Η λογοτεχνία στο πανεπιστήμιο: Ένα συναρπαστικό ανάγνωσμα
Η Νόρα Αναγνώστου γράφει για το βιβλίο της Βενετίας Αποστολίδου
Λέξεις: Νόρα Αναγνώστου
Για το βιβλίο της Βενετίας Αποστολίδου (Η λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο. Η συγκρότηση της επιστήμης της Νεοελληνικής Φιλολογίας (1942-1982) έχουν ήδη δημοσιευτεί παρουσιάσεις και κριτικές από ειδικούς επιστήμονες, οι οποίες όλες ένθερμα το υποδέχονται ως έργο χρήσιμο και πολύμοχθο, διαφωτιστικό και ανακαλυπτικό, το οποίο με ιστορική και επιστημονική επάρκεια πετυχαίνει τον στόχο του: την ολοκληρωμένη σκιαγράφηση της συγκρότησης της Νεοελληνικής φιλολογίας ως επιστήμης.
Εγώ, πέρα από την επιστημονική αποτίμησή του, η οποία προτείνεται από ειδικότερους/ες εμού, θα υποστήριζα ότι είναι ένα εκ των ων ουκ άνευ ανάγνωσμα για κάθε φιλόλογο, αλλά και για κάθε χρήστη της λογοτεχνίας, δημιουργό ή αναγνώστη, ίσως και για κάθε επιστήμονα. Γιατί, επιχειρώντας να μεταφέρω στο προκείμενο τη φράση του Φλωμπέρ ότι «η άγνοια για την ιστορία μάς κάνει να μιλάμε άσχημα για τη δική μας εποχή», θα έλεγα ότι η άγνοια για την ιστορία της επιστήμης που μελετά τη νεοελληνική λογοτεχνία μπορεί να μας κάνει όχι μόνο άσχημα να την μεταχειριζόμαστε ως επιστήμη στο παρόν, αλλά και να μην απολαμβάνουμε, όσο όμορφα γίνεται, την προσφορά τόσο της νεοελληνικής φιλολογίας, όσο και της λογοτεχνίας. Προσωπικά, έμαθα κι έμαθα απ’ αυτό το βιβλίο.
Ως ανάγνωσμα είναι συναρπαστικό, γιατί, παρότι είναι, ή ίσως ακριβώς επειδή είναι ιστοριογραφικά επιστημονικό κείμενο, είναι ταυτόχρονα μυθιστορηματικό. Όσο μυθιστορηματική είναι πάντα η διαπάλη των ιδεών, ιδιαίτερα όταν πηγάζει από μόχθο επιστημονικό. Όσο μυθιστορηματική ήταν η συγκρότηση της επιστήμης της Νεοελληνικής φιλολογίας στη χώρα μας: μια επιστήμη που εξαρχής αμφισβητήθηκε, πάσχισε να αναπνεύσει , να ορθώσει ανάστημα και μεθοδολογία κάτω από τη βαριά σκιά της κλασικής φιλολογίας, να οριοθετηθεί σε σχέση με τη βυζαντινή φιλολογία και τη νεώτερη ιστορία· μια επιστήμη που έφερε τον εγγενή διχασμό του γλωσσικού ζητήματος· που όταν κατάφερε να ανδρωθεί, αποδεκατίστηκε από τη δικτατορία, για να αναλάβει ξανά. Και η αφήγηση της Β. Αποστολίδου είναι συναρπαστική, γιατί είναι νηφάλια, ενδελεχής, συγκριτική και συνδυαστική, τεκμηριωμένη ακόμη και με στοιχεία (όπως καταγραφές στα πρακτικά συνεδριάσεων των σχολών) τα οποία πρώτη φορά έρχονται στο φως.
Ως ανάγνωσμα είναι επίσης συναρπαστικό, γιατί είναι ανθρωποκεντρικό. Είναι γνωστό ότι τη νεοελληνική φιλολογία την έχουν υπηρετήσει θρυλικές μορφές επιστημόνων. Και την έχουν επηρεάσει εξίσου θρυλικές μορφές διανοητών και ποιητών. Αλλά δεν είναι εξίσου γνωστή η επιστημονική τους πορεία, το ιδιοσυγκρασιακό της στίγμα, οι μετατοπίσεις και οι αντιφάσεις τους, οι αλληλεπιδράσεις τους, οι περιπέτειες της εμπλοκής τους με τους πανεπιστημιακούς θεσμούς, το είδος και το μέγεθος της συμβολής τους, οι προσωπικές και πολιτικές τους περιπέτειες, στον βαθμό που συνδέονταν με την επιστημονική τους πορεία. Δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να αναφέρω τα ονόματα: Βέης, Αποστολάκης, Συκουτρής, Δημαράς, Παλαμάς, Σεφέρης, Ζώρας, Πολίτης, Αγγέλου, Μουλάς, Καρατζάς, Σαχίνης, Μαρωνίτης, Μουλλάς, Σκουβαράς, Μητσάκης, Μαστροδημήτρης. Περιορίστηκα στα ονόματα που ουσιαστικά συνιστούν τους τίτλους των κεφαλαίων του πρώτου και του δεύτερου μέρους του βιβλίου και σε κάνουν να μην μπορείς να περιμένεις, να παραβιάζεις τη σειρά και να τρέχεις από κεφάλαιο σε παρακάτω κεφάλαιο και πάλι πίσω και να συγκινείσαι, λόγου χάρη, με τη μοναχική πορεία του Συκουτρή ακούγοντας ταυτόχρονα στ’ αυτιά σου τη βραχνή φωνή του Μαρωνίτη. Αλλά βέβαια δεν είναι μόνον αυτά τα ονόματα, είναι κι άλλα, είναι όλα, παλαιότερα και νεώτερα.
Όταν έκλεισα το βιβλίο, απ’ όλα όσα διάβασα, έτσι αυθαίρετα, έμεινε να επανέρχεται επίμονα στον νου μου η μελαχρινή, σεμνή εικόνα της Ελένης Παχίνη- Τσαντσάνογλου, να περιμένει το ασανσέρ στο ισόγειο της Φιλοσοφικής, με την αλογοουρά της και τα ίσια πάνινα παπούτσια της, αλλά μ’ ένα φωτοστέφανο τώρα, τον έπαινο του Μαρωνίτη (που δεν γνώριζα) για τη διατριβή της: «πραγματικά άριστη, με την προϋπόθεση ότι στην περίπτωσή της εξαντλείται ο υπερθετικός βαθμός του επιθέτου της».
Η προσωπική μου επίγευση από το βιβλίο είναι ότι η νεοελληνική λογοτεχνία ευτύχησε, στο μελετώμενο χρονικό άνυσμα, να μελετηθεί με τρόπο που της άξιζε και άξια την ανέδειξε. Για το συμπέρασμα αυτό με έπεισε το βιβλίο της Β. Αποστολίδου. Η σκυτάλη, στους νεώτερους. Και το βιβλίο αυτό θα μπορούσε να λειτουργεί εν είδει σκυτάλης.
*Η Νόρα Αναγνώστου είναι φιλόλογος. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.