Μια βαλίτσα κι ένα χαντάκι

Ο Σάββας Πατσαλίδης είδε το «Το αγόρι με τη βαλίτσα» και γράφει εντυπώσεις.

Σάββας Πατσαλίδης
μια-βαλίτσα-κι-ένα-χαντάκι-105986
Σάββας Πατσαλίδης

PP0744J0003v30

Μπορεί το έργο του Μάικ Κένι «Το αγόρι με τη βαλίτσα» να έχει πρωταγωνιστές παιδιά, να μιλά για παιδιά, να ψυχογραφεί παιδιά, όμως η όλη προβληματική του είναι τόσο κοντά μας που αφορά τον κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Γιατί ποιος δεν άκουσε για ιστορίες παιδιών που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, που αναζητούν τους γονείς τους, παιδιά που ρήμαξε ο πόλεμος; Παιδιά που πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης, που διασχίζουν βουνά και λαγκάδια αναζητώντας λίγο φως, λίγη ελπίδα;

Η ιστορία

Η ζωή είναι γεμάτη από  Ναζ. Ο μικρός αυτός ήρωας του Κένι είναι ένα παιδί θύμα των καταστάσεων, ένας μικρός Οδυσσέας που αναζητεί την Ιθάκη του κάπου στο Λονδίνο, εκεί όπου ζει ο μεγαλύτερος αδερφός του. Μόνιμος σύντροφος να τον ζεσταίνει στις δοκιμασίες του, οι περιπέτειες του Σεβάχ του Θαλασσινού (επτά συνολικά), περιπέτειες που του έλεγε ο πατέρας του όταν ήταν παιδί, τις οποίες ο συγγραφέας έξυπνα βάζει να τρέχουν παράλληλα με την κύρια ιστορία, ώστε να την εμπλουτίζουν και με μια συμβολική δυναμική.

Όταν τελικά ο Ναζ φτάνει στον προορισμό του, διαπιστώνει ότι ο αδερφός του δεν είναι και τόσο ευτυχισμένος, όπως τουλάχιστο δήλωνε στις κάρτες που του έστελνε. Εκεί συνειδητοποιεί, καθαρίζοντας τα τζάμια των αυτοκινήτων στα φανάρια, ότι ούτε στην, κατά φαντασία, Γη της Επαγγελίας η ζωή είναι στρωμένη με ροδοπέταλα.

Η σκηνοθεσία

Εδώ και καιρό παρακολουθώ τις σκηνοθετικές προτάσεις του  Μιχάλη Σιώνα και βλέπω μια συνεχή εξέλιξη, μια πύκνωση και μια μεγαλύτερη άνεση στον τρόπο που αλιεύει τις  ουσίες του θεάτρου και τις μετατρέπει σε ακαριαίο δρώμενο. Δεν κάνει φαντεζί πράγματα. Ούτε υπερβολές. Πάντα με μέτρο και με απόλυτο ρυθμιστή των επιλογών του το σώμα του ηθοποιού ρισκάρει, και ρισκάροντας διαμορφώνει την προσωπική του αισθητική. Το έδειξε στην προτελευταία του δουλειά με την ομάδα «Θέση» και τώρα στην παράσταση του έργου του Κένι στο Βασιλικό Θέατρο, για λογαριασμό του ΚΘΒΕ.

Στην πλατεία υποδεχτήκαμε ένα θέαμα ευφρόσυνο, καλά ρυθμισμένο και ευρηματικό, χωρίς ιδιαίτερα σκηνικά αντικείμενα, χωρίς ακριβές λύσεις, με μόνο εκτελεστικό όργανο το έμψυχο υλικό του, πέντε νέα παιδιά από τη δεξαμενή ταλέντων της δραματικής σχολής του ΚΘΒΕ, που τα τελευταία χρόνια στελεχώνει  επάξια τις παραγωγές του.

Ερμηνείες

Εν αρχή η Λίλα Βλαχοπούλου. Αυτό το κορίτσι απελευθερώνει ενέργεια σε κάθε κίνησή της και σε κάθε λέξη που ξεστομίζει. Παίζει με όλο της το είναι. Έχει νεύρο, κάνει γκελ. Ας κοιτάξει μόνο να μην επαναλαμβάνει κάποιες ευκολίες που ξέρει ότι τις ταιριάζουν μεν, όμως δεν παύουν να είναι ευκολίες που πολύ εύκολα παγιώνονται και τότε τα πράγματα δυσκολεύουν. Η Καραμήτρη στον πενταπλό ρόλο της έπαιξε με άνεση, μπρίο και ελεγχόμενη πληθωρικότητα εκεί όπου το απαιτούσε το προσωπείο της. Ο Καρτόκης στον τετραπλό του ρόλο και ο Παπαδόπουλος στον πενταπλό κινήθηκαν με καλή τεχνική πανοπλία εντός και εκτός ιστορίας, κέντησαν ρόλους, κατέθεσαν κέφι, ικανή ευμεταβλητότητα και ετοιμότητα. Όσο για τον ΄Άγγελο Νεράντζη, στην πρώτη του δοκιμασία σε πρωταγωνιστικό ρόλο, σήκωσε με επιτυχία και σιγουριά το βάρος ενός δύσκολου και πολυεπίπεδου ρόλου. Ήταν σωστός, επικοινωνιακός, άνετος και άμεσος. Άρεσε στην πλατεία.

photo_agori5

Και μία ένσταση

Χωρίς να θέλω να μουντζουρώσω τις καλές εντυπώσεις, προσποιούμενος το σκηνοθέτη, δεν μπορώ να μην καταθέσω κάτι που το χρεώνω στα μείον της παράστασης. Ενώ βρήκα πολύ ευφάνταστη και ζωηρή την όλη θεατρικότητα που απελευθέρωναν τα δρώμενα, από ένα σημείο και μετά αισθάνθηκα πως ξέφευγε κάπως στη δοσολογία και άρχιζε να προδίδει μια αυταρέσκεια που δεν άφηνε διαδρόμους να βγει προς τα έξω το συναίσθημα, κάποια αγωνία. Ας μην ξεχνάμε πως εδώ έχουμε ένα πονεμένο ταξίδι, δεν είναι μόνο παιχνίδι. Ο Ναζ φοβάται, δοκιμάζεται. Αυτές είναι σκληρές εμπειρίες και κάπως θεωρώ πως έπρεπε να βγουν και να «πονέσουν» την πλατεία. Όπως δόθηκαν, μεγάλωσαν το θέατρο, όμως μίκρυναν τον ανθρώπινο πόνο και αυτό, όπως είπα, το χρεώνω στα μείον της παράστασης.

Συμπέρασμα: Σε κάθε περίπτωση: Τέτοιες προσεγμένες παραστάσεις δικαιώνουν απόλυτα τον τίτλο: εκπαιδευτικό και ψυχαγωγικό θέατρο. Είναι για όλες τις ηλικίες, χωρίς να χρειαστεί κάποιος να κάνει οποιαδήποτε έκπτωση. Και χαίρομαι που ένα ποιοτικό θέαμα σαν κι αυτό θα περιοδεύσει στην πολλαπλώς απαξιωμένη επαρχία. Σπεύσατε.  Μικροί και μεγάλοι.

Υστερόγραφο για ένα χαντάκι

Πριν κλείσω, προσθέτω και ένα υστερόγραφο για την παράσταση «Νεκρή φύση σε χαντάκι», του Φάουστο Παραβιντίνο, που είδαμε πολύ πρόσφατα στο θέατρο «Τ».

Είναι από τα αγαπημένα μου κείμενα. Τα έχει όλα. Μου αρέσει η σύλληψη, οι μονόλογοί του, η γενικότερη «τρελή» λογική του. Είναι ένα κείμενο όπου δεν έχει σημασία το «τι» της γραφής αλλά το «πώς». Πώς πέντε άνθρωποι αφηγούνται το γεγονός του φόνου μιας νεαρής γυναίκας σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, το πτώμα της οποίας βρέθηκε σ’ ένα χαντάκι (εξ ου και ο πανέξυπνος τίτλος, με τις πολλές συνδηλώσεις, παρμένος από τη ζωγραφική).

Είναι ένα έργο που προτάσσει τη θεατρικότητά του, που αναζητεί τον εαυτό του καθώς «γράφει» την ιστορία του, που αναζητεί μαζί μας τον πρωταγωνιστή του δράματος, τον δολοφόνο, ο οποίος, αν και αόρατος, είναι πανταχού παρών, αφού η πράξη του είναι εκείνη που πυροδοτεί τη δράση και πυρπολεί τη φαντασία μας.

Ο Παραβιντίνο μοιάζει εδώ σαν ένας άλλος Χίτσκοκ. Όλα τα χτίζει γύρω από το ερώτημα:  «ποιος το έκανε»; Whodunit? Και όπως ο Χίτσκοκ έτσι κι αυτός ξέρει ότι η απάντηση δεν πρέπει επ’ ουδενί να διαρρεύσει γιατί καταρρέει όλο το οικοδόμημα. Ξέρει ότι απαιτείται προσοχή στο πλέξιμο, μαεστρία στη χρήση των τεχνικών της αφήγησης, το πώς μπλέκονται και ξεμπλέκονται, σε ποιο σημείο και με ποιους αποδέκτες. Όλα πρέπει να είναι μαθηματικά ρυθμισμένα. Και αυτό κάνει. Στήνει παγίδες, κάνει αφηγηματικές ζαβολιές, παίζει με το θεατή και «περι-παίζει» τις υποθέσεις του, με στόχο τη δημιουργία ενός πολύχρωμου αφηγηματικού καμβά, ο οποίος από μόνος του επιβάλλει και την ίδια τη σκηνοθετική του ανάγνωση. Σου δείχνει τον δρόμο.

PP0744J0003v31

Η παράσταση

Η τεχνική των viewpoints, στην οποίαν κατέφυγαν οι  ηθοποιοί της ομάδας  με την ευφυή ονομασία «Προσεχώς Subway». δεν ήταν άσχημη ιδέα, γιατί ακριβώς τους βοήθησε να διατηρήσουν οι ίδιοι, ως «παίκτες» σ’ αυτό το παιχνίδι της δια-πλοκής, μια διακριτή θέση, καθώς επίσης και να καλύψουν με καλό τάιμινγκ τις αποστάσεις ανάμεσα στο πρόσωπο και το προσωπείο. Όπως, επίσης, τους βοήθησε να υπογραμμίσουν τη μεταδραματική φυσιογνωμία της παρουσίας τους. Μετωπικό παίξιμο, αφηγηματικός τόνος χωρίς δραματικές κλιμακώσεις και συγκρούσεις. Ως εδώ μια χαρά. Όμως:

Τι έλειπε;

Έλειπε αυτό που οι ίδιοι οι ηθοποιοί της ομάδας διακηρύσσουν στο σημείωμά τους: «δημιουργία σύγχρονων, τολμηρών παραστάσεων μέσα από την έρευνα και τον πειραματισμό».

Δεν ξέρω, αλλά στο βαθμό που κατάλαβα αυτό που μας παρέδωσαν, ούτε έρευνα είδα, ούτε τόλμη, ούτε πειραματισμό. Ναι, είχε μέτρο η δουλειά τους, είχε καλές προθέσεις, ήταν όμως παλιά και «δειλή». Από τα νέα αυτά παιδιά περίμενα το κάτι παραπάνω, μια πιο ευφάνταστη χρήση της δυναμικής των  viewpoints. Δεν τόλμησαν να πάνε και λίγο παραπέρα, ν’ ανοίξουν κάπως τη βεντάλια της ανάγνωσής τους. Και εδώ κολλάει αυτό που λέω πάντα σε τέτοιες συλλογικές προσπάθειες: έλειπε ο σκηνοθέτης, όχι ο οποίος σκηνοθέτης που διεκπεραιώνει, δίκην τροχονόμου, μια μέθοδο, αλλά ο σκηνοθέτης που έχει άποψη επί της μεθόδου. Γιατί η μέθοδος των  viewpoints, που συμβαίνει να τη γνωρίζω γιατί είδα παραστάσεις της ομάδας SITI της Μπόγκαρτ, ομάδα που ίδρυσε μαζί με το Σουζούκι το 1992, κρύβει την παγίδα της απλής διεκπεραίωσης εάν δεν χρησιμοποιηθεί δημιουργικά και ευφάνταστα. Και φοβάμαι πως σ’ ένα μεγάλο βαθμό αυτό επικράτησε στη συλλογική σκηνοθεσία της παράστασης. Κρίμα.

Ερμηνείες

Και λέω κρίμα, γιατί είδα νέους ηθοποιούς με ικανότητες. Είδα το φυσικό ταλέντο του Παύλου Παναγιωτίδη στον ρόλο του Αστυνομικού, το δουλεμένο υποκριτικό ταλέντο του Δημήτρη Κοϊδη σ’ ένα ρόλο δίκοπο μαχαίρι, τον καλό έλεγχο των εκφραστικών μέσων από τον Ορέστη Κωνσταντινίδη και την Ιωάννα Λαμνή. Δεν πολυκατάλαβα, όμως, την παρουσία της χορεύτριας (Βογιατζή). Θεωρώ ότι δεν είχε θέση στη ροή των δρωμένων. Ήταν εντελώς ξένο σώμα.

Συμπέρασμα: Μια φιλότιμη προσπάθεια, από νέους ηθοποιούς που μπορούν και καλύτερα, εφόσον βρουν τον κατάλληλο άνθρωπο να τους σκηνοθετήσει.

 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα