Kύλησε ο τέντζερης και βρήκε τα καπάκια

Η προσχώρηση Άδωνη Γεωργιάδη και Μάκη Βορίδη, ενός γνωστού για τα ανελαστικά εθνικοπατριωτικά του ιδεώδη φανατικού και ενός πρώην μέλους της ΕΠΕΝ στην Νέα Δημοκρατία, ένα κόμμα το οποίο πλασάρεται ως κεντροδεξιό, ήταν η ανησυχητικότερη εξέλιξη των τελευταίων ημερών, στην πολυτάραχη πολιτική ζωή αυτής της ταλαίπωρης χώρας. Και αυτό διότι όπως έχει απλόχερα δείξει η […]

Γεράσιμος Χαριτόπουλος
kύλησε-ο-τέντζερης-και-βρήκε-τα-καπάκια-45668
Γεράσιμος Χαριτόπουλος
1.jpg

Η προσχώρηση Άδωνη Γεωργιάδη και Μάκη Βορίδη, ενός γνωστού για τα ανελαστικά εθνικοπατριωτικά του ιδεώδη φανατικού και ενός πρώην μέλους της ΕΠΕΝ στην Νέα Δημοκρατία, ένα κόμμα το οποίο πλασάρεται ως κεντροδεξιό, ήταν η ανησυχητικότερη εξέλιξη των τελευταίων ημερών, στην πολυτάραχη πολιτική ζωή αυτής της ταλαίπωρης χώρας. Και αυτό διότι όπως έχει απλόχερα δείξει η ανθρώπινη ιστορία, άνθρωποι με ακραίες απόψεις, ιδίως στους χώρους της πολιτικής, πολύ δύσκολα αλλάζουν προς το μετριοπαθέστερο, πολύ σπάνια θα ρίξουν «νερό στο κρασί τους». Πολύ πιο εύκολα θα συμβεί το αντίθετο: υπό συγκεκριμένες συνθήκες, που θα ευνοήσουν μια τέτοια εξέλιξη, οι μετριοπαθείς μπορεί να γίνουν ακραίοι. Και τέτοια παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Η προσχώρηση των δυο στη Νέα Δημοκρατία ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο δεν σηματοδοτεί μια στροφή τους προς πιο «κεντρώες», λιγότερο φανατικές γραμμές. Αλλά μια στροφή του κεντροδεξιού αυτού κόμματος προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος και εν προκειμένω την ακροδεξιά. Με ό, τι αυτό συνεπάγεται ως προς τις πολιτικές απόψεις και τοποθετήσεις του, ιδίως στα λεγόμενα «εθνικά» θέματα ή όποια βαφτίζονται ως τέτοια (όταν έχεις ως ακλόνητο επίκεντρο της πολιτικής σου σκέψης την πατρίδα ή τη «φυλή» και την υπεράσπισή της, σε μια εποχή ραγδαίας και πολυδιάστατης παγκοσμιοποίησης, τα περισσότερα θέματα θα γίνουν, πολύ εύκολα, «εθνικά»).

Σε αυτά τα πλαίσια ας μην ξεχνάμε και την αδιάλλακτη στάση του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας στο ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων, όταν ως «μακεδονομάχος» υπουργός Εξωτερικών την περίοδο 1990-1992 απέρριπτε κάθε σύνθετη ονομασία που θα περιέκλειε τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγά του, βάζοντας με αυτή τη στάση, που φανάτισε πολλούς οδηγώντας μια ολόκληρη χώρα στα άκρα, το πρώτο λιθαράκι για να γιγαντωθεί ένα πρόβλημα που θα μπορούσε, από τότε, να είχε λυθεί με κάποιες εκατέρωθεν παραχωρήσεις. Ίσως απ’ αυτήν την άποψη, μιας «πατριδοκεντρικής» πολιτικής στάσης και νοοτροπίας, να ταιριάζουν με τους δυο νεοεισερχόμενους στο κόμμα του. Και μαζί να κινηθούν, παρέα, προς τέτοιες κατευθύνσεις, προς την διαμόρφωση μιας νεόκοπης – αλλά και τόσο οικείας! – πατριωτικής δεξιάς που θα επιχειρήσει να βρει τη δική της θέση και να διαδραματίσει έναν ολόδικό της, πρωταγωνιστικό ρόλο, στο γενικότερο «πατριωτικό» μέτωπο που συγκροτούν διάφοροι πολιτικοί-«πατριώτες» που για τον άλφα ή βήτα συγκυριακό, μικροπολιτικό λόγο, είπαν ή λένε «όχι» στο δεύτερο Μνημόνιο. Φιλοδοξώντας, αυτό το «όχι», να γίνει η κολυμπήθρα παραγραφής της συμβολής τους, επί σαράντα χρόνια, σαν κομμάτι ενός ολόκληρου πολιτικού συστήματος, στην πολύπλευρη παρακμή αυτής της χώρας. Ώρα τους καλή.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα