Πέρασα-ξανά ευτυχώς-ένα πρωινό στο μουσείο!

Στη Θεσσαλονίκη η ολική επαναφορά των μουσείων ήταν ένα από τα πιο καλοδεχούμενα πράγματα στην εποχή που οδηγεί σε μια κανονικότητα.

Γιώργος Τούλας
πέρασα-ξανά-ευτυχώς-ένα-πρωινό-στο-μου-770653
Γιώργος Τούλας

Τα μουσεία έλειψαν από τη ζωή μας πάρα πολύ καιρό. Αυτοί οι τόποι γαλήνης, ομορφιάς, ανοίγματος του μυαλού, αυτά οι λαμπροί προορισμοί που η ψυχή ψηλώνει πάντα λίγους πόντους, ενώ θα μπορούσαν να λειτουργούν ως διαφυγές μέσα στην πανδημία υποχρεώθηκαν να κλείσουν.

Μετρώντας τις πληγές τους, αφού όμως οφείλουμε να τους αναγνωρίσουμε ότι στην πανδημία υπέρ-έβαλαν εαυτόν και έδειξαν τρομερή προσαρμοστικότητα οργανώνοντας on line εκθέσεις, ξεναγήσεις, ομιλίες, διαλέξεις, συζητήσεις, διαδραστικά παιχνίδια και τόσα άλλα συναρπαστικά που κράτησαν την αγάπη μας για την τέχνη αναμμένη μέσα στη μοναξιά μας, επέστρεψαν. Αποφασισμένα να κερδίσουν το χαμένο κοινό και το χαμένο χρόνο.

Στη Θεσσαλονίκη η ολική επαναφορά των μουσείων ήταν ένα από τα πιο καλοδεχούμενα πράγματα στην εποχή που οδηγεί σε μια κανονικότητα.

Το  ΜΟΜus, το μεγαλύτερο μουσείο της Ελλάδας σε μέγεθος, παραρτήματα και έργα άνοιξε τις πύλες του παντού, στο κέντρο, το λιμάνι και τη Σταυρούπολη και μας υποδέχτηκε με εξαιρετικές εκθέσεις αφορμές για σκέψη. Τέσσερα μουσεία στη Θεσσαλονίκη (το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης – Συλλογή Κωστάκη, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης – Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, το Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, το Πειραματικό Κέντρο Τεχνών) και ένα στην Αθήνα (Μουσείο Άλεξ Μυλωνά) που ένωσαν τις δυνάμεις τους το Νοέμβριο του 2018, σε έναν μεγάλο, ενιαίο, δημόσιο φορέα πολιτισμού, φιλοδοξώντας να δώσουν διεθνώς το στίγμα τους στη μοντέρνα και σύγχρονη τέχνη, τη φωτογραφία, τις πειραματικές τέχνες και τη γλυπτική.

Πέρασα το κατώφλι του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στη ΔΕΘ ένα πρωί που ο κόσμος τριγύριζε μέσα στην Έκθεση για να κάνει εμβόλιο ή τεστ και κάποιοι περνούσαν το κατώφλι του για να δουν εκθέσεις. Η αύρα με γέμισε χαρά.

Καθώς περπατούσαμε στις αίθουσες του ζήτησα από τη Συραγώ Τσιάρα, την αναπληρώτρια διευθύντρια του ΜΟΜus, να μου περιγράψει όσα έζησαν τους προηγούμενους μήνες:

”Όπως για όλο τον κόσμο πραγματικά και για εμάς τα μουσεία ήταν πάρα πολύ δύσκολο και μπορώ να πω ότι ήταν περισσότερο δύσκολο την δεύτερη φάση που κλείσαμε, ίσως γιατί δεν καταλάβαμε πραγματικά ποιο ήταν το νόημα του να κλείσουμε. Τι εννοώ, το πρώτο καλοκαίρι που για έξι μήνες λειτουργήσαμε, νιώσαμε και φάνηκε στην πράξη ότι τα μουσεία ήταν ασφαλείς χώροι, επειδή καταγράφαμε τους επισκέπτες και παίρναμε τα μέτρα, δεν υπήρχε κανένα κρούσμα που να γνωστοποιήθηκε σε εμάς, που να συνδέθηκε με το χώρο. Αντιλαμβάνομαι ότι τα μέτρα σε μεγάλο βαθμό πρέπει να είναι οριζόντια και να αφορούν τους πάντες αλλά την αναγκαιότητα του κλεισίματος την δεύτερη φορά δεν την αντιληφθήκαμε σε πολύ μεγάλο βαθμό και νομίζω ότι πάθαμε μία υπαρξιακή κρίση όλοι οι συνάδελφοι.

