Ζήσαμε το making of της έκθεσης μόδας που θα συζητηθεί στη Θεσσαλονίκη!
Sur Mesure: 40 Έλληνες σχεδιαστές εμπνέονται από τη γαλλική μόδα και δημιουργούν στη Θεσσαλονίκη.
Λέξεις: Έλενα Ταξίδου – Εικόνες: Κωνσταντίνος Αθανασιάδης
Sur mesure ονομάζεται το ρούχο που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μας. Έτσι τιτλοφορείται και η έκθεση που διοργανώνεται από τον σύλλογο των αποφοίτων και φίλων του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης Nouvelle Amicale, με θέμα την επιρροή της γαλλικής μόδας στις δημιουργίες των Ελλήνων σχεδιαστών.
Για τις ανάγκες της έκθεσης, κλήθηκαν περισσότεροι από 40 σχεδιαστές της παλαιότερης και νεότερης γενιάς, κυρίως με έδρα τη Θεσσαλονίκη αλλά και από άλλες πόλεις, για να σχεδιάσουν μοναδικές δημιουργίες. Μοναδική τους προσταγή ήταν να αντλήσουν την έμπνευσή τους από Γάλλους μόδιστρους. Από τα “ιερά τέρατα” που το δημιουργικό εκτόπισμά τους άλλαξε την παγκόσμια βιομηχανία του στιλ. Σκοπός των συμμετεχόντων είναι να δείξουν ότι η μόδα είναι μια ολοζώντανη Τέχνη που πάντα θα προσελκύει δημιουργικούς τύπους για να την υπηρετήσουν.
Στην έκθεση που εγκαινιάζεται την προσεχή Πέμπτη στο ΜΙΕΤ, θα παρουσιαστούν τα κομμάτια των σχεδιαστών όπως εκείνοι τα εμπνεύστηκαν αλλά και σπάνιο φωτογραφικό και αρχειακό υλικό που αφορά στη μόδα και την Θεσσαλονίκη στις αρχές του αιώνα. Οι Θεσσαλονικείς, θα έχουν την δυνατότητα να περιεργαστούν από κοντά και αυθεντικά κομμάτια που ράφτηκαν στη Θεσσαλονίκη, αρκετές δεκαετίες πριν, από θρυλικές μοδίστρες βασισμένα στα φιγουρίνια Γάλλων σχεδιαστών, με υφάσματα που κατέφθαναν στην πόλη απευθείας από το Παρίσι. Κομμάτια που έκλεβαν τα βλέμματα στους μυθικούς χορούς της παλιάς κοσμικής Θεσσαλονίκης.
Διαβάστε σχετικά: Ο Χορός των Ανεμώνων: Η πιο ένδοξη ιστορία της παλιάς Θεσσαλονίκης
Η Sur Mesure γίνεται με αφορμή το επίσημο έτος Γαλλοφωνίας 2018, κατά τη διάρκεια του οποίου η Θεσσαλονίκη τιμά τη γαλλοφωνία (Thessalonique en français) και τελεί υπό την αιγίδα του Γαλλικού Προξενείου Θεσσαλονίκης, του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης και του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Η πολυεπίπεδη βάση – απόπειρα της έκθεσης να συγκεράσει τόσο ιδιαίτερα στοιχεία -την σχέση της Γαλλίας με τη Θεσσαλονίκη, τους παλιούς και τους σύγχρονους σχεδιαστές της πόλης, την κοσμική μεταπολεμική Θεσσαλονίκη και την εκδοχή της σύγχρονης μητρόπολης των Βαλκανίων- μας ιντρίγκαρε.
Αποφασίσαμε να μπούμε στα “παρασκήνια” της έκθεσης, συναντώντας μερικούς από τους πρωταγωνιστές για να μάθουμε περισσότερα. Τόσο για την έκθεση όσο και για το ανεξερεύνητο πεδίο της μόδας σήμερα στη Θεσσαλονίκη.
Κάπως έτσι συνάντησα την Στελίνα Τρωιάνου στο γραφείο της. Το δημιουργικό “οχυρό” της στον 5ο όροφο του επιβλητικού Ολύμπιον. Άνετη, άμεση και με αβίαστη αισθητική να αποπνέεται σε κάθε λεπτομέρεια γύρω μας, ξεκίνησε την περιήγησή μας στα making of του Sur Mesure. Μόλις επέστρεψε από Παρίσι όπου βρέθηκε για μία μόλις ημέρα με σκοπό να ψάξει στα βιβλιοπωλεία και να εφοδιαστεί με τις κατάλληλες εκδόσεις μόδας που θα βοηθούσαν στο στήσιμο της έκθεσης.
Η κ. Τρωιάνου, ως εμπνεύστρια της έκθεσης και μία εκ των βασικών συντελεστών μέσω του συλλόγου αποφοίτων και φίλων του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης Nouvelle Amicale μας κατατόπισε αναφορικά με την επερχόμενη έκθεση, μας μίλησε για την ιδέα, για τον στόχο αλλά και για την σχέση της Θεσσαλονίκης με την μόδα.
Πώς προέκυψε η ιδέα;
Σ.Τ: Είναι μια ιδέα που είχα εδώ και πολύ καιρό αλλά προέκυψε με αφορμή το γεγονός πως το 2018 είναι αφιερωμένο στη Γαλλοφωνία. Έγιναν πολλές εκδηλώσεις που αφορούσαν στο γαλλικό στοιχείο στην πόλη και σκεφτήκαμε να παρουσιάσουμε και την μόδα ως μία μορφή του γαλλικού πολιτισμού και να την βάλουμε στο πλαίσιο της πόλης μας. Να αξιοποιήσουμε το στοιχείο της έμπνευσης των σχεδιαστών που είναι στη Θεσσαλονίκη και κάποιων φίλων μας εκτός πόλης, από την γαλλική μόδα.
Ποιο πιστεύετε πώς θα είναι το αποτέλεσμα όλου αυτού; Στην έκθεση επιχειρείται να συνδεθούν ταυτόχρονα τόσο η επιρροή της γαλλικής μόδας στην βιομηχανία, η σχέση της Γαλλίας με τη Θεσσαλονίκη αλλά και η επαφή παλαιότερων και νεότερων σχεδιαστών με έδρα τη Θεσσαλονίκη σε ένα χώρο.
Σ.Τ: Η σύνδεση όλων αυτών των στοιχείων, που είναι και το ζητούμενο, πιστεύω πως θα αφήσει θετικό απόηχο. Η σύνδεση που θα υπάρχει στην ομάδα σχεδιαστών που θα συμμετέχουν στην έκθεση, οι οποίοι είναι από τους πλέον παλαιούς της πόλης που υφίστανται ακόμα, όπως είναι ο οίκος Φλόκα μέχρι τα παιδάκια 12-14 ετών του Catwalk (σσ. Εργαστήρι Ενδυματολογίας) που θα φτιάξουν κάτι εμπνευσμένο από τον Gaultier, στους 40 -περίπου- σχεδιαστές που συμμετέχουν υπάρχει όλη η γκάμα. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι αυτή η γκάμα ανθρώπων θα “συνομιλήσουν” μεταξύ τους. Ελπίζουμε να βοηθήσει και τους σχεδιαστές τους ίδιους. Σκοπεύουμε μετέπειτα να κάνουμε και μία επίδειξη με τα ρούχα αυτά της έκθεσης μέσα στο Γαλλικό Ινστιτούτο και ως σκέψη να συνδεθεί ακόμα και με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου αλλά υπάρχει και η πρόταση να μεταφερθεί η έκθεση στο Ινστιτούτο της Λάρισας. Θέλουμε να έχει συνέχεια αυτό. Γιατί η μόδα είναι μεγάλο κομμάτι του γαλλικού πολιτισμού και της οικονομίας.
