8 του Μάρτη
Ένα διήγημα για την Παγκόσμια Ημέρα Γυναίκας
Είμαι το κορίτσι του Μάρτη. Ίσως και του Μάη, όπως έλεγε το παλιό τραγουδάκι. Παιδί της Άνοιξης πάντως. Γεννήθηκα μετά από βαριά εφτάχρονη χειμωνιά, την πρώτη που θυμάμαι. Η μάνα και η γιαγιά μου είχαν ζήσει νωρίτερα άλλες βαρυχειμωνιές, πιο επικίνδυνες και πιο θανατηφόρες.
Τρομαχτικές!
Γεννήθηκα άνοιξη, άκουσα έναν έναν τους πάγους να σπάνε. Τυχερές εγώ και οι άλλες της γενιάς μου. Μεγάλωσα με υποσχέσεις ελευθερίας, νέας ζωής, με μουσικές που θα άλλαζαν τον κόσμο. Μεγάλωσα περιμένοντας έρωτες πλατύφυλλους. Μαζί με μένα κι άλλες κοπέλες μεταξωτές και πανέτοιμες.
Λοιπόν, τώρα θα ζήσω όμορφα κάτω από τον ήλιο, είπα, και ανοίχτηκα στη ζωή καβάλα σε πράγματα καθημερινά. Πήρα το λεωφορείο, ήπια καφέ, χόρεψα πάνω σε τραπέζια, έκανα λογαριασμούς σε γραφεία, έδωσα εξετάσεις για πτυχία, πούλησα αγαθά όρθια με το ένα πόδι στον αέρα σαν ερωδιός στα ακίνητα νερά της λίμνης. Έκανα pole dancing και πασαρέλα ομορφιάς, περπάτησα δρόμους σε διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, έκανα απεργίες, συκευασία φρούτων σε διαλογητήρια, καθαριότητα σε δωμάτια ξενοδοχείων, φρόντισα ζώα και χωράφια, έδωσα διαλέξεις και παρέδοσα μαθήματα αξιοπρέπειας και αυτοσεβασμού. Μεγάλωσα, γέννησα παιδιά, έδωσα και πήρα αγάπη. Άνοιξα τα χέρια μου σε αγκαλιά, φωλιά και καταφύγιο για όσους την έχουν ανάγκη.
Κωπηλατώ μέρα και νύχτα σε θάλασσες από πάγο που δύσκολα διασχίζονται.
Κι όταν δεν υπακούω στα παραγγέλματα του θηριοδαμαστή με μαχαιρώνουν πισώπλατα. Με βιάζουν, με σφάζουν, μου σκοτώνουν τα παιδιά μου και μετά μου αφιερώνουν τραγούδια και παράσημα, κτερίσματα εντάφια.
Είμαι η γυναίκα του Μάρτη, της Άνοιξης.
Μα ήρθε το καλοκαίρι, πέρασε το φθινόπωρο, ξανά πάλι χειμώνας και η ιστορία μένει πάντα η ίδια. Πάλι από τον ουρανό κρέμονται μαύρα σκοτάδια. Κάπου κοντά μου ακούω εκρήξεις. Όχι στη χώρα μου, στη γη μου πάντως. Είναι το ίδιο. Είχα ξεχάσει πώς είναι οι βομβαρδισμένες γέφυρες.
Οι υπερδυνάμεις δοκιμάζουν τα νέα υποβρύχια όπλα τους κι εγώ δεν μπορώ να ξεχωρίσω τον κυνηγό από το θήραμα.
Κοιτάζω με οίκτο το παλιό μου τζιν που πια δεν με χωράει και ανάβω στα κρυφά ένα τσιγάρο κατεβάζοντας τη μάσκα της πανδημίας. Πάλι σε δίχτυ ο κόσμος. Κι εγώ που νόμιζα πως τόσα χρόνια ήμουν απ’ έξω!
Εγώ, η Γυναίκα του Μάρτη.