Ο έρωτας σκοτώνει
Μια σειρά διηγημάτων με αφορμή ένα σύνθημα. Γράφει ο Κυριάκος Γιαλένιος.
*Αστικά διηγήματα με αφορμή τα συνθήματα σε τοίχους της πόλης: Νέοι συγγραφείς της Θεσσαλονίκης γράφουν στην Parallaxi ιστορίες βγαλμένες από εμπνεύσεις γραμμένες σε δρόμους και σοκάκια, από μια ατάκα της στιγμής που μπορεί να κουβαλά μέσα της αγάπη, πόνο, δάκρυα, ελπίδα, διαψεύσεις ή και τίποτα από όσα προαναφέρθηκαν.
Ο Κυριάκος Γιαλένιος γράφει με αφορμή το στένσιλ στην οδό Μουσών στην Άνω Πόλη:
Love kills
Στεκόντουσαν απέναντι από το παλιό διώροφο οίκημα που ακόμα κάπνιζε. Όλη η περιοχή μύριζε καμένο ξύλο και είχε σκεπαστεί από ένα πέπλο βαριάς υγρασίας. Ο ένας κρατούσε μια σακούλα με ψώνια και ο άλλος ένα πακέτο τσιγάρα που τα πηγαινοέφερνε από το ένα χέρι στο άλλο.
-Και το σπίτι πώς πήρε φωτιά;
-Αυτό δεν το ξέρω. Δεν το μάθαμε ποτέ.
– Ούτε ποιος την έβαλε;
-Όχι, τίποτα. Το μόνο που ακούστηκε είναι ότι την επόμενη μέρα ψάχνανε τον Ασημάκη και δεν τον έβρισκαν πουθενά. Κι έτσι όλες οι υποψίες έπεσαν πάνω του. Αλλά εγώ δεν το πιστεύω. Δεν υπάρχει περίπτωση να το έκανε αυτός.
-Ήσασταν φίλοι ε;
-Φίλοι όχι, δεν θα το λεγα. Περισσότερο δύο συνομήλικοι που υποψιαζόντουσαν ότι θα μπορούσαν να είναι φίλοι αν ήταν οι περιστάσεις διαφορετικές. Ο Ασημάκης ήταν – ή είναι, καλύτερα- ένας άντρας πολύ κλειστός που ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω αν αυτό σήμαινε ότι ήταν ντροπαλός ή αντικοινωνικός.
-Παρ΄όλ΄αυτά σε σένα ανοιγόταν.
-Ας πούμε ότι όταν συναντιόμασταν είχε όρεξη να πει παραπάνω από δύο λέξεις όπως έκανε συνήθως με τους υπόλοιπους της γειτονιάς.
-Και τι σου έλεγε;
-Διάφορα. Ήταν μυστήριο τρένο, αυτό να λέγεται. Να, παραδείγματος χάριν, τον ενδιέφερε πολύ ο καιρός. Είχε μια μανία να προβλέπει πως θα κυλήσει η υπόλοιπη μέρα λαμβάνοντας υπόψη διάφορα δεδομένα που παρατηρούσε: την κατεύθυνση του αέρα, το πώς πετούσαν τα πουλιά, το σχήμα των νεφών. Μ΄αυτό τον τρόπο ξεκίναγε κάθε συνάντηση μας: “Γεια σου Ιάκωβε” πώς το βλέπεις σήμερα, θα βρέξει;” και πάει λέγοντας. Κι έτσι όπως ξεκινούσε με το ίδιο τροπάριο, έτσι πάντα κατέληγε και στον ίδιο άνθρωπο.
-Στην Σοφίτσα.
-Στην Σοφίτσα.
-Την αγαπούσε πολύ ε;
-Νομίζω ότι αν δεν υπήρχε στη ζωή του, θα έπρεπε να την εφεύρει για να μπορεί να παίρνει δύναμη και να σηκώνεται το πρωί.
-Γιατί το λες αυτό; Υπήρξε τόσο δυστυχισμένος πιστεύεις;
-Δυστυχισμένος είναι βαριά λέξη. Αλλά βασανισμένος σίγουρα. Μια μέρα με πέτυχε στη στάση καθώς περίμενα το λεωφορείο. Ήταν φορτωμένος με σακούλες. “Πάω να στείλω προμήθειες στη μάνα μου στο χωριό’ μου είπε. Πίστεψα κι εγώ ότι θα πάει ο ίδιος να την δει. “Όχι” μου ξεκαθάρισε. “Έχω να πατήσω τριάντα χρόνια. Έφυγα στα δεκαοχτώ και ξαναγύρισα μόνο για την κηδεία του μπαμπά μου” . Κάθισε δίπλα μου μέχρι να μπω στο λεωφορείο και μου είπε μια ιστορία: ΄Ότι στην εφηβεία του, του είχε αναθέσει ο πατέρας να κάνει μια εργασία με την φρέζα που μόλις είχαν εγκαταστήσει. Εκείνος ατίθασος καθώς ήταν, παράκουσε την εντολή και αγγάρεψε τον μικρότερο αδερφό του. Άμαθος όμως όπως ήταν ο άλλος, δεν χρειάστηκε πολύ για να γίνει το κακό. “Δεν επέστρεψα ποτέ. Ευτυχώς κάνα δυο χρόνια αργότερα γνώρισα τη Σοφίτσα μου και μ΄ έσωσε γιατί θα μ΄ είχε φάει το μαύρο σκοτάδι από τις τύψεις. Ο πατέρας μου ο φουκαράς δεν με συγχώρεσε ποτέ. Δεν τον παρεξηγώ…”.
-Σώπα ρε τον κακομοίρη.
Γύρισαν πάλι προς το καμένο σπίτι σιωπηλοί.
-Προχθές τους άκουσα να μαλώνουνε… πάλι. Τον απειλούσε ότι θα φύγει, ότι δεν αντέχει άλλο τις παραξενιές του. Αυτός δεν μιλούσε καθόλου. Μόνο στο τέλος τον άκουσα να λέει ‘όλα θα ήταν διαφορετικά αν είχαμε ένα παιδί”. Το ξαναείπε με την ίδια ηρεμία άλλες δύο φορές και μετά έφυγε. Το επόμενο πρωί με ξύπνησαν οι σειρήνες της πυροσβεστικής.
Λίγο πριν χωρίσουν οι δρόμοι τους, ένας νεαρός στάθηκε στην γωνία του δρόμου και μέσα από μια σακούλα τράβηξε ένα ασπρόμαυρο χαρτί και μια κολλητική ταινία. Με νευρικές κινήσεις το τύλιξε γύρω από την κολόνα και συνέχισε παρακάτω.
Σοφία Αρ. Ετών 59. 40ήμερον μνημόσυνο.
*Ο Κυριάκος Γιαλένιος είναι συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1978 στην Θεσσαλονίκη. Για το μυθιστόρημά του “Η νόσος των εραστών” (Εκδ. Μελάνι) ήταν υποψήφιος για το Κρατικό Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα το 2012, και υποψήφιος ως Νέος Λογοτέχνης από το Ίδρυμα Μιχάλη Κακογιάννη το 2011.