρω από την «ανέντιμη» στάση των Ευρωπαίων που παρότι στη χρεοκοπημένη πλην τίμια Ελλάδα ψηφίσαμε, έστω με τρεις ψήφους διαφορά (που κανείς στοιχειωδώς νοήμων άνθρωπος εκτός Ελλάδος μετά από όλα όσα έχουν συμβεί τα τελευταία χρόνια και τις θηριώδεις παλινωδίες δεν θα έπαιρνε ούτε για ένα λεπτό σαν «εγγύηση» ότι η Ελλάδα προτίθεται να μεταρρυθμιστεί), τα μέτρα μας, δε μας δίνουν τη δόση μας. Έχουμε σα να λέμε έναν ακόμη γύρο μικροπολιτικής και μικροδημοσιογραφίας (τα δίδυμα που κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό τη χώρα αυτή στο σκέπτεσθαι και πράττειν της), κατά τον οποίο πολιτικοί και τηλεδημοσιογράφοι αλλά και μεγαλοδιασκεδαστές τύπου Λάκη Λαζόπουλου, που δυστυχώς σαν opinion leaders διαμορφώνουν κατά μεγάλο μέρος την κοινή γνώμη, αναλώνονται και θα εξακολουθήσουν να αναλώνονται σε ατελείωτα απελπισμένα, αντιευρωπαϊκά «γιατί» («μα γιατί μας καθυστερούν τη δόση», «τι παιχνίδια μας παίζουν άραγε οι Ευρωπαίοι», κοκ).
Δυστυχώς οι Ευρωπαίοι εταίροι μας δεν ήταν ποτέ παιχνιδιάρηδες. Απλώς ψάχνουν τρόπους να σώσουν μια νομισματική ένωση που θα είχε μεγάλο πρόβλημα από μια ενδεχόμενη έξοδο ακόμη και της κακομοίρας της Ελλάδας από αυτή. Και από κάποια στιγμή και ύστερα η διατήρηση της κατεστραμμένης αυτής χώρας στη νομισματική ζωή θα αρχίζει να κοστίζει περισσότερο από την έξοδό της από την ευρωπαϊκή νομισματική «οικογένεια». Μια στιγμή που ίσως και να έχει φτάσει. Ή να πλησιάζει. Αλλά πέραν αυτής, πέραν της καθαρά νομισματικής ή μη επιβίωσης της χώρας σαν μέλους της ευρωζώνης, τα προβλήματα πάνε πολύ βαθύτερα. Φτάνουν μέχρι τις ολοκληρωτικού τύπου γραφειοκρατικές υποδομές της, την ανικανότητά της να ανοιχτεί επιχειρηματικά, πολιτισμικά, μορφωτικά ή όπως αλλιώς θέλετε στην υπόλοιπη Ευρώπη και την υπόλοιπη υφήλιο παραδειγματιζόμενη, ξεπερνώντας την εκ γενετής εσωστρέφεια και αυτοαπομόνωσή της. Παραμερίζοντας το σιδηρούν παραπέτασμα από το οποίο γλίτωσε στην περίφημη μεταπολεμική «μοιρασιά» της Γιάλτας αλλά εφηύρε και έστησε η ίδια για να απομονωθεί πίσω του και να κοροϊδεύει με την ησυχία της τους «κουτόφραγκους», τα «αμερικανάκια», όλους τους άλλους λαούς που έτρωγαν βελανίδια όταν οι μακρινοί μας «πρόγονοι» μεγαλουργούσαν (για να μας δημιουργήσουν έκτοτε ατελείωτα, αξεδιάλυτα συμπλέγματα κατωτεροανωτερότητας).
Παρ’ όλα αυτά, οι πολιτικομιντιακοί ταγοί της μονάκριβης πατρίδας ως συνήθως αγκαλιάζουν το αγαπημένο τους δέντρο των επιδερμικών, πανικόβλητων, πυροτεχνηματικού τύπου «αναλύσεων» της τελευταίας στιγμής αντί να βλέπουν το προβληματικό δάσος ολόγυρα. Δηλαδή μια χώρα κρεμάμενη επί τρία χρόνια από το γκρεμό της χρεοκοπίας, της οικονομικής, κοινωνικής, ανθρωπιστικής καταστροφής, που παρ’ όλη την τραγική, ανθρωποκτόνο πραγματικότητα που την έχει τυλίξει αδυνατεί να αλλάξει στο παραμικρό. Μια χώρα που απ’ όπου κι αν προσπάθησε ή προσπαθεί να πιάσει τον εαυτό της για να τον βελτιώσει ή να τον αναμορφώσει ματώνει το ίδιο λεπτό, μπαλώνει πρόχειρα όπως-όπως την πληγή που άνοιξε και αιμορραγεί ακατάσχετα και πάει παρακάτω, αναζητώντας ανθεκτικότερα σε παρεμβάσεις μέρη του πολύπαθου κορμιού της. Εγκλωβισμένη σε αυτόν τον φαύλο κύκλο της ελάχιστης δυνατής ζημίας.
Ποια η δεσποινίδα και ποιο το κοροϊδάκι, στην περίπτωσή μας; Νομίζω και στους δυο ρόλους πρωταγωνιστεί η Ελλάδα, με τους Ευρωπαίους να παρακολουθούν μια χώρα σε σχιζοφρένεια.