από-το-goodreads-στις-anti-library-υπάρχει-κατάλληλος-1379927

Parallax View

Από το GoodReads στις «anti-library»: Υπάρχει κατάλληλος τρόπος για να διαβάζουμε;

Οι έννοιες του slow reading και του anti-library συζητιούνται όλο και πιο συχνά. Τελικά βοηθούν τη διαδικασία της ανάγνωσης;

Δήμητρα Φούνταλη
Δήμητρα Φούνταλη

Καθώς η γυάλινη πόρτα του βιβλιοπωλείου κλείνει πίσω σου, ο μεγάλος περίπατος τίθεται σε εφαρμογή. Διασχίζεις τον κενό τόπο μεταξύ μυθιστορημάτων και ποίησης. Θεατρικών έργων και βιογραφιών. Σηκώνεις τα μάτια, τα ράφια που ποτέ δεν κάθισες να μετρήσεις, υψώνονται σαν τείχος πάνω από το κεφάλι σου. Συνεχίζεις να περιηγείσαι, ακόμα κι αν γνωρίζεις πως, δεν αναζητάς τίποτα συγκεκριμένο. 

Διαβάζεις τίτλους. Κι άλλους τίτλους. Οι σελίδες αναδίδουν το άρωμα του βρεγμένου ξύλου. Τυχαία, πέφτεις μπροστά στο έργο ενός συγγραφέα που μέχρι πρόσφατα αγνοούσες. Η διαδικασία της αναζήτησης έχει βρει τον τελικό στόχο. Αλλά ο αργός ρυθμός με τον οποίο έχει συντελεστεί σε πετάει ελαφρώς εκτός πραγματικότητας. 

Γιατί έξω από την γυάλινη πόρτα, ο κόσμος τρέχει. Η ταχύτητα έχει επιβληθεί παντού: στο φαγητό, στις σχέσεις και φυσικά στο διάβασμα. Η κατανάλωση ατελείωτου χρόνου τόσο στην αγορά όσο και στην ανάγνωση ενός βιβλίου, έχει αρχίσει να μοιάζει με πράξη ασύμβατη προς την πραγματικότητα.

Κάθε νέα χρονιά, το Goodreads σε υποδέχεται με την υπόσχεση ενός challenge. Σε αφήνει να συμπληρώσεις τον ακριβή αριθμό των βιβλίων που πρόκειται να διαβάσεις ως το τέλος του έτους. Κι όσο ο καιρός περνάει, δεν ξεχνά να οπτικοποιεί την πρόοδο σου, χρωματίζοντας την οριζόντια γραμμή στο κέντρο του προφίλ. Όσο πληρέστερη η γραμμή, τόσο πιο επιτυχημένο το εγχείρημα. Από την άλλη, το Tik Tok σε κατακλύζει με συμβουλές για να αφήσεις πίσω το reading slump και να τελειώνεις δέκα βιβλία μέσα σε ένα μήνα.  Κι εσύ μένεις με μια στέρεη απορία: υπάρχει το παραμικρό νόημα μέσα σε όλο αυτό το ατελείωτο λογοτεχνικό λαχάνιασμα;

Απέναντι σε αυτή την απορία, τάσεις αναγνωστικής εναντίωσης (αν μπορούν να περιγραφούν έτσι) έχουν αρχίσει να διαδίδονται όλο και πιο έντονα με το πέρασμα των χρόνων.

 Ο όρος «anti-library» και ο Ουμπέρτο Έκο

Ο στατιστικολόγος Nassim Nicholas Taleb συστήνει για πρώτη φορά την λέξη «anti-library» στο βιβλίο του «Μαύρος Κύκνος». Με αυτή, δίνει σχήμα στην τάση μας να αγοράζουμε βιβλία που ποτέ δεν διαβάζουμε. Μόνο που για πρώτη φορά, αυτή η τάση αντί να επικρίνεται, ανάγεται σε ερευνητικό εργαλείο. Γιατί τι θα μπορούσε να οξύνει την επιθυμία για περισσότερο διάβασμα από την ίδια την εικόνα μιας βιβλιοθήκης γεμάτης απόθεμα; Τα αδιάβαστα βιβλία αποκτούν αξία ακριβώς επειδή στέκονται στα ράφια και μας λοξοκοιτάνε. Μας υπενθυμίζουν όσα δεν έχουμε γνωρίσει ακόμα. Οπότε η δημιουργική πείνα για ανάγνωση εντείνεται και τα περιθώρια ανακάλυψης παραμένουν ανοιχτά. 

Ο Ιταλός μυθιστοριογράφος Ουμπέρτο Έκο φαίνεται να αντίκριζε την εικόνα μιας αντιβιβλιοθήκης κάθε μέρα.

Η ιδιωτική του συλλογή αποτελούσε έναν λαβύρινθο σελίδων που απλωνόταν από δωμάτιο σε δωμάτιο. Τα 30.000 βιβλία που υπολογιζόταν ότι κατείχε, προκαλούσαν δέος στους επισκέπτες. Στην πραγματικότητα, αυτός ο εξωπραγματικός αριθμός δεν αντιστοιχούσε στα ήδη διαβασμένα αλλά σε εκείνα που περίμεναν να ξεφυλλιστούν. Κι ας κατανοούσε με κάποιους πρόχειρους υπολογισμούς πως μέχρι το τέλος της ζωής του δεν θα κατάφερνε να διαβάσει ούτε τα μισά. Αυτό δεν μείωνε ούτε στο ελάχιστο την ύπαρξη τους. Την θέση τους στον χώρο.

Γιατί η θεωρία του Taleb επιδρά στο πως εμείς οι ίδιοι κατανοούμε τον εαυτό μας μέσα από την διαδικασία του διαβάσματος. Το να βρίσκουμε απείραχτα βιβλία σε διάφορες γωνιές του σπιτιού, λειτουργεί από μόνο του ως ένα καμπανάκι στο ύψος της αυτοπεποίθησης μας.

Ως φωτεινή σήμανση που δεν μας αφήνει να υπερεκτιμάμε όσα ξέρουμε αφού γνωρίζουμε πως υπάρχουν άλλα τόσα (και περισσότερα) που αγνοούμε. Το εγώ χαμηλώνει, η διανοητική προσπάθεια εξακολουθεί. Κι ο χρόνος, φαίνεται να γκρεμίζεται από το βάθρο του. Δεν πειράζει αν μερικά βιβλία κάθονται ώρες και μέρες και χρόνια στο ράφι. Περιμένουν τον χρόνο τους για να ανοιχτούν. Να ρουφηχτούν ως την ουσία τους.

Slow Reading

Κι αν η έννοια του anti-library απαλλάσσει τα βιβλία από την πίεση της ποσότητας, το slow reading προσφέρει έναν εναλλακτικό τρόπο διαβάσματος.

Όχι σελίδες που ξεφυλλίζονται λες και πρόκειται για περιοδικό, σκηνές που παραλείπονται και διάλογοι που στο τέλος δεν θυμόμαστε με ποια αφορμή ξεκίνησαν αλλά βαθιά βουτιά στο περιεχόμενο. Εμπιστοσύνη στον αρκετό χρόνο που μπορεί να απαιτείται έτσι ώστε η ιστορία να γίνει βίωμα και οι ήρωες να απλωθούν στον χώρο. Η ανάγνωση να αποτιμηθεί ως μια εμπειρία ψυχαγωγίας ή χαλάρωσης που δεν τρέφεται από το έπαθλο του «άλλο ένα βιβλίο που τελείωσα» αλλά από την ευχαρίστηση που παράγει η ίδια η διαδικασία.

Το υποτυπώδες αυτό κίνημα, γεννήθηκε σε πανεπιστημιακούς κύκλους του Σαν Φρανσίσκο αλλά γρήγορα διαδόθηκε «ως μια πρόκληση για όλους». Η βραδύτητα πάνω σε καθημερινές διαδικασίες, από το φαγητό έως το διάβασμα, εκφράστηκε ως μια ιδέα ουσιαστικής κατανόησης των πραγμάτων χωρίς τη βοήθεια αυτοματισμών. Ιδιαίτερα για την διαδικασία της ανάγνωσης υποστηρίζεται ότι η ολοκληρωμένη και στέρεα αντίληψη πάνω σε ένα βιβλίο έρχεται μόνο όταν δίνεις στις λέξεις το περιθώριο να κατασταλάξουν.

Διαβάζοντας όλες αυτές τις οδηγίες χρήσεις περί διαβάσματος αναρωτιέμαι: Μήπως κι αυτές δεν θέλουν να μας υποδείξουν έναν σωστό ρυθμό διαβάσματος; Μια αργή καταβύθιση στα πράγματα που θα μας κάνει να υπερηφανευόμαστε πως ξεχωρίσαμε από τη μάζα, πως τελικά «είμαστε καλύτεροι»;

Υπάρχει σωστός τρόπος και χρόνος για μια τόσο προσωπική και ιδιαίτερη διαδικασία όπως το διάβασμα; Η λογοτεχνία παραμένει ένα από τα λίγα απαλά υλικά στο περίβλημα ενός κόσμου που γίνεται όλο και πιο σκληρός, όλο και πιο βίαιος. Όχι επειδή μας χαϊδεύει τα αυτιά αλλά επειδή φωτίζει αυτά που μας πληγώνουν πιο βαθιά και τα μεταμορφώνει σε ιστορίες. Οπότε μήπως ο πραγματικός τρόπος να απολαύσουμε την ανάγνωση είναι να την αποδεσμεύσουμε από την ζυγαριά ταχύτητας – ποσότητας και να την αφήσουμε να βρει τον χώρο μέσα μας;

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα