Parallax View

10 ελληνικά βιβλία που διαβάσαμε και ξεχωρίσαμε το 2022

Συγκεντρώσαμε σε μία λίστα εκείνα που μας άγγιξαν, που γράψαμε για αυτά και προτείναμε σε φίλες, φίλους, συγγενείς, αναγνώστες

Χρήστος Ωραιόπουλος
10-ελληνικά-βιβλία-που-διαβάσαμε-και-ξεχ-954285
Χρήστος Ωραιόπουλος

Δεν συνιστά κοινοτοπία, ούτε αφέλεια, ούτε βουτιά στο ορμητικό ποτάμι της μάζας, να συνθέσει κανείς καθώς φεύγει η χρονιά τη δική του προσωπική λίστα για ό,τι τον αφορά και τον ενδιαφέρει.

Εδώ καταστρώνουμε λίστες για τις λίστες που θέλουμε να κάνουμε. Εμείς για μια ακόμα χρονιά συγκεντρώνουμε όλα αυτά που μας συγκίνησαν, που ξεχωρίσαμε, που μας άγγιξαν, που γράψαμε για αυτά και προτείναμε σε φίλες, φίλους, συγγενείς, αναγνώστες.

Από αυτές τις λίστες ποτέ δεν θα μπορούσε να λείπει το βιβλίο και ιδιαίτερα το καλό βιβλίο και ακόμη πιο ιδιαίτερα το ‘’τοπικής προέλευσης’’, αφού παρά τις δύσκολες συνθήκες τόσο για τους εκδοτικούς, όσο και για τους συγγραφείς (αμοιβή, χρόνος, συνθήκες ζωής) το ελληνικό βιβλίο έβγαλε άλλη μια χρονιά αλώβητο, στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων.

Ξεχωρίσαμε, συγκεντρώσαμε και προτείνουμε 10 εξαιρετικές -σε όλα τα επίπεδα που διαμορφώνουν ένα βιβλίο- δουλειές μεταξύ πολλών άλλων καλών δουλειών, που ανέδειξαν ταλέντο, υλικό και μεράκι.   

#1 Πώς ο Ιγάντιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα, Άρης Αλεξανδρής, Εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 269

Κι εμείς Άρη ελπίζουμε αυτό να μην είναι το τελευταίο σου βιβλίο. Ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχει αυτή τη θρασύτατη αφέλεια και το αφελές θράσος εκτοξευμένος από την ορμή της νεότητας του, όπως και ο πλάστης του και συγγραφέας του βιβλίου. Ο Καραθοδωρής βάλλεται από τα πάντα, από τη μητέρα που θεωρώ τον ενοχλεί που δεν τράβαγε όσο θα μπορούσε, τον πατέρα του τον Γλυκούλη και κυρίως μια πόλη, η οποία είναι σαν το συκώτι, είτε τη λατρεύεις, είτε τη σιχαίνεσαι, την Κομοτηνή, η οποία όσο να πεις αν δεν την επισκέπτεσαι με την εκδρομική ή φοιτητική ψυχοσύνθεση και σε έχει κατατάξει στο στρατόπεδο της ως μόνιμο στρατιώτη, είναι ικανή να αποτελέσει την ειρκτή σου ή τουλάχιστον το ταβάνι σου. Ο Άρης Αλεξανδρής για να κάνει αυτό το χάρτινο ντεμπούτο του βούτηξε τα χέρια του και ενδεχομένως να βαφτίστηκε ολόκληρος στους ποταμούς της γενιάς μας, αποδίδοντας κατόπιν εύστοχης παρατήρησης, τόσο τους τόπους μέσα από τα μάτια των 25-30, όσο και την ανθρωπογεωγραφία μιας Αθήνας που σαλεύει και μιας Κομοτηνής που σε κάνει να σαλτάρεις, αλλά και των εφημερίδων, των περιοδικών και των φασαίων αναγνωστών τους, που διαβάζουν ιδιότροπες κυρίες. Με πρέζες ελαφρού τραβήγματος της καθημερινότητας, προς καταστάσεις και πράξεις που φανταζόμαστε εύκολα, αλλά ποτέ δεν κάνουμε, παραδείγματος χάριν η μυστήρια και αδιευκρίνιστη εισβολή σε τυχαία σπιτιά για σεξ κι άραγμα, ο Άρης Αλεξανδρής παίρνει τον Ιγνάτιο κι εμάς από το χέρι και βγαίνουμε από το διαμέρισμα στη Ζωγράφου. Πού πάμε, θα φανεί, μπορεί και να καταστραφούμε, αν δεν είμαστε ήδη.  Χορταστικό!

#2 Απ’ το μπαλκόνι να φύγεις, Μελίσσα Στοΐλη, Εκδόσεις Κίχλη, σελ. 101

Λεπτότητα και Θεσσαλονίκη, αυτά είναι τα δυο στοιχεία που ενωμένα συναποτελούν τα διηγήματα και κυρίως τον συνδετικό τους αρμό. Υπάρχει μια αρμονία στο ύφος, που θυμίζει με την καλή την έννοια μια αυστηρή προσήλωση στην αφηγηματική πεπατημένη. Δεν θέλει η Στοΐλη να χάσει λέξη από την αφήγηση της, που μοιάζει να της έχει μεταφερθεί από στόμα τρίτο και παλιότερο. Πολύ προσεγμένη γλώσσα και με πλάτος, άρτια κουμπωμένη με την ομίχλη του Θερμαϊκού και τα στενά προς τα σφαγεία, αλλά και με το λοιμοκαθαρτήριο της Καλαμαριάς και τον εξώστη του κινηματογράφου «Ηλύσια». Είναι σημαντικό να βγαίνει διαβασμένη λογοτεχνία για τη Θεσσαλονίκη και ακόμα καλύτερο να διαβάζεται. 

#3 Αγόραζα πάντα διάφανες ομπρέλες, Χρήστος Αρμάντο Γκέζος, Εκδόσεις ΘΡΑΚΑ, σελ. 48

Πλέον είναι προφανές ότι πρέπει να μιλάμε πολύ σοβαρά για την περίπτωση του Γκέζου. Όσον αφορά τη λογοτεχνική ύλη εν γένει σίγουρα δεν μπορούμε να πούμε πως πέφτει στα χέρια του. Ακόμα και η επιλογή της φόρμας, ώστε να ξεδιπλώσει και να αποτυπώσει αυτό που θέλει να πει είναι προϊόν διεργασίας και κλειδώματος του στόχου. Ποίηση-Διήγημα-μυθιστόρημα-και Ποίηση (ξανά). Τι συγγραφικό εργαστήρι που έχει έναν ακονισμένο πέλεκυ για το καθετί! Οι διάφανες ομπρέλες του Γκέζου σε εισαγάγουν εκ πρώτοις ως τίτλος στον κόσμο του weird, τον κάπως τυχαίων λεκτικών συνόλων και φαινομενικά ‘’κουλών’’ που όμως ενέχουν μπόλικη λογική πίσω από την επιλογή τους και καταλήγουν ρευστό συγκολλητικό υλικό 17 ποιημάτων, τα οποία θέλουν να γδύσουν και να απελευθερώσουν τον πόνο από το μη ανθρώπινο και ορισμένες φορές να τον καταστήσουν και ευλογία. Ο Χρήστος παρουσιάζει ένα «υπάρχειν» ενιαίο με τα όλα του, το οποίο δεν βλέπει τίποτα ως ξένο, επειδή όλα μπορεί να τα αφηγηθεί, γιατί παντού εκεί έξω υπάρχει η ύλη, ώστε να επιτευχθεί αυτό. Υπάρχουν σπουργίτια να κρατήσουμε στα χέρια μας και έχουμε δάχτυλα να τρίξουν. 

#4 Ημερολόγια Μυτιλήνης, Χρήστος Αγγελάκος, Εκδόσεις Κέδρος, σελ. 118

Ο Χρήστος Αγγελάκος έφυγε το 2019, κι όμως οι αναφορές στα βιβλία και τα κείμενά του είναι παρούσες μέσα από τις σελίδες και τις αναφορές των φίλων και της οικογένειάς του. Έτσι, λοιπόν, και οι ανταποκρίσεις του αυτές από τη γεμάτη βρεγμένα κορμιά Μυτιλήνη ήρθαν από τον Κέδρο με μια μόνιμη μορφή, η οποία και τον Αγγελάκο θα θυμίζει, αλλά και την προσφυγική κρίση και τα συμπαρομαρτούντα της, που ακόμα παλεύουν στα κύματα του Αιγαίου και στις γειτονιές, υπό τη χειρότερη μας εκδοχή, τη μισαλλοδοξία και το φασισμό. Είναι απέραντο το μεγαλείο της ψυχής ενός ανθρώπου, που παρατηρεί μια φρίκη, μια κρίση, μια κόλαση να εκτυλίσσεται, διακρίνοντας πως κάτι βρωμάει εκεί (με διακινητές, συμφέροντα) και τα αφήνει όλα πηγαίνοντας να γίνει αυτόπτης μάρτυρας και να μεταφέρει τα όσα βλέπει. Ε, ο Αγγελάκος είχε και ένα ακόμα μεγαλείο που διακρίνεται από την πρώτη κιόλας στιγμή στις ανταποκρίσεις του, την ευαισθησία του, που και μόνη αυτή αρκεί για να διαβάζει κανείς το βιβλίο ξανά και ξανά. 

#5 Μπέμπης, Θωμάς Κοροβίνης, Εκδόσεις Άγρα, σελ. 192

«Κάθε λαϊκό τραγούδι, ας είναι σύντομο, είναι ένα πλήρες έργο τέχνης, είναι μια ολόκληρη ταινία, ένα μυθιστόρημα, μια παράσταση στο θέατρο, κάθε λαϊκό τραγούδι φυλάει ένα κομμάτι παρμένο μέσα απ’ τη ζωή, το μπουζούκι, ο ήχος που βγάζει, είναι τακίμι με τον ανθρώπινο πόνο, γι’ αυτό κολλάνε μαζί του εκείνοι που σηκώνουν κάποιο σταυρό», αυτό γράφει ο Θωμάς Κοροβίνης, που αν δεν υπήρχε θα έπρεπε να τον εφεύρουμε, στο νέο του βιβλίο, το οποίο μας συστήνει τη μυθιστορηματική βιογραφία του μέγιστου μπουζουκτσή(όχι μπουζουξή) κατά κόσμον Δημήτριου Στεργίου, του γνωστού «Μπέμπη», εξού και ο τίτλος. Ο Θωμάς Κοροβίνης είναι ακραιφνής λαογράφος, ο οποίος, όμως, δεν κοιτούσε από το παράθυρα και τα ξένα κιτάπια. Είναι κολυμβητής των καταγραφομένων του, βούτηξε εντός τους, τα είδες από μουσικές καρέκλες, από υπόγεια και τεκέδες. Γι’ αυτό άλλωστε μπορεί να μιλά, να αναδεικνύει έτσι όχι μόνο το λαϊκό τραγούδι, αλλά τη λαϊκότητα ως περικλείουσα συνήθειες, μουσικές, ήθη, προσωπικότητες έννοια.   

#6 Φυγόδικος δεν ήμουν, Ισμήνη Καρυτάκη, Εκδόσεις Ποταμός, σελ. 184

Μεγάλο μυθιστόρημα, όχι με την έννοια των πολλών σελίδων και του όγκου, αλλά του στομαχιού της μυθιστορηματικής τέχνης της Ισμήνης Καρυωτάκη, που κατορθώνει να φιλοξενεί και να αναβιώνει μια ολόκληρη εποχή, όπως αυτή διαμορφώθηκε σε ένα συγκεκριμένο τόπο. Η εντρύφηση στην εντοπιότητα και το χρόνο γίνεται καταβύθιση, όταν τα δυο αυτά ορίζοντα τον κόσμο στοιχεία, αποτυπώνονται μέσα από την προσωπική ιστορία ενός ανθρώπου, από το θυμικό αίσθημα ενός χωριού, από μια πολιτική πράξη, όπως η ‘’εκθρόνιση’’ ενός αγάλματος. Ο φυγόδικος της Ισμήνης Καρυωτάκη είναι ένας διπλής κατεύθυνσης προβολέας, ο οποίος φωτίζει το ατομικό και ίσως δια αυτού φέρει στην επιφάνεια ένα συλλογικό βίωμα, έναν ολόκληρο ψυχισμό μιας συγκεκριμένης ηπειρώτικης επικράτειας. Ο Ισμήνη μπορεί και τοποθετεί στον ορισμένο χωροχρόνο τον έρωτα, τους κοινωνικούς ιδιωματισμούς της εποχής του εμφυλίου, τα πολιτικά παρακλάδια του τελευταίου κι όλα αυτά υπό την δροσιά, το κρύο, του ξέπλυμα του πόταμου Αώου. 

#7 Εξοδόχαρτο/Το Μοναστηράκι, Βαγγέλης Σιάφακας, Εκδόσεις Πόλις, σελ. 400

Το χιούμορ του Σιαφάκα, οι κωμικές καταστάσεις τις οποίες μας σύστησε ο κορονοϊός και η καραντίνα, η δημοσιογραφική σπιρτάδα και η λογοτεχνική του ακρίβεια του όλα συνταιριασμένα σε αυτή την έκδοση που αποτελεί τον πιο γλυκό αποχαιρετισμό και ένα αέναο κρίμα για τον Βαγγέλη Σιαφάκα, ο οποίος έφυγε τέτοιες μέρες έναν χρόνο πριν. Καλές και οι ανασκοπήσεις και οι λίστες, αλλά την λίστα του απουσιολογίου δεν την κάνουμε εύκολα. Ήταν σπουδαίος και όσον αφορά τη γραφή του, πέρα από το χιούμορ που υπάρχει και κυριαρχεί στο Εξοδόχαρτο, δεν είναι λίγες φορές που ο Σιαφάκας σε αφήνει παγωτό, από την αμηχανία που προκαλούν οι στιγμές λίγο πριν το κλάμα. Το διπλό ατό βιβλίο αποτελεί τον καλύτερο τρόπο να αναδειχθεί η ευφυΐα του συγγραφέα του, ο οποίος έκανε την μαγική επιλογή της μικρής, πολύ μικρής φόρμας, που όλα τα μεγάλα τα χωράει, χωρίς ποτέ να παραδέχεται, πόσο μάλλον να περιαυτολογεί ότι μιλάει για αυτά.  

#8 Της στιγμής, κείμενα και μικροκειμένα (επιλογή,1984-2020), Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Εκδόσεις Πανοπτικόν, σελ. 152

Άλλο ένα απαύγασμα που έρχεται να προσδώσει μονιμότητα στον ιστορικό χρόνο των γραπτών του μεγάλου και πολύτιμου Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου. Τα σποράδην, ένθεν και ένθεν ανά τα περιοδικά και τις εφημερίδες κείμενά του, που διακρίνονται σε τρεις συλλογές και κάποια ορφανά που τώρα βρήκαν στέγη. Παρά τη διαφορετική τους θεματολογία, που εκτείνεται από το σοσιαλισμό μέχρι τον Γκόρπα, αλλά και την έκτασή τους στο χρόνο, το παλαιότερα χρονολογείται το 1980 και το τελευταίο το 2020, η σκέψη του Λυκιαρδόπουλου συνθέτει ένα συνολικό αντιληπτικό κλείστρο όρασης και ερμηνείας των πραγμάτων, ως μια ενιαία κοσμοαντιλήψη. Κοινώς θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για το σύμπαν της κοινωνικοπολιτικής σκέψης του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου, όπως αυτό επέλεξε ο ίδιος να διαμοιράσει με τον προσιτό σε όλους τρόπο του εντύπου και της σύντομης και μεστής κειμενοκατασκευής. 

#9 Εξουθένωση, ντοκιμαντέρ ονείρων, Μισέλ Φάις, Εκδόσεις Πατάκη, σελ. 288

Δεν χρειάζονται συστάσεις για τον Μισέλ Φάις, διατηρεί ένα πολύ υψηλό -χρόνια τώρα- επίπεδο στις κριτικές και τις λογοτεχνικές του σελίδες. Η Εξουθένωση είναι πραγματική και τη νιώθουν και οι 71 ήρωες των ντοκιμαντέρ. Παιδεμένοι, παραιτημένοι μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο που δημιουργούν οι ατομικές ήττες, οι συλλογικοί φόβοι και έν τέλει τα μονοπάτια που παίρνει καμιά φορά η ζωή, που δεν είναι και το πιο φημισμένο χωνευτήρι και τελικά ο άνθρωπος δεν χωράει κατά πώς λένε σε κάθε δοχείο. Η πρόζα του Φάις δεν παραπέμπει σε διήγημα με την έννοια της πεζής αφήγησης ως κυριάρχου, αλλά ενυλώνεται μέσω θεατρικών διαλόγων και κινηματογραφικών μονολόγων. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η Εξουθένωση συνιστά μια σύμμειξη δυο έργων και τεχνικών του Φάις, για το δίηγημα αντλεί Απ’ το ίδιο ποτήρι και άλλες ιστορίες και για το ‘’στυλ’’ αν και δεν μου αρέσει η λέξη, ξυπνάει το Παγκάκι του Κανένα.

#10 Το όλο και το λίγο, Κυριάκος Χαρίτος, εικονογράφηση:  Ίρις Σαμαρτζή, εκδόσεις Καστανιώτη, σελ. 40

Παραμύθι για μεγάλους και αφήγημα για μικρούς. Ένα ερωτηματολόγιο με τις δικές του απαντήσεις. Για την ακρίβεια μια ερώτηση και μόνο που μας θέτει ενώπιον του πώς, του τρόπου, το πώς ορίζουμε και πώς οριζόμαστε (και από τι). Ίσως ο Κυριάκος Χαρίτος είναι ο πιο ευαίσθητος και τρυφερός άνθρωπος που έχω γνωρίσει στο facebook και ξεδιπλώνει αυτή τη του ευγένεια προς τα πράγματα με ένα παιδικό βιβλίο, που καθίσταται παραστατικό, προσιτό, αλλά και που πηγαίνει ‘’ένα εικαστικό βήμα’’ παραπάνω τους όποιας ηλικίας αναγνώστες του με την εικονογράφηση της Ίριδος Σαμαρτζή. Πρώτα το διαβάζουμε ως τραγούδι, μετά ως ιστορία, το στερούμε για λίγο από τα μικρά μας, τα αδερφάκια ή τα παιδιά, το διαβάζουμε εμείς και εφοδιασμένοι με το ρυθμό του, το δίνουμε ή το διαβάζουμε μαζί τους.

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα