Ο Κάτω Παρθενώνας ή η Κάτω Καμάρα; Είναι το ίδιο, είμαστε εμείς.
Η θεατρική παράσταση «Ο κάτω Παρθενώνας» του Μηνά Βιντιάδη στο μικρό θέατρο της Μονής Λαζαριστών σε υποψιάζει, σε συντρίβει, σε προβληματίζει, σε σοκάρει, σε ξεγυμνώνει και τελικά σε λυτρώνει, σε κάνει να χαμογελάσεις.
Του Θοδωρή Μπούντα
Ένα ρίνγκ του μποξ, μια χώρα που μάχεται με την συνείδησή της, ένας αυτόχειρας που δεν θέλει να πεθάνει, Ερινύες, ενοχές, χαμένα όνειρα, μια αναγκαστική επιστροφή στις ρίζες, στο ουσιαστικό, μια τραγική κάθαρση και ένα νέο αισιόδοξο ξεκίνημα.
Δεν είμαι κριτικός θεάτρου και δεν θα ισχυριζόμουν σε καμία περίπτωση ότι είμαι φανατικός θεατρόφιλος. Γι΄αυτό θα γράψω αυτό το κείμενο ως ένας απλός, αδαής, αμύητος στο θέατρο, θεατής.
Πήγα να δώ την παράσταση ανυποψίαστος αφού δεν είχα διαβάσει τίποτα σχετικό με αυτήν. Το μόνο που με οδήγησε στο μικρό θέατρο της Μονής Λαζαριστών ήταν η εκτίμηση που έχω στο δημοσιογράφο-συγγραφέα Μηνά Βιντιάδη.
Από την πρώτη στιγμή οφείλω να ομολογήσω ότι καθηλώθηκα με τις πέντε απλές και συνεχώς επαναλαμβανόμενες σε όλο το έργο μουσικές νότες, τους απλούς αλλά συγκλονιστικούς φωτισμούς και την σκηνή που ήταν ένα ρινγκ του μποξ. Και παρέμεινα καθηλωμένος σε όλη τη διάρκεια της παράστασης.
Το κείμενο του Μηνά Βιντιάδη που όπως περίμενα ήταν λιτό, ουσιώδες, σκληρό και ανθρώπινο, τραγικό χωρίς όμως να είναι μελό, η πανέξυπνη σκηνοθεσία-χορογραφία (ναι χορογραφία αφού οι ηθοποιοί κινούνται σαν χορευτές-μποξέρ) του Περικλή Χούρσογλου, ή έτσι κι αλλιώς πολύ καλή και οικία ερμηνεία από τον νεοάστεγο Νίκο Γεωργάκη, η συγκλονιστική ερμηνεία του προσφάτως πτωχευμένου επενδυτή Γιώργου Καύκα, τα καθημερινά αντικείμενα που μεταμορφώνονται σε σύμβολα, το πεζό κείμενο, οι έξυπνοι διάλογοι, η ειρωνεία, το υπόγειο χιούμορ, η ποίηση, η μουσική…….
Είδα τον εαυτό μου, αναγνώρισα φίλους και συγγενείς, ανώνυμους και «επώνυμους» Έλληνες. Συνάντησα την πιο φωτεινή αλλά ένιωσα και την ανάσα της πιο σκοτεινής πλευράς τους εαυτού μου. Σ ένα θεατρικό έργο είδα την Ελλάδα που ξεκίνησε πριν πενήντα χρόνια από ένα χωριό για να κατακτήσει το Κολωνάκι και την Εκάλη να ρίχνει μπουνιές με τον πραγματικό σημερινό εαυτό της . Νικητής του αγώνα δεν υπήρξε. Όλοι είναι ηττημένοι αλλά και αποφασισμένοι για ένα νέο αισιόδοξο ξεκίνημα, Σαν ένα παλιό σάκο, γεμάτο βιβλία. Σαν μια Καρυάτιδα που δεν έπαψε να ελπίζει. Σαν τις παιδικές αναμνήσεις μιας χώρας που ενηλικιώθηκε με λάθος οδηγίες. Σαν μια πυρκαγιά που καταστρέφει αλλά δείχνει και το δρόμο για κάτι καλύτερο. Ο Κάτω Παρθενώνας είμαστε όλοι εμείς. Κάτω Κάστρα, Κάτω Καμάρα, Κάτω Λευκός Πύργος. Μια θεατρική εμπειρία που αξίζει πραγματικά να δει κάποιος.