Τα βιβλία που θα διαβάσεις μέχρι να φύγει ο χειμώνας
Διαφορετικά είδη, αλλιώτικη γραφή αλλά όλα τους, εξαιρετικά
Πόσο ωραίο είναι όσο περνάει ο καιρός (και ο χειμώνας) εξαιρετικά νέα βιβλία να κάνουν την εμφάνιση τους στα βιβλιοπωλεία της χώρας και να μιλάμε γι’ αυτά!
Διαφορετικοί συγγραφείς, αλλιώτικος τρόπος γραφής, πολλά θέματα κι όμως, κάθε φορά που ένα καινούριο βιβλίο παίρνει τη θέση του στη βιβλιοθήκη, όλα μοιάζουν πιο όμορφα!
Μερικά από τα βιβλία που κυκλοφόρησαν αυτές τις μέρες, θα τα βρείτε παρακάτω. Μας ήρθαν, τα διαβάσαμε και σας τα προτείνουμε…
Πίστωση Χρόνου (Η βιοεπιστημονική θεώρηση του πώς και γιατί γερνάμε) | Σου Άρμστρονγκ
Πώς και γιατί γερνούν οι οργανισμοί, και ιδιαίτερα οι άνθρωποι; Να ένα ερώτημα που ταλανίζει τους επιστήμονες εδώ και αιώνες. Οι απόψεις που έχουν διατυπωθεί είναι πολλές: μεταξύ άλλων, η θεωρία περί «φθαρτού σώματος» (δηλαδή, ότι η φύση δεν έχει επενδύσει στην επιβίωσή μας μετά την αναπαραγωγική ηλικία), η ιδέα ότι η γήρανση οφείλεται στη φθορά από το πέρασμα του χρόνου (σαν τη σκουριά σε ένα παλιό αυτοκίνητο), η απομείωση των τελομερών (που σαν χρονοδιακόπτης μετρούν τι χρόνος απομένει στα διαιρούμενα κύτταρά μας), αλλά και ότι το γήρας και ο θάνατος είναι διαδικασίες γονιδιακά προγραμματισμένες. Ωστόσο, όλο και περισσότεροι έγκριτοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το γήρας είναι μια «πάθηση» που μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε. Ορισμένοι, μάλιστα, φτάνουν στο σημείο να λένε ότι μπορούμε επίσης να τη «θεραπεύσουμε», κι έτσι να ζούμε για πάντα!
Η γήρανση αποτελεί ένα σχετικά όψιμο αντικείμενο σοβαρής μελέτης στο πλαίσιο των βιοϊατρικών επιστημών. Σε αυτό οφείλεται εν πολλοίς και το πλήθος των νεολογισμών που χρησιμοποιούνται σε τούτο το βιβλίο. Ωστόσο, η Sue Armstrong διανθίζει όλες αυτές τις τεχνικές λεπτομέρειες και τα ερευνητικά δεδομένα με προσωπικές εμπειρίες και συναρπαστικές αφηγήσεις για τα μεγάλα επιστημονικά επιτεύγματα που συνδέονται με τη μελέτη του γήρατος. Συνδυάζοντας, λοιπόν, την επιστημονική ακριβολογία με τη γλαφυρή αφήγηση, η Πίστωση χρόνου απευθύνεται τόσο σε γιατρούς, βιολόγους και άλλους επιστήμονες, όσο και στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, που αναζητά απαντήσεις σε ένα από τα πιο θεμελιώδη ερωτήματα γύρω από το φαινόμενο της ζωής.
*Η Σου Άρμστρονγκ είναι Βρετανή συγγραφέας επιστημονικών κειμένων, με ειδίκευση στα ιατρικά ζητήματα και την ιατρική δημοσιογραφία. Συνεργάτης της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (Π.Ο.Υ.) και του BBC, αρθρογραφεί τακτικά στο περιοδικό New Scientist. Άλλα βιβλία της: A Matter of Life and Death – Inside the Hidden World of the Pathologist (2010, Ζήτημα ζωής και θανάτου – Μέσα στον κρυφό κόσμο του παθολόγου) και p53 – The Gene that Cracked the Cancer Code (2014, p53 – Το γονίδιο που «έσπασε» τον κώδικα του καρκίνου).
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 352
Έτσι τα γνώρισα, έτσι τα αγάπησα | Νίκος Γκροσδάνης
Από παιδί ακόμα ζούσε σε μιαν «άλλη πραγματικότητα». Τα γεγονότα που βίωνε στο χωριό του, τον έκαναν να θέλει να δραπετεύει και να ζει σε έναν δικό του κόσμο. Οδηγός σε όλα αυτά η τέχνη, σε όλες τις μορφές της, και τα «μυθικά» πρόσωπα που συνεχώς συναντούσε στις ανακαλύψεις του. Ονειρευόταν πως ίσως κάποτε συναντούσε κάποια από αυτά τα «μυθικά» πρόσωπα, μιας και ήθελε πάντα να μάθει κάτι περισσότερο γι’ αυτά και κυρίως για το έργο τους.
Παράλληλα, συνέβησαν κάποια γεγονότα που τον σημάδεψαν και τα κουβαλούσε εντός του. Ορισμένα από αυτά τα διηγούνταν σε κάποιους φίλους ή παρέες, και η παρότρυνσή τους ήταν πως θα έπρεπε να μην μείνουν ως ανάμνηση αλλά να περάσουν στο χαρτί, μιας και τα πρόσωπα που αφορούσαν έγραψαν την ιστορία του πολιτισμού αυτής της χώρας. Αρκετά από αυτά τα κείμενα φιλοξενήθηκαν σε κάποια έντυπα ή διαβάστηκαν στο ραδιόφωνο.
Και ήρθε το πλήρωμα του χρόνου εκείνα που δεν τα πέρασε σκουριά ο χρόνος και παραμένουν επίκαιρα να συγκεντρωθούν σε αυτόν τον τόμο για να θυμίζουν, μαζί με όσα μας χάρισαν τα πρόσωπα αυτά με το έργο τους, την ομορφιά αυτού του τόπου…
*Ο Νίκος Γκροσδάνης γεννήθηκε στο Πράβι Παγγαίου, όπου έζησε έως τα 14 του χρόνια. Το 1964 μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει έως σήμερα. Πέρασε από αρκετά επαγγέλματα και μετά τη Σχολή Τουριστικών Επαγγελμάτων βρέθηκε εργαζόμενος στο πολυτελές «Μεντιτερανέ Παλλάς». Εκεί είχε την τύχη να γνωρίσει σπουδαίους ανθρώπους. Ο χώρος λειτούργησε σαν ένα μεγάλο πανεπιστήμιο και αυτό κράτησε μέχρι την κατεδάφιση του ξενοδοχείου εξαιτίας του μεγάλου σεισμού της Θεσσαλονίκης το 1978. Εργάστηκε στον πολιτισμό σε διάφορους χώρους. Συνεργάστηκε με τις εφημερίδες Μακεδονία, Θεσσαλονίκη και με τα περιοδικά Πανσέληνος, Οδός Πανός, Μετρονόμος, Περιοδικό της πόλης. Για πολλά χρόνια εργάστηκε στο ραδιόφωνο. Έγραψε τα βιβλία: Οδός Μεντιτερανέ Παλλάς και Συνέβη στο Πράβι, εκδόσεις Καστανιώτης, Η μυθολογία των ειδώλων, εκδόσεις Παρατηρητής, Μάνος Χατζιδάκις, αφιέρωμα από τις εκδόσεις Οδός Πανός, Θυμάμαι: 32 χρόνια Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, εκδόσεις Επίκεντρο.
Εκδόσεις Επίκεντρο, σελ. 376
Το μυθιστόρημα του δείπνου | Γιαννης Κοτσιφός
Με το δεύτερο ποιητικό του βιβλίο, ο Γιάννης Κοτσιφός επιχειρεί ένα οδοιπορικό «ανθρώπινων δεσμών», όπως γράφει χαρακτηριστικά σε έναν στίχο του. Αναλαμβάνει τον ρόλο του παρατηρητή και συναντά «τη σιωπηρή αγωνία των ταξιδιωτών / που πάντα θα διαλέγουν να δειπνούνε μόνοι». Τα ίχνη της συνθέτουν ένα μυθιστόρημα των μυθιστορημάτων: το γράφουν όλοι, και κανένας δεν θα μπορεί να το διαβάσει ακέραιο ποτέ. Με αυξημένη ποιητική ενσυναίσθηση, επισκέπτεται νοερά τόπους όπως η Στοκχόλμη, η Σκοτία, το Σεράγεβο, το Αμβούργο, η Λισαβόνα, καταγράφοντας την απουσία της αθωότητας και της αγάπης. Το πικρό χιούμορ, η λιτότητα και η ησυχία του λόγου τού επιτρέπουν να αναδείξει λεπτές αποχρώσεις αισθημάτων: «Δεν θα αγαπήσουμε με λίγη απ’ την αδημονία / εκείνου του απογεύματος που άγγιξα την επιφάνεια του θρανίου σου / όπως θα βύθιζα τα δάχτυλά μου στο νερό ενός ρηχού ποταμιού / κοιτάζοντας προς τα κει που με περίμενε η θάλασσα». Εντέλει, όμως, ο ποιητής επινοεί μια ανοιχτή έξοδο προς την ελευθερία συμπεριλαμβάνοντας και όσους ακόμα μπορούν να ταυτιστούν με μια λυτρωτική λύση: «Κανείς δεν χρειάζεται να αποφασίσει προς τα πού να κοιτάξει».
*O Γιάννης Κοτσιφός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1969. Σπούδασε φιλολογία, εργάστηκε ως δημοσιογράφος στο ραδιόφωνο και σε εφημερίδες, συνεργάστηκε σε περιοδικά. Από το 2003 είναι διευθυντής στην Ένωση Συντακτών Μακεδονίας-Θράκης και το Μορφωτικό Ίδρυμά της. Επιμελείται βιβλία (κυρίως μυθιστορήματα). Η πρώτη του ποιητική συλλογή, Ο πειρασμός της γραφής (εκδ. Μελάνι), κυκλοφόρησε το 2015.
Εκδόσεις Κριτική, σελ. 40
Αιώνια Θεσσαλονίκη / Eternal Thessaloniki
Θα μπορούσε ένα συλλογικό φωτογραφικό λεύκωμα να σκιαγραφήσει την ταυτότητα μιας ολόκληρης πόλης, όπως η Θεσσαλονίκη, στον 21ο αιώνα; Σύγχρονη γενιά καλλιτεχνών, εβδομήντα οκτώ στον αριθμό, και εννέα συγγραφείς συνεργάζονται για να «διηγηθούν» την πόλη, να φτιάξουν ένα λεύκωμα αγάπης.
Μέσα από τα λόγια των συγγραφέων: Σκοπός είναι να ξεφύγουν από τον κλοιό της ασημαντότητας και της ευκολίας, αποδίδοντας τιμές στην λεπτομέρεια του αισθητού κόσμου, στις πτυχώσεις των πραγμάτων μέσα κι έξω από το φως (Ν. Σεβαστάκης). Ο φωτογραφικός φακός περπατά στην πόλη, αλητεύει, κλέβει στιγμές (Σ. Νικολαΐδου). Αυτό που ανιχνεύεται είναι κυρίως η εσωτερική θερμοκρασία της πόλης, το λανθάνον πνεύμα της στη νέα εποχή, η εμβάθυνση της φωτογραφικής κουλτούρας… Η αφήγηση διατρέχει τις ανατολικές και δυτικές της συνοικίες, τα κέντρα αλλά και τις εσχατιές (Η. Παπαϊωάννου).
Σε ενεστώτα χρόνο, σε στιγμές οργής αλλά και γιορτής, βλέπουμε νέους ανθρώπους στους δρόμους κάτω από βασανιστικό ήλιο αλλά και πάνω σε πάγους, σε εγρήγορση αλλά και ραστώνη, σε συλλαλητήρια εναλλακτικά μα και πατριωτικά (Ι. Ζουργός). Η Θεσσαλονίκη διατηρεί μια ζωτική σχέση με τις εικόνες της, ιδίως τις κινηματογραφικές. Υπήρξε και παραμένει μια πόλη αθεράπευτα κινηματογραφική και γοητευτικά κινηματογραφημένη (Λ. Μυλωνάκη). Είναι η φαντασιακή πόλη των ονείρων, σημείο εκκίνησης και τερματισμού, μια τοπογραφία της παιδικής μου ηλικίας γεμάτη χώματα και ξεφλουδισμένα σαχνισιά (Κ. Γιαλένιος). Μια αέναη πόλη που μας περιέχει και μας ξεπερνά διαρκώς, προβαίνοντας θριαμβικά μέσα στον χρόνο, διανοίγοντας νέες φωτεινές αψίδες στο αδιανόητο (Γ. Σκαμπαρδώνης).
Οι φωτογραφίες του παρόντος έργου αποδεικνύουν ότι, όσο και να τρέχει σα γοργό ελάφι ο χρόνος, η Θεσσαλονίκη υποδέχεται συνεχώς νέους φωτογράφους (Κ. Μπλιάτκας). Ως μάνα απλώνει τα τεράστια λιπόσαρκα χέρια της και αγκαλιάζει με στοργή όλα της τα παιδιά (Σ. Ανδρεάδης).
• Πρόκειται για δίγλωσσο τόμο που πραγματοποιήθηκε σε συνέκδοση με την Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Β. Ελλάδος.
*Η Ευδοξία Ράδη είναι καλλιτέχνης, Ο Ηρακλής Παπαϊωάννου είναι επιμελητής MOMus / Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης.
University Studio Press, σελ. 192
Διήμερον ἐν Θεσσαλονίκῃ | Κωνσταντίνος Κούκουνας
Καλοκαίρι του 2020, ένας μοναχικός ταξιδιώτης από την Νότια Ελλάδα ανεβαίνει στην Θεσσαλονίκη για να δει μια παλιά γνωστή από τα κάμπινγκ του Αιγαίου. Επί χρόνια ξενιτεμένος στην Ευρώπη, δεν διαθέτει παρά μόνο δύο ημέρες για να περπατήσει μέσα στην ακριβή, σπάνια πόλη. Διακοπές μέσα στις διακοπές, δεν έχει πολύ χρόνο, καθώς πρέπει να επιστρέψει γρήγορα στο πατρικό του στον Νότο, να χαιρετήσει τους δικούς του, βαλίτσες, και πάλι πίσω στο εξωτερικό, όπου ζει μόνιμα.
Ο ξένος. Ο πρωταγωνιστής είναι δυο φορές ξένος, μία ως Νοτιοελλαδίτης, κι άλλη μία φορά ως μετανάστης. Η ματιά του είναι παραμορφωμένη, εξωραΐζει τα συνηθισμένα. Αρχές Αυγούστου, η πόλη έχει αδειάσει προσωρινά από τον ντόπιο πληθυσμό της, κι εκείνος νοιώθει για λίγο αφεντικό, «κυρίαρχος της λεωφόρου Τσιμισκή». Βλέπει και οράματα μπροστά στα μάτια του, όπως τον όσιο Δαβίδ τον δενδρίτη που φυλάει σκοπιά πάνω στα Κάστρα. Τολμά μάλιστα να κάνει και υποθέσεις για τον βίο του ασκητή:
«Το γραφτό τόν έστησε εδώ στην Άνω Πόλη, στους εξώστες. Παρέα με τα νυχτοπούλια, άγρυπνο φύλακα στα Κάστρα. Πάνω στα άκρα, θα προσφερόταν ωραία η θέα κι εκείνος όρθιος σαν το φανάρι. Οι περίπολοι περνάγαν με ακρίβεια κάτω απ´τον κορμό της αμυγδαλιάς στις 2.30 τα χαράματα. Βάρβαρο μερίδιο της νύχτας. Αφήναν ένα ξερό παξιμάδι στο κρεμασμένο καλαθάκι, τού λέγαν «την ευχή σου, πάτερ», κι έτσι σπάγαν στα δύο την άχαρη βάρδια. Με το ξημέρωμα θα γυρίζαν σπίτι, κομμάτια από την κούραση. Αυτοί δεν ξέραν από αγιοσύνη και τέτοια, είχαν μέριμνες. Μια οικογένεια τούς περίμενε».
Αφού έχει μόνο δυο ημέρες στην διάθεσή του, βαδίζει παράξενα, και ψηλαφίζοντας και τρέχοντας. Χαράματα στην οδό Ερμού, ύστερα από βραδινή έξοδο στα μπαράκια του κέντρου, ο ήρωας -ξένος κι ανυποψίαστος- εκπλήσσεται που βλέπει να ορθώνεται μπροστά του ο μαντρότοιχος μιας ιεράς μονής:
«Να λοιπόν, η ιερά και πάνσεπτος μονή. Πνευματική παλαίστρα των ασκητών, στημένη επί της οδού Ερμού 34.
Όσο κοίταζα αυτή την μαντρούλα, ένοιωθα σαν να κοιτάζω τους αιώνες, έχει ξεπεραστεί η χιλιετία. Σειρά από μηχανάκια παρανόμως παρκαρισμένα. Καβάλα στο πεζοδρόμιο, μπροστά από το τειχάκι της μάνδρας και την βαριά πύλη, που είχε ακόμα σπαθιές από τις χατζάρες των Γενιτσάρων. Ένας με κόκκινο αμάξι είχε ξεχάσει αναμμένα τα αλάρμ, θα πέσει η μπαταρία, «αύριο κλαίνε». Όποιος περνούσε, κοίταζε με θλίψη την σπαταλώμενη ενέργεια. Κι άλλου τού είχανε γρατσουνίσει και τα πλαϊνά, φαινόταν άσχημα, αλλά καλά τού κάνανε γιατί παρεμπόδιζε την πρόσβαση των πεζών. Μα πού πήγε ο ησυχασμός;»
Σε επόμενο κεφάλαιο του βιβλίου, γίνεται λόγος για την χερσόνησο του Αίμου και τους σλαβικούς λαούς που εγκαταστάθηκαν εκεί. Ο ήρωας βλέπει ένα όνειρο, ότι του ανοίγονται οι πύλες των Βαλκανίων, κι εκείνος ταξιδεύει μέσα από ποτάμιες οδούς, συγχέοντας τον Βαρδάρη/ Αξιό με τον Δούναβη/ Ίστρο, ποταμούς με διπλά ονόματα.
«Η Θεσσαλονίκη, σταυροδρόμι που περνάνε τα νερά. Ιδρυμένη στο τέλος ή αρχή της διαδρομής, στο σημείο 0. Μπροστά το πέλαγος, πίσω η ενδοχώρα, Βελιγράδι και Σκόπια, θέατρα μεγάλων στιγμών της κοινής μας Χερσονήσου. Πρώτα ήταν πυργίσκοι, καταφύγια από τους παχείς ανέμους. Οχυρά ή ναύσταθμοι. Μετά ωρίμασαν και γίνανε οργανωμένες πολιτείες, με ναούς και βυζαντινές αυλές, όμορφες και πιστές μιμήσεις.
Να λοιπόν οι οικισμοί, να οι πόλεις, σωσμένες στις γραπτές πηγές. Γραμμές από νερά τίς διαπερνάνε, φυσικά σύνορα. Κι όπως κυλάνε, σχηματίζουν νοοτροπίες, δίνουν τοπωνύμια. Κατά μήκος είναι στημένες γέφυρες να ενώνουνε τις όχθες, με πιάνει ανατριχίλα. Ένας Θεός ξέρει τί έχει βαλθεί στα θεμέλιά τους. Κάτι δυσεύρετο, άνθρωποι και ζώα εντοιχισμένοι.
Είτε Ίστρος είτε Αξιός, λαοί έχουν κωπηλατήσει στα μονόξυλα. Σε διαφορετικούς ρυθμούς, ανάλογα την εποχή. Με κυνηγητό από βέλη, με νυχτερινές παγίδες ή κατεβαίνοντας πιο ήρεμα, οδηγώντας τα ζώα για βοσκή. Ακόμα κι αν βουίζαν τα νερά, εκείνοι προχωρούσαν, γιατί η ανάγκη είναι ανίκητη».
Στην πρώτη του λογοτεχνική απόπειρα, ο Κωνσταντίνος Κούκουνας ξεκινά να πλέκει ένα εγκώμιο για το πόλισμα της Θεσσαλονίκης. Ναοί και κολώνες της πόλης αποτελούν την αφορμή, το υλικό πάνω στο οποίο χτίζονται αφηγηματικά συνομιλίες του παρόντος με το παρελθόν. Γύρω από τέτοια μνημεία εμφανίζονται φιγούρες που θίγουν τα μεγάλα ζητήματα της ταυτότητας, της σχέσης με την εξουσία, της πίστης σε θεία και ανθρώπινα ιδανικά.
*Ο Κωνσταντίνος Κούκουνας γεννήθηκε στην Πάτρα το 1986. Έχει σπουδάσει Ελληνική και Γερμανική Φιλολογία στα πανεπιστήμια Πατρών και Λωζάννης, στην γαλλόφωνη Ελβετία. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός.
Εκδόσεις Historia, σελ. 144
Ιστορίες με σκύλους | Αλέξης Πανσέληνος
Τέσσερις μεγάλες ιστορίες με κοινό τους παρονομαστή την ανθρώπινη περιπέτεια, τον έρωτα, τη μοναξιά, το τέλος της νεότητας. Επανέκδοση του πρώτου βιβλίου του συγγραφέα, που εδώ και πολλά χρόνια ήταν εξαντλημένο.
Η συμφιλίωση, Το παραμύθιασμα, Η εξαφάνιση της Μπέτσυς και Καλοκαιρινός Κινηματογράφος. Τέσσερις μεγάλες ιστορίες με κοινό τους παρονομαστή την ανθρώπινη περιπέτεια, τον έρωτα, τη μοναξιά, το τέλος της νεότητας. Το ύφος των ιστοριών κρύβει κάτω από ένα συχνά ιερόσυλο χιούμορ μια βαθύτερη ποιητική διάθεση, και η παραδοσιακή γραφή τους συνδυάζει τον ρεαλισμό με το φανταστικό κλίμα του κόσμου των ονείρων.
Τα πρόσωπα της ιστορίας αυτής πρέπει να είναι κιόλας αρκετά αντιπαθή, αρχίζοντας από τους ακόλουθους της συνοδείας μου: ο Σκύλος, που είναι σκύλος αλλά αφύσικος γιατί σκέφτεται και μιλά σαν άνθρωπος κι επιπλέον συχνά βαδίζει όρθιος ή κάθεται με σταυρωμένα τα πόδια όπως εμείς∙ το Αρκάου γιατί είναι αρκάου και τίποτα δεν υπάρχει πιο αφύσικο από δαύτα είτε στον κόσμο των ανθρώπων είτε των ζώων, τίποτα πιο άσκημο και κακό∙ εγώ, τέλος, γιατί ενώ έχω μορφή ανθρώπου, δεν έχω ούτε αισθήματα κανενός είδους, ούτε σκέψεις πολύ σημαντικές να κάνω ή να μεταδώσω (αυτό πρέπει κιόλας να έχει γίνει αντιληπτό) παρά κινούμαι και δρω στα περιθώρια της ζωής άλλων ανθρώπων που έτυχε να με γνωρίσουν, προκαλώντας παντού και πάντα μόνο καταστροφές στον ψυχικό τους κόσμο – τις χειρότερες, απ’ ό,τι λένε, που υπάρχουν.
*Ο Αλέξης Πανσέληνος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1943. Σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών και δικηγόρησε ως το 1997. Πρώτο του βιβλίο, το 1982, η συλλογή Ιστορίες με σκύλους. Ακολούθησαν η βραβευμένη με Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος Μεγάλη Πομπή (1985, επανέκδοση από το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2013), τα μυθιστορήματα Βραδιές μπαλέτου (1991, επανέκδοση από το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2016), Ζαΐδα ή Η καμήλα στα χιόνια (1996, επανέκδοση από το ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2010), Ο Κουτσός Άγγελος (2002), Σκοτεινές επιγραφές (ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ 2011) που τιμήθηκε με το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω 2012, Η κρυφή πόρτα (2016) και Ελαφρά ελληνικά τραγούδια (2018) για το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Μυθιστορήματος του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. Ένας τόμος με δοκίμια (Δοκιμαστικές πτήσεις) το 1993, η συλλογή διηγημάτων Τέσσερις ελληνικοί φόνοι (2004), μεταφράσεις ξένης λογοτεχνίας όπως Ο Βλακοχορτοφάγος του John Barth (1999) και το αυτοβιογραφικό Μια λέξη χίλιες εικόνες (2004). Ο Αλέξης Πανσέληνος, ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συγγραφείς των τελευταίων ετών, έχει τιμηθεί με τα εξής βραβεία: Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το βιβλίο Μεγάλη πομπή. Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω (2012) για το μυθιστόρημα Σκοτεινές Επιγραφές. Βραβείο Μυθιστορήματος του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το μυθιστόρημα Ελαφρά ελληνικά τραγούδια. Μεγάλο Τιμητικό Βραβείο του Αναγνώστη (2020) για το σύνολο του έργου του.
Το 2021 αναγορεύτηκε Επίτιμος διδάκτωρ του τμήματος Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστήμιου. Μυθιστορήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά και πολωνικά.
Εκδόσεις Μεταίχμιο, σελ. 312
Σημεία και Τέρατα (Η δεισιδαιμονία και οι επικριτές της στην αρχαία Ελλάδα) | Μετάφραση: Βάιος Λιαπής
Σε μια εποχή όξυνσης του ανορθολογισμού και του θρησκευτικού φανατισμού, επανέρχεται στο προσκήνιο ο προβληματισμός για το φαινόμενο της θρησκοληψίας και της δεισιδαιμονίας. Το φαινόμενο αυτό αντιμετωπίζουν, από διαφορετικό πρίσμα ο καθένας, οι συγγραφείς των τριών κειμένων που μεταφράζονται και υπομνηματίζονται στον τόμο αυτόν: ο Λουκιανός στο Φιλοψευδεῖς ἢ Ἀπιστῶν, ο Πλούταρχος στο Περὶ δεισιδαιμονίας και ο Θεόφραστος στον Δεισιδαίμονα.
Με όπλο άλλοτε τη σάτιρα και την καρικατούρα και άλλοτε τον εμβριθή στοχασμό, οι τρεις αυτοί συγγραφείς καταπιάνονται με ένα φαινόμενο που δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης. Αν και προέρχονται από μιαν άλλη εποχή, τα κείμενα του τόμου αυτού μπορούν να μας φανερώσουν μιαν όψη της δικής μας ταυτότητας που συνήθως δεν θέλουμε να αντικρίζουμε.
Εικόνα εξωφύλλου: Ερυθρόµορφη κύλικα των τελών του 4ου αι. π.Χ. µε παράσταση Σειρήνας από την Ποσειδωνία (Paestum) της Κάτω Ιταλίας. Η Σειρήνα στο ένα χέρι κρατά στεφάνι και στο άλλο δίσκο µε φρούτα· τα φτερά της θυµίζουν αυτά του ψαρονιού. Αποδίδεται στον Ζωγράφο του Αστέα. (Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη.)
Διευθυντής σειράς: Δημήτρης I. Κυρτάτας
Τα βιβλία της σειράς καλούν σε έναν νέο διάλογο με την αρχαιότητα. Τα κείμενα κάθε τόμου, που προσφέρονται σε νεοελληνική απόδοση, φωτίζουν όψεις της καθημερινής ζωής, των θεσμών ή των ιδεών που εξακολουθούν να διατηρούν την επικαιρότητά τους. Επιπλέον, επιλέγονται με στόχο να αναδειχθεί τόσο ο πλούτος όσο και η ποικιλία των συμπεριφορών και των νοοτροπιών του αρχαίου κόσμου. Εμφανίζουν τους αρχαίους Έλληνες διαφορετικών εποχών και διαφορετικών πεποιθήσεων να διαλέγονται και να αντιπαρατίθενται μεταξύ τους ή με αλλοεθνείς· και τους εθνικούς να διαλέγονται ή να αντιπαρατίθενται με Ιουδαίους ή χριστιανούς. Η αρχαιότητα προβάλλει έτσι από τη μια πλευρά επίκαιρη και από την άλλη σύνθετη, πολύμορφη και αντιφατική.
*Ο Βάιος Λιαπής σπούδασε κλασική φιλολογία στα Πανεπιστήμια Αθηνών και Γλασκώβης. Έχει διδάξει στα Πανεπιστήμια Κύπρου, Μοντρεάλ, Πατρών και ως επισκέπτης καθηγητής στην Ecole Normale Superieure (Παρίσι). Έχει διατελέσει μέλος του Institute for Advanced Study (Princeton) και επισκέπτης ερευνητής στα Πανεπιστήμια του Princeton, του Cincinnati και του Toronto. Από το 2010 διδάσκει στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα Θεατρικές Σπουδές του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου. Έχει δημοσιεύσει μονογραφίες και άρθρα σχετικά με την τραγωδία του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ., την αρχαία ελληνική σοφιολογική γραμματεία, την αρχαία ελληνική θρησκεία, την επιβίωση της αρχαίας τραγωδίας κ.ά. Το πιο πρόσφατο από τα βιβλία του είναι το “A Commentary on the ‘Rhesus’ Attributed to Euripides”, Oxford University Press, 2012.
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, σελ. 104
Έλεος | Ντέιβιντ Μπαλντάτσι
Η Μέρσι είχε απαχθεί όταν ήταν έξι ετών και έκτοτε δεν την είχε δει κανείς. Η εξαφάνισή της είχε προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην οικογένειά της, η οποία είχε διαλυθεί τελικά όταν, εντελώς ανεξήγητα, οι γονείς εγκατέλειψαν και την Άτλι.
Τώρα, ύστερα από μια έρευνα γεμάτη κινδύνους που λίγο έλειψε να αποδειχτεί θανάσιμη, η Άτλι μαθαίνει επιτέλους σε τι οφειλόταν η δική της εγκατάλειψη και η απαγωγή της δίδυμης αδερφής της. Πέρα από αυτό, όμως, ανακαλύπτει και ένα πολύ χρήσιμο στοιχείο: την απόδειξη ότι η Μέρσι είχε επιζήσει και στη συνέχεια το είχε σκάσει πριν από πολλά χρόνια από τους ανθρώπους που την κρατούσαν φυλακισμένη. Μολονότι η Άτλι βρίσκεται επιτέλους βασανιστικά κοντά στα ίχνη της οικογένειάς της, το τελευταίο στάδιο του ατέλειωτου δρόμου που οδηγεί στη Μέρσι θα αποδειχτεί και το πιο επικίνδυνο. Η Μέρσι άφησε πίσω της ένα πτώμα πριν το σκάσει από αυτούς που την κρατούσαν αιχμάλωτη. Η Άτλι δεν έχει ιδέα αν και με ποιον τρόπο έχει καταφέρει η αδερφή της να επιζήσει όλα αυτά τα χρόνια. Όταν αποκαλύπτεται τελικά η αλήθεια, η Άτλι βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν τεράστιο κίνδυνο που μπορεί να της κοστίσει τα πάντα. Το Έλεος, του Ντέιβιντ Μπαλντάτσι, ενός από τους πιο δημοφιλείς συγγραφείς θρίλερ παγκοσμίως, είναι η συναρπαστική συνέχεια της σειράς μυθιστορημάτων με πρωταγωνίστρια την ειδική πράκτορα Άτλι Πάιν, μετά το Χωρίς Έλεος, το Ένα Λεπτό ως τα Μεσάνυχτα και το Όλα στο Φως.
*Ο Ντέιβιντ Μπαλντάτσι είναι ένας από τους δημοφιλέστερους συγγραφείς του κόσμου. Έχει γράψει μέχρι σήμερα σαράντα ένα μυθιστορήματα, που έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από σαράντα πέντε γλώσσες και οι πωλήσεις τους έχουν ξεπεράσει τα εκατόν πενήντα εκατομμύρια αντίτυπα σε πάνω από ογδόντα χώρες. Έχει δημοσιεύσει επίσης εφτά μυθιστορήματα για αναγνώστες νεότερης ηλικίας. Έργα του έχουν μεταφερθεί τόσο στον κινηματογράφο όσο και στην τηλεόραση. Είναι επίσης συνιδρυτής, με τη σύζυγό του, του Wish You Well Foundation, ενός μη κερδοσκοπικού οργανισμού που αποσκοπεί στη στήριξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Ζει με την οικογένειά του στη Βιρτζίνια
Εκδόσεις BELL, σελ. 416