γιατί-όλοι-στα-social-media-ξαφνικά-μιλούν-για-το-1180114

Βιβλίο

Γιατί όλοι στα social media ξαφνικά μιλούν για τον Καραγάτση;

Συζητήσεις, διαφωνίες, ντιμπέιτ και στη μέση η "Μεγάλη Χίμαιρα" - Γιατί "απειλείται" με cancel ο μεγάλος λογοτέχνης;

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης
Τις τελευταίες μέρες σίγουρα θα παρατηρήσατε μία έντονη αναφορά στον Μ. Καραγάτση στα social media από μία μικρή, αλλά ικανή να κάνει ντόρο κοινότητα ανθρώπων που υποστηρίζουν πως ο Έλληνας πεζογράφος υπήρξε ουσιαστικά και βάσει των κειμένων του, μισογύνης και σεξιστής.

Αναρτήσεις εναντίον άλλων αναρτήσεων, ντιμπέιτ συγγραφέων, χιλιάδες σχόλια που αναφέρουν τον τρόπο γραφής αλλά και τον χαρακτήρα του μυθιστοριογράφου, ακραίες παροτρύνσεις για ολική αποδόμηση του έργου του, λέξεις από τη μία, λόγια από την άλλη, διαφωνίες, σύγχυση και όλα αυτά για έναν άνθρωπο της τέχνης που από το 1927 μέχρι τον θάνατο του έγραψε σχεδόν σε όλα τα είδη, πνεύμα ανήσυχο άλλωστε που σήμερα ωστόσο θα έπρεπε να τον τοποθετήσουμε – όπως κάθε μορφή τέχνης – ακριβώς στην εποχή που έδρασε, καθώς έχουμε να κάνουμε με έναν συγγραφέα που μπορεί στα μεγάλα και βαθιά του νοήματα να ήθελε να ταράξει τις κοινωνίες, τους ήρωες του όμως τους έφτιαχνε πάντα με υλικά της εποχής που ζούσε αυτός.

Εκεί ακριβώς θα έλεγα πως βρίσκεται και το μυστικό όλης αυτής της διαφωνίας που προέκυψε τελευταία γύρω από τον  Δημήτρη Ροδόπουλο (αλλιώς Μ. Καραγάτση) μόλις λίγες μέρες μετά τον θάνατο της κόρης του Μαρίνας.

Πώς ξεκίνησαν όλα;

Όλα ξεκίνησαν από ένα άρθρο στη Lifo από τη συγγραφέα Ρένα Λούνα που γράφτηκε πριν λίγες μέρες και αναφερόταν στα σεξιστικά και πατριαρχικά μηνύματα που εμπεριέχει «Η Μεγάλη Χίμαιρα» που πρωτοκυκλοφόρησε το 1936. Η συγγραφέας αναλύει το βιβλίο του Καραγάτση και τις επόμενες μέρες ξεσπάει ένας απίστευτος σάλος με τους χρήστες των social media να χωρίζονται σε… «καραγατσικούς» και μη!

Στο άρθρο αυτό, η Ρένα Λούνα επιλέγει αρκετά αποσπάσματα από το βιβλίο για να υποστηρίξει ότι ο Καραγάτσης διέπεται από έναν αχαλίνωτο σεξισμό/μισογυνισμό, ο οποίος διαφαίνεται ιδιαίτερα στον τρόπο που περιγράφει τη σχέση της κεντρικής ηρωίδας, της Μαρίνας, με το σεξ, τον ερωτισμό και τη βία, πάντα υπό τη σκιά της ενοχής αλλά και τον πανίσχυρο ηθικό και συναισθηματικό έλεγχο των αρσενικών της ζωής της, και ιδιαίτερα του συζύγου και του κουνιάδου της.

Τις ίδιες μέρες, ένα ακόμα άρθρο πυροδότησε τον αρνητισμό απέναντι στο έργο του Καραγάτση στον Αναγνώστη, από τον  συγγραφέα Νικο Α.Μάντη που ήθελε να υπερασπιστεί την Λούνα, και που μεταξύ άλλων γράφει: «Το πρόβλημα βέβαια γίνεται κατά τι εντονότερο όταν το αναγνωστικό κοινό μιας χώρας επιμένει κατά πλειοψηφία να αναδεικνύει ως κορυφαία του συλλογικού γούστου του αναγνώσματα αυτού του είδους»

Θα πρέπει λοιπόν να ακυρώσουμε έναν λογοτέχνη που γενιές και γενιές διάβασαν τα βιβλία του, επειδή οι ήρωες του φαίνεται να είναι αλλιώτικοι από την εποχή μας σήμερα ή να είναι αλλιώτικοι από τον ίδιο τον αναγνώστη; Θα πρέπει να αποδομήσουμε όλα εκείνα τα έργα τέχνης που γράφτηκαν για να περιγράψουν μία εποχή ή ακόμα και στο πλαίσιο ενός αφηγηματικού και φανταστικού ύφους του συγγραφέα μόνο και μόνο επειδή σήμερα θέλουμε να είναι διαφορετικά τα πράγματα ή είναι; Η απάντηση σε αυτό είναι «ναι». Ένα μεγάλο «ναι», με ένα μεγάλο «αλλά» να το ακολουθεί. Ας συμφωνήσουμε λοιπόν όλοι πως ο καθένας μπορεί να διαβάσει οτιδήποτε θέλει, να του αρέσει ή να μη του αρέσει όσο θέλει, να το κρίνει όπως εκείνος θέλει και να το ακυρώσει από τη βιβλιοθήκη του με χαρά (μόνο μη πετάτε βιβλία, χαρίστε το κάπου. Με πιάνει η καρδιά μου όταν βλέπω βιβλία στους κάδους). Από εκεί και πέρα, το ζήτημα είναι πόσο αυτό μπορεί να ακυρώσει έναν συγγραφέα από τη συνείδηση του κοινού, αν αυτό είναι απαραίτητο να γίνει και ποιο το αποτέλεσμα ενός τέτοιου cancel που το μόνο που καταφέρνει είναι να ανοίξει μία πόρτα που κάθε άλλο παρά επικίνδυνη μπορεί να αποβεί για το μέλλον. Όχι για τον Καραγάτση μόνο, αλλά για ένα πλήθος καλλιτεχνικών έργων που δεν θα αρέσει για κάποιους λόγους σε ένα κοινό. Δεν είναι λοιπόν αποδεκτό, οι προσωπικές προτιμήσεις και τα βιώματα του καθένα μας, να επηρεάζουν ένα μεγαλύτερο κοινωνικό σύνολο τόσο εύκολα. Όταν έγραψε εκείνο το άρθρο η Ρένα Λούνα, είμαι σίγουρος πως το έγραψε βάσει των δικών της βιωμάτων και απόψεων. Απόλυτα θεμιτό. Είναι το ίδιο να μην χρειάζεται να ταυτιστεί κάποιος με τις απόψεις της κ. Λούνα με το να μην χρειάζεται να ταυτιστεί κάποιος με τις απόψεις του Καραγάτση στην «Μεγάλη Χίμαιρα».

Η τέχνη απειλείται

Το θέμα της τέχνης βέβαια έχει ανοίξει εδώ και χρόνια, με τον κινηματογράφο στην Αμερική να κόβει σκηνές κλασσικών ταινιών επειδή θεωρούνται προσβλητικές για τον σημερινό θεατή. Τραγούδια θεωρήθηκαν επίσης προσβλητικά. Θεατρικά το ίδιο. Ακόμα και βιβλία. Αν έπρεπε λοιπόν να μπούμε στη λογική να «εξετάσουμε» την παγκόσμια τέχνη και πιο συγκεκριμένα – λόγω Καραγάτση – λογοτεχνία για αναφορές μη πολιτικά ορθές με τα σημερινά δεδομένα, νομίζω πως θα εκπλαγούμε από το μέγεθος των ευρημάτων μας, όταν ανακαλύψουμε πως οι περισσότεροι συγγραφείς έγραφαν βάσει των προσωπικών τους βιωμάτων την εποχή που έζησαν και γύρω από ένα κοινωνικοπολιτικό καθεστώς που χαρακτηρίζει αποκλειστικά την εποχή του συγγραφέα ή την εποχή που διαδραματίζονται τα βιβλία.

Θα πρέπει λοιπόν να πάμε σε άλλες, επικίνδυνες πρακτικές, όπως να τα κάψουμε; Θα πρέπει να παρέμβουμε και να αφαιρέσουμε τα «προβληματικά» σημεία; Θα πρέπει να ακυρώσουμε την ικανότητα αυτών των ανθρώπων να φτιάχνουν υπέροχες ιστορίες στο χαρτί και να μένουν στο πέρασμα των χρόνων με αυτές;

Μήπως θα έπρεπε – όσοι έχουμε την υπομονή και την ικανότητα να μην ταυτιζόμαστε με το καλλιτεχνικό έργο αλλά να το απολαμβάνουμε ως τέτοιο – να συνεχίσουμε να το μελετάμε λαμβάνοντας υπόψιν τις συνθήκες της εποχής που φτιάχτηκε;

Αναλογιστείτε πόσες ελληνικές ταινίες του παλιού κινηματογράφου περιγράφουν καταστάσεις που σήμερα θεωρούμε αδιανόητες. Πόσα τραγούδια χρησιμοποιούν λέξεις που σήμερα δε θέλουμε να λέμε. Ακόμα και σειρές της δεκαετίας του ’90 ή του 2000 και μοιάζουν να έγιναν σε έναν άλλον πλανήτη. Δεν ακυρώνουμε λοιπόν την ιστορία μας, δεν ακυρώνουμε το χθες για να μπορούμε πιο εύκολα να διορθώσουμε το σήμερα.

Συγγραφέας, κριτικός λογοτεχνίας και θεάτρου, δημοσιογράφος και ανταποκριτής στις μάχες του Εμφυλίου, αδόκιμος σκηνοθέτης μίας και μοναδικής ταινίας, ακόμη και υποψήφιος βουλευτής, ο – κατά πολλούς συντηρητικός – Μ. Καραγάτσης αφουγκράστηκε την εποχή του και έγραψε γι’ αυτήν αφήνοντας το δικό του αποτύπωμα στα ελληνικά γράμματα. Κατηγορήθηκε από πολλούς  κριτικούς λογοτεχνίας πως επειδή τα έργα του έγιναν ταινίες και σειρές, κατάφερε να μείνει διαχρονικός ενώ δεν ήταν τόσο ικανός όσο άλλοι συγγραφείς που μπορεί να μην είχαν την τύχη αυτή. Ωστόσο μιλάμε για έναν ικανό συγγραφέα που άφησε τη δική του ιστορία. Αυτοί που θα συνεχίσουν να τον διαβάζουν – γιατί είμαι σίγουρος πως ο Καραγάτσης και κάθε συγγραφέας αυτού του μεγέθους δεν έχουν να «φοβούνται» κάθε λογής ακύρωση – θα πρέπει να αντιληφθούν τον χρόνο που έζησε και πώς. Κάπως έτσι άλλωστε θα μάθουμε πια να διαβάζουμε όλοι μας τα επόμενα χρόνια όπως φαίνεται. Στην εποχή της πληροφορίας, αυτή θα είναι που θα καθορίζει και τα αναγνώσματα μας πλέον.

Όπως και να ‘χει πάντως, το να γεμίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με Καραγάτση παρά με στάρλετ της τηλεόρασης είναι μία ξεκούραστη συνθήκη και ναι, προτιμώ αν είναι για κάτι να μαλώνουμε να είναι για τον Καραγάτση, παρά για το αν είναι ωραίο ή όχι το τραγούδι μας στην Eurovision.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα