ΕΡΕΥΝΑ-Το βιβλίο σήμερα: «Δεν είναι θέμα τάσης, είναι θέμα ανάγκης»
Φαίνεται πως η «τεχνολογική επίθεση» δεν έχει καταφέρει ακόμη να επικρατήσει παντού - Η ακτινογραφία του βιβλίου στην Ελλάδα
Λέξεις: Αλέξανδρος Βασιλείου, Γιώργος Σταυρακίδης
Εικονογράφηση: Μαρίνα Τούλα
Σε μία δεκαετία που χαρακτηρίζεται από τις αλλαγές που έγιναν σε όλους τους τομείς, δε θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο και το βιβλίο, χαρακτηρίζοντας πολλοί ως «συναρπαστική» αυτή την περίοδο για τις εκδόσεις, με τη συμπεριφορά των αναγνωστών, των λιανοπωλητών, των συγγραφέων και των εκδοτών να αλλάζει, αλλά με το βιβλίο να αναδεικνύεται νικητής για ακόμα μία φορά, καταφέρνοντας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
Μπορεί η παλιά διαδικασία «στέλνω ένα βιβλίο, το εγκρίνουν, αφήνω τον εκδότη να κάνει την υπόλοιπη δουλειά» να γίνεται όλο και πιο δύσκολη στην σημερινή εκδοτική πραγματικότητα παγκοσμίως, ωστόσο σύμφωνα με πολλούς ανθρώπους που συναντήσαμε για αυτή την έρευνα, στην Ελλάδα φαίνεται πως ακόμα μπορούμε να συνδυάσουμε τις δύο εποχές, κρατώντας ψηλά τόσο το παραδοσιακό βιβλίο και εκείνους που το γράφουν, όσο και τις νέες αλλαγές που ήρθαν ή έρχονται στην διαδικασία δημιουργίας, έκδοσης, προώθησης και αγοράς ενός βιβλίου.
Η άνοδος της ψηφιακής τεχνολογίας, η τάση των αυτοεκδόσεων και ο σημαντικός ανταγωνισμός από άλλα προϊόντα πολυμέσων, μπορεί να έχουν αλλάξει το τοπίο της βιομηχανίας παγκόσμια, οι προβλέψεις τύπου «το βιβλίο πεθαίνει» να ακούγονται συχνά, ο τρόπος προώθησης να είναι πια διαφορετικός και πολύ ηλεκτρονικός, όμως η ίδια η δεκαετία αποδεικνύει ότι ανεξάρτητα από τα εμπόδια και τις νέες συνήθειες, η ανάγκη και η αγάπη για την ανάγνωση θα μας απασχολεί ακόμα για πολλά χρόνια.
Παρά τις τεχνολογικές εξελίξεις που σαρώνουν τον κόσμο, το βιβλίο θα είναι πάντα ένας «τόπος» που οι αισθήσεις συναντιούνται και οι ορίζοντες διευρύνονται.
Ένα βιβλίο είναι ένα ταξίδι, γεμάτο εικόνες. Ένα βιβλίο είναι ένα παράθυρο στον χωροχρόνο. Και παρά την «επίθεση της οθόνης» στην εποχή μας, το βιβλίο παραμένει παρών και έτοιμο να καλύψει την περιέργεια, την ανάγκη χαλάρωσης, τη διαφυγή, σε όποιον τα χρειάζεται.
Η παραγωγή του βιβλίου σήμερα
Η πιο πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Έργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ), αναφέρει πως η βιβλιοπαραγωγή του 2023 έφτασε τους 11.285 τίτλους, με μια μικρή υποχώρηση έναντι των 12.091 του 2022. Με βάση την παραπάνω παράθεση δεδομένων, η σύγκριση των αποτελεσμάτων σε σχέση με τα προηγούμενα έτη οδηγεί στην καταγραφή των παρακάτω τάσεων.
Υπάρχει μια σταθερά μεγάλη ανάπτυξη στην κατηγορία βιβλίων «Αυτοβοήθειας: Υγεία, σχέσεις και προσωπική ανάπτυξη», ενώ τα Graphic Novels & Comic Books έχουν το δικό τους φανατικό κοινό. Παρατηρείται ακόμη μια αλλαγή προτίμησης στα πρόσωπα πίσω από τις βιογραφίες που ενδιαφέρουν τον κόσμο, γεγονός στο οποίο συμβάλλουν τα social media, ενώ υπάρχει τεράστια ανάπτυξη για τις εκδόσεις παιδικών βιβλίων, που ξεπέρασαν τους 150-200 νέους τίτλους σε μία χρονιά.
Ακόμη, σημαντικό είναι το γεγονός πως, εκτός των υπαρχόντων εκδοτικών οίκων, ιδρύονται και νέοι, με κύριο αντικείμενο την έκδοση βιβλίων αυτοβοήθειας, μετατρέποντας την κατηγορία σε παγκόσμιο φαινόμενο. Οι εκδοτικές επιχειρήσεις έχουν υπερδιπλασιαστεί και ξεπερνούν το πλήθος των 200!
Άλλο ένα πολύ ενδιαφέρον εύρημα είναι η διάδοση των audiobooks, των ηχητικών δηλαδή βιβλίων που μπορεί να ακούσει κανείς στο διαδίκτυο, ενώ θετικό μοιάζει να είναι πως το βιβλίο εξακολουθεί να αποτελεί πεδίο αναζήτησης προτάσεων και λύσεων σε θέματα αυτοβοήθειας.
Μιλώντας με αριθμούς, η έρευνα δείχνει πως ετησίως παρήχθησαν 496 audiobooks,184 eBooks ενώ το έντυπο βιβλίο κυριαρχεί με αριθμό 10.506. Ο μέσος όρος τιμής ενός βιβλίου για το διάστημα 2019-2022 κυμάνθηκε από 15 μέχρι περίπου τα 18 ευρώ, τιμές που παραμένουν μέχρι και σήμερα, κάτι που επιβεβαιώνει και η Μιρέλλα Μπατζιανιά από το Τμήμα Βιβλιογραφικής Βάσης BookPoint του ΟΣΔΕΛ. Με τα αναλυτικά ευρήματα της έκθεσης του 2024 να αναμένονται στην 21η ΔΕΒΘ (8-11 /5), μιλήσαμε με τον ΟΣΔΕΛ και, παρότι δεν μπορούσαν να μας δώσουν ακριβή στοιχεία ακόμα, η συζήτηση «φώτισε» πλευρές του κεφαλαίου «Βιβλίο».
«Σχετικά με την βιβλιοπαραγωγή, αυτή είναι μεγαλύτερη και φτάνουμε σχεδόν στα όρια του 2009. Τα audiobooks έχουν ένα μικρό φρενάρισμα, το οποίο είναι πολύ ενδιαφέρον γιατί πήγαιναν πολύ καλά. Δεν είναι τυχαία και η επιτυχία του eVivlio», το οποίο έχει σημειώσει ήδη από την πρεμιέρα του δεκάδες χιλιάδες λήψεις ως εφαρμογή και εκατοντάδες χιλιάδες λήψεις βιβλίων. Όσον αφορά το ebook, αναφέρει πως «Δε δουλεύει στην Ελλάδα. Οι Έλληνες θέλουμε το βιβλίο στα χέρια μας. Ειδικά για όσους διαβάζουν λογοτεχνία, ακόμα και η μυρωδιά, η γραμματοσειρά, το δέσιμο του βιβλίου, όλα επηρεάζουν. Και αυτό που δε θα μπορούσε σίγουρα να είναι ebook, είναι το παιδικό βιβλίο. Δεν έχουμε εξοικειωθεί με την οθόνη, μιλάμε για τα κινητά, για το TikTok, αλλά δεν έχουμε εξοικειωθεί να τα χρησιμοποιούμε ως εργαλεία. Στη Σουηδία, που είναι αυτοί που στήριξαν όλη τους την παιδεία πάνω στο ηλεκτρονικό σύγγραμμα, επιστρέφουν στο έντυπο βιβλίο κι αυτό λέει πολλά».
Η Ελένη Παπαγεωργίου, εκδότρια των Εκδόσεων ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, εξηγεί την κατάσταση της βιβλιοπαραγωγής σήμερα στη χώρα μας, λέγοντας πως «Το αν θα αποφασίσουμε να εκδώσουμε ή να απορρίψουμε ένα βιβλίο βασίζεται συνήθως σ’ έναν συνδυασμό κριτηρίων, τόσο αισθητικών όσο και στρατηγικών. Βλέπουμε αν το συγκεκριμένο έργο ταιριάζει στον κατάλογό μας, αλλά και κατά πόσο προσφέρει κάτι νέο που μπορεί να τον επεκτείνει, να τον εξελίξει ή να τον ανανεώσει. Μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα και το πώς το βιβλίο συνομιλεί με το σήμερα. Σε πρακτικό επίπεδο, εξετάζουμε συνολικά την πρόταση που έχουμε στα χέρια μας: το pitch, την περίληψη και φυσικά το βιογραφικό του/της συγγραφέα. Θέλουμε μια εμπεριστατωμένη εκδοτική πρόταση με ξεκάθαρη κατεύθυνση, και έναν συγγραφέα που θα μας πείσει ότι μπορεί να αφήσει το στίγμα του/της στη λογοτεχνία της εποχής μας».
Συγγραφή και Τεχνητή Νοημοσύνη
Αναφορικά με τη σχετικά νεοεμφανιζόμενη πρόκληση της Τεχνητής Νοημοσύνης, που καθιστά καθοριστική την παρουσία της πια στα επαγγέλματα, η Ελένη Παπαγεωργίου εξηγεί τη σχέση εμπιστοσύνης των εκδοτικών με τους συγγραφείς τους: «Με όσους συνεργαζόμαστε χρόνια, υπάρχουν γερά θεμέλια, αλλά είναι μάλλον απίθανο το ήδη αναγνωρισμένο ταλέντο τους να ξεπεραστεί από τις μηχανές τεχνητής νοημοσύνης. Χωρίς την ανθρώπινη εμπειρία και οπτική δεν νοείται τέχνη. Με την εμπειρία των επιμελητών μας, είναι αρκετά εύκολο να εντοπιστούν κείμενα που έχουν γραφτεί με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, και συνήθως τα χαρακτηριστικά τους είναι αρκετά ξεκάθαρα: ομοιόμορφη ροή, επίπεδο ύφος, γενικολογίες, έλλειψη προσωπικής ή βιωματικής οπτικής, κοινοτοπίες και επαναλήψεις, καθώς και ασυνέπειες μεταξύ κεφαλαίων αλλά και στο ύφος. Υπάρχουν βέβαια πλέον και τεχνητά εργαλεία ανίχνευσης περιεχομένου που έχει δημιουργηθεί με τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης, τα οποία μπορούν να εντοπίσουν «ύποπτα» μοτίβα. Λαμβάνεται επίσης μέριμνα στο πλαίσιο των αμοιβαίων συμβατικών μας δεσμεύσεων με τους δημιουργούς» λέει.
Το βιβλίο στην παιδική ηλικία
Διαχρονικά, το βιβλίο είναι ένα «σπορ» που ξεκινάει από όταν είμαστε παιδιά. Η εκμάθηση συνηθειών σε νεαρή ηλικία, άλλωστε, είναι σίγουρα πιο εύκολη, μπορεί να καλλιεργηθεί πιο σταθερά και γρήγορα. Είναι και η τριβή με το σχολικό περιβάλλον που ευνοεί σε αυτό. Σήμερα, όμως, φαίνεται πως η διάχυση των κινητών και του διαδικτύου γενικά, θέτει προβληματισμούς και εμπόδια που πρέπει να υπερβούμε.
Και, αν το στερεότυπο πως το βιβλίο είναι μια συνήθεια των «ελίτ», με τα επαγγέλματα κύρους οι οποίοι δίνουν στα παιδιά τους και φροντίζουν για την καλλιέργειά τους, έρευνες δείχνουν πως κάτι τέτοιο δεν είναι ακριβές.
Η έρευνα του ΟΣΔΕΛ «Παιδί και ανάγνωση», δίνει μία ξεκάθαρη εικόνα για την κατάσταση της αναγνωστικής συμπεριφοράς των παιδιών στην ραγδαία δεκαετία του 2020. Βασικός παράγοντας για να μάθει το παιδί την ανάγνωση ως μια παγιωμένη συνήθεια, είναι οι αντίστοιχες οικογενειακές πρακτικές ενώ η σταθερή και συστηματική αναγνωστική συμπεριφορά είναι αυτή που βάζει ενεργά το παιδί στον κόσμο της ανάγνωσης, βιώνοντάς τον ως έναν αυτονόητο κόσμο. Η έρευνα δείχνει ακόμη πως τα παιδιά γονέων με ανώτερη μόρφωση έχουν πιο στενή σχέση με την ανάγνωση, καθώς διαβάζουν περισσότερη παιδική λογοτεχνία, δανείζονται πιο συχνά βιβλία από φίλους ή συγγενείς, εγγράφονται πιο συχνά ως συνδρομητές σε παιδικά περιοδικά, εκτίθενται λιγότερο στην τηλεόραση και σε λοιπές οθόνες.
Πού «κινείται» όμως το παιδικό βιβλίο σήμερα; Η Αναστασία Τζέλλου, που διατηρεί το αγαπημένο παιδικό βιβλιοπωλείο Dadoo, στο Ωραιόκαστρο, αναφέρει: «Σήμερα, συγκριτικά με τα παλιότερα χρόνια, υπάρχει πολύ μεγάλη εκδοτική κίνηση στα παιδικά βιβλία, είτε μεταφρασμένα είτε Ελλήνων δημιουργών και ως εκ τούτου υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός για να διακρίνεις το καλό βιβλίο», ενώ σχετικά με τη συμπεριφορά των πελατών απέναντι στον βιβλιοπώλη και αν τον εμπιστεύονται για να αγοράσουν ένα βιβλίο, λέει χαρακτηριστικά: «Πολλοί από τους γονείς θα μας ρωτήσουν ώστε να τους κατευθύνουμε. Εξαρτάται όμως από την περίπτωση. Συνήθως, η πλειονότητα των ανθρώπων που ασχολούνται με το παιδικό βιβλίο, αναζητούν συγκεκριμένη θεματολογία» ενώ ως προς την προτιμητέα θεματολογία ξεκαθαρίζει πως «δεν είναι θέμα τάσης, είναι θέμα ανάγκης. Ανάλογα με την ηλικία, μπορεί να ζητούν βιβλία με αριθμούς- στα δυο έτη- συναισθήματα- στα τρία- πιο αστεία και πνευματώδη βιβλία ή ακόμη και βιβλία με θέμα τους φόβους- 4-5 ετών-, βιβλία πρώτης ανάγνωσης και μεγαλώνοντας περιπέτεια».
Παιδικό βιβλίο και συμπερίληψη
«Το πρώτο θέμα αυτή τη στιγμή στα βιβλία είναι η συμπερίληψη» αναφέρει η ιδιοκτήτρια του Dadoo, εξηγώντας πως «Στα βιβλία που βγαίνουν πια, σίγουρα υπάρχει ως θέμα μέσα. Απλά δεν το δέχονται όλοι αυτό. Για παράδειγμα, ένα βιβλίο άσχετο που λέει “ποιος είμαι” και λέει για το σώμα και τον οργανισμό, αναφέρει κάπου “είμαστε το φύλο μας, είμαστε αγόρι / κορίτσι;” αναφέρει το φάσμα του φύλου. Έχω περιέργεια να δω αν θα πωληθεί γιατί αντίστοιχο βιβλίο, μας το έχουν γυρίσει πίσω.
Η συμπερίληψη ανταποκρίνεται στις ανάγκες του κοινού γιατί όλοι θέλουμε πια να μπούμε σε μια διαδικασία αποδοχής του διαφορετικού, που παλιότερα δεν μπορούσαμε να το θίξουμε εύκολα -όχι το διαφορετικό μόνο βάσει φύλου, στο οτιδήποτε».
Πώς αγοράζουμε βιβλία
Στα βιβλιοπωλεία, όπου… η καρδιά του βιβλίου χτυπά και άνθρωποι με μεράκι και αγάπη για την ανάγνωση είναι πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των πελατών, ο ρόλος του βιβλιοπώλη παραμένει καίριος και σημαντικός ακόμα.
Η Λία Παναγιωτίδου είναι μία τέτοια βιβλιοπώλισσα, που δέχεται καθημερινά δεκάδες ανθρώπους που αγαπούν και διαβάζουν βιβλία στο υπέροχο «Σπίτι του βιβλίου» της στη Χαριλάου και εξηγεί την αγοραστική συμπεριφορά των πελατών της, αναφέροντας χαρακτηριστικά πως «Σίγουρα μετράει η διαφήμιση. Από νεαρές ηλικίες που έρχονται και ζητάνε βιβλία που έχουν δει στο Booktok, μέχρι μεγαλύτερους που βλέπουν κάποιο τρέιλερ στην τηλεόραση. Επίσης, παίζει ρόλο και ο συγγραφέας, όπου εάν έχουν διαβάσει κάποιο έργο του, θα έρθουν να ζητήσουν τα υπόλοιπα βιβλία του. Κριτήριο, ωστόσο, είναι και το είδος αλλά και η τιμή», ενώ σχετικά με τις προτιμήσεις του κοινού δηλώνει: «Κακά τα ψέματα, το είδος που είναι πάντα πρώτο με διαφορά είναι το παιδικό. Είτε παίρνουν γονείς -ακόμα και να μη διαβάζουν οι ίδιοι- για τα παιδιά τους, είτε συγγενείς ή φίλοι για δώρο! Από ενηλίκων πλέον έχει γίνει μια πολύ μεγάλη στροφή στο Crime αλλά και στο Fantasy Romance. Η κλασική βέβαια θα πουλάει πάντα ό,τι και να γίνει».
Ποιες είναι, όμως, οι ηλικίες που σήμερα θα πάνε στο βιβλιοπωλείο, προτιμώντας το από το διαδίκτυο; «Έρχονται όλες οι ηλικίες» αναφέρει η κ. Παναγιωτίδου, «Θα έρθει και ο γονιός με το παιδάκι, θα έρθουν εφηβάκια για Fantasy Romance που θα δουν στο BookTok αλλά και μεγαλύτερες ηλικίες».
Λίγο πιο πίσω, στην οδό Κανάρη, βρίσκεται το κουκλίστικο βιβλιοπωλείο «Βινιέτα», όπου η Ελπίδα Καραγεωργίου μοιράζεται μαζί μας τα δικά της στοιχεία από την καθημερινή της επαφή με τους ανθρώπους που αγοράζουν βιβλία.
«Εμείς είμαστε ένα μικρό και ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο, οπότε έχουμε επιλεγμένους τίτλους. Με την επιλογή των τίτλων, σαφώς και δίνουμε μια κατεύθυνση στο κοινό. Τα αυτοβελτίωσης έχουν αναγνώστες αλλά εμείς δουλεύουμε κυρίως με λογοτεχνία. Υπάρχει κοινό που αγοράζει πολύ τα βιβλία τα παιδικά, είναι κάτι πολύ ισχυρό. Το εικονογραφημένο παιδικό βιβλίο πάει πολύ καλά, γιατί από το ίντερνετ δε θα το αγοράσεις -θες να το δεις, να το ξεφυλλίσεις- είναι διαφορετικό. Από εκεί και πέρα, οι πελάτες ρωτούν τη γνώμη μας κάθε φορά, δηλαδή σε κάθε βιβλίο που δίνουμε έχουμε μιλήσει πριν για αυτό. Τελευταία υπάρχει μια προτίμηση των εφήβων προς την αγγλική, προς τα ξενόγλωσσα βιβλία. Είναι τάση λόγω του TikTok, οπότε υπάρχει η νέα προτίμηση να διαβάζουν λογοτεχνία, αλλά κυρίως αγγλόφωνη» αναφέρει, ενώ κάνοντας τη δική της εκτίμηση, λέει πως «Σίγουρα το βιβλίο δεν είναι στα καλύτερά του, αλλά έχει περιόδους. Χριστούγεννα και καλοκαίρι είναι πολύ “δυνατό” το βιβλίο και στις ενδιάμεσες περιόδους λίγο… «κάθεται».
Πώς γράφουν οι συγγραφείς σήμερα;
Έχοντας αλλάξει πλέον τα δεδομένα στη συμπεριφορά των αναγνωστών αλλά και όλης της διαδικασίας παραγωγής και προώθησης των βιβλίων παγκοσμίως, πόσο αυτό έχει αλλάξει τον ίδιο τον συγγραφέα άραγε; Εξακολουθεί να γράφει «αθώα» και αυθόρμητα σύμφωνα με την έμπνευσή του ή προτιμά να πάει με «το ρεύμα» της εποχής;
«Γράφω για να πω ιστορίες που με στοιχειώνουν. Να αναδείξω υποσημειώσεις της ιστορίας, γεγονότα που πέρασαν στα “ψιλά”. Να μιλήσω για αδύναμους, ατελείς ανθρώπους. Μέσα από τη γραφή ανακαλύπτω αθέατες πλευρές του εαυτού μου και τελικά γράφω για μένα» λέει η έμπειρη συγγραφέας Μαίρη Κόντζογλου, συνεχίζοντας πως «Κάθε συγγραφέας γράφει για τους δικούς του λόγους. Εξομολόγηση, ανάγκη έκφρασης, εμβάθυνση σε κάποιο θέμα, επικοινωνία με άλλους, στοίχημα με τον εαυτό του, προβολή και πολλά άλλα ή και όλα μαζί. Εκτός βέβαια από το “να πιάσουμε την καλή”, δε μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει κάποιος που το πιστεύει αυτό», ενώ μιλώντας για τον τρόπο που γράφει η ίδια, λέει πως «Μου φαίνεται αδιανόητο να γράψω, ας πούμε, μυθιστόρημα μυστηρίου γιατί έχει πέραση. Αν το κάνω, θα είναι γιατί θα έχω ένα θέμα που μου αρέσει».
Στη νέα εκδοτική μόδα, όπου άνθρωποι από τα social media μεταπηδούν στη συγγραφή βιβλίων, η κ. Κόντζογλου δεν είναι αρνητική. «Όλοι έχουν δικαίωμα να γράψουν. Είναι ευθύνη των εκδοτικών οίκων να ανακαλύπτουν, να εκδίδουν και να προωθούν καλά βιβλία, κι ας είναι άσημοι ή διάσημοι οι συγγραφείς. Και ευθύνη του αναγνωστικού κοινού πού θα δώσει το χαρτζιλίκι του. Γιατί το βιβλίο από το χαρτζιλίκι αγοράζεται».
Εκεί όπου οι άνθρωποι διαβάζουν βιβλία μαζί
Παρόλα αυτά, και μέσα στις εξελίξεις που έρχονται και συνεπαίρνουν μαζί και το βιβλίο, φαίνεται πως στη Θεσσαλονίκη αλλά και στη χώρα γενικότερα, όπως φαίνεται, υπάρχει μία δυναμική επιστροφή στο κεφάλαιο «Λέσχη Ανάγνωσης». Πολλά βιβλιοπωλεία έχουν τις λέσχες τους, αλλά δεν είναι και τα μόνα, αφού όλο και περισσότερες λέσχες δημιουργούνται τα τελευταία χρόνια για εκείνους που επιθυμούν να διαβάσουν παρέα και να μοιραστούν τις εντυπώσεις τους. Για αυτό ακριβώς μιλά ο Γιώργος Καλιεντζίδης, Δημοσιογράφος του 958fm της EΡΤ3 και Συντονιστής της Λέσχης Ανάγνωσης της ΕΡΤ3, εξηγώντας αρχικά τον τρόπο επιλογής των βιβλίων στη Λέσχη. «Τα μέλη, το ένα μετά το άλλο (με κυκλική ακολουθία), προτείνουν το βιβλίο που επιθυμούν, με μόνη προϋπόθεση να το έχουν διαβάσει και, βεβαίως, να υπάρχουν διαθέσιμα αντίτυπα του βιβλίου στην αγορά ή σε βιβλιοθήκες. Η πρόσκληση στους συγγραφείς γίνεται από τον συντονιστή της Λέσχης, ή σε συνεννόηση μαζί του». Όσον αφορά το ποιος γίνεται σήμερα μέλος μιας τέτοιας λέσχης, η απάντηση δεν σχετίζεται με την ηλικία, όπως θα ήταν ίσως αναμενόμενο. «Είναι άτομα που είχαν ήδη διαβάσει πολλά βιβλία, πολύ πριν γίνουν μέλη μιας Λέσχης Ανάγνωσης. Επιζητούν την επικοινωνία με άλλα άτομα μέσω της αναγνωστικής εμπειρίας, γι’ αυτό και δημιουργούνται μικρές παρέες μεταξύ των μελών. Γενικώς, είναι κοινωνικοποιημένα άτομα με πολλά ενδιαφέροντα. Η αύξηση του πληθυσμού που έχει συνταξιοδοτηθεί από τη μια και η δυνατότητα ενεργούς συμμετοχής σε μια ομάδα από την άλλη, τροφοδοτούν το ρεύμα των Λεσχών Ανάγνωσης κυρίως με γυναικείο πληθυσμό» αναφέρει, ενώ πηγαίνοντας στη Λέσχη Ανάγνωσης του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, ο Κώστας Αρκουδέας συστήνει την πρώτη και μοναδική λέσχη ανάγνωσης μουσείου!
«Γνώρισε καταπληκτική επιτυχία από την άποψη της προσέλευσης του κόσμου. Οι Θεσσαλονικείς ανταποκρίθηκαν και έχει αυτή τη στιγμή 150 τακτικά μέλη και 3.000 διαδικτυακά. Είναι μία από τις πολυπληθέστερες στην Ελλάδα. Και μπορώ να πω πως περίπου το 80% των αναγνωστών είναι σε κάποια λέσχη ανάγνωσης. Αυτό γιατί το κουμάντο στις λέσχες ανάγνωσης έχουν αναλάβει άνθρωποι πολύ ικανοί ως συντονιστές, πολύ φιλικοί, απέναντι στα μέλη, απέναντι στο βιβλίο» αναφέρει. Μιλώντας για τη διαλεσχική ομάδα που ίδρυσε, λέει: «Ξεκινήσαμε να συνενώσουμε τις λέσχες ανάγνωσης, να μην είναι διάσπαρτες σε όλη την Ελλάδα. Πριν από τρία χρόνια, ίδρυσα την διαλεσχική ομάδα με πρώτη μας συνάντηση στη Θεσσαλονίκη με 110 άτομα. Το Δεκέμβριο, μάλιστα, θα κάνουμε την επόμενη συνάντηση στα Ιωάννινα, με σκοπό να συστεγάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερες λέσχες ανάγνωσης από όλη την Ελλάδα, με θέμα το ηπειρωτικό τοπίο στην σύγχρονη ελληνική πεζογραφία και καλεσμένους έξι σύγχρονους Έλληνες πεζογράφους από την Ήπειρο».
Με την απειλή του διαδικτύου πανταχού παρούσα, ο κ. Αρκουδέας «βλέπει» μέλλον στο βιβλίο, και εξηγεί: «Το βιβλίο, στην εποχή της εικόνας, αντιστέκεται στην επέλασή της, και αυτό φαίνεται ακόμα και από το ότι το Netflix έχει ολόκληρη κατηγορία με ταινίες βασισμένες σε βιβλία. Αυτό δείχνει τον σεβασμό που έχει ο κόσμος απέναντι στο βιβλίο, γιατί ξέρει πως θα δει μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος».
Τέλος, αναφορικά με τους ανθρώπους της Λέσχης, αναφέρει πως «μέλη γίνονται όλοι εκείνοι οι οποίοι αγαπούν το βιβλίο. Υπάρχουν, φυσικά, οι συνταξιούχοι που έρχονται, αλλά γενικά οι περισσότεροι άνθρωποι είναι εργαζόμενοι, είναι μέσης ηλικίας, είναι και νεαρής ηλικίας ενδεχομένως. Αν και οι περισσότεροι 20άρηδες έχουν παρασυρθεί από την εικόνα, είναι ανοιχτοί άνθρωποι στο βιβλίο και νομίζω ότι οφείλουμε να τους οδηγήσουμε προς αυτήν την κατεύθυνση».
Δημόσιες βιβλιοθήκες
Ο Ιωάννης Τροχόπουλος, Διευθυντής της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας από το 1990 έως το 2012 και διατελέσας Διευθύνων Σύμβουλος και Γενικός Διευθυντής του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, τονίζει τον ρόλο που επιτελεί μια δημόσια βιβλιοθήκη σήμερα στην Ελλάδα, λέγοντας πως «Μια δημόσια βιβλιοθήκη στην σημερινή εποχή αλλάζει ανάλογα με το τι υπηρεσίες προσφέρει και το τι ανάγκες έχουν οι κάτοικοι που ζουν σε μια περιοχή. Παρόλο που η ταχύτητα των αλλαγών είναι τεράστια, ο κόσμος δε μπορεί εύκολα να ανταπεξέλθει σε αυτές τις αλλαγές. Οπότε, οι βιβλιοθήκες έχουν αυτό το ρόλο, ενώ εξακολουθούν να παραμένουν -παρόλη τη διάχυση του ηλεκτρονικού βιβλίου, που στην Ελλάδα είναι ακόμη περιορισμένη- εστίες για ανάγνωση, για πρόσβαση σε βιβλία λογοτεχνίας, δια βίου μάθησης, έρευνας, ιδίως για ανθρώπους της μεσαίας τάξης και κυρίως γυναίκες -που αποτελούν το βασικό κοινό-, που στον ελεύθερο χρόνο θέλουν να βελτιώσουν την ποιότητα της ζωής τους», εξηγεί, ενώ μιλά ακόμη για την σχετικότητα αυτών και τους παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο, συνεχίζοντας, «Αυτό εξαρτάται πάντα από το πόσο ανοιχτή είναι μια βιβλιοθήκη στο κοινό, τι είδους υπηρεσίες προσφέρει, και τι είδους συνεργασίες έχει με άλλους, είτε δημόσιους οργανισμούς πολιτισμού-τέχνης, αλλά ακόμα και του επιχειρηματικού τομέα, έτσι ώστε δικτυωμένη σε ένα ευρύτερο πλαίσιο να μπορεί να βοηθήσει τους κατοίκους της περιοχής που λειτουργεί».
Όσον αφορά την ψηφιοποίηση και τις διαδικασίες για μια δημόσια βιβλιοθήκη, λέει πως «οι βιβλιοθήκες, όπως και τα μουσεία, σε μεγάλο βαθμό, μέσω κυρίως χρηματοδοτούμενων προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Ελληνικό Δημόσιο, έχουν καταφέρει να παρέχουν πρόσβαση σε ψηφιοποιημένο υλικό στους ερευνητές. Αλλά, λείπει ακόμη η δυνατότητα να μπορούν να δημιουργήσουν τέτοιο περιεχόμενο που να είναι ελκυστικό στα παιδιά και τους εφήβους, για να μπορέσει αυτό να δημιουργήσει την επόμενη γενιά που θα έχει μεγαλύτερη δημιουργικότητα, μεγαλύτερη πρόσβαση στην πληροφορία και μεγαλύτερη ανοχή στη διαφορετικότητα. Είμαστε ακόμη πίσω σε αυτόν τον τομέα στην Ελλάδα- όπως και σε άλλα θέματα- γιατί δεν έχουμε αναδείξει την αξία και τη σημαντικότητα της συνεργασίας σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο».
Βιβλιοθήκες Θεσσαλονίκης
Στη Θεσσαλονίκη είναι πολύ πιθανό να έχεις κοντά σου μια δημοτική βιβλιοθήκη, ακόμη κι αν δεν το ξέρεις. Πιο συγκεκριμένα και στο πολεοδομικό συγκρότημα της πόλης θα βρεις τις εξής βιβλιοθήκες:
Δήμος Θεσσαλονίκης:
Κεντρική Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης Βιβλιοθήκη Άνω Πόλης Βιβλιοθήκη Άνω Τούμπας Βιβλιοθήκη Κάτω Τούμπας Βιβλιοθήκη Κωνσταντινουπόλεως Βιβλιοθήκη Σαράντα Εκκλησιών Βιβλιοθήκη Σταθμού Βιβλιοθήκη Τριανδρίας Βιβλιοθήκη Χαριλάου Βιβλιοθήκη Δελφών Βιβλιοθήκη Καλλιθέας Βιβλιοθήκη Ξηροκρήνης Βιβλιοθήκη Ορέστου
Δήμος Αμπελοκήπων – Μενεμένης:
Βιβλιοθήκη Αμπελοκήπων – Μενεμένης
Δήμος Καλαμαριάς:
Κεντρική Βιβλιοθήκη Καλαμαριάς Δαήδειος Παιδική Βιβλιοθήκη Δανιηλίδειος Παιδική Βιβλιοθήκη Παιδική Βιβλιοθήκη Συνοικισμού Καραμπουρνάκι Παιδική Βιβλιοθήκη Συνοικισμού Κηφισιάς Παιδική Βιβλιοθήκη Καλαμαριάς
Δήμος Κορδελιού Ευόσμου:
Βιβλιοθήκη Ευόσμου Βιβλιοθήκη Κορδελιού Δήμος Λαγκαδά: Βιβλιοθήκη Λαγκαδά
Δήμος Παύλου Μελά:
Βιβλιοθήκη Σταυρούπολης Βιβλιοθήκη Πολίχνης «Θεόκλητος Καρυπίδης» Βιβλιοθήκη Ευκαρπίας
Δήμος Νεάπολης Συκεών:
Δημοτική Βιβλιοθήκη Συκεών Δημοτική Βιβλιοθήκη Νεάπολης Δημοτική Βιβλιοθήκη Πεύκων