Επειδή είναι μία κατεξοχήν επικοινωνιακή δουλειά και δεν έχει κανένα νόημα να ασχολείσαι με τα έργα τέχνης, να τα στήνεις στο χώρο, να συνθέτεις τις εκθέσεις, να κάνεις μελέτες, έρευνα αν αυτά δεν απευθύνονται σε κάποιο κοινό, σου κόβεται πραγματικά ο λόγος ύπαρξης. Και εκεί αρχίζουν προβλήματα που έχουν να κάνουν όχι μόνο με τον φόβο της πανδημίας και της αρρώστιας αλλά και με το «Τι κάνω», «Ποιος είμαι» και λοιπά. Γι’ αυτό σου είπα μία υπαρξιακή κρίση. Νομίζω πώς η μόνη ανακούφιση και για εμάς και για τον κόσμο όπως αποδείχτηκε ήταν αυτές οι ψηφιακές δράσεις, που μπορώ να πώς πλέον αποκτήσαμε αρκετά μεγάλη εμπειρία. Ανταποκριθήκαμε αρκετά γρήγορα και θα διέκρινα δύο φάσεις. Στην πρώτη φάση ανακλαστικά κάναμε ότι κάναμε μέσα στον χώρο μας μέσα από το διαδίκτυο, τις εκθέσεις, τις παρουσιάσεις. Βασιστήκαμε κυρίως στο κεφάλαιο των μουσείων και τα επικοινωνούσαμε στον κόσμο, μέσα από εικόνες, από τα social media και από τις πλατφόρμες που υπάρχουν.

Μετά μπήκαμε σε ένα πιο ενεργητικό στάδιο, ας πούμε λίγο συν-διαμόρφωσης περιεχομένου της πλατφόρμας και νομίζω ότι αυτό ήταν πολύ πιο γόνιμο, πιο ικανοποιητικό και πιο δημιουργικό για όλους. Διότι, με αυτό το momusres την πλατφόρμα που φτιάξαμε, ζητούσαμε από καλλιτέχνες και μη να μας απεικονίσουν τον τρόπο ζωής τους, να μας δώσουν έργα ή εκφράσεις καλλιτεχνικές όπως τις θεωρούσαν οι ίδιοι, για να μοιραστούμε αυτή την κοινή συνθήκη μέσα από μία εικόνα. Αυτό ήταν βοηθητικό και για εμάς που δημιουργήσαμε ένα αρχείο εικόνων τις καθημερινότητας των ανθρώπων και επίσης το κοινό -γιατί έχουν αλλάζει οι όροι-, οι άνθρωποι στους οποίους απευθυνόμαστε ότι δεν ήταν παθητικοί δέκτες μιας πληροφορίας που τους δίναμε εμείς αλλά κάπως συμμετείχαν και μοιραζόμασταν εικόνες.

Αυτό νομίζω ότι μας έμεινε, όπως επίσης και όλες οι συζητήσεις που κάναμε τα συνέδρια Online, εννοείται ότι δεν υποκαθιστά τίποτα την αυτό που λέμε σωματική επαφή και την σχέση μέσα στο χώρο. Θεωρώ πώς δεν πρέπει να τα συγκρίνουμε, να κρίνουμε την αποτελεσματικότητα του ενός σε σχέση με το άλλο. Αλλά να τα βλέπουμε σαν δύο τελείως ξεχωριστά προϊόντα είτε εμπειρίες που το ένα απευθύνεται στο συγκεκριμένο κοινό που θα έρθει στο μουσείο και το άλλο δυνητικά στον οποιοδήποτε. Νομίζω ότι αυτά είναι εργαλεία που ήρθαν για να μείνουν, θεωρώ ότι έχουν χρησιμότητα και αποτελεσματικότητα κυρίως για ανθρώπους που ζουν σε πολύ μακρινές περιοχές είτε στην Ελλάδα είτε στο Εξωτερικό. Αυτό είναι το καλό το διαδικτύου, που μπορείς να συζητήσεις με έναν άνθρωπο είτε Έλληνα που δουλεύει στο εξωτερικό και νιώθει μία σύνδεση με το πολιτιστικό προϊόν της πατρίδας του, με τους ανθρώπους που ήξερε ή δεν ήξερε. Αυτό πραγματικά νιώσαμε ότι ήταν μία προσφορά, ότι το είχαν ανάγκη. υπήρχαν άνθρωποι που επέστρεφαν ας πούμε από την δουλειά τους και είχαν το πρόγραμμα να καθίσουν στον υπολογιστή τους και να συνδεθούν για το together we look. Το together we look ήταν ένα πολύ φιλικό προς τον χρήστη πρόγραμμα όπου είχαμε στείλει σε αυτούς που συμμετείχαν από νωρίτερα τις εικόνες κάποιων έργων και τους ζητούσαμε περισσότερο να σκεφτούν πάνω σε αυτά και να μας μιλήσουν οι ίδιοι. Δηλαδή, φύγαμε λίγο από τον ρόλο είτε του ειδήμονα είτε του ξεναγού και δώσαμε την πρωτοβουλία στον κόσμο”.

Στην πόρτα περιμένουν υπομονετικά οι μαθητές ενός σχολείου για να εισέλθουν. Παιδιά που χαμογελούν και που το αναπάντεχο που θα συναντήσουν τους εξιτάρει τη φαντασία.

”Άρχισε να έρχεται κόσμος, μάλιστα την πρώτη εβδομάδα επειδή είχαμε και δύο σχολεία, τα δύο τμήματα διαδοχικά γιατί υπάρχουν περιορισμοί. Συνολικά είχαμε 220 άτομα το πρώτο δεκαήμερο, ήταν 120 επισκέπτες μεμονωμένοι. Αυτό δεν είναι κάποιο νούμερο πολύ καλό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ας πούμε στην Μπιενάλε μπορεί να είχαμε και 50 και 100 άτομα την ημέρα πολύ συχνά. Αλλά νομίζω και πάλι ότι βρισκόμαστε σε μία άλλη εποχή δεν έχει νόημα να το συγκρίνουμε με τα παλιά. Βλέπω μία επιφυλακτικότητα στον κόσμο που έρχεται, δεν έρχονται πολλές παρέες, παλιά μπορεί να έβλεπες και παρέες και οικογένειες. Βλέπω τώρα πιο πολύ μεμονωμένους επισκέπτες, είναι λίγο σαν διερευνητική αυτή η φάση. Ίσως πρέπει να περάσει κάποιος χρόνος, να νιώσουμε ξανά ότι είναι κάτι φυσιολογικό και κάτι ευχάριστο. Όμως θεωρώ ότι αυτή η πανδημία και αυτό όλο μας υπέδειξε την χρησιμότητα των δημόσιων οργανισμών, δεν μιλάω μόνο για το επίπεδο της υγείας και των νοσοκομείων που πιστεύω πλέον ότι αυτό κατέστη ευγενική αντίληψη. Αλλά και το πόσο ζωτική ανάγκη υπάρχει για τον πολιτισμό γενικότερα, Δεν είναι μόνο τα μουσεία, το βλέπω και από ανθρώπους. Ένας ανιψιός μου για παράδειγμα έκανε erasmus δυστυχώς μέσα σε αυτό το διάστημα στο Παρίσι και μου έλεγε και δεν ήταν καθόλου χαρούμενο το παιδί γιατί τελικά το Παρίσι χωρίς τα μουσεία και τα μαγαζιά, τι είναι; Τα κελύφη των πόλεων αν δεν γεμίσουν, ένιωθε ότι δεν ήταν στο Παρίσι, σε αυτό που φανταζόταν.”

Αλήθεια τι είναι οι μεγάλες πόλεις χωρίς τα μουσεία τους σκέφτηκα καθώς άκουγα τη Συραγώ να μου περιγράφει την εικόνα του κλειστού Παρισιού.

Μπαίνω στην αίθουσα μιας πραγματικά συγκλονιστικής εγκατάστασης. Ένα κύμα, από πυκνή μαύρη μάζα κατακλύζει τους έρημους δρόμους στη Βηθλεέμ. Ο ήχος είναι εκκωφαντικός και καλύπτει τα πάντα. Μια τεράστια οικολογική καταστροφή δημιουργεί ένα δυστοπικό αστικό τοπίο, όπου το γκρι χρώμα και το αχνό φως επικρατούν. Μια άρρωστη, κατάκοιτη μητέρα συνομιλεί με την κόρη της. Η ένταση είναι μεγάλη, με όση δύναμη φέρει η καθεμία. Ποια η χρησιμότητα του παρελθόντος, για ποιους λόγους να ανατρέχουμε στη μνήμη, πώς αυτό θα μας βοηθήσει να πάμε μπροστά; Η κινηματογραφική προβολή της Λαρίσα Σανσούρ (Larissa Sansour) σε καθηλώνει. Δυο κορίτσια κάθονται στο πάτωμα καθηλωμένα από αυτό που βλέπουν. Μια κυρία μεγάλης ηλικίας σε μια καρέκλα κρατά σημειώσεις.

Σκέπτομαι πως θα ήταν αν έβλεπα αυτήν την προβολή on line. Αν θα αισθανόμουν την ίδια συγκίνηση όπως τώρα μέσα στην αίθουσα του μουσείου.

”Εγώ το προηγούμενο διάστημα ξενάγησα πολύ κόσμο on line. Περιηγήθηκα με κάποιο τρόπο με βιντεοσκοπημένο υλικό μπροστά στα έργα και μιλούσα και στο περιβάλλοντα χώρο τον ίδιο. Και από τις αντιδράσεις τους ένιωθα ότι και άνθρωποι που συμμετείχαν και από μακριά πήραν ένα κίνητρο για το επισκεφτούν. Λέω ότι τελικά αυτές οι δύο εμπειρίες δεν είναι η μία υποκατάστατο του άλλου αλλά μπορεί να είναι συμπληρωματικές. Μπορεί η μία να λειτουργήσει υπέρ της άλλης, της φυσικής παρουσίας. Δυνητικά και φυσικά και έχουμε μεγαλύτερο κοινό, αυτό δεν μπορεί κανείς να το μετρήσει ακριβώς γιατί αναπαράγονται τα βίντεο και οι προβολές στο διαδίκτυο γιατί μπορεί να επαναληφθούν αργότερα. Και σίγουρα πιστεύω ότι θα βοηθήσουν στην μύηση του ενδιαφέροντος για να έρθει κανείς στο μουσείο.” μου εξηγεί η Συραγώ. 

Στον επάνω όροφο μια έκθεση τόσο σημερινή δεσπόζει στο χώρο. Η έκθεση με τίτλο «When the Present is History / Όταν το παρόν είναι ιστορία» διερευνά τους τρόπους με τους οποίους οι καλλιτέχνες ανατρέχουν στην ιστορία, προκειμένου να ασχοληθούν με σύγχρονα κοινωνικοπολιτικά θέματα, μέσα από έργα αρχειακής τεκμηρίωσης που διατρέχουν, όχι μόνο τη μνήμη και το παρελθόν, αλλά και τη σύγχρονη εμπειρία. Πολλοί σύγχρονοι καλλιτέχνες, ενεργώντας ως αρχειονόμοι, αρχαιολόγοι ή συντάκτες, έχουν χρησιμοποιήσει διαφορετικές μεθόδους αναζήτησης, επιλογής και οικιοποίησης υφιστάμενων φωτογραφιών και τεκμηρίων. Όλα αυτά που μας απασχολούν καθημερινή στις συζητήσεις ή τα διαβάσματα μας μέσα από τα μάτια σπουδαίων καλλιτεχνών της εποχής που προσεγγίζουν με ουσιαστικό τρόπο τα ζητήματα του καιρού.

Ο κόσμος δειλά δειλά επιστρέφει στα μουσεία. Το ΜΟΜus, πρωταγωνιστεί σε αυτή την προσπάθεια. Το πρωινό στο μουσείο είναι πραγματική απόλαυση μετά από τόσο καιρό. Πηγή γαλήνης και έμπνευσης. Η αμηχανία του πρώτου καιρού είναι διάχυτη. Δεν είναι όμως μόνο ελληνική. Το τραύμα είναι παγκόσμιο και η ανάγκη της γιατρειάς επίσης.

”Συμμετείχα σε αρκετά συνέδρια και συζητήσεις αυτή την εποχή, τέσσερα- πέντε τουλάχιστον και στο πλαίσιο του ICOM για την Διεθνή Ημέρα Μουσείων και από τη Μπιενάλε το Ζαγκρεμπ για παράδειγμα είχε ξεκινήσει δύο χρόνια πριν επίσημα και με ανακοίνωση την προσπάθεια να κάνει μία Μπιενάλε, την Μπιενάλε του Ζαγκρεμπ.

Πέσανε πάνω σε αυτή την κατάσταση και το ανέβαλαν αλλά αξιοποιήσαν τον χρόνο για να συλλέξουν την εμπειρία και να συζητήσουν με άλλα ιδρύματα και φορείς. Με κάλεσαν για να εκπροσωπήσω την Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης.

Οι εμπειρίες ήταν παρόμοιες υπήρχε αμηχανία άλλοι λειτούργησαν πολύ πιο γρήγορα στο χώρο του διαδικτύου, άλλοι πιο αργά. Πάντως υπήρχε αυτό το άγνωστο που δεν ξέρεις πώς να το αντιμετωπίσεις και σε σχέση με τον σχεδιασμό που μου έλεγες πριν είναι φοβερό πρέπει να υπάρχει ευελιξία και προσαρμοστικότητα, αντανακλαστικά.

Πρέπει πλέον να είναι ένα βασικό συστατικό του σχεδιασμού δηλαδή σχεδιάζεις πράγματα, σχεδιάζεις δράσεις, καταρχάς δεν ξέρεις «Μπορώ να κάνω μία πλατφόρμα να την παρακολουθήσουν εκατό άτομα;» Το σχεδιάζεις κάπως αλλά βάζεις και την εναλλακτική αν δεν μπορείς. Απαιτείται πολύς περισσότερος χρόνος να σχεδιάσεις δράσεις και με σενάρια, μπορεί να γίνει αυτό μπορεί το άλλο.

Τώρα που μιλάμε αυτές οι εκθέσεις που έχουμε ήταν να γίνουν πέρσι, εξ αναβολής μεταφέρθηκαν. Η μία είναι της Λαίσας Ανσούρ από την Μπιενάλε της Βενετίας την τελευταία που είχε γίνει πριν από δύο χρόνια. Είχα δει το έργο, ένα συγκλονιστικό έργο το “in vitro” που γυρίστηκε στη Βηθλεέμ. Είναι σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας, είχε να κάνει με την κατάσταση όπου δύο γυναίκες, μία μητέρα και μία κόρη ζούνε σε ένα υπόγειο καταφύγιο μετά από μία βιολογική- φυσική καταστροφή, δεν διευκρινίζεται. Πάντως προσπαθούν να ανασυνθέσουν την ζωή, να ξεκινήσουν από την αρχή και μαλώνουν με έναν πολύ λεπτό και ενδιαφέρον τρόπο πάνω στο θέμα της μνήμης και της νοσταλγίας. Η μητέρα προσπαθεί να τροφοδοτήσει την κόρη με όλες τις μνήμες της, των διώξεων, των πολέμων κ.λ.π και η κόρη αντιστέκεται και της λέει «Μα τι νόημα έχουν όλα αυτά, η εθνική σύγκρουση και η θρησκευτική διαφορά όταν πρέπει να φτιάξουμε τον κόσμο από την αρχή».

Και σκέφτομαι με τα μάτια πλέον της εμπειρίας που ζήσαμε τα τελευταία δύο χρόνια αυτού του καθολικού και συλλογικού παγκόσμιου τραύματος πώς το έργο το καλλιτεχνικό μπορεί όχι να προφητέψει ακριβώς αλλά να πιάσει το μήνυμα μιας κρίσης, ακόμα και οικολογικής. Γιατί όλα αυτά που συμβαίνουν έχουν να κάνουν με την χρήση των φυσικών πόρων με πολλά ζητήματα που τα ξέραμε, τα εντοπίζαμε αλλά τα συλλαμβάναμε και τα εικονοποιούμε όχι με ρεαλιστικό τρόπο και μας δίνουν τα κλειδιά για να κατανοήσουμε αυτό που γίνεται σήμερα. Και όχι μόνο να κατανοήσουμε, να σκεφτούμε και πιο εναλλακτικά πάνω σε αυτό.

Αυτό λοιπόν το έργο ενώ το είχα προγραμματίσει να είναι αμέσως μετά την Μπιενάλε της Βενετίας. Εμφανίστηκε τώρα λόγω όλων αυτών των αλλεπάλληλων κλεισιμάτων. Και τώρα που παίζεται έχει ένα παραπάνω νόημα, ανατροφοδοτείται από την ζωή την ίδια. Η σχέση τέχνης και ζωής είναι εκπληκτική. Είναι που λένε πώς δεν αντιγράφει η τέχνη τη ζωή αλλά η ζωή την τέχνη. Πάνω έχουμε την έκθεση της Δάφνης Βιτάλη, την οποία την είχε παρουσιάσει στην Μπιενάλε της Κωνσταντινούπολης ως παράλληλη δράση.

Επίσης σε έναν χώρο στο Ντεπώ, το οποίο οργάνωσε και διηύθυνε για λίγα χρόνια ο Οσμάν Καβάλα, και ήταν μία έκθεση που αφορά στην λογοκρισία στην παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην αστυνομική βία, στην τρομοκρατία σε ζητήματα τα οποία αφορούν πραγματικά γεγονότα σε χώρες, εξεγέρσεις, διαμαρτυρίες , απεργίες στην Τουρκία, στην Ανατολική πρώην Γερμανία, Λιβύη. Όλοι οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν είναι γύρω στην λεκάνη της Μεσογείου και μιλάνε για ζητήματα  που ξεκίνησαν από το παρελθόν τα οποία όμως με κάποιο τρόπο τροφοδοτούν την αντίληψη μας για το παρόν.”, συμπληρώνει η κ. Τσιάρα. 

Οι εκθέσεις των μουσείων θα κρατήσουν όλο το καλοκαίρι ενώ σχεδιάζονται και έξτρα υπαίθριες δράσεις όπως το περσινό καλοκαίρι. Οι τουρίστες είναι επίσης ένα κοινό που στοχεύει το μουσείο που επικοινωνιακά τα πάει εξαιρετικά στην προσέγγιση του κόσμου.

”Πριν τον κοροναϊό καταλάβαμε εδώ και χρόνια ότι ο κόσμος χρειάζεται δράσεις που συνθέτουν τις τέχνες και το πιστεύω πολύ αυτό. Ο χώρος δηλαδή ενός μουσείου, να γίνεται αφορμή είτε για μία συζήτηση είτε για μία παρουσίαση συλλογής που γινόντουσαν και παλιά. Ειδικά στο Μακεδονικό και στο Κρατικό αλλά η συνάντηση των τεχνών είναι αυτό ενεργοποιεί περισσότερο τον κόσμο. Και στις ίδιες τις εκθέσεις φαίνεται αυτό δηλαδή το συζητούσαμε με τον Ορέστη Ανδρεαδάκη, γιατί αυτές οι εκθέσεις θα είναι και στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου ως παράλληλες δράσεις.

Οι γλώσσες πλέον είναι κοινές, όλα αυτά ΄που μας συμβαίνουν είναι κοινά. Θα δεις ενδεχομένως πόσο κοντά στην κινηματογραφική εικόνα είναι και της Μαρίας Ζερβού το έργο για τη Ζβετλανα Ποιν που είναι επίσης μία συγκλονιστική δουλειά και της  Λαρίσας Ανσούρ αλλά και όλοι οι καλλιτέχνες που χρησιμοποιούν τηλεοπτικά ντοκουμέντα. Είναι μία μεταγλώσσα, δεν είναι ότι βλέπεις την διαφήμιση ή την είδηση της τηλεόρασης όπως την έβλεπες το 70 και το 80 την  βλέπεις με τα σημερινά μάτια και την νοηματοποιείς διαφορετικά. Δεν είναι νοσταλγία και επιστροφή στο παρελθόν αυτό που κάνουν οι καλλιτέχνες που δουλεύουν με αρχεία και ντοκουμέντα. Δουλεύουν ψάχνοντας να βρουν τι είναι ενεργό σήμερα.”

Καθώς το καλοκαίρι είναι μια περίοδος αναστοχασμού και σχεδίων για τη επόμενη σεζόν το τελευταίο ερώτημα είναι τι σχεδιάζουν για το φθινόπωρο.

”Τον Οκτώβριο με το καλό θα αρχίσει η Thessaloniki Photobiennale.. Η οποία φέτος είναι η μεγάλη κοινή δραστηριότητα του MOMUS όλων των φορέων της Θεσσαλονίκης τουλάχιστον θα απλωθεί σε όλους του χώρους και όχι μόνο. Όπως πάντα το Μπιενάλε θα γίνει σε πολλούς χώρους. Εδώ στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης θα έχουμε έξι με επτά, δεν θυμάμαι ακριβώς τον αριθμό εκθέσεις, ατομικές παρουσιάσεις στο χώρο του ισογείου. Μετά τον Νοέμβριο θα έχουμε την έκθεση των υφάνσεων που είχε παρουσιαστεί με κάποια μορφή πριν δύο χρόνια στο Μουσείο Μπενάκη,  την ξαναδουλεύουμε όμως, η Αρετή Λεοπούλου την επιμελείται. Σε συνάρτηση και με την έρευνα που έχει κάνει η ίδια στις τραπισερί, κάποια παρουσιάσαμε και στην προηγούμενη Μπιενάλε της Θεσσαλονίκης. Δηλαδή την χειροποίητη αυτή ύφανση και τη λογική της τέχνης, αυτό που λέγαμε επικοινωνία των τεχνών. Πώς μοτίβα καλλιτεχνικά από πίνακες επηρέασαν την υφαντουργία.

Αυτό θα το δούμε και μία πιο σύγχρονη οπτική στο δικό μας μουσείο. Υπάρχουν βέβαια και μεγάλοι σχεδιασμοί που έχουν μπει κάπως σε αναστολή. Ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα που ήθελα εγώ να υλοποιήσω το 2020. Είχαμε κάνει μία ανασκόπηση της τελευταίας δεκαετίας και το τι άλλαξε στο πολιτιστικό χάρτη στην Ελλάδα. Όπου αλλάξαν τα πάντα, όχι μόνο από τους δημόσιους φορείς ή από τις Μπιενάλε αλλά και από δραστηριοποίηση από την μία ιδιωτικών οργανισμών που είναι πάρα πολύ έντονη και κυριαρχική ως ένα βαθμό. Αυτό είναι το ένα φαινόμενο και το άλλο, η αυτοοργάνωση καλλιτεχνών, οι κολεκτίβες οι οποίες έχουν μία πολύ σημαντική δραστηριότητα. Το τοπίο όντως διαμορφώθηκε διαφορετικά και ήθελα λίγο να τα συζητήσουμε όλα αυτά. Αλλά αυτό το ονειρευόμουν στην αρχή σε ένα μεγάλο συνέδριο που θα καθίσουμε όλοι μαζί και θα παρουσιάσουμε την εμπειρία μας. Αυτό δεν νομίζω ή δεν θέλω να το σκεφτώ ως ένα συνέδριο από το διαδίκτυο νομίζω ότι είναι τελείως διαφορετικό. Θα δούμε πώς θα το προσαρμόσουμε και τι θα κάνουμε.”

Το άνοιγμα της Πινακοθήκης και η ΕΜΣΤ στην Αθήνα δημιουργούν μια ευφορία για το παρακάτω. Όπως και οι συνέργειες που είναι πια απαραίτητες.

”Τρείς φορείς εμείς το ΜΟΜus,, το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και Εθνική Πινακοθήκη με την παραίνεση το υπουργείου έχουμε φτιάξει ένα δίκτυο στην διεύθυνσης της σύγχρονης τέχνης, Μουσείων σύγχρονου πολιτισμού και επειδή υπήρχε η προεδρία της Ελλάδας στο  Συμβούλιο της Ευρώπης «βάλαμε» κάτω τις αρχές του Συμβουλίου, τα ζητήματα που αγγίζει σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα, με την προστασία τους περιβάλλοντος. Και προσπαθήσαμε μέσα από τις συλλογές μας και οι τρεις φορείς από τα έργα που έχουμε να δούμε πώς συνομιλούν τα έργα τέχνης με αυτά τα ζητήματα που θέτει το συμβούλιο της Ευρώπης. Είτε ως πρακτικές, ως αποφάσεις και φτιάξαμε μία κοινή έκθεση που την ονομάσαμε «Οπτικοποιώντας την ανθρωπότητα» η πρώτη διαδικτυακή κοινή μας έκθεση. Νομίζω ότι από αυτή την άποψη ο κοροναϊός μας έφερε κοντά στο να δουλέψουμε εξ αποστάσεως φυσικά και με όλες τις δυσκολίες που έχει αυτό και να συζητήσουμε και να ανταλλάξουμε απόψεις και να δούμε που συναντιούνται οι συλλογές μας και που ενδεχομένως έχει πολύ ενδιαφέρον ένα θέμα που για παράδειγμα το θέτει η Βάσω Κατράκη που έχει να κάνει με τα ανθρώπινα δικαιώματα, με την αντίσταση με την κατοχή, με το δικαίωμα του ανθρώπου στην ελευθερία. Πώς το βλέπει ένας καλλιτέχνης του 50 και του 60 και πώς το βλέπει ένας σήμερα. Γιατί τα ζητήματα αυτά τα βασικά της ανθρωπότητας δεν είναι διαφορετικά. Και νομίζω πώς ήταν μία πολύ καλή εμπειρία, τώρα ως προς το ΕΜΣΤ ξέρεις ότι έχω δουλέψει και για ένα χρόνο στο άνοιγμα του αλλά τώρα που η κατάσταση έχει κάπως ξεκαθαρίσει με την διεύθυνση και είδαμε με πολύ χαρά ότι ανέλαβε η Κατερίνα Γρέγου. Έχω ήδη συζητήσει μαζί της. Και νομίζω ότι αυτό ήταν όχι χαμένη ενέργεια γιατί ο καθένας έχει το κοινό του αλλά και από την άποψη οικονομιών κλίμακας αλλά και του να οραματιστείς κάτι κοινό και πιο μεγάλο και να το μοιραστείς ανάμεσα σε δύο πόλεις εγώ το θεωρώ θετικό, δεν είμαι της άποψης ότι όλα πρέπει να είναι παραγωγές ανεξάρτητες. Περάσαν αυτά, εμείς στη Θεσσαλονίκη το καταλάβαμε αρκετά νωρίς και ενώσαμε δυνάμεις. Ίσως είναι καιρός τώρα να προχωρήσουμε και τα πιο μεγάλα μουσεία σε κάποια συνεργασία.”

Αφήνω πίσω μου το μουσείο με ένα αίσθημα ομορφιάς που είχα καιρό να νιώσω.

 *Δείτε όλες τις εκθέσεις και τις εκδηλώσεις που διοργανώνονται στα μουσεία του MOMus εδώ 

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα