Σάκης Σερέφας: «Η ζωή είναι μια μεγάλη σάγκα επινοημένης μυθοπλασίας των αναμνήσεών μας»

Ο αγαπημένος συγγραφέας μιλά στην Parallaxi με αφορμή το νέο του βιβλίο «Πέτα το στη θάλασσα»

Χάρης Δημαράς
σάκης-σερέφας-η-ζωή-είναι-μια-μεγάλη-σ-1396565
Χάρης Δημαράς

Ένα βιβλίο είναι πάντα η καλύτερη αφορμή για συζήτηση.

Το «Πέτα το στη θάλασσα» του Σάκη Σερέφα από τις εκδόσεις Μεταίχμιο ήταν, πράγματι, ο λόγος που βρεθήκαμε με το συγγραφέα, στην προκυμαία του Λευκού Πύργου, για να «ξαναζήσουμε» μαζί εκείνες τις στιγμές μιας αποτρόπαιας παιδοκτονίας που συνέβη σε εκείνο ακριβώς το σημείο πριν από 62 χρόνια.

Το ζήσαμε με το δικό μας τρόπο. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, μέσα από την αφήγηση, μέσα από συγχρονίες εκείνης της περιόδου, μέσα από γεγονότα που συνετέλεσαν στο έγκλημα κι άλλα, που αν συνέβαιναν, ίσως να το είχαν αποτρέψει.

Μια μορφή… inception, το όνειρο μέσα στο όνειρο και μια πραγματικότητα που πέρασε στη λήθη, αλλά όταν την ανακαλείς από τη μνήμη σου, είναι σαν να την ξαναπλάθεις.

Μια ιστορία που ανήκει σε αυτόν που την αφηγείται τελευταίος και μια κουβέντα που άγγιξε φιλοσοφικά, υπαρξιακά και ψυχολογικά ζητήματα, τα οποία αφορούν όλους μας: Σκηνοθέτες, πρωταγωνιστές και κομπάρσους.

Βίντεο: Αστέρης Καρατζάς

-Αλήθεια, τι εννοείς με τη φράση που γράφεις ‘μια ιστορία ανήκει σε αυτόν που την αφηγείται τελευταίος’;

«Ότι εδώ, παρόλο που ξεκινάω και βασίζομαι σε πολύ μεγάλο μέρος από πραγματικά γεγονότα, τεκμηριωμένα, δεν παύει να είναι ένα μυθιστόρημα. Γι’ αυτό και ο υπότιτλος αναφέρει ότι είναι μια αληθινή μυθιστορία. Άρα υπάρχει το στοιχείο του μύθου με την έννοια της κατασκευής κάποιων γεγονότων που συνδέουν τα γεγονότα της αληθινής ιστορίας και φτιάχνουν μια ενιαία ιστορία.

Δεν μπορεί δηλαδή να το διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο σαν ρεπορτάζ. Οι μάρτυρες τους οποίους βάζω, για παράδειγμα, τα πρόσωπα, που το καθένα από τη μεριά του αφηγείται ένα κομμάτι της ιστορίας που γνώρισε και είδε μέσα από το δικό του βλέμμα, είτε πρόκειται για την υπάλληλο του νοσοκομείου, είτε για τον εργάτη τον ψαρά στην παραλία που μιλάει για το πώς είδε την γυναίκα, για την δεσμοφύλακα που περιγράφει πώς είδε την γυναίκα στην φυλακή, όλα αυτά, είναι επινοημένα.

Δεν έχουμε τέτοιου είδους μαρτυρίες. Αυτό, λοιπόν, είναι ένα μυθοπλαστικό κομμάτι, γιατί αλλιώς το βιβλίο, αν έμενα στην περιγραφή του γεγονότος, θα ήταν ένα άρθρο τριών σελίδων».

-Μπερδεύοντας τα στοιχεία του μύθου και των πραγματικών γεγονότων, τι φοβάσαι πιο πολύ; Ότι μπορεί να αδυνατίσουν τα πραγματικά γεγονότα, ή ότι τα τελευταία μπορεί να χαλάσουν ένα καλό σενάριο;

«Ένας συγγραφέας ακολουθεί τον χρυσό κανόνα που λέει ‘πότε μην αφήνεις την αλήθεια να χαλάσει μια καλή ιστορία’. Στην επινοημένη λογοτεχνία παίρνεις τα υλικά που σου χρειάζονται από την πραγματικότητα και πάνω σε αυτά χτίζεις τη δική σου ιστορία, πάνω σε ένα γεγονός. Άρα, λοιπόν, αυτό που με ενδιέφερε ήταν να ενοποιήσω, όπως έγινε και με το ‘Θα γίνω ντιζέζ’, τα πραγματικά γεγονότα με την μυθολογημένη εκδοχή, από εμένα μυθολογημένη, αυτής της ιστορίας για να προκύψει ένα ενιαίο σώμα. Αλλά χωρίς να προδώσω τα γεγονότα. Ο πυρήνας, δηλαδή, της ιστορίας είναι αληθινός».

-Σε κάθε μικρό κεφάλαιο μπορεί να αλλάξει ο αφηγητής, μπορεί να αλλάξει το σκηνικό, μπορεί να φτάσουμε από το 2022 πίσω στο 1963 και να ξανά πίσω. Είναι μια μέθοδος που σε αντιπροσωπεύει;

«Είναι ένα σχετικό μέγεθος ο χρόνος. Δηλαδή το τι θεωρεί κανείς παλιό, ή πρόσφατο στη ζωή του, ή στη γενικότερη ιστορία. Για μένα, αυτό είναι μία ιστορία που υπάρχει ακόμα. Γι’ αυτό και στο κομμάτι της ίδρυσης του φανταστικού Μουσείου που θα αναπαριστούσε την δεκαετία του ΄60, η αρνητική απάντηση που δίνει το Δημοτικό Συμβούλιο είναι ότι δεν μπορεί να στηθεί ένα μουσείο για κάτι το οποίο είναι ακόμα παρόν. Αυτή είναι, σε μία φράση, η απάντηση του Δήμου που ουσιαστικά είναι και η δική μου θέση. Κάθε φορά που περνώ από την παραλία αυτό το γεγονός είναι παρόν».

Σερέφας
Τα σκαλάκια του Λευκού Πύργου όπου συνέβη το συνταρακτικό γεγονός

-Πώς σκέφτηκες κάτι χιουμοριστικό, μέσα σε ένα τόσο τραγικό γεγονός; Μήπως γιατί μέσα στην τραγικότητα όντως υπάρχουν στοιχεία κωμικά, ή και το αντίστροφο;

«Τα μεγαλύτερα γέλια τα ρίχνει κανείς στο τραπέζι μετά την κηδεία. Φωτίζεται κατά την γνώμη μου πολύ καλύτερα ένα δράμα όπως αυτό, όταν καταλάβουμε ότι οι άνθρωποι που το ζούσαν ή που περιφέρονται γύρω από αυτό, ήταν άνθρωποι που είχαν και την χιουμοριστική τους πλευρά. Δεν ήθελα να κάνω ένα μελόδραμα που να είναι αχ και βαχ, αλλά να το υπονομεύσω σε κάποια σημεία, με τον τρόπο, με την αφήγηση, με το ύφος, την βαρύτητα αυτού του θέματος, ώστε να ξαναβουτάει ο αναγνώστης στη μαυρίλα και να του φαίνεται πιο μαύρη, όπως όταν κοιτάς έντονα τον ήλιο και μετά αν μπεις απότομα σε ένα σκοτεινό δωμάτιο σου φαίνεται πιο σκοτεινό, εάν τα μάτια σου είχαν συνηθίσει στο σκοτάδι. Μ’ αρέσει αυτό το κοντράστ, η εναλλαγή». 

-Μου έκανε εντύπωση και η ιστορία της Κατερίνας, που το 2022 κάνει τη βόλτα της στο σημείο και θυμάται τα παιδικά της χρόνια λέγοντας: «Ποιος θα θυμάται τις αναμνήσεις μου; Εκείνο το καραμελωμένο μήλο που μου πήρε η μαμά μου;». Ωραία εικόνα, πολύ δυνατή σύλληψη.

«Κινούμαστε μέσα σε σκηνικά σκοτεινά. Μέσα στην πόλη. Σε δημόσιους και κοινόχρηστους χώρους και δεν αντιλαμβανόμαστε με τι έχουν συνδεθεί. Ένα παιδάκι λοιπόν εκείνη την εποχή κάνει την βόλτα του στην παραλία, από τότε ακόμα που γινόταν μια επέκταση και βλέπει μια μέδουσα. Και της πετάει ένα καπάκι από το ταμ-ταμ που έπινε. Αυτή η μέδουσα όμως πριν λίγες μέρες έχει αγγίξει το πτωματάκι του παιδιού. Η μικρή Κατερίνα δεν το ξέρει αυτό. Μα και τώρα που μεγάλωσε δεν το ξέρει. Και αναπολεί τα παιδικά της χρόνια.

Και λέει: Εμένα ποιος θα με θυμάται; Και δεν αντιλαμβάνεται ότι ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και με το Γιαννάκη που πετάχτηκε στη θάλασσα. Κανείς δεν το θυμάται σήμερα. Και έρχεται αυτή η ιστορία να τον ξαναβγάλει στην επιφάνεια όπως βγήκε στην επιφάνεια όταν το πέταξε η μητέρα του. Στην επιφάνεια της μνήμης όμως αυτήν την φορά. Το βύθισμα που είχε μέσα στη θάλασσα όταν το πέταξε ήταν η λήθη. Τώρα αναδύεται και γίνεται μνήμη με το βιβλίο.

Σκεφτόμουν τις προάλλες ότι εάν αυτή η μητέρα ζει ακόμη είναι γύρω στα 90 της χρόνια. Μπορεί να ζει εδώ. Να έχει γυρίσει το χωριό της, μπορεί να έχει πεθάνει. Αλλά αν είναι ζωντανή μπορεί να είναι μια γιαγιά που βλέπεις στο δρόμο. Ή που τη βλέπεις να κάθεται σε ένα παράθυρο, σε ένα μπαλκόνι. Σε μια συνοικία της Θεσσαλονίκης. Και δεν σου περνάει το μυαλό οι γιαγιάδες και οι παππούδες που βλέπεις τι παρελθόν μπορεί να έχουν πίσω τους; Ο ένας μπορεί να είναι εγκληματίας. Ο άλλος μπορεί να ήταν ένας πολύ γνωστός άνθρωπος στην εποχή του. Τώρα τον καταπίνει σιγά σιγά η λήθη. Αυτό μου απασχολεί πάρα πολύ το πως η λήθη είναι μια κινούμενη άμμος που χωνεύει μέσα της. Χωνεύει γεγονότα σε μια πόλη, χωνεύει τόπους. Χωνεύει ανθρώπους. Χωνεύεται τα πάντα».

-Αυτό δεν άντεχαν πολλοί βασιλείς και προσλάμβαναν συγγραφείς για να είναι βέβαιοι ότι θα γράψουν κάτι και θα αφήσουν πίσω ως υστεροφημία.

«Αυτή η ματαιόδοξη ανάγκη του ανθρώπου, που ίσως είναι και μεγαλύτερη από τον φόβο του θανάτου. Το τι αφήνω πίσω μου. Ότι θα ξεχαστώ. Το ότι θα πεθάνει κανείς το ξέρει. Είτε είναι βασιλιάς, είτε είναι φτωχαδάκι. Όμως, ενώ το φτωχαδάκι ξέρει ότι θα ξεχαστεί, ο διάσημος στην εποχή του ελπίζει ότι θα μείνει το όνομά του. Και πιστεύω ότι ο μεγαλύτερος τρόμος από αυτούς τους ανθρώπους είναι ότι θα ξεχαστούν».

Δημοσίευμα της εποχής για το αποτρόπαιο έγκλημα

-Ο Γιαννάκης σήμερα αν δεν συνέβαινε αυτό το τραγικό γεγονός θα ήταν σήμερα συνομήλικός σου και μπορεί να πίνατε τώρα καφέ.

«Θα ήταν δύο χρόνια μικρότερός μου και μπορεί να αφηγούταν όλη την ιστορία. Έχω και την υπόθεση μέσα στο βιβλίο ότι τελικά πέφτει ένας ψαράς, σώζει το παιδί, βρίσκει τη μάνα, το υιοθετεί και το παιδάκι αυτό δεν πεθαίνει ποτέ. Ερώτηση: Και ποιος μας λέει ότι από όλους τους ανθρώπους, τους σημερινούς 60άρηδες, δεν κυκλοφορεί και ένα τέτοιο παιδί που να σώθηκε από πνιγμό ή να το μετάνιωσε η μάνα και να μην το έκανε;».

Τα Τέμπη,  η τυχαιότητα και οι  εγκληματικές ευθύνες

-Άρα στη ζωή παίζει μεγάλο ρόλο ο παράγοντας τύχη ή το κάρμα που μπορεί να ονομάζουμε τύχη; Και τι είναι όλο αυτό;

«Αυτό που λες νομίζω ότι ήρθε στη σκέψη μας με το έγκλημα των Τεμπών. Το γεγονός, δηλαδή, ότι πάρα πολλοί άνθρωποι αντιλήφθηκαν ότι θα μπορούσε να είναι το δικό τους παιδί εκεί. Όταν το παιδί σου φεύγει στον πόλεμο, ξέρεις ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες να πάθει κάτι. Όταν παίρνει το τρένο όμως από την πρωτεύουσα για να έρθεις σε μια μεγάλη πόλη στην κύρια γραμμή της σιδηροδρομική και όχι να σκαρφαλώσει στα Ιμαλάια, ο καθένας σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να είμαι εγώ, ότι θα μπορούσε να είναι το παιδί μου και αυτό ήταν το πολύ συγκλονιστικό νομίζω στην κοινή γνώμη.

Και η δεύτερη σκέψη ήταν αν αυτά τα παιδιά είχαν πάρει το προηγούμενο ή το επόμενο δρομολόγιο. Όταν δηλαδή το τυχαίο διεισδύει τόσο πολύ μέσα στην καθημερινότητα και σε τόσο μεγάλη κλίμακα, 57 άτομα, εκεί έρχεται και σε ταρακουνάει αυτή η αίσθηση ότι όλα είναι εφήμερα, όλα είναι θέμα συμπτώσεων χρονικών και τυχαιότητας, πέρα βέβαια από τις εγκληματικές ευθύνες μιας κυβέρνησης που δεν πήρε τα μέτρα που έπρεπε να είχε πάρει.

Το να λες ότι είναι γραφτό να γίνει αυτό, είναι μια εύκολη ερμηνεία που μπορεί να δώσει κανείς. Γιατί δεν μπορεί να ήταν γραφτό να μην υπάρχουν τα μέτρα ασφαλείας στο τρένο. Ο άνθρωπος μερικές φορές θέλει να αυτοπαρηγορηθεί και λέει η μοίρα.

Και αν είναι θρησκευόμενος μπορεί να πει και ότι τον πήρε ο Θεός κοντά του. Οπότε κλείνει ο κύκλος της παρηγορίας την οποία επινοεί για να δώσει μια ερμηνεία σε αυτό το χάος που λέγεται ζωή, το οποίο είναι ένα χάος και εμείς προσπαθούμε με νύχια και με δόντια να το εκλογικέψουμε είτε με τις θρησκείες είτε με άλλους τρόπους».

-Γιατί επιλέγεις αυτά τα συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα στο βιβλίο, τη δολοφονία Λαμπράκη, το ρόλο του αστυνομικού διευθυντή Φρυδά και το σκάνδαλο με τον κουμπάρο του Καραμανλή;

«Για να δώσω το κλίμα της εποχής. Υπάρχει πολιτική διάσταση, δεν μπήκαν τυχαία, αλλά σαν ψηφίδες σε ένα παζλ που στο κέντρο είναι το πνιγμένο βρέφος και γύρω γύρω οι ψηφίδες συμπληρώνουν το σκηνικό. Την ίδια στιγμή που η μάνα πετάει το παιδί, γινόταν το ναυάγιο του Φρέσερ και πνίγονται κι εκείνα τα παιδιά και δεν θα μάθουν ποτέ για το τι έγινε στον Θερμαϊκό, η μάνα ποτέ δεν θα μάθει τι έγινε με το υποβρύχιο.

Όταν συμβαίνει κάτι και το ζούμε, συγχρόνως συμβαίνουν και άλλα πράγματα γύρω μας που δεν καταλαβαίνουμε πώς ενώνονται με έναν περίεργο τρόπο με τις δικές μας ζωές. Το πιστεύω πάρα πολύ ότι υπάρχει ένα είδος συνολικής αφήγησης μέσα στο οποίο είμαστε ενταγμένοι σε μια παγκόσμια αφήγηση μιας συμπαντικής αφήγησης, αν και το συμπαντικής ακούγεται λίγο μεταφυσικό.

Κι εμείς παίζουμε ένα ρόλο κομπάρσου, δηλαδή ζούμε σε αυτά τα παρασκήνια που υπάρχουν πίσω από τα μεγάλα γεγονότα. Όταν μας συμβαίνει κάτι πολύ δυνατό στη ζωή μας και γινόμαστε οι κεντρικοί ήρωες, μετατρέπονται οι άλλοι κομπάρσοι στο παρασκήνιο το δικό μας, υπάρχει αυτή η εναλλαγή.

Η βασίλισσα Φρειδερίκη, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στη Θεσσαλονίκη , μερικά μέτρα από το σημείο όπου αργότερα έγινε η δολοφονία

Μου έλεγε ένας σκηνοθέτης που δεν μπορώ να πω το όνομά του, ότι τη στιγμή που έκανε το γύρισμα στην περιοχή της Ροτόντας, σε ένα διαμέρισμα, ακούστηκε απ΄έξω η σειρήνα ενός ασθενοφόρου. Φυσικά, μου λέει, δεν ξέραμε τι είναι αυτό και μάλιστα ενοχληθήκαμε και λίγο γιατί μπήκε αυτός ο ήχος μέσα στο πλάνο. Την επόμενη μέρα έμαθα ότι το ασθενοφόρο αυτό κουβαλούσε το γιο ενός πολύ μεγάλου διάσημου Έλληνα μουσικοσυνθέτη, ο οποίος είχε κάνει απόπειρα αυτοκτονίας. Ο ήχος του ασθενοφόρου καταγράφηκε μέσα στη ταινία. Είναι φοβερό».

-Σαν να υπάρχει λες ένας αόρατος σκηνοθέτης;

«Πολλές φορές κι εμείς είμαστε σκηνοθέτες και είμαστε συγχρόνως και κεντρικοί ήρωες και κομπάρσοι της ιστορίας. Άλλες φορές της μικροϊστορίας της καθημερινότητας και άλλες φορές της μεγαλύτερης ιστορίας. Μόνο που δεν το αντιλαμβανόμαστε».

Η  ζωή ως μια αληθινή  μυθιστορία

-Μήπως πολλές φορές μυθοποιούμε το παρελθόν; Επίσης, μπορώ να καταλάβω το μεγαλείο μιας στιγμής όταν τη ζω ή πρέπει να περάσουν χρόνια για να το συνειδητοποιήσω;

«Για μένα η ζωή είναι στιγμές και έχω μάθει να εκτιμώ τις στιγμές και να μην τις προσπερνώ. Συνεπώς θέλει κανείς να εκπαιδεύσει τον εαυτό του να παίρνει από τη στιγμή αυτό που έχει να του δώσει και να μην μεταθέτει την πιθανή ευτυχία του όπως την αντιλαμβάνεται ο ίδιος, για το μέλλον. Όμως για τις αναμνήσεις που είπες κάτι που έχω ζήσει παλιότερα και το αναφέρω αυτό και στο βιβλίο ‘90 δευτερόλεπτα Οδηγίες ζωής’. Είναι διαπιστωμένο ότι όσο συχνότερα ανακαλούμε μία ανάμνηση στη ζωή μας τη σκηνοθετούμε.

Εμείς νομίζουμε ότι την κάνουμε να παγιώνεται μέσα μας και να μην την ξεχνούμε. Κάθε φορά που ανακαλούμε όμως πράγματα τα σκηνοθετούμε από την αρχή προσθέτουμε ή αφαιρούμε πράγματα. Γι’ αυτό και αν μαζευτούν 10 συμμαθητές του Δημοτικού και αρχίσουν τις αναμνήσεις, εμένα μου έχει συμβεί αυτό και το παρατηρώ με πολλή κέφι να συμβαίνει και δεν μιλώ, αφήνω να ακούγονται οι διάφορες εκδοχές και τις παρατηρώ. ΄Θυμάσαι τότε που είχαμε πάει εκδρομή στην Δευτέρα Δημοτικού; Ο καθένας έχει φτιάξει μία δική του μυθοπλασία γύρω από τη ζωή του και τις αναμνήσεις του.

Ακόμα και η φωτογραφία προδίδει. Νομίζουμε ότι μια φωτογραφία αποτυπώνει και δεν θα το ξεχάσω. Το πώς συνδέεις αυτή τη φωτογραφία, με τι γεγονότα έγιναν μία ώρα πριν και μία ώρα μετά, είναι σχετικό».

Από την ταινία Η Θυσία της μάνας

Άρα μια αληθινή μυθιστορία είναι η ίδια η ζωή…

«Ακριβώς. Οι ζωές μας είναι μια μεγάλη σάγκα, μια μεγάλη αφήγηση επινοημένης μυθοπλασίας μέσα των αναμνήσεών μας και πώς αφηγούμαστε το παρελθόν μας. Είναι σάγκα, είναι έπος. Ένα έπος επινοημένο μέσα από τις αναμνήσεις».

Υπάρχει και αυτό που δεν έζησα, αυτό που δεν τόλμησα να ζήσω. Ένας άνθρωπος που δεν τόλμησα να μιλήσω και φτιάχνω σενάρια. Τι θα γινόταν, αν… Εκεί γινόμαστε οι μεγαλύτεροι παραμυθάδες του εαυτού μας. Ανάλογα με τον ψυχισμό του ο καθένας φτιάχνει ένα σενάριο. Αν μιλούσα στην κοπέλα που είδα στο μπαρ μπορεί να ήμασταν μαζί τώρα, ευτυχισμένοι. Ένας άλλος, με άλλο ψυχισμό μπορεί να πει ευτυχώς τελικά δεν μίλησα σε εκείνη, γιατί μετά από ένα μήνα γνώρισα τη Μαρία και από τότε είμαστε μαζί. Είναι η σάγκα που επινοεί ο καθένας για τον εαυτό του. Έχει ενδιαφέρον αυτό το παιχνίδι.

Κάποτε είχα γνωρίσει μια γλυκύτατη γιαγιά σε έναν ξενώνα, σε ένα ορεινό χωριό. Η γιαγιά διαχειριζόταν τον ξενώνα, αλλά έμενε σε ένα σπιτάκι, στην άκρη του χωριού. Τη ρώτησα λοιπόν: Δε φοβάσαι που μένεις εκεί μόνη σου; Πώς δεν φοβάμαι, λέει. Κάθομαι μόνη μου το βράδυ, στα σκοτεινά και ακούω στο δάσος ήχους, Τον αέρα, τα πατζούρια. Και τι κάνεις τότε; Μου λέει: Φοβάμαι.

Σκεπάζομαι με την κουβέρτα. Και μετά… Το σκέφτομαι έτσι όλο αυτό και στο τέλος νικάω εγώ. Έφτιαχνε ένα σενάριο που στο τέλος νικούσε. Ένας άλλος άνθρωπος μπορεί να πάθαινε πανικό.

Άρα αυτή γλυκύτατη γιαγιά επινοούσε θετικές εκδοχές της πραγματικότητας για να μπορέσει να την ξεπεράσει.

Αυτό μου έγινε μάθημα. Το άκουσα πριν 30 χρόνια και το θυμάμαι ακόμη».

Πώς το φτιάχνει λοιπόν το μυαλό και μια μαμά αφήνει το μωρό στη θάλασσα να πνιγεί;

«Αυτή από το ρεπορτάζ της εφημερίδας είπε ότι άκουσε μια φωνή μέσα της να της λέει: Πέτα το στη θάλασσα… Το μυαλό. Όλοι έχουμε μια μαύρη τρύπα μέσα στο μυαλό μας, την οποία αν δεν μάθει κανείς να τη χειρίζεται μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο να σαλτάρει. Είναι αυτό που λέμε: βγήκα εκτός εαυτού. Να χαλιναγωγήσει το άλογο μέρος του μυαλού. Και στην καθημερινότητα αυτός είναι ο λόγος που γίνονται πολλά εγκλήματα. Δεν είναι όλα προμελετημένα.

Όλοι μας είμαστε υποψήφιοι να την πατήσουμε, ανάλογα με το βαθμό αυτοσυνείδησης μπορούμε να έχουμε. Το βαθμό, δηλαδή, εκείνο που η συνείδηση απευθύνεται στη συνείδηση. Αν το έχει αυτό ένας άνθρωπος, μπορεί να προφυλαχθεί. Και 50 πτυχία να έχεις δε σημαίνει κάτι. Ο Αλτουσέρ έπνιξε τη γυναίκα του με την κοτσίδα της. Πρέπει όχι απλά να μιλάς στην συνείδησή σου, αλλά η συνείδησή σου να σου δίνει data, δεδομένα».

Μαθαίνεται αυτό όμως;

«Εκπαιδεύεις τον εαυτό σου αν μάθεις να βλέπεις τον εαυτό σου απ΄έξω. Είναι πολύ λυτρωτικό. Να πηγαίνεις στον απέναντι τοίχο και να παρακολουθείς τον εαυτό σου, στις δύσκολες στιγμές, να συμμετέχει σε μια σκηνή. Να παρακολουθήσεις τον εαυτό σου σα να παίζεις σινεμά. Ότι υποδύεσαι ένα ρόλο».

*Ο Σάκης  Σερέφας παρουσιάζει το νέο βιβλίο του «Πέτα το στη θάλασσα» την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου στις 19.00 στο βιβλιοπωλείο Κωνσταντινίδης.

   Από τις ιδιόχειρες σημειώσεις του συγγραφέα 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα