Ένας ιστορικός στο Χόλυγουντ
«Η ιστορία στον κινηματογράφο/Ο κινηματογράφος στην ιστορία»: Το εμβληματικό βιβλίο του Αμερικανού καθηγητή ιστορίας Robert Rosenstone για πρώτη φορά στα ελληνικά
Λέξεις: Λίνα Μυλωνάκη
Ο Τζόνι Ντεπ ως Λουδοβίκος XV στην ταινία «Ζαν ντι Μπαρί: Η ερωμένη του βασιλιά» (Jeanne du Barry) της Μαϊουέν Λε Μπεσκό, που έκανε πρεμιέρα φέτος στο Φεστιβάλ των Καννών.
Ο Κίλιαν Μέρφι ως «πατέρας» της ατομικής βόμβας Τζ. Ρόμπερτ Όπενχάιμερ στο ομώνυμο ιστορικό δράμα του Κρίστοφερ Νόλαν, που υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό και Έλληνες θεατές.
Ο Χοακίμ Φοίνιξ ως Ναπολέων Βοναπάρτης στον πολυαναμενόμενο «Ναπολέων» του ΡίντλεΪ Σκοτ, που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο και στους ελληνικούς κινηματογράφους.
Τρεις μεγάλοι κινηματογραφικοί ρόλοι, τρεις ιστορικές προσωπικότητες, που ζωντανεύουν και αποκτούν υπόσταση για τα μεγάλα κοινά μέσα από το σινεμά. Τρεις από τις αναρίθμητες σκηνές της παγκόσμιας ανθολογίας του κινηματογράφου αφηγούνται γνωστά και άγνωστα κεφάλαια της παγκόσμιας ιστορίας σε εκατομμύρια θεατών, αναδεικνύοντας τον καταλυτικό ρόλο του κινηματογράφου στην αναπαράσταση, την κατανόηση και την ερμηνεία της ιστορίας. Χάρη στη διεισδυτικότητα της εικόνας και την ιδιαιτερότητα της γλώσσας του, ο κινηματογράφος είναι ένα από τα πιο μαζικά μέσα μετάδοσης και διαμόρφωσης της ιστορικής γνώσης και της ιστορικής συνείδησης για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, με τρόπους που η ακαδημαϊκή ιστοριογραφία δεν μπορεί να προσεγγίσει.
Το σινεμά ως δημόσια ιστορία
Ένας από τους πρώτους ιστορικούς επιστήμονες, που ανέλυσε και «νομιμοποίησε» -κοινωνικά και ακαδημαϊκά –τον κινηματογράφο ως δημόσια ιστορία, που αναπλάθει, εξιστορεί και ερμηνεύει το παρελθόν με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο είναι ο Αμερικανός ιστορικός Robert Rosenstone. Ο Rosenstone ξεκίνησε την ενασχόλησή του με το σινεμά ως ιστορικός σύμβουλος σε ταινίες ιστορικού περιεχομένου. Χαρακτηριστική ήταν η συνεργασία του με τον Warren Beatty για την ταινία “Reds” («Οι κόκκινοι», 1980), η οποία απέσπασε τρία Όσκαρ. Επρόκειτο για την κινηματογραφική διασκευή της βραβευμένης βιογραφίας που έγραψε ο Rosenstone για τον Αμερικανό δημοσιογράφο και ριζοσπάστη των αρχών του 20ού αιώνα John Reed, αυτόπτη μάρτυρα και καταγραφέα της Οκτωβριανής επανάστασης. Η επιτυχία της συνεργασίας έδωσε στο Rosenstone την αφορμή για την πιο συστηματική ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο. Ο Αμερικανός ιστορικός μελέτησε επισταμένα παλιότερες και σύγχρονες δημοφιλείς ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου, όπως ο «Οκτώβρης» (1927) του Σεργκέι Αϊζενστάιν, ο «Νεαρός Κύριος Λίνκολν» (1939) του Τζον Φορντ, ο «Σπάρτακος» (1960) του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, «Η Λίστα του Σίντλερ» (1993) του Στίβεν Σπίλμπεργκ, και τις αποτίμησε ως έναν θεμιτό όσο και γοητευτικό τρόπο ανασυγκρότησης του παρελθόντος.
Η επιδραστική μελέτη του Rosenstone «Η ιστορία στον κινηματογράφο. Ο κινηματογράφος στην ιστορία» (“History on Film/Film on History”) κυκλοφόρησε πρόσφατα –για πρώτη φορά στα ελληνικά – από τις εκδόσεις Μωβ, σε επιστημονική επιμέλεια του καθηγητή Χρήστου Δερμεντζόπουλου και σε μετάφραση Μάριου Αθανασιάδη-Ντόνα, αναδεικνύοντας την ανάγκη να μάθουμε πώς να διαβάζουμε τις ιστορικές ταινίες και πώς να κατανοούμε αυτόν το νέο οπτικό κόσμο. Μια ανάγκη περισσότερο επίκαιρη από ποτέ, σε μια πραγματικότητα υπό διαρκή διαπραγμάτευση, με πολλαπλά μέτωπα και κρίσεις -ανθρωπιστικές, πολιτισμικές, κοινωνικές, που ανοίγουν συνεχώς τη δημόσια συζήτηση για το ρόλο της τέχνης σε τραυματικούς καιρούς.
Ο Χρήστος Δερμεντζόπουλος, καθηγητής Ανθρωπολογίας της Τέχνης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και επιμελητής της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου του Rosenstone, εξηγεί την ιδιαιτερότητα του κινηματογράφου ως εργαλείου ιστορικής αφήγησης και σχολιάζει τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στα εκάστοτε κυρίαρχα αφηγήματα για την ιστορία: «Πέρα από την αναγνώριση των ταινιών ιστορικού περιεχομένου ως ιστοριογραφικά τεκμήρια για την εποχή κατασκευής τους -πλέον δεν υπάρχει διαμάχη περί αυτού, όπως στο παρελθόν- πρέπει να δούμε τις ταινίες ως προσπάθειες ερμηνείας του παρελθόντος, όπως και ένα αντίστοιχο βιβλίο ιστορίας», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε, σε δική σας επιστημονική επιμέλεια, για πρώτη φορά στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Μωβ, η εμβληματική μελέτη του Robert Rosenstone «Η ιστορία στον κινηματογράφο. Ο κινηματογράφος στην ιστορία». Τι έχει προσφέρει η ενασχόληση των ανθρωπιστικών επιστημών με τον ιστορικό και πολιτισμικό λόγο των δημοφιλών ταινιών μυθοπλασίας ιστορικού περιεχομένου, στις βάσεις που έθεσε ο Rosenstone; Τι γυρεύει, τελικά, ο κινηματογράφος στην ιστορία;
O κινηματογράφος μέσω των προϊόντων του, των ταινιών, πάντα ήταν διαπλεκόμενος με την ιστορία. Η δημιουργία, ιδιαίτερα, των διαφόρων κινηματογραφικών ειδών επιφύλαξε εξαρχής μία ιδιαίτερη θέση για τις ταινίες ιστορικού περιεχομένου. Φάνηκε ότι οι ταινίες που αναφέρονται στο παρελθόν ιντριγκάρουν τους θεατές και γεμίζουν τις αίθουσες. Ιδιαίτερα όσες από αυτές κινούνται στα κυρίαρχα εθνικά αφηγήματα, λιγότερο αυτές που αντιπαρατίθενται προς αυτά.
Ο Rosenstone ξεκίνησε να ασχολείται με το θέμα της σχέσης κινηματογράφου και ιστορίας πριν πολλές δεκαετίες. Το συγκεκριμένο βιβλίο συμπυκνώνει αυτό που θέλει να υποστηρίξει και που είναι το βασικότερο κίνητρο συγγραφής του: μπορούμε να δούμε τις ταινίες όχι μόνο ως αξιόπιστες ιστοριογραφικές μαρτυρίες της εποχής κατασκευής τους αλλά και ως έναν ιδιαίτερο λόγο για το παρελθόν και την ιστορία, έναν λόγο, πολλές φορές, καινοτόμο και δημιουργικό που στέκεται ισότιμα δίπλα στις κλασικές ιστορικές μελέτες και είναι πολύ πιο επιδραστικός στον χώρο της δημόσιας ιστορίας. Φυσικά αυτό ισχύει για κάθε είδος ταινίας είτε μυθοπλασία είτε ντοκιμαντέρ. Ωστόσο, ο Rosenstone ασχολείται περισσότερο με τις δημοφιλείς ταινίες μυθοπλασίας, αυτές που απευθύνονται εκ των πραγμάτων σε μεγάλα κοινά και διαμορφώνουν, αν δεν κατασκευάζουν, μνήμη, την λεγόμενη προσθετική.
Ποιο είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα στην κινηματογραφική γραφή της ιστορίας έναντι πιο συμβατικών τρόπων ιστορικής αφήγησης;
Προφανώς η ολαισθητική εμπειρία της οπτικοακουστικής εικόνας που δεν μπορεί να τη συναγωνιστεί η κλασική ιστορική πραγματεία. Ιδιαίτερα όταν η τελευταία είναι στεγνή ακαδημαϊκή γραφή και απευθύνεται αποκλειστικά σε ειδήμονες του χώρου. Όπως είναι εύκολα κατανοητό, το να δεις να ζωντανεύει μπροστά σου με εικόνα και ήχο ένα μακρινό παρελθόν έχει μία ασύγκριτη δύναμη επιβολής στον θεατή και δημιουργίας προσθετικής μνήμης και σίγουρα είναι επιδραστικότερο από το να διαβάζεις για αυτό το παρελθόν (είτε ιστορικό δοκίμιο είτε μυθιστόρημα). Κατά συνέπεια, κάθε ταινία δεν μεταφέρει απλώς εικόνες του παρελθόντος αλλά δημιουργεί τις εικόνες αυτές, τις επιβάλλει στο κοινό ως πραγματικότητα και παράγει προσθετική μνήμη για το παρελθόν αυτό. Επιπλέον, σκεφτείτε πόσοι θα δουν μια ταινία για ένα γεγονός, λόγου χάριν τον ελληνικό εμφύλιο, και πόσοι θα διαβάσουν βιβλία για αυτόν. Δεν υπάρχει σύγκριση!
Πέρα από την αναγνώριση των ταινιών ιστορικού περιεχομένου ως ιστοριογραφικά τεκμήρια για την εποχή κατασκευής τους -πλέον δεν υπάρχει διαμάχη περί αυτού, όπως στο παρελθόν- πρέπει να δούμε τις ταινίες ως προσπάθειες ερμηνείας του παρελθόντος, όπως και ένα αντίστοιχο βιβλίο ιστορίας. Προφανώς με άλλα μέσα και άλλη μεθοδολογία, ωστόσο η κάθε ιστορική ταινία, μέσω της δραματοποίησης, εάν πρόκειται για μυθοπλασία, μας μεταφέρει στο παρελθόν προτείνοντάς μας, ταυτόχρονα, ερμηνείες για το παρελθόν αυτό.
Ποιο είναι, αντίστοιχα, το μεγαλύτερο μειονέκτημα στην κινηματογραφική αναπαράσταση της ιστορίας μέσω του σινεμά;
Η ευκολία στη διαστροφή κατά το δοκούν του παρελθόντος και στη χρήση του στο κοινό. Αναφέρομαι στην ερμηνεία του παρελθόντος που προσφέρει μία ταινία και όχι για πιθανές ιστορικές ανακρίβειες. Εξαιρετικές ταινίες που μιλάνε για το παρελθόν έχουν ιστορικές ανακρίβειες, πολλές από αυτές ηθελημένα. Επιπλέον, πολλές έχουν και ηθελημένους αναχρονισμούς. Αυτός δεν τις κάνει λιγότερο ουσιαστικές ως προς την ερμηνεία του παρελθόντος. Μόνο οι παραδοσιακοί ιστορικοί κρίνουν, πλέον, τις ταινίες από το αν είναι ακριβείς, σύμφωνα με τις πηγές τους, ως προς την αναπαράσταση του παρελθόντος, ξεχνώντας ότι η ανασύσταση πλευρών του παρελθόντος και από τους καθ’ ύλην αρμόδιους επαγγελματικά, τους ιστορικούς, παραμένει μία κατασκευή με ιδεολογικά και πολιτικά κίνητρα. Γι’ αυτό, άλλωστε, οι ιστορικές ταινίες χρησιμοποιήθηκαν πολλάκις ως προπαγανδιστικοί μηχανισμοί αναπαραγωγής της κυρίαρχης ιδεολογίας και του έθνους κράτους. Από την άλλη, δεν υπάρχει ταινία μυθοπλασίας ιστορικού περιεχομένου που να είναι απόλυτα πιστή στην αναπαράσταση του παρελθόντος. Εξάλλου, για πιο παρελθόν μιλάμε; Και οι ιστορικοί δεν αναπλάθουν το παρελθόν αυτό σύμφωνα με τις δικές τους εκδοχές και τις πηγές που έχουν στη διάθεσή τους; Το ζήτημα είναι εάν και πώς ιδεολογικοποιείται το παρελθόν αυτό για ιδιοτελείς σκοπούς (προπαγάνδα, επιβολή, κυριαρχία).
Μπορούν οι θεατές να «εκπαιδευτούν» στο να αναγνωρίζουν τις συμβάσεις των κινηματογραφικών εκδοχών του παρελθόντος και να μάθουν ιστορία μέσω του σινεμά;
Προφανώς μπορούν να εκπαιδευτούν οι θεατές στην αντιμετώπιση των συμβάσεων αλλά και στην ορθή ερμηνεία των δεδομένων: ας μην ξεχνάμε ότι πρόκειται για ταινίες που κατασκευάζουν οπτικές για το παρελθόν και βρίσκονται σε στενή συνάρτηση με το παρόν. Κάτι τέτοιο, όμως, προϋποθέτει την εισαγωγή του οπτικού εγγραμματισμού από πολύ νωρίς στην εκπαιδευτική διαδικασία, κάτι το οποίο μέχρι τώρα στην ελληνική πραγματικότητα γίνεται κατακερματισμένα και χωρίς συνολικό όραμα. Η ελληνική εκπαίδευση θα μπορούσε να χρησιμοποιεί μεθοδολογικά τις ταινίες, ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, στην εκμάθηση του παρελθόντος όπως γίνεται εδώ και πολλά χρόνια σε άλλα εκπαιδευτικά συστήματα. Φυσικά κάτι τέτοιο προϋποθέτει εκτός των παραπάνω που ανέφερα και την εκπαίδευση των εκπαιδευτών.
Τι μπορούμε να μάθουμε ως θεατές για την ιστορία από τις ταινίες ιστορικού περιεχομένου; Ποια είναι η συνεισφορά της δημόσιας ιστορίας σε αυτή την κατεύθυνση;
Μαθαίνουμε διαφορετικές οπτικές προσέγγισης του παρελθόντος. Η δημόσια ιστορία είναι πλέον κυρίαρχη σε πολλά πεδία, ιδιαίτερα διαμέσου των Μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο κινηματογράφος, οι ταινίες, οι οθόνες στις πολλαπλές εκδοχές, συμμετέχουν καθημερινά στο πεδίο της δημόσιας ιστορίας εμπλουτίζοντας και δημιουργώντας μνήμες. Στο πεδίο του διαδικτύου, ιδιαίτερα, συντελούνται κυριολεκτικά συμβολικοί πόλεμοι. Εκεί οι ταινίες συμμετέχουν σε αυτούς τους πολέμους ενεργά, επικυρώνοντας ή αντιστρέφοντας απόψεις και οπτικές. Προφανώς η γνώση του θεατή ότι η κάθε ταινία είναι μία κατασκευή θα του έδινε το περιθώριο να μάθει και να στοχαστεί πάνω στο πεδίο, κάτι που σπανίως συμβαίνει γιατί οι περισσότεροι θεατές εκλαμβάνουν το θεατό ως πραγματικό. Δείτε, λόγου χάριν, πώς χρησιμοποιείται και, άρα, πώς προσλαμβάνεται η ταινία Παπαφλέσσας στο διαδίκτυο από ακροδεξιές εθνικιστικές οργανώσεις, πώς από την επίσημη κρατική τηλεόραση που την προβάλει εδώ και δεκαετίες σε κάθε επέτειο για το 21 και πώς από σχολικές μνημονικές γιορτές! Προφανώς για να μάθουμε ως θεατές ιστορία προϋποθέτει τη γνώση των μηχανισμών παραγωγής μυθοπλαστικών ταινιών καθώς και την ικανότητα αναλυτικής σκέψης.
Το βιβλίο
Το βιβλίο «Η Ιστορία στον Κινηματογράφο/Ο Κινηματογράφος στην Ιστορία» (εκδόσεις Μωβ, επιμέλεια: Χρήστος Δερμεντζόπουλος, μετάφραση: Μάριος Αθανασιάδης-Ντόνας) εξετάζει ποιες εικόνες μεταφέρουν στο παρόν οι κινηματογραφικές ταινίες για το χθες και πώς ακριβώς τις μεταφέρουν, αναλύοντας εμβληματικές ταινίες όπως «Η Λίστα του Σίντλερ» του Στίβεν Σπίλμπεργκ, «Ο Οκτώβρης» του Σεργκέι Αϊζενστάιν και «Οι Κόκκινοι» του Γουόρεν Μπίτι, καθώς και ταινίες πρόσφατης ιστορίας όπως η “Selma” για τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και «Το παιχνίδι της μίμησης» για τον Άλαν Τούρινγκ που αποκωδικοποίησε τη συσκευή Enigma.
Το βιβλίο αναδεικνύει την ανάγκη να μάθουμε πώς να διαβάζουμε και πώς να κατανοούμε αυτόν τον νέο οπτικό κόσμο. Απευθύνεται σε όλους όσους αγαπούν τον κινηματογράφο και θέλουν να εξοικειωθούν και να διερευνήσουν τη στενή σχέση ιστορίας, κοινωνικών επιστημών και κινηματογραφικού μέσου. Αφορά άμεσα τους σπουδαστές των κινηματογραφικών τμημάτων και των τμημάτων δημόσιας ιστορίας επειδή μελετά τις συμβάσεις και τους κώδικες με τους οποίους οι ταινίες ιστορικού περιεχομένου εξιστορούν το παρελθόν, υποδεικνύοντας τους τρόπους για μία γόνιμη ανάλυσή τους. Επιπλέον, περιέχει πρόλογο του συγγραφέα αποκλειστικά για την ελληνική έκδοση, επίμετρο του Θανάση Βασιλείου και πλήρη ενημερωμένο οδηγό για περαιτέρω μελέτη.
*Η Λίνα Μυλωνάκη είναι δημοσιογράφος, ιστορικός κινηματογράφου, Δρ. Κινηματογραφικών Σπουδών ΑΠΘ