Κυριακή: Ο μύθος είναι ένας φορέας συλλογικής μνήμης
Η ζωγράφος που τα έργα της μας ταξιδεύουν σε παραμυθένιες ατμόσφαιρες, ανοίγει την καρδιά της στην Parallaxi
Το έργο της κατέχει ξεχωριστή θέση ανάμεσα στα κορυφαία ονόματα της νεοελληνικής τέχνης και είναι μία από τις σημαντικότερες ζωγράφους της πόλης μας.
Ο λόγος για την Κυριακή (Πατρωνάκη – Χαραλαμπίδου) που γεννήθηκε στην Καβάλα και παρακολούθησε μαθήματα αγιογραφίας, ζωγραφικής και ταπισερί σε καλλιτεχνικά εργαστήρια αλλά και κοντά σε καταξιωμένους καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης. Είναι μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος και έργα της βρίσκονται σε πολλές ιδιωτικές συλλογές τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, ενώ έχει πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα πάνω από 16 ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε περισσότερες από 50 ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ο Μαγικός Ρεαλισμός της Κυριακής ακροβατεί με την έντεχνη προσωπική πινελιά της ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, στον λογισμό και στ’ όνειρο. Οι πίνακες της μας ταξιδεύουν σε παραμυθένιες ατμόσφαιρες όπου ζωντανεύουν ονειρικές μυθολογικές υπάρξεις μέσα σ’ ένα μαγικό και συνάμα μεταιχμιακό κόσμο μνήμης και αισθήσεων, ανάμεσα στο «εγώ» και το «εμείς».
Τί σημαίνει Τέχνη για εσάς; Ποιος είναι ο δικός σας προσωπικός ορισμός της ζωγραφικής;
«Τι σημαίνει τέχνη;… Είναι ένα διαχρονικό ερώτημα ειδικά για τον 20ο αιώνα, που η τέχνη έγινε περισσότερο από ποτέ προσβάσιμη στο κοινό. Ζητούμενο είναι ένας ορισμός, που να ερμηνεύει την τέχνη ως προς τα κίνητρα, το σκοπό, το ρόλο και τη διαδραστικότητα της. Έχουν δοθεί τόσοι ορισμοί όσοι και οι καλλιτέχνες. Δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να μην έχει δώσει φυσικά τον προσωπικό του ορισμό. Τώρα όσον αφορά εμένα… Εγώ όσο περισσότερο ζωγραφίζω τόσο πιο δύσκολο μου είναι να δώσω έναν συγκεκριμένο ορισμό. Άλλοτε είναι μια προσπάθεια να φωτίσω τις σκιές μου, αυτό που λέμε “βαθύ εγώ” ή “βαθύ τραύμα” και άλλοτε να δημιουργήσω έναν κόσμο παραμυθίας με την έννοια της παρηγοριάς. Αλλά αν έπρεπε να επιλέξω έναν ορισμό θα έλεγα πως είναι η προσπάθεια να αιχμαλωτίσω το φευγαλέο, το ασύλληπτο, αυτό που διαφεύγει και που ίσως έχει τις απαντήσεις για το μυστήριο της ζωής και της ύπαρξης μας».
Πώς και πότε ξεκίνησε η ενασχόληση σας με τη ζωγραφική; Υπήρξε κάποιο έναυσμα που σας ώθησε σε αυτήν την καλλιτεχνική κατεύθυνση;
«Ακούγεται κοινότοπο, αλλά ξεκίνησα να ζωγραφίζω από παιδί όπως όλα τα παιδιά και φαντάζομαι όπως δηλώνουν οι περισσότεροι ζωγράφοι. Και δεν σταμάτησα ποτέ μου. Δεν υπήρξε ένα έναυσμα με την έννοια αυτή, μάλλον το έναυσμα ήταν η ενστικτώδης ανάγκη μου να εικονοποιήσω συναισθήματα, εντυπώσεις, κάτι σαν ημερολόγιο εικόνων που κρατούσα από την πρώιμη εφηβεία μου και την μεταγενέστερη. Στην αρχή χωρίς γνώσεις, χωρίς τεχνικές, με σχεδόν ανύπαρκτα εργαλεία. Συνέχισα ως σήμερα… Η ζωγραφική για εμένα δεν είναι μόνο επάγγελμα και συχνά λέω στους οικείους μου, πως είναι η βάρκα μου που πάνω σε αυτήν ταξιδεύω στη θάλασσα της ζωής και της τέχνης».
Από πού αντλείτε έμπνευση για να ζωγραφίσετε τα θέματα σας; Έχετε ίσως κάποιους αγαπημένους ζωγράφους, που να έχουν παίξει καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση της καλλιτεχνικής σας ταυτότητας;
«Η έμπνευση γεννιέται κυρίως από τα συναισθήματα. Από τα συναισθήματα που διεκδικούν την έκφραση τους. Συναισθήματα που πυροδοτούνται από τις σχέσεις μου με τους οικείους, με την κοινότητα, τη χώρα, τον κόσμο, με ό,τι συμβαίνει… Και επίσης από την χαρά ή την δυσκολία της ζωής, από την ομορφιά ενός δένδρου, από την ένταση ενός βλέμματος, από τη μαγεία ενός σύννεφου που κινείται, από στίχους που εισχωρούν βαθιά στην ψυχή μου… Με μια λέξη θα έλεγα από τη ζωή. Σχετικά με τους αγαπημένους ζωγράφους… Φυσικά έχω αγαπημένους ζωγράφους και προγενέστερους και σύγχρονους. Θα ήταν αδύνατον να αποφύγω την επίδραση του έργου τους. Αντιλαμβάνομαι όμως την επίδραση σα συμμετοχή σε ένα διάλογο εικόνων. Από αυτόν τον διάλογο θεωρώ ότι ο μεγαλοφυής καλλιτέχνης εμπνέεται, ο μέτριος επηρεάζεται και ο ατάλαντος αντιγράφει. Η διαμόρφωση της καλλιτεχνικής μου ταυτότητας ως προς αυτό θα κριθεί ή κρίνεται ή ορίζεται από το ταλέντο μου και τις δυνατότητες μου».
Ο μύθος κατέχει ξεχωριστή θέση στο έργο σας. Από τις εκθέσεις «Αναζητώντας το μίτο» και «Ταξίδι εντός» με την παρουσία του μύθου της Αριάδνης έως την «Επιστροφή της Περσεφόνης» και την «Επίμονη άνοιξη» με την Περσεφόνη, τί είναι αυτό που σας ελκύει στη δημιουργική χρήση του μύθου στη ζωγραφική σας;
«Ο μύθος κατέχει ξεχωριστή θέση στο έργο μου, γιατί για εμένα ο μύθος είναι ένας φορέας συλλογικής μνήμης, που μου σιγοψιθυρίζει στ’ αυτί αρχέγονες και αρχετυπικές αλήθειες. Επίσης μου προσφέρει με γενναιοδωρία εικόνες. Θα συμπλήρωνα ότι ο Γιούνγκ έλεγε πως: ο μύθος είναι ιστορίες που γεννήθηκαν από την ανάγκη επικοινωνίας του ασυνείδητου με τη συνείδηση με σκοπό να βοηθήσουν τον άνθρωπο να επιβιώσει. Οπότε για εμένα όλα αυτά αποτελούν μια αστείρευτη πηγή εικόνων. Εικόνες και μορφές που κατοικούν στο μύθο και ανάμεσα στο συνειδητό και στο ασυνείδητο. Εικόνες άχρονες…»
Μέσα από τη σημαντική πορεία σας στον χώρο της ζωγραφικής, έχετε κάποιες στιγμές που τις ξεχωρίζετε ως κορυφαίες; Υπάρχει ίσως ένας πίνακας ή μια συγκεκριμένη περίοδος της δουλειάς σας που αγαπάτε λίγο περισσότερο;
«Δεν μπορώ να ξεχωρίσω ούτε μια στιγμή ούτε ένα έργο, γιατί κάθε στιγμή και κάθε έργο ήταν το βήμα που με οδηγούσε στο επόμενο. Δημιούργησα έργα χαμηλόφωνα, θορυβώδη, αβέβαια, σκοτεινά, φωτεινά, αδύναμα, δυνατά. Όλα όμως είναι τα δομικά στοιχεία του συλλογικού μου έργου. Όλα περιγράφουν το ταξίδι μου στη ζωγραφική και στη ζωή… με τους δισταγμούς, τους φόβους, το θάρρος, την αμφιβολία, τις βεβαιότητες. Πώς θα μπορούσα, λοιπόν, να αγαπήσω κάποιο από αυτά λιγότερο ή περισσότερο αφού όλα αυτά είμαι εγώ. Όλα είναι το έργο μου. Όλα είναι ο δρόμος μου, η πορεία μου. Οπότε δεν ξεχωρίζω κάποια στιγμή. Είμαστε μια σύνθεση των αδυναμιών και των δυνατοτήτων μας. Χωρίς τις αδυναμίες ίσως να μην υπήρχαν και οι δυνατότητες μας».
Πως βλέπετε την Ελλάδα; Εάν κάποιος σας ζητούσε να ζωγραφίσετε τη χώρα μας, πως θα την απεικονίζατε και ποια χρώματα θα επιλέγατε;
«Αυθόρμητα μου έρχεται η εικόνα ενός ανθρώπου που κινείται μέσα σε έναν λαβύρινθο χωρίς το μίτο όμως στα χέρια του. Χαμένος στο δάσος των προσδοκιών της πραγματικότητας, των ψευδαισθήσεων, των αντιθέσεων του παρελθόντος – του παρόντος – του μέλλοντος. Το χρώμα που θα χρησιμοποιούσα θα ήταν το πράσινο. Το σκούρο πράσινο για να υποδηλώσει το φόβο και την αβεβαιότητα. Το φωτεινό πράσινο για να επισημάνει την ελπίδα. Το γαλαζοπράσινο για την προσδοκία της λύτρωσης και φυσικά θα υπήρχε και το κόκκινο του μίτου, του πάθους, της γέννησης, της δύναμης».
Σε ποιο σημείο βρίσκεται η ελληνική ζωγραφική σήμερα μέσα στο παγκόσμιο τοπίο; Πιστεύετε πως η χώρα μας έχει εικαστική παιδεία;
«Η ελληνική ζωγραφική σήμερα νομίζω πως έχει κατακτήσει το διεθνές κοινό. Γνωρίζω ότι μεγάλα μουσεία όπως το MoMA, το Museo del Prado στη Μαδρίτη, η γκαλερί Tate και πολλά άλλα φιλοξενούν μόνιμες συλλογές από έργα Ελλήνων καλλιτεχνών προγενέστερων και σύγχρονων. Επίσης πολλοί Έλληνες έχουν διεθνή καριέρα, αυτό είναι γνωστό. Όμως δεν είμαι ιστορικός τέχνης και δεν μπορώ να αξιολογήσω πόσο και ποιο χώρο ακριβώς καταλαμβάνει η σύγχρονη ελληνική ζωγραφική στο παγκόσμιο τοπίο. Εάν δηλαδή κουβαλάει ακόμα τον επαρχιωτισμό της ή αν έχει αποδεσμευτεί από αυτόν. Αν δεσμεύεται ή καθηλώνεται από την πολιτιστική παράδοση. Αν και κατά πόσο ακολουθεί ή συμπορεύεται ή μπορεί και να πρωτοπορεί στο τοπίο της παγκόσμιας τέχνης. Νομίζω πως αυτό θα κριθεί από τους ιστορικούς τέχνης του μέλλοντος, που θα έχουν μια πιο συνολική εικόνα.
Η αισθητική εικαστική παιδεία του σύγχρονου Έλληνα πιστεύω ότι καθορίζεται κυρίως από την σχέση που έχει με την παράδοση του. Αλλά δυστυχώς και από την έκθεση του στην αισθητική της TV, των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Μαζικής Δικτύωσης και στις ανάγκες της αγοράς των “σαλονάτων” έργων. Η αδυναμία όμως και το έλλειμα της εικαστικής παιδείας, κατά τη γνώμη μου, εδράζεται κυρίως στην ανεπάρκεια και την άρνηση της πολιτείας να την προσφέρει μέσα από το εκπαιδευτικό μας σύστημα καταρχάς. Να μην ξεχνάμε ότι πρόσφατα το Υπουργείο Παιδείας, η κυρία Κεραμέως, κατήργησε τα καλλιτεχνικά μαθήματα από το Λύκειο με το επιχείρημα της “χαμηλής συμμετοχής”. Η λογική πονάει κεφάλι – κόβει κεφάλι επικράτησε αντί της ενίσχυσης της τέχνης, η οποία είναι ένα μέσο που καλλιεργεί ενσυναίσθηση, κοινωνική συνείδηση και είναι απολύτως απαραίτητη για την ψυχοσωματική εξέλιξη, την συγκρότηση της προσωπικότητας και της αισθητικής του αυριανού πολίτη. Να σημειώσω επίσης ότι τα μαθήματα που κατήργησε ήταν ούτως ή άλλως υποβαθμισμένα, καθώς το όλο εγχείρημα στηριζόταν στο φιλότιμο και την αίσθηση ευθύνης που είχαν οι συνάδελφοι εικαστικοί εκπαιδευτικοί, οι οποίοι προσπαθούσαν να παράγουν έργο χωρίς βοήθεια, χωρίς υλικοτεχνικές υποδομές, χωρίς εργαστήρια, χωρίς τίποτα. Χωρίς όραμα η εικαστική και αισθητική μας παιδεία παραδίδεται σαν λεία στην αισθητική των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και Κοινωνικής Δικτύωσης και της αγοράς».
Ποια είναι τα σχέδια σας για το άμεσο μέλλον και την εποχή μετά την πανδημία; Να αναμένουμε ίσως κάποια έκθεση σας;
«Προσπαθώ να μην κάνω σχέδια. Μετά από μια απρόβλεπτη προσωπική περιπέτεια υγείας και έπειτα από την πανδημία που συνέβη σε όλους μας, ενισχύθηκε η προσπάθεια μου να επιχειρώ να ζω στο παρόν. Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν παραιτούμαι από την προσπάθεια. Ωστόσο συνεχίζω να δουλεύω, όμως δεν είμαι έτοιμη να δείξω την δουλειά μου, η οποία άλλωστε δεν έχει ολοκληρωθεί.»
Μια ευχή για το μέλλον…
«Εύχομαι στο σύντομο ή το μακρινό μέλλον να μη βρεθούμε στον κόσμο του Orwell, αλλά να δημιουργήσουμε έναν κόσμο, που η ηθική και η αισθητική θα συμπίπτουν και φυσικά υγεία. “…στο έσχατο βάθος η ηθική και η αισθητική θα συμπίπτουν” είναι κάτι που είπε ο Wittgenstein και συμφωνώ απόλυτα.»
*Οι φωτογραφίες των έργων της Κυριακής προέρχονται από το αρχείο της ζωγράφου & το πορτραίτο της είναι του Ιάσωνα Χαραλαμπίδη.