Η μόδα είναι μεγάλο κομμάτι της Θεσσαλονίκης;
Σ.Τ: Θεωρώ ότι -και δεν είναι μόνο δική μου άποψη, αλλά και η αντίληψη που επικρατεί- οι άνθρωποι στην πόλη μας, ντύνονται ωραία, έχουν προσεγμένη εμφάνιση και το αποτέλεσμα είναι άψογο ακόμα και όταν δεν διαθέτουν πολλά χρήματα. Νομίζω ότι η πόλη έχει παράδοση σε αυτό. Αυτό το είδα από συλλογή φωτογραφιών που μας παραχωρήθηκε από τον κύριο Κωνσταντινίδη, ο οποίος έχει φωτογραφίες από τις αρχές του αιώνα από το 1910 -20 στη Θεσσαλονίκη όπως και περιοδικά, εφημερίδες της περιόδου που παρουσιάζουν τη μόδα της εποχής, χοροεσπερίδες και έχουν πολλές αναφορές στη μόδα. Είναι πάρα πολύ επιμελημένο το ντύσιμο των κυριών που απεικονίζονται στις φωτογραφίες.
Και ίσως το μέλλον…
Σ.Τ: Ναι σίγουρα, καθώς έχουμε πάρα πολλά νέα παιδιά, εγώ εντυπωσιάστηκα που υπάρχουν τόσο νέοι άνθρωποι που ασχολούνται με πολύ ταλέντο και δημιουργικότητα, διάθεση και επίπεδο. Μου έκανε εντύπωση γιατί θεωρούμε πως η κρίση και οι συνθήκες είναι δύσκολες αλλά νομίζω πως αυτός που θέλει, ακόμα και μέσα στην κρίση. κάνει πράγματα πολύ ωραία. Φανταστείτε ότι έχουμε και σχεδιαστή στην έκθεση που έχει δημιουργήσει το κομμάτι του με υλικά ανακύκλωσης.
Δεν υπήρχε κάποιος περιορισμός;
Σ.Τ: Όχι δεν υπήρχε κανένας περιορισμός, δεν ζητήσαμε ούτε συγκεκριμένα υλικά, ούτε να δούμε από πριν τα κομμάτια. Αφήσαμε ελεύθερη την φαντασία, την δημιουργικότητα, δεν θέλαμε να περιορίσουμε κανέναν. Το αποτέλεσμα θα το δούμε και εμείς μαζί με όλους στην έκθεση.
Έγινε κρούση σε όλους τους σχεδιαστές της πόλης;
Σ.Τ: Έγινε κρούση σε όλους εκείνους που μπορέσαμε να εντοπίσουμε. Είτε από προσωπικές επαφές, είτε από το διαδίκτυο είτε μέσω σχολών μόδας. Βρήκαμε αρκετούς, πολλοί δεν μπορούσαν γιατί βρίσκονταν εκτός Ελλάδας ή για διάφορους λόγους. Πιστεύω ότι θα το μετανιώσουν… (γέλια) γιατί το αποτέλεσμα θα είναι πραγματικά ωραίο. Όλοι ήθελαν πάντως και με πολύ καλή διάθεση να συμμετέχουν.
Θα υπάρχει η δυνατότητα να γνωρίσει ο κόσμος τους σχεδιαστές;
Σ.Τ: Ναι φυσικά, θέλουμε να είναι όλοι οι σχεδιαστές στα εγκαίνια, σίγουρα οπότε θα υπάρχει η επικοινωνία. Επίσης, οι συμμετέχοντες θα παρουσιαστούν όλοι στα κοινωνικά δίκτυα της έκθεσης.
Τι θα ήταν ευχής έργον για το μέλλον;
Σ.Τ: Να έχει μία συνέχεια όλο αυτό, ίσως σε κάποιο άλλο πλαίσιο, πάντα έτσι με χαρούμενα διαδραστικά πράγματα. Γίνονται πάρα πολλά στην πόλη. Αυτό είναι κάτι που ισορροπεί ανάμεσα σε κάτι πιο ιστορικό και βαρύ στο πιο ανάλαφρο. Να μην πιάσουμε μόνο την ιστορία. Η πόλη αυτή δείχνει να έχει πολύ απώτερο παρελθόν, παρόν σε πολύ νέους ανθρώπους και κάπου χάνεται η μέση. Υπάρχουν τα μνημεία, υπάρχουν και οι πολύ νέοι και κάπου χάνουμε το ενδιάμεσο. Πιστεύω ότι η έκθεση αυτή θα προσελκύσει όλες τις ηλικίες και μεγάλες γυναίκες και πιο νέες και φοιτητές και παιδιά. Λίγο πολύ και οι πλέον αδιάφοροι, μόλις είδαν για παράδειγμα την αφίσα της έκθεσης με την Ντόλυ Ζερβού -την οποία ευχαριστούμε πολύ που φωτογραφήθηκε- όλοι αναρωτήθηκαν ποια είναι. Και τους κίνησε το ενδιαφέρον για να δουν την έκθεση.
Βρήκα την Θώμις Παπαδημητρίου στον χώρο της επί της Προξένου Κορομηλά. Ανεβήκαμε στο σχεδιαστήριο, μας έβαλε στον ιδιαίτερο κόσμο των δημιουργιών της και μας μίλησε για την συμμετοχή της στην έκθεση, για το κομμάτι που εμπνεύστηκε, για την Γαλλία, τη Θεσσαλονίκη και άλλα “δαιμόνια” με την αφοπλιστική ειλικρίνεια και δύναμη που φανερώνεται στις λέξεις κάθε δημιουργικού ανθρώπου.
Θ.Π: Ξεκίνησα σπουδάζοντας Καλών Τεχνών. Το πήγα λίγο ανάποδα. Μετά έκανα το άλμα, έκανα το μάστερ και το μπάτσελορ στο Λονδίνο στο Saint Martins. Και πήρα μία ειδικότητα στο tailoring. Το οποίο είναι αυτό που αγαπώ και περισσότερο. Να δημιουργώ σακάκια, γραμμές περίεργες γραμμικά κοστούμια. Ορμώμενη από εκεί αλλά και από τους Γάλλους σχεδιαστές που είχαμε, επέλεξα τον Pierre Balmain. Έχει και εκείνος αυστηρές γραμμές όπως επίσης ήταν πρώτα αρχιτέκτονας και μετέπειτα σχεδιαστής μόδας. Μου αρέσει η γραμμικότητα και αφαιρετισμός αλλά και η θηλυκότητα της γυναίκας γι’ αυτό χρησιμοποίησα κάποιους κορσέδες κλπ.
Θ.Π: Σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή μου, θα υπάρχει κάποιο σακάκι που θα έχει πολύ έντονες επωμίδες -κατασκευή- με μία ζώνη δερμάτινη κορσέ αρκετά φαρδιά με πατρόν -δεν είναι μια ζώνη απλή- κρινολίνο κλούβα που αντικαθιστά την φούστα και ένα καπέλο που έχει συνάφεια με το κρινολίνο. Η έκθεση μπορεί να λειτουργήσει ως προπομπός για να γίνει μελλοντικά κάτι ακόμα μεγαλύτερο και συνολικότερο και ακόμα πιο οργανωμένο. Ευελπιστώ να γίνει κάτι τέτοιο.
Θ.Π: Αυτή τη στιγμή στην πόλη μας κάνουμε μόδα με βάση το τι θα φορεθεί. Ενώ δεν θα έπρεπε να είναι έτσι η μόδα. Θα έπρεπε να είναι κομμάτι έκφρασης. Δηλαδή να φοράμε κάτι όχι επειδή είναι απλά στην μόδα, επειδή είναι οι επιταγές της αυτές. Επειδή μας εκφράζει, επειδή μέσα από αυτό συμβολίζουμε κάτι και επειδή δείχνει ακριβώς τι άνθρωποι είμαστε. Γιατί αυτό που φοράμε είμαστε.
Θ.Π: Θεωρώ πως οι Θεσσαλονικείς είναι έτοιμοι να στηρίξουν τους σχεδιαστές της πόλης. Ξεκίνησαν να βλέπουν την μόδα όχι αποστειρωμένα αλλά να την εντάσσουν στην καθημερινότητά τους. Άρχισαν να επιλέγουν κομμάτια σχεδιαστικά, πιο prêt a porter, στην καθημερινή τους ζωή. Πλέον αρχίζουν και κατανοούν, πως όταν ένας δημιουργός σχεδιάζει ένα κομμάτι δεν μπορεί να το βάλει μόνο σε μία εκδήλωση, αλλά μπορεί να το φορέσει όλη μέρα.
Θ.Π: Υπάρχει μία απροσδιόριστη επαφή του Θεσσαλονικιού με την Γαλλία. Περισσότερο ίσως και από κάθε άλλη ευρωπαϊκή πόλη. Όλες οι αναφορές που είχαν για παράδειγμα οι σχεδιαστές της Θεσσαλονίκης, ήταν περισσότερο Γάλλων σχεδιαστών, σπάνια Λονδρέζων ή Ιταλών για παράδειγμα.
Θ.Π: Η Θεσσαλονίκη έχει τα φόντα να φέρει την μόδα ψηλά γιατί έχει παραδοσιακά σχέση με αυτήν. Έχουμε αναφορές μέχρι και σήμερα, παραγωγή υφάσματος και ένα έντονο βιοτεχνικό παρελθόν. Ίσως όχι όπως παλιότερα αλλά υπάρχει έντονα ακόμα. Δηλαδή υπάρχουν και οι δομές να το στηρίξουν σε αυτή την πόλη και είμαι σίγουρη ότι θα το καταφέρουμε. Θα ανακάμψει, είμαι πολύ αισιόδοξη.
Τον Κωνσταντίνο Τσίγαρο, τον συνάντησα στο ατελιέ του στην Μητροπόλεως. Ένα όνομα και δεκάδες ιστορίες, εκατοντάδες σχέδια, μία -και υψηλή- αισθητική, στιλιστική οξυδέρκεια αλλά και προσωπικότητα που επηρεάζει μέχρι και σήμερα, την εγχώρια μόδα. Στην έκθεση συμμετέχει έχοντας αναλάβει να δημιουργήσει ένα κομμάτι εμπνευσμένο από την Coco Chanel. Μας μίλησε με μία αφοπλιστική ευθύτητα επιπέδου, για όλα.
Κ.Τ: Επέλεξα την Κοκό Σανέλ, ενδεχομένως να ακούγεται κλασική στα αυτιά κάποιων ανθρώπων. Για εμένα όμως δεν είναι καθόλου κλασική. Είναι η γυναίκα που ουσιαστικά ανέτρεψε την μόδα του περασμένου αιώνα. Η γυναίκα που έβγαλε τις γυναίκες από τους κορσέδες και τα μακριά ρούχα. Είναι η γυναίκα που προσάρμοσε μία μαρινιέρα και την έκανε ένα απλό μπλουζάκι και επίσης είναι η πρώτη γυναίκα που έκανε το μικρό μαύρο φόρεμα, το λεγόμενο Little Black Dress που όλοι λέμε, το 1926 ανατρέποντας τελείως την αισθητική των τότε πραγμάτων.
Ως αποτέλεσμα είχε να δημιουργηθεί μια ένταση στην βιομηχανία με αυτό που έκανε όμως ήταν τόσο μπροστά που πλέον από την γκαρνταρόμπα των γυναικών δεν λείπει αυτό το μικρό μαύρο φόρεμα. Έχοντας επομένως στο μυαλό μου αυτή την γυναίκα και το πόσο ανατρεπτική ήταν ενώ η ίδια ξεκίνησε χορεύοντας και κάνοντας καπέλα και κατάφερε να γίνει μία από τις πιο δημιουργικές σχεδιάστριες επέλεξα να κάνω και εγώ ένα μικρό μαύρο φόρεμα προσαρμόζοντάς το στο σήμερα, με τις δικές μου τεχνικές όμως.
Το ρούχο μου έχει γεωμετρία και μαθηματικά. Είναι ένα ρούχο που δεν έχει πατρόν, είναι ένα ρούχο δουλεμένο με την τεχνική μουλάζ. Και φυσικά έχει το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της Κοκό Σανέλ. Τις πέρλες της.
Κ.Τ: Προέρχομαι από τη γενιά που δημιούργησε το Fashion Week. Είχα την ευτυχία να είμαι ένα από τα δέκα ιδρυτικά μέλη της Ένωσης των Ελλήνων σχεδιαστών και μέχρι την διάλυσή της ο Γ. Γραμματέας της Ένωσης των Ελλήνων Σχεδιαστών. Έχω μια πολύ μακρά πορεία στον χώρο. Aπό το 1992 και μετά δουλεύοντας στο εξωτερικό όταν μας δόθηκε η ευκαιρία ως σχεδιαστές να δημιουργήσουμε αυτή την ένωση τα αποτελέσματα μέσα σε τρία τέσσερα χρόνια ήταν ορατά και πάρα πολύ ωραία. Δυστυχώς αυτό δεν κράτησε πάρα πολύ λόγω συνθηκών και από τότε έπαψε πια η μόδα να αποτελεί ένα κομμάτι δημιουργικό, ένα κομμάτι που θα μπορούσε να δώσει το κάτι παραπάνω στην Ελλάδα.
Από την εικαστική της πλευρά μέχρι την εμπορική της πλευρά υπήρξε μια νέκρωση. Είμαι πολύ ευτυχής που γίνονται πράγματα στη Θεσσαλονίκη, την Θεσσαλονίκη πάντα την αγαπούσα και ήταν η πόλη από την οποία εξορμούσα κάνοντας διάφορα σόου από το Τόκιο μέχρι το Παρίσι και το Λονδίνο. Πάντα ξεκινούσα από αυτή την πόλη και πάντα επέστρεφα σε αυτήν. Τα τελευταία χρόνια δεν γινόταν τίποτα. Γι’ αυτό εύχομαι αυτό να είναι το έναυσμα και για πολλά νέα παιδιά. Να μην σταματήσουν έστω να κάνουν και installation στον δρόμο. Τώρα βρέθηκε και αυτός ο χώρος, τους δίνεται η ευκαιρία να δουλέψουν, εύχομαι τα εκθέματα να ανταποκρίνονται σε αυτό που ζητάει η έκθεση αλλά να συνεχίσει. Αν μπορεί κάθε μήνα να γίνεται και κάτι εγώ θα είμαι πολύ ευτυχής.
Κ.Τ: Νομίζω ότι η Θεσσαλονίκη μπορεί να ανταποκριθεί στον αριθμό των σχεδιαστών της. Το πρόβλημα αρχίζει από την στιγμή που γίνεσαι επαγγελματίας. Γιατί εκεί χρειάζεται η βιομηχανική δομή για να περάσεις τις πύλες της πόλης σου. Γιατί είναι καλό να σχεδιάζεις και να δημιουργείς αλλά μετά πρέπει να φύγεις από το στενό περιβάλλον το φιλικό. Θέλοντας να περάσεις τις πύλες αυτής της πόλης χρειάζονται και άλλα πράγματα. Αυτά είναι η βιομηχανία, η οργάνωση, είναι όλα αυτά που θα σου δώσουν τη δυνατότητα να ξεπεταχτείς και κάπου αλλού. Αλλά νομίζω ότι η Θεσσαλονίκη μπορεί να “σηκώσει” την πληθώρα των σχεδιαστών της. Θέλω και χαίρομαι να βλέπω νέα παιδιά να ασχολούνται με το δημιουργικό κομμάτι.
Η Σταυρίνα Καταβέλου, είναι μία από τις νεότερες επαγγελματικά σχεδιάστριες που συμμετέχουν στη Sur Mesure και πολύ νέα ηλικιακά. Βρεθήκαμε στην Καλαμαριά, στον χώρο της, στο κατάλληλα διαμορφωμένο δωμάτιο του σπιτιού της -εν αναμονή ολοκλήρωσης του studio της- και μας μίλησε από την πλευρά ενός νέου σχεδιαστή στην πόλη, που ανακαλύπτει την ταυτότητά του και ψάχνει ευκαιρίες όπως αυτή, της έκθεσης, για να γίνουν το εφαλτήριο της πορείας τους στον χώρο.
Σ.Κ: Μέχρι και την εφηβεία δεν είχα βρει κάτι που να μου αρέσει πάρα πολύ. Μια μέρα είδα την εικόνα, την φιγούρα το πρώτο σύνολο του New Look του Dior και μαγεύτηκα και είπα θέλω να κάνω αυτό, να σχεδιάζω ρούχα. Έτσι ξεκίνησα να σχεδιάζω μόνη μου, έδωσα πανελλήνιες αλλά θέλησα να κάνω αυτό που μου αρέσει πολύ και πήγα στον ΑΚΤΟ. Έμαθα τη μόδα πολύ καλά και έτσι άρχισα να πειραματίζομαι μόνη μου, έτσι απέκτησα το στυλ μου.
Μου αρέσει να πειραματίζομαι, αγαπώ το τιρκουάζ και το πετρόλ γενικά μου αρέσει πολύ το μπλε. Παλιά μου άρεσαν πιο σταθερά υφάσματα. Τώρα που αρχίζω και ανακαλύπτω τον εαυτό μου, μου αρέσουν τα ελεύθερα, αυτά που δίνουν κίνηση. Γι’ αυτό επέλεξα και την Madeleine Vionnet για την έκθεση. Την χαρακτηρίζει η ελευθερία στην κίνηση και για την εποχή της ήταν πρωτοπόρος.
Βρίσκω την έκθεση πολύ σημαντικό εγχείρημα και είναι μία μεγάλη ευκαιρία για εμάς τους νέους στην μόδα οι οποίοι δεν έχουμε πολλές ευκαιρίες στην Ελλάδα. Η Γαλλία έχει δώσει πολλά στην μόδα, και είναι γνωστή για όλες τις δημιουργίες μεγάλων σχεδιαστών. Kαι το θεωρώ πολύ σημαντικό που επιλέχθηκε η μόδα για να αναδειχθεί η Γαλλία αλλά και οι σχέσεις της με τη Θεσσαλονίκη.
Σ.Κ: Για το κομμάτι εμπνεύστηκα από την Ελλάδα και από την Αρχαία Ελλάδα. Ήθελα να αναδείξω τις Ελληνογαλλικές σχέσεις και επειδή η σχεδιάστρια που επέλεξα είχε πολύ έντονες αρχαιοελληνικές επιρροές.
Από την έκθεση δεν θα μπορούσε να λείπει η παρουσία του μακροβιότερου Οίκου Μόδας της Θεσσαλονίκης, Tonis Flocas. Ο Νίκος Φλόκας, συνεχιστής της οικογενειακής παράδοσης του οίκου, γιος του Τόνι και της Ζέττας Φλόκα, μας μίλησε για την “τριπλή” συμμετοχή του στην έκθεση, αποκαλύπτοντας το σχέδιο και τα βασικά στοιχεία των κομματιών που θα απολαύσουμε στην Sur Mesure.
Ν.Φ: Είναι μια φοβερή πρωτοβουλία, πολύ δόκιμη πολύ θετική για εμάς που δουλεύουμε σε αυτόν τον χώρο. Θα αποτελέσει εφαλτήριο για το μέλλον και είμαι πάρα πολύ χαρούμενος για αυτό. Ευχαριστούμε θερμά τους διοργανωτές και τον εμπνευστή της έκθεσης.
Ν.Φ: Σχεδιάσαμε τρία κομμάτια για την Sur Mesure. Δύο νυφικά και ένα σύνολο. To πρώτο κομμάτι είναι εμπνευσμένο από την Madame Gre γυρνώντας πίσω η έμπνευση στο 1930-40. Έντονη η παρουσία του ντραπέ και τα αρχαιοελληνικά στοιχεία, τα ρούχα με πτυχώσεις τα οποία και αγαπώ ιδιαίτερα. Το δεύτερο σύνολο, ένα vintage κομμάτι από την μητέρα μου εμπνευσμένο από τον Ιβ Σεν Λοράν. Ένα κομμάτι με στοιχεία από μαύρο βελούδο, βολάν και τούλινες λεπτομέρειες αλλά και δαντέλα μαύρη ως στοιχείο έμπνευσης από το Νew Look του Dior και το τρίτο κομμάτι είναι εμπνευσμένο από τον Στέφαν Λόρεν, ένα ιδιαίτερο ρούχο με ρευστότητα και αρχιτεκτονική.
Η περίπτωση της 24χρονης Elodie Karkafiris με ιντρίγκαρε αρκετά παραπάνω από το αναμενόμενο. Δεν ακούς εύκολα την ιστορία μιας Ελληνο-Γαλλίδας η οποία αφήνει την Γαλλία για να έρθει να σπουδάσει μόδα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη. Η συμμετοχή της στην έκθεση σχετίζεται με τον Hermes. Και ο τρόπος με τον οποίο μου μίλησε για το πώς βλέπει την σκηνή της μόδας στην Ελλάδα και την πόλη, αποτελεί ίσως την ιδανικότερη “εκφραστή” για αυτό που επιχειρείται συνολικά με την Sur Mesure.
Elodie Karkafiris: Είμαι 24 ετών, μεγάλωσα στη Νορμανδία. Ο πατέρας μου είναι Έλληνας και η μητέρα μου Γαλλίδα. Ήρθα στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσω μόδα, στον ΑΚΤΟ. Από μικρή ήθελα να έρθω στην Ελλάδα. Παρά το γεγονός πως ήρθα κατά την διάρκεια της κρίσης, πάντα πίστευα ότι η χώρα έχει μεγάλες προοπτικές δυνητικά. Και ακόμα το πιστεύω. Όλοι έχουν μια έκπληξη όταν αναφέρω πως ήρθα από την Γαλλία να σπουδάσω μόδα στη Θεσσαλονίκη. Αλλά αλήθεια πιστεύω ότι η Ελλάδα και η πόλη έχει πολλές δυνατότητες και στεναχωριέμαι όταν ακούω πως οι νέοι φεύγουν για το εξωτερικό.
E.K: Για την έκθεση επέλεξα τον Hermes. Τον χαρακτηρίζουν ο συνδυασμός της παράδοσης και του μοντέρνου. Ο Hermes έψαχνε πάντα εκείνες τις λεπτομέρειες που κάνουν την διαφορά. Αυτό όμως που με συνδέει και με εμπνέει ακόμα περισσότερο μαζί του, είναι το γεγονός πως και ο ίδιος έκανε τα πρώτα του βήματα στην μικρή πόλη της Νορμανδίας όπου και μεγάλωσα.
Το σχέδιό μου είναι καθόλα αποτέλεσμα της έμπνευσης που είχα από τον Hermes και της “σύνδεσής μου” μαζί του. Ασπάζομαι και αγαπώ τα στοιχεία που τον χαρακτήρισαν. Έτσι για το σχέδιό μου, για το κομμάτι το οποίο θα παρουσιάσω στην έκθεση, ήθελα να παρουσιάσω τη γαλλική κομψότητα. Μία απλή γραμμή με έντονη χειροποίητη δουλειά επάνω στο ρούχο, με επιμονή στις μικρές λεπτομέρειες που θα το κάνουν να ξεχωρίσει. Με ελεύθερη μορφή και γεωμετρικά σχήματα και ένα ιδιαίτερο στοιχείο που “καθορίζει” