30 Οκτωβρίου 1944: Η (σχεδόν) ξεχασμένη επέτειος

Σαν σήμερα η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τις κατοχικές γερμανικές δυνάμεις και την είσοδο των ανταρτών του ΕΛΑΣ στην πόλη

Κώστας Κεκελιάδης
30-οκτωβρίου-1944-η-σχεδόν-ξεχασμένη-επέτε-930284
Κώστας Κεκελιάδης

Το παράδοξο με τις επίσημες ανακοινώσεις του εορταστικού τριημέρου 26-28 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη είναι ότι περιλαμβάνεται η “κενή” ενδιάμεση μέρα της 27ης Οκτωβρίου, αλλά λείπει η επέτειος της απελευθέρωσης της πόλης από τις κατοχικές, γερμανικές δυνάμεις: Η 30η Οκτωβρίου.

“Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από την γερμανική κατοχή στις 30 Οκτωβρίου 1944 άρχισε να γιορτάζεται μετά το 1981. Από το 1946 μέχρι το 1980 η επέτειος είχε χαθεί στην “ομίχλη της μισαλλοδοξίας”, γράφει ο Γιώργος Αναστασιάδης στο βιβλίο του «Η Θεσσαλονίκη στις συμπληγάδες του 20ού αιώνα».

«Ας τιμά η πόλη κάθε Οκτώβρη μαζί με τις άλλες επετείους και την απελευθέρωσή της. Κι αυτό με τον δικό της μουντό και χαμηλόφωνο τρόπο. Όπως ήταν η κατοχή εκεί και όπως είναι η λαϊκή ζωή εκεί –μουντή, χαμηλόφωνη και βαθειά- έτσι να είναι και οι εκδηλώσεις…», έλεγε ο Γιώργος Ιωάννου σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 31 Οκτωβρίου 1981.

Ούτε το προεδρικό διάταγμα του 2016 που καθιέρωσε την 30η Οκτωβρίου ως “δημόσια εορτή τοπικής σημασίας για τον Δήμο Θεσσαλονίκης” δεν έπαιξε κάποιο ιδιαίτερο ρόλο για την ανάδειξη της επετείου αυτής.

Αλλά τα γεγονότα, είναι πεισματάρικα. Στο βιβλίο «Η Θεσσαλονίκη στις συμπληγάδες του 20ού αιώνα». αποτυπώνεται με σαφήνεια ο σωτήριος για την πόλη πρωταγωνιστικός ρόλος των ανταρτών του ΕΛΑΣ, γεγονός που μέχρι σήμερα προκαλεί αμηχανία στην επίσημη αφήγηση και φαίνεται πως είναι αρκετό, 78 χρόνια αργότερα, για να εξοβελίζει την επέτειο από το επίσημο εορτολόγιο.

30 Οκτωβρίου 1944: Οι Γερμανοί είναι έτοιμοι να αποχωρήσουν. Έχουν ήδη ανατινάξει τον μεγάλο λιμενοβραχίονα της πόλης καταστρέφοντας και όσα επιταγμένα καϊκια και πλοιάρια ήταν αραγμένα στο λιμάνι και κατά μήκος της παραλίας.

45027285-2013304668763248-8484003372582567936-n.jpg

«Ένας νέος και εξαιρετικά σοβαρός κίνδυνος φαίνεται να απειλεί την πόλη», γράφει η δημοσιογράφος Αθανασία Μπαξεβάνη στις 30 Οκτωβρίου 1985 στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη» σε αφιέρωμα για την επέτειο της απελευθέρωσης της πόλης βασισμένο σε ανέκδοτο υλικό του αείμνηστου Ντίνου Τριαρίδη.

Στο υλικό αυτό διασώζεται το ‘τελεσίγραφο’ που στέλνει ο γερμανός στρατιωτικός διοικητής Μύλλερ Όστερν και απειλεί να κανονιοβολήσει σε 24 ώρες τις ελεύθερες συνοικίες της Άνω Πόλης εάν δεν δοθούν εγγυήσεις ότι το ΕΑΜ δεν θα επιτεθεί κατά των γερμανικών δυνάμεων της πόλης.

Ο κανονιοβολισμός αποτράπηκε χάρις στη δυναμική παρέμβαση του προέδρου του Ερυθρού Σταυρού Βέγγερ, ο οποίος αποκαλύπτει ότι οι υποτιθέμενες «αγριότητες» του ΕΑΜ ήταν ανύπαρκτες.

Ο ΕΛΑΣ απέτρεψε την ανατίναξη του εργοστασίου ηλεκτροφωτισμού

Οι Γερμανοί εκτός από το λιμάνι έχουν ανατινάξει αποθήκες, εγκαταστάσεις, δρόμους, γέφυρες, βαγόνια, ακόμα και τις γραμμές του τρένου. Είχαν «προγραμματίσει» να ανατινάξουν και το εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού της Αγίου Δημητρίου, δίπλα στην παλιά Λαχαναγορά.

Ο εφεδρικός ΕΛΑΣ ματαίωσε την ανατίναξη. Σύμφωνα με μαρτυρίες οι ελασίτες πυροβόλησαν τους Γερμανούς που πάνω σε μια μοτοσικλέτα με καλάθι κατευθύνονταν προς την ηλεκτρική εταιρεία, σκότωσαν έναν και συνέλαβαν τους άλλους, ο δρόμος καθαρίστηκε από τον κόσμο και όταν μετά ήρθε ένα γερμανικό τανκ, αναζητώντας το αργοπορημένο απόσπασμα, δεν βρήκε ίχνος του.

Οι Γερμανοί απείλησαν με αντίποινα αλλά είχε ήδη αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση της αναχώρησής τους. Αναγκάστηκαν έτσι να έρθουν σε διαπραγματεύσεις με τον εφεδρικό ΕΛΑΣ και να φύγουν χωρίς επεισόδια, με επίπλαστη ψυχραιμία. Στην Εγνατία, μπροστά στην Πλατεία Δικαστηρίων, τους περίμεναν μερικά θωρακισμένα αυτοκίνητα και τέσσερα τανκς με τις μπούκες στραμμένες προς την Άνω Πόλη. Ήταν οι τελευταίοι που εγκατέλειψαν για πάντα τη Θεσσαλονίκη.

Ο μεγάλος όγκος της δύναμής τους είχε ήδη αποχωρήσει από τη νύχτα. Όσοι κάτοικοι της πόλης, τους είδαν να φεύγουν χωρίς το αγέρωχο ύφος τους, πήραν την μεγαλύτερη ικανοποίηση της ζωής τους.

Η απελευθέρωση της πόλης είχε προαναγγελθεί από τη «μάχη της Νεάπολης» στις 16 Οκτωβρίου 1944 ανάμεσα στον εφεδρικό ΕΛΑΣ και τους Γερμανούς ναζί και τους ταγματασφαλίτες. Η νικηφόρα έκβαση της μάχης του ΕΛΑΣ είχε ιδιαίτερη σημασία για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης. Οι Γερμανοί και οι συνεργάτες τους υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις δυνάμεις τους κάτω από την οδό Κασσάνδρου, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στο ΕΑΜ να προετοιμάσει την είσοδο του ΕΛΑΣ στην πόλη.

Πριν προλάβουν οι Γερμανοί να βγουν από την πόλη, οι καμπάνες άρχισαν να χτυπούν και ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους με σημαίες ελληνικές και συμμαχικές, τραγουδώντας «Λευτεριά πανώρια κόρη». Από τα ανατολικά μπαίνουν στην πόλη οι πρώτοι αντάρτες. Μαζί τους και μια ομάδα Άγγλων και Ινδών. Ο κόσμος τους υποδέχεται με ζητογκραυγές και δάφνες. Η Θεσσαλονίκη ζει μέσα σε ένα ξέφρενο πανηγύρι. Οι αντάρτες μπαίνουν τώρα και από τη δυτική πλευρά.

«Η Τούμπα στα μέγαρα – Τα μέγαρα στην Τούμπα»

10688332-10205307026063713-5247094757424187171-o.jpg

Στο βιβλίο του «Το δικό μας αίμα» ο Γιώργος Ιωάννου διασώζει το χρώμα, το σφυγμό της απελευθέρωσης και μας παρέχει στοιχεία για να αναπλάσουμε όχι μόνο την ατμόσφαιρα αλλά και την κοινωνική τοπογραφία της πόλης. Οι αναφορές τους στις σημαίες, αποτυπώνουν με σαφήνεια, τα στρατόπεδα του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε αμέσως μετά.

«Τα χωνιά ωθούσαν τον κόσμο προς την πλατεία της Αγίας Σοφίας. Εκεί κατέληγαν όλα τα αφρισμένα ποτάμια. Από την οδό της Αγίας Σοφίας κατέβαιναν σαρώνοντας τις γειτονιές τα παιδιά –και όχι μόνο τα παιδιά- του Κουλέ Καφέ, του Αγίου Παύλου, της Ακρόπολης, της Κασσάνδρου. Το Τσινάρι, Εσκί-Ντελίκ, Προφήτης Ηλίας, Διοικητήριο κατέβαιναν τη Βενιζέλου. Είχαν καλύτερο δρόμο αυτοί, όχι μονάχα κατηφορικό, μα φαρδύ και ασφαλτοστρωμένο και βάδιζαν πιο λεβέντικα.

Από το Βαρδάρι πάλι ερχόταν, ξυπόλητη, ρακένδυτη, πειναλέα, σπαρταρώντας από ενθουσιασμό η Ραμόνα, η Επτάλοφος, ο Παλιός Σταθμός, η Νεάπολη, η Σταυρούπολη, ενώ, αντίθετα, από τα ανατολικά κατέφταναν μέσα σε σκόνη και αλαλαγμό, με τρομπέτες, παντιέρες, λάβαρα και χωνιά, η Τούμπα-«Τούμπα-Στάλινγκραντ» έλεγαν μόνοι τους – η Αγία Φωτεινή, η Ευαγγελίστρια, η Τριανδρία, ακόμα και η τόσο μακρινή Καλαμαριά.

Οι σημαίες στα μπαλκόνια

Τα μπαλκόνια των πλουσιόσπιτων φορτώθηκαν στη στιγμή σημαίες –και όχι μονάχα ελληνικές, μα όλων των μεγάλων συμμάχων- που ξέρεις καμιά φορά τι γίνεται. Ακόμα και η σημαία της Κίνας του Τσαγκ Κάι-Σεκ έκανε την αινιγματική εμφάνισή της.

Για να στήσουν με τόση ταχύτητα τις σημαίες θα πρέπει οι ρέκτες εκείνοι να τις είχαν έτοιμες μέσα στα δωμάτια, περασμένες από ώρες στα κοντάρια, με αποφασισμένη και χιλιοαλλαγμένη τη σειρά της τοποθέτησης μες στο μυαλό τους, ώστε να διακρίνεται αμυδρά η εύνοιά τους μα και να τους εξασφαλίζεται για όλα τα ενδεχόμενα ένα άλλοθι. Αυτός ήταν ο μεγάλος καημός τους. Κι όταν κάθε κίνδυνος για συγκρούσεις πέρασε, όλοι αυτοί, μια και είχαν συμβάλει τόσο στην απελευθέρωση, άφησαν τις γρίλιες και βγήκαν στα μπαλκόνια οικογενειακώς για να παραστήσουν, ανάμεσα στις σημαίες τους, τους προστάτες και κριτές του λαουτζίκου που περνούσε από μπροστά τους σε έξαλλη κατάσταση. Τις επόμενες μέρες όμως, όταν μυρίστηκαν μερικά πράγματα, δεν ήξεραν τι να κάνουν με τις σημαίες. Να βγάλουν μόνο την ελληνική φοβόνταν να μην θεωρηθούν υπερβολικά εθνικιστές και ότι δεν χαίρονται για τη συμμαχική νίκη. Να βγάλουν ελληνική και ρωσική, όπως ευνοούσε το κλίμα, φοβόταν τους κρυμμένους φίλους τους. Να τις αφήσουν όλες, διαλέξτε και πάρτε –θα ταν σαν να δήλωναν ουδετερότητα. Και οι τοίχοι έγραφαν: «ουδετερότητα ίσον προδοσία». Στο τέλος, όταν μάλιστα έπεσε, για καλαμπούρι ίσως, το σύνθημα «Η Τούμπα στα μέγαρα – Τα μέγαρα στην Τούμπα», τις μάζεψαν όλες και κρύφτηκαν πίσω από τις κουρτίνες να μετρούν με απελπισία τις αναλογίες των χρωμάτων –φτιαχτές βέβαια κι αυτές – στις διαδηλώσεις που με την μια ή την άλλη αφορμή συχνά περνούσαν…».

1617779-10205307006983236-354295626405319909-o.jpg
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα