Βιβλίο

Tα 6+1 βιβλία που ξεχωρίσαμε για το 2025

Όπως κάθε χρόνο, ο Χρήστος Ωραιόπουλος καταστρώνει με μαθητική πειθαρχία, εμμονική συνέπεια, αλλά και λαχτάρα τη λίστα των βιβλίων που ξεχώρισε για την εκδοτική χρονιά που κλείνει

Χρήστος Ωραιόπουλος
tα-61-βιβλία-που-ξεχωρίσαμε-για-το-2025-1159844
Χρήστος Ωραιόπουλος

Η καταγραφική ανασκόπηση και η ανασκοπική καταγραφή με τη μορφή λίστας της χρονιάς που πέρασε, σε διάφορα πεδία είτε του εσωτερικού/ατομικού μας καταφυγίου είτε της συλλογικής εμπειρίας συνιστά κάτι που εμφανίζεται -και ίσως να αποτελεί- μια αναπόσπαστη τελετουργία, η οποία αν δεν συντελεστεί φτάνουμε σε σημείο να μην βιώνουμε πλήρως αυτή την εγκατάλειψη της παλιάς και τη μετάβαση στη νέα χρονιά.

Όπως κάθε χρόνο, εδώ και έξι χρόνια καταστρώνω με μαθητική πειθαρχία, εμμονική συνέπεια, αλλά και λαχτάρα τη λίστα των βιβλίων που ξεχώρισα για την εκδοτική χρονιά που κλείνει. Δεν ακολούθησα σχεδόν ποτέ κάποια κατηγοριοποίηση ιδιαίτερη παρά μόνο μια πολύ basic με ελληνικά και μεταφρασμένα. Πάντα ο άξονας ήταν μια εντελώς προσωπική επιλογή και αισθητική, καθαρά και μόνο το τι ξεχώρισα.

Φέτος, δεν θα γίνει περίπου αυτό, αλλά και που παρατηρήθηκε στον εκδοτικό χώρο περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά και έχει ένα -όσο να πεις- θετικό αποτύπωμα. Οι περισσότεροι ελληνικοί εκδοτικοί οίκοι φάνηκε να έστρεψαν τον προβολέα τους στην εποχή μας. Υπήρξε, νομίζω, μια καλή σφυγμομέτρηση του επικαιρικού παρόντος ή των στοιχείων που διαμόρφωσαν την μέχρι σήμερα συλλογική μας ταυτότητα. Σαν να συμβάδισαν τα γράμματα με τα γεγονότα, είτε αυτό αφορά το πεδίο του δοκιμίου είτε τη λογοτεχνία.

Και πάμε χωρίς η αρίθμηση να συνιστά προτίμηση:

  1. ΜΠΑΚΑΛ, Γιάννης Κωσταρής, εκδόσεις Αντίποδες, σελ. 128

Όλο και πιο εμφατικά γύρω μας, τα μικρά μαγαζάκια χάνονται. Ξεπηδούν αλυσίδες, πολυκαταστήματα, διαδικτυακές πλατφόρμες με πάμφθηνα αντικείμενα όλων των ειδών, η ταχύτητα αυξάνεται, η επιλογή αφήνεται στην ταχύτητα, την οθόνη και την προώθηση στο TikTok. Χάνουμε τη βραδύτητα την αισθητική. Το ημι-λεύκωμα του Γιάννη Κωσταρή κατά το άλλο του ήμισυ είναι ένα λεύκωμα που αν δεν σταματάει, σίγουρο καθιστά το χρόνο πιο αργό και πιο αντιληπτό, αισθητό. Ιστορίες από ένα παντοπωλείο στη Νότια Χίο, που δείχνουν το θάρρος και το πείσμα να κρατηθεί κάτι που αξίζει όρθιο. Εκεί που το τι θα πουληθεί εξαρτάται από το αν θα έχει σοδιά ή αν θα γεννήσουν ή κότες του παραγωγού ή αν φτάσει εγκαίρως το καράβι. Η ανάγνωση των ιστοριών που συνθέτουν μια συλλογική βιογραφία των καλοκαιρινών μπακάλικων είναι λες και τρυπώνεις παιδάκι στο μπακάλικο του χωριού, ξεχωρίζεις το μωσαϊκό στο πάτωμα, τις ελληνικές ετικέτες στην σάλτσα ντομάτας στα ράφια και την γοητευτική έλλειψη κάποιων προϊόντων, η εξυπηρέτηση του συνειδητού καταναλωτή πάνω από την υπεροποσότητα του ασυνειδήτου και αχόρταστου ματιού της πόλης. Ο παντοπώλης μέσα από τη συναναστροφή, μιλάει, παρατηρεί σχολιάζει την κατρακύλα της καταναλωτικής επικαιρότητας, τους υψηλούς δείκτες των αντηλιακών και τον πόλεμο κατά οτιδήποτε μπορεί να χαρακτηριστεί μικρό «επιχειρηματικά». Ένα βιβλίο που θα ήθελα πολύ να βρίσκω σε κάθε παντοπωλείο ενός νησιού μετά τη θάλασσα και πριν το μεσημεριανό, να πατήσω στο μωσαϊκό, να μυρίσω τη μυρωδιά ενός παλαιότερου απορρυπαντικού, να αρπάξω και ένα παγωτό από το κίτρινο ψυγείο και να το ξεφυλλίσω με την αλμύρα στο δωμάτιο ή πριν έρθει το φαγητό.

  1. Ιθάκη, Αλέξης Τσίπρας, εκδόσεις Gutenberg, σελ. 762

Το εκδοτικό γεγονός της δεκαετίας με βεβαιότητα. Παρά την πολιτική κριτική ή/και διαφωνία που έχει απορροφήσει τόσο ο συγγραφέας του, όσο και η οπτική της παρουσίας των γεγονότων, ο κόσμος επιθυμεί την όποια ανάλυση των κρίσιμων χρόνων της τετραετίας 2015 – 2019. Αυτό φάνηκε και στην απήχηση του ντοκιμαντέρ του AGORA II: Δεσμώτες του Γιώργου Αυγερόπουλου. Οι διαπραγματεύσεις, το παρασκήνιο του δημοψηφίσματος, οι μνημονιακές υποχρεώσεις, η συγκυβέρνηση, όλο αυτό το συμπίλημα πολιτικών γεγονότων σίγουρα έβγαλαν το πολιτικό καρδιογράφημα πέρα από τους συνηθισμένους σφυγμούς και χωρίς αμφιβολία έφεραν μεγαλύτερο μέρος κόσμου πιο κοντά σε πολιτικές διαδικασίες και έννοιες, τόσο με βάση το ποσοτικό κριτήριο, όσο και αναφορικά με το πάθος και την ταύτιση του ψυχολογικού με το πολιτικό. Πολλοί ήταν οι φίλοι που πίστεψαν σε μια μεγάλη αριστερή στροφή κα απογοητεύτηκαν σε τόσο έντονο βαθμό, ώστε να στραφούν και σε ψυχολογική υποστήριξη από τη μεταστροφή της απόφασης του δημοψηφίσματος. Καθώς υπάρχει ένα σχετικό πέρασμα του χρόνου, το να παρουσιάζονται τα γεγονότα αυτά από τον ενορχηστρωτή και ρυθμιστή τους αναμφίβολα έχει ιστορική βαρύτητα και πολιτική σημασία, ίσως και μέλλον.

  1. Γιάννης Μπουτάρης: Η πολιτική αλλιώς, Λεωνίδας Μακρής, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 296

Το 2010 ήμουν δώδεκα χρονών. Το μόνο που θυμάμαι ήτανε ότι εκείνη τη δεύτερη Κυριακή του Νοεμβρίου είχαμε πάει σε ένα συγγενικό σπίτι για να δούμε τα αποτελέσματα των εκλογών για το Δήμο Θεσσαλονίκης, χωρίς καν να είμαστε δημότες. Η ένταση, η ανησυχία, η πόρωση του κόσμου ήταν διάχυτη. Λογικό, αφού το αποτέλεσμα κρίθηκε για λιγότερες από χίλιες ψήφους. Υπήρχε στην πόλη ένα εδραιωμένο κουβεντολόι για τον ανεξάρτητο, τον επιχειρηματία, τον κρασά που αξίζει να χτυπήσει μια βαθιά κομματική υποψηφιότητα, μια βαθιά προηγούμενη κακή, σκανδαλώδη Θεσσαλονίκη. Τότε μόνο αυτό μπορούσα να αντιληφθώ για τον Γιάννη Μπουτάρη.

Η εκλογή και η δίοικηση του κυρ-Γιάννη ταυτίστηκε με τα χρόνια που ξεκινούσε η μετάβαση από την παιδική άγνοια στην κοινωνικοπολιτική ένταξη. Ήταν ευλογία ότι μεγαλώνοντας και πλησιάζοντας την ενηλικίωση γνώρισα τη Θεσσαλονίκη, την πόλη που με τίποτα δεν θα άλλαζε στον κόσμο αυτό ο Μπουτάρης, ως μια πόλη της δικής του δημαρχίας. Με αληθινές συγκρούσεις, πολιτικές τομές και αδιαμφισβήτητη αλλαγή.

Εξαιτίας του γνώρισα τη Θεσσαλονίκη του Εμπράρ, της εβραϊκής της ιστορίας, των καλών της εκδοχών, τη Μητέρα Θεσσαλονίκη του Πεντζίκη, του ζωντανού ΑΠΘ και όχι τη Θεσσαλονίκη των Φαντασμάτων, των Τριών Έψιλον, των εμπρησμών, των μητροπολιτάδων, του Παπαγεωργόπουλου και του Ψωμιάδη.

Είχα την τύχη να γνωρίσω και να εργαστώ στην Parallaxi και να μάθω πολλά για τον κυρ-Γιάννη, τα καλά και τα κακά του. Τα δυο μου μεγάλα σχολεία για την πόλη. Ένας εξηντάρης δημοσιογράφος σε μια τέτοια ιστορία μου είχε πει ότι ο Μπουτάρης ήταν τόσο δεμένος με τη Θεσσαλονίκη και τον κόσμο της, που όταν σχεδόν άγνωστος ακόμα πήγαινε και καθότανε τα βράδια στη μπάρα του Stretto και μιλούσε με μια φοιτήτρια φιλολογίας που δούλευε εκεί και μιλούσαν για διάφορα, για γλωσσολογία, για την πόλη, για τις σπουδές της, χωρίς κανέναν απώτερο σκοπό. Μόνο και μόνο για να της κάνει παρέα στο νυχτοκάματο και να της αφήσει ένα καλό πουρμπουάρ επειδή ήταν νέα και αγωνίστρια.

Στο κρασί, αυτό το αναφαίρετο προσωπικό του στοιχείο του κοσμοπολίτη και ανοιχτόμυαλου χάρισε πέρα από φιάλες και ετικέτες και κάτι πολύ σημαντικό για την ελληνική οινοποιία. Από τη δεκαετία του ’70 ο Μπουτάρης είχα πιάσει μια ιδεά που είδε σε οινοποεία της περιοχής του Ρήνου. Την επισκεψιμότητά τους. Να ανοίξουν, να υποδέχονται κόσμο μέσα ακριβώς στην παραγωγή, να σερβίρουν ποτήρια, εμπειρίες και διασκέδαση μέσα στα βαρέλια και τα αμπελόφυλλα. Πήγε στη Βιέννη και έπιασε τη γραμματέα της οργάνωσης «Δρόμοι του Κρασίου» και μετέπειτα ο ίδιος μαζί με κάποιους δικούς του κατέγραψε και χάραξε το χάρτη των ελληνικών κρασιών και οινοποιείων. Ίδρυσε το 1988 την Ένωση Οινοπαραγωγών Αμπελώνων Μακεδονίας (αργότερα Βορείου Ελλάδος) για το σκοπό αυτό. Κοινώς μας ξεβλάχεψε και εκεί, όταν οινοποιεία άλλων χωρών δεν ξέρανε τι βγάζανε και πόση τουριστική επισκεψιμότητα προσφέραν και κερδίζανε.

Ο Λεωνίδας Μακρής επί χρόνια ειδικός σύμβουλος του Γιάννη Μπουτάρη σε θέματα πολιτικής στρατηγικής και διοικητικής μεταρρύθμισης χαρίζει το συμπυκνωμένο ενδεχόμενο μιας άλλης πολιτικής που ερείδεται στη δημιουργικότητα, τη φαντασία και τις απαλλαγμένες από την όποια εξάρτηση αποφάσεις.

  1. Η Φωλιά, Γιώργος Ψωμιάδης, εκδόσεις Κίχλη, σελ. 96

Διαβάζω χρόνια τον Γιώργο. Θέματα και κείμενά του στον ηλεκτρονικό και τον έντυπο Τύπο. Νομίζω ότι φύλαγε και επεξεργαζόταν καιρό τη συλλογή των έξι διηγημάτων του. Ο Γιώργος πιάνει πλήρως την εποχή του και από τις καθημερινές της κατάντιες που βλέπουμε να σημειώνονται αντλεί τις αφορμές ή τα σκηνικά που ξεδιπλώνονται οι σύγχρονοι ήρωές του, που είναι παιδιά της εποχής του. Η οικιστική κρίση δημιουργεί ένα σεναριακό ενδεχομένου ενός τεράστιου μοτέλ συμβίωσης. Οι εργασιακές σχέσεις και η εκμετάλλευση παγιδεύουν και εγκλωβίζουν. Διαδικτυακοί έρωτες ξεπηδούν και ανατρέπουν τις ζωές των συμμετεχόντων. Η πάντα διαχρονική σχέση πατέρα και γιου, όπως ξεδιπλώνεται σε μια διαδρομή προς ένα νησί του Αργοσαρωνικού. Η φωλιά αποτελείται από έξι διηγήματα λιτής γραφής που εκ πρώτης δεν μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά εν τέλει φτάνουν να συνθέτουν ένα μοτίβο συνεκτικό, καθώς κοινό ζουμί τους είναι επίκαιρες συλλογικές καταστάσεις και προβλήματα, εντός των οποίων ξετυλίγονται οι ιδιωματισμοί του κάθε ήρωα που δίνουν την τροπή, τον παλμό και την ένταση.

  1. Social Media: Η ελευθερία να μιλάς χωρίς να ακούγεσαι, Κωνσταντίνος Πουλής, εκδόσεις Gutenberg, σελ. 296

Μια ελευθερία που ενώ εμφανίζεται στο μέγιστο βαθμό της δεν πραγματώνει εν τέλει το σκοπό του δικαιώματός της. Ή μήπως εξυπηρετεί έναν άλλο σκοπό. Η μελέτη του Πουλή νομίζω είναι ακριβώς ό,τι πολλές φορές σκεφτόμαστε και κάνουμε με εμφανείς δεύτερες σκέψεις. Η κοινωνία και η εποχή της πληροφορίας και της πληροφόρησης, η δυνατότητα του να πας και να γράψεις ό,τι θέλεις όπου θέλεις ενώ γεννά την εντύπωση ότι βρίσκεται σε μια κορύφωση μέσω του διαδικτύου έχει μάλλον καταλήξει κενό γράμμα. Δεν ανοίγουμε να διαβάσουμε το άρθρο, αρκούμαστε σε έναν επιφανειακό τίτλο για να ξέρουμε τι συμβαίνει. Οι φεϊσμπουκικοί τοίχοι διαμορφώνονται ανάλογα με τον κοινωνικό μας κύκλο και εν τέλει αυτά που θέλουμε να βλέπουμε και από τους ανθρώπους που εντάσσομαι ασυνείδητα στην κοινωνικοπολιτική μας γυάλα. Γενικώς, πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον ζήτημα και συγκεκριμένα για την αδυναμία των θεσμικών παροχών να παράξουν τα ουσιαστικά τους αποτελέσματα. Προβλεπόμενες ελευθερίες που όχι απλά δεν πραγματώνονται, αλλά καταλήγουν εμμέσως να εξυπηρετούν άλλους από τους συνταγματικά επιθυμητούς. Οι δυνατότητες αμφισβήτησης και προβληματισμού γίνονται ασυναίσθητες αφομοιώσεις και συγκαταβάσεις με την ταυτόχρονη αλαζονεία του σκρόλλερ ότι είναι ενημερωμένος και αντιρρησίας. Μεστή έρευνα!

  1. Η ανακοίνωση της αλήθειας στον άρρωστο, Σταύρος Ζουμπουλάκης, εκδόσεις ΠΟΛΙΣ, σελ. 44

Τα μικρά του Ζουμπουλάκη είναι πολύτιμα διαμάντια ευαισθησίας. Όχι πως το ογκωδέστερα δεν είναι, αλλά συνήθως τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται αυτός ο ακριβός μας άνθρωπος στα μικρά του βιλιαράκια είναι σπαράγματα και δομικά, επεξηγηματικά της προσωπικότητάς του, αλλά και μιας συλλογικής ταυτότητας. Τα παιδικά χρόνια του (στ’ αμπέλια), η αδερφή του και η σχέση του με την αρρώστια της για εμένα αποτέλεσαν βιβλία – άξονες, συνισταμένες διαρκούς επιστροφής και ξεφυλλίσματος.

Δεν αντέχω τα νοσοκομεία, ούτε τους γιατρούς. Οριακά βάζω τα κλάματα στους διαδρόμους, ακόμα και αν ο λόγος της επίσκεψης δεν είναι σπουδαίος. Ο πόνος που υπάρχει μέσα στα δωμάτια των νοσοκομείων ξεκλειδώνει εκείνη τη μεταιχμιακή χώρα ζωής και θανάτου. Μέσα σε αυτήν ακριβώς την επικράτεια της δοκιμασίας, της συναισθηματικής φόρτισης όλων [ασθενούς, γιατρών (όχι πάντα) και συγγενών] ο Ζουμπουλάκης υποστηρίζει εκείνη την ηθική της αλήθειας, ακριβώς γιατί εν προκειμένων η ανακοίνωση της αλήθειας στον άρρωστο αποτελεί την ηθική της αγάπης. Ο άρρωστος αντιμετωπίζεται από τον Ζουμπουλάκη και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται από τον θεράποντα ιατρό ως αυτόνομος κατά την καντιανή ηθική, αυτόβουλο ον με ικανότητα λήψης έλλογων αποφάσεων.

Μέσα από τη δική του περιπέτεια, τη συνδιαλλαγή με γιατρούς που διέφεραν μεταξύ τους στο χειρισμό καταστάσεων, καταλήγει στην πάγια ηθική θέση της αλήθειας. Στη γνώση του αρρώστου για την παραγματικότητα της κατάστασής του, που είναι απαραίτητη και συνδεδεμένη για τον προγραμματισμό του βίου του. Ένα ευαίσθητο θηραύρισμα που δυστυχώς μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας σε κάποιο ρόλο από το τρίπτυχο της αρρώστιας, πόσο μάλλον οι γιατροί, που θα πρέπει απαραίτητα να σκύψουν πάνω από το βιβλίο αυτό και τον Ζουμπουλάκη γενικότερα.

6+1. ΣΑΛΟΝΙΚΗ, Γιάννης Καρλόπουλος, εκδόσεις Αντίποδες, σελ. 352

Το ξεφυλλίζω τώρα. Δεν το έχω τελειώσει ακόμα ομολογώ και αυτό ίσως να μην είναι τόσο έντιμο στη διαδικασία του να προτείνει κανείς ένα βιβλίο. Ωστόσο, μιλάμε για ένα σπουδαίο πόνημα για την πόλη μας, τόσο από την σκοπιά της ιστορίας της γραφιστικής, όσο και της γραπτής ιστορίας της πόλης. Η ιστορία της γραφιστικής είναι το αφετηριακό υλικό, καθώς το λεύκωμα χωρίζεται σε 4 μέρη ανάλογα με τις περιόδους της. Ένα προσωπικό αρχείο, μια άοκνη συλλογή που ξεκινά το 1912 και την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και φτάνει στα τέλη της δεκαετίας του 1980, στιγμή που η δυναμική της καρτ ποστάλ πνέει τα λοίσθια. Ο Καρλόπουλος έχει ένα πλούσιο αρχείο και οι εκτυπώσεις είναι άλλου επιπέδου. Όμως η μαγεία του βιβλίου είναι άλλη. Μέσα από την φωτογραφική παράθεση της ιστορίας της πόλης με τις καρτ ποστάλ, ο Καρλόπουλος γυρνάει ανάποδα τις καρτ ποστάλ, χαριζοντάς μας ένα ανάποδο παλίμψηστο επιστολών και γραμμάτων, το οποίο σκαλίζοντάς πλησιάζεις στην πιο πρόσφατη εποχή και εκδοχή της καρτ ποστάλ, μέσα από την οποία αισθητοποιείται η εξελικτική πορεία της Θεσσαλονίκης με την ταυτόχρονη παρουσίαση της πολυσυνθετικότητάς της και των ποικίλων διαφορικών μεταξύ τους δομικών στοιχείων που συνετέλεσαν εν τέλει μια αρμονική μεν, αλλόκοτη δε παλέτα που αγαπάμε. Ακριβώς γι’ αυτό οι Αντίποδες ξεχωρίζουν για το εκδοτικό τους αισθητήριο και την διαρκώς ξύπνια και οξυμμένη τους αναζήτηση.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα