κι-αφού-δεν-µου-έμεινε-ζωή-τώρα-έχω-µόν-1085170

Βιβλίο

Κι αφού δεν µου έμεινε ζωή, τώρα έχω µόνο την ιστορία της

Ο Πυθαγόρας Ελευθεριάδης μας μιλάει για το νέο του βιβλίο «Ήμουν έντεκα όταν πέθανα» που υπόσχεται να σε συγκινήσει και να σε κρατήσει μέχρι την τελευταία του λέξη

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Αν µπορούσες να ζήσεις ξανά και ξανά, έχοντας το ίδιο όνοµα, την ίδια καρδιά, το ίδιο σώµα, θα επέλεγες να ήσουν εσύ; Θα αγαπούσες ξανά µε τον ίδιο τρόπο, τους ίδιους ανθρώπους;

Ο Πυθαγόρας Ελευθεριάδης έρχεται να μας συγκινήσει, να μας προβληματίσει, να μας «ταρακουνήσει» για θέματα που η κοινωνία τα βιώνει στην καθημερινότητα της, αλλά αρνείται να τα «αγγίξει», να μιλήσει ανοιχτά γι’ αυτά.

Οι αναγνώστες της parallaxi σίγουρα θα θυμάστε το όνομα του νεαρού ταλαντούχου συγγραφέα καθώς στο παρελθόν τον έχουμε φιλοξενήσει τόσο με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Να Σκέφτεσαι, Να Αισθάνεσαι, Να Ακούς;» που περιλάμβανε σταχυολογημένα άρθρα από το blog ποικίλης ύλης «Πυθαγόρειο Θεώρημα», όσο και για το βιβλίο του «Τι θυμάσαι από το θάνατο σου;» των εκδόσεων «ΠΗΓΗ».

Τώρα, μας παρουσιάζεται ξανά με το νέο του «παιδί» το «Ήμουν έντεκα όταν πέθανα» και πάλι των εκδόσεων «ΠΗΓΗ».

Για όσους τον γνωρίζουν πρώτη φορά, ο Πυθαγόρας Κωνσταντίνος Ελευθεριάδης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1993. Ως έφηβος ασχολήθηκε με τον στίβο και το βόλεϊ. Ανέκαθεν λάτρευε να διαβάζει βιβλία και να γράφει τις δικές του ιστορίες που τις κρατούσε στα παιδικά του ράφια. Αποφοίτησε από το τμήμα Φιλολογίας του ΑΠΘ ενώ έκανε την πρακτική του στη Γαλλία. Ταυτόχρονα ασχολήθηκε με τον τομέα της ψυχολογίας (φοίτηση στην Ακαδημία Πολιτών, στο τμήμα Ψυχολογίας στα Ιωάννινα). Εργάζεται ως φιλόλογος και συνεργάζεται με διάφορους εκδοτικούς οίκους, γράφοντας την κριτική του στα social media. Παράλληλα, διατηρεί το δικό του κανάλι στο YouTube.

Ξεκινήσαμε μαζί του την κουβέντα, όπως ακριβώς και εκείνη που κάναμε πριν από 3 χρόνια. Πόσο λοιπόν έχει αλλάξει ο Πυθαγόρας από το «Να Σκέφτεσαι, Να Αισθάνεσαι, Να Ακούς;» και πόσο από το «Τι θυμάσαι από το θάνατό σου;».

«Πολύ. Πάρα πολύ. Νομίζω η ψυχοθεραπεία, ένας χωρισμός, η μετακόμιση μου στο Λονδίνο αλλά και οι ίδιες οι εμπειρίες της ζωής μ’έκαναν να είμαι λιγότερο δραματικός, περισσότερο αισιόδοξος και αθεράπευτα ρομαντικός».

Τι να περιμένει λοιπόν να διαβάσει κανείς παίρνοντας στα χέρια του το νέο του βιβλίο και ποιοι ήταν οι λόγοι που τον οδήγησαν στο να καταγράψει τη συγκεκριμένη ιστορία στις σελίδες του;

«Νομίζω να περιμένει μία ιστορία αγνή, μέσα από τη ματιά ενός κοριτσιού. Στην ιστορία αυτή περιγράφονται δίπολα. Αγάπης και μίσους. τρυφέροτητας και βίας. Φιλίας και προδοσίας. Ελπίδας κι απογοήτευσης. Ζωής και θανάτου. Ήθελα να γράψω για την τεκνοθεσία, για τον ρατσισμό και την παιδική φιλία γιατί μου έλειπε (κυρίως το πρώτο θέμα) από βιβλία κοινωνικά που συνηθίζω να διαβάζω. Εύχομαι στο τέλος, όταν κλείσετε το βιβλίο, να θελήσετε να την πάρετε μία αγκαλιά και να μείνετε με την απορία που έμεινα κι εγώ όταν το ολοκλήρωσα: Ποιος τελικά απ’όλους τους χαρακτήρες είναι ένοχος και ποιος αθώος;»

Ο «θάνατος» κυριαρχεί ξανά στον τίτλο του βιβλίου του, ο ίδιος εξηγεί:

«Αποτελεί μία συνέχεια. Όχι της προηγούμενης ιστορίας αλλά του προηγούμενου μοτίβου. Μία φωνή δηλαδή από το απόλυτο σκοτάδι δίνει τη δυνατότητα στην εντεκάχρονη Σοφία να επιστρέψει στη ζωή της, να αλλάξει μία στιγμή, μία απόφαση με αποτέλεσμα να επηρεάσει τις ζωές των ανθρώπων που βρίσκονταν τότε γύρω της. Η ίδια όμως θα επέστρεφε ξανά στον θάνατο. Νομίζω πως το θέμα του θανάτου, της ματαιότητας και της δεύτερης ευκαιρίας με απασχολεί πολύ. Του υπαρξισμού αν μπορώ να το θέσω κι έτσι. Η ιστορία αυτή θα εντασσόταν μαζί με το «Τι θυμάσαι απ’τον θάνατό σου;» σ’ένα βιβλίο αλλά τελικά αποφάσισα να χωρίσω τις ιστορίες σε δύο βιβλία. Το σίγουρο είναι πως το μοτίβο αυτό ολοκληρώνεται στο δεύτερο βιβλίο. Δε θα υπάρξει τρίτο».

Πρέπει να έχει διαβάσει κάποιος το «Τι θυμάσαι από το θάνατό σου;» για να διαβάσει τώρα το «Ήμουν έντεκα όταν πέθανα» ή μιλάμε για δύο τελείως διαφορετικά βιβλία;

«Νομίζω πως θα ήταν καλό καθώς τρεις χαρακτήρες από το πρώτο επιστρέφουν στο δεύτερο. Ωστόσο έχει γραφεί με τέτοιο τρόπο που διαβάζεται ως αυτοτελές και βγάζει νόημα».

Ολοκληρώνοντας κάποιος το βιβλίο τι συναισθήματα θα ήθελες να έχει; Τι θα πρέπει να του μείνει;

«Η διείσδυση στην παιδική ψυχή κι αθωότητα. Η ετοιμότητα και η στηλίτευση κάθε είδους βίας, η εκτίμηση ίσως όσων ήδη έχει στη ζωή του/ης ο αναγνώστης/τρια αλλά και η ελπίδα πως ακόμη και στις πιο σκοτεινές ιστορίες μπορεί πάντα να βρεθεί μία τρύπα για να διεισδύσει το φως».

Σε μια εποχή που είμαστε μονίμως κολλημένοι σε μια οθόνη, πώς είναι να βλέπεις το δημιούργημά σου να τυπώνεται, να το ξεφυλλίζεις, να μυρίζεις τη μυρωδιά του χαρτιού.

«Είναι μία μοναδική εμπειρία. Σαν όλα αυτά τα δύο χρόνια που το έγραφα, οι σκέψεις, τα συναισθήματά μου, η φαντασία μου να γίνονται ένα και να αποτυπώνονται σε λέξεις και χαρτί. Ναι είμαστε κολλημένοι, συχνά, σε μία οθόνη τα τελευταία χρόνια. Αλλά από πάντα ήμασταν εξαρτημένοι από το συναίσθημα. Και τα βιβλία πάντα προκαλούν έντονα συναισθήματα».

Με τον ίδιο να είναι αρκετά δραστήριο στο χώρο των social media, δε θα μπορούσαμε να μην τον ρωτήσουμε για το τι μηνύματα λαμβάνει από τα μηνύματα που του στέλνουν τόσο για τα δικά του βιβλία, όσο και για τις προτάσεις που κάνει. Τελικά, οι Έλληνες διαβάζουν βιβλία;

«Δεν θεωρώ ότι το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα είναι πολύ μεγάλο. Κυρίως γιατί κανείς στο σχολείο δεν μας έμαθε να αγαπάμε τη λογοτεχνία, παρά μόνο να την αποστηθίζουμε. Ωστόσο τα άτομα που με ακολουθούν, με ακολουθούν ακριβώς γι’αυτόν τον λόγο. Γιατί αγαπούν τα βιβλία. Ακόμη ελπίζω πως το αναγνωστικό κοινό θα αυξηθεί. Ίσως επειδή υπάρχει μία ροπή προς το παρελθόν. Προς το αληθινό που βρίσκεται έξω από την οθόνη».

Και αφού λοιπόν ευχόμαστε στον Πυθαγόρα να είναι «καλοτάξιδο» και το νέο του βιβλίο, του ζητήσαμε να μας πει τις σκέψεις του για το μέλλον.

«Έχω πολλές ιδέες. Οι οποίες σταδιακά ωριμάζουν μέσα μου. Σαν κομμάτια του παζλ που χρειάζονται χρόνο για να ενωθούν σωστά. Θέλω να απολαύσω την έκδοση του δεύτερου μου βιβλίου και να διαβάσω τις κριτικές. Θέλω πολύ να αλλάξω καριέρα στην Αγγλία και να δουλέψω στον τομέα του βιβλίου, όπως ήδη ξεκίνησα να κάνω δουλεύοντας στην αλυσίδα Waterstones. Αφού τακτοποιήσω, λοιπόν, τα της δουλειάς, ίσως μπορώ να ξεκινήσω το επόμενο βιβλίο. Για τώρα όμως θέλω να ζήσω τόσο όμορφα που στην επόμενη μας συνέντευξη, στο μέλλον, στο επόμενο βιβλίο, να σου πω πόσο ευτυχισμένος κι ερωτευμένος είμαι. Πρώτα με τη ζωή, μετά με τη λογοτεχνία και τέλος με το δικό μου μοναδικό άτομο».

Ήμουν έντεκα όταν πέθανα

Δεν ξέρω αν µου λείπει η ζωή µου. ∆εν είχα και καµία ευτυχισµένη ζωή, βέβαια. Αλλά ήθελα να έχω γονείς. Σαν όλα τα άλλα κορίτσια. Κι ας µην ήµουν σαν αυτά. Ποτέ δεν µοιάζαµε. Ίσως επειδή κανένα τους δεν σκότωσε τη µαµά του, όπως έκανα εγώ.

Τα παιδιά δεν πρέπει να πεθαίνουν. Ειδικά µε τον τρόπο που σκοτώθηκα εγώ. Τα παιδιά πρέπει να γελάνε, να ζεσταίνονται από σφιχτές αγκαλιές, να τρώνε παγωτό, να διαβάζουν βιβλία και να τα ζουν. Όπως διάβαζα κι εγώ τότε. Κι ας µην τα έζησα. Κι αφού δεν µου έµεινε ζωή, τώρα έχω µόνο την ιστορία της.

Αν µπορούσες να ζήσεις ξανά και ξανά, έχοντας το ίδιο όνοµα, την ίδια καρδιά, το ίδιο σώµα, θα επέλεγες να ήσουν εσύ; Θα αγαπούσες ξανά µε τον ίδιο τρόπο, τους ίδιους ανθρώπους;

Ένα συγκινητικό βιβλίο γεμάτο ανατροπές!

Συγγραφέας: Πυθαγόρας Κ. Ελευθεριάδης

Σελίδες: 486

Εκδοτικός Οίκος: Εκδόσεις Πηγή

Γνωρίστε και «ακολουθήστε» τον Πυθαγόρα Ελευθεριάδη:

Facebook: Πυθαγόρειο Θεώρημα – Ελευθεριάδης Πυθαγόρας

Instagram: pythagoreio_theorima

YouTube: Πυθαγόρειο Θεώρημα

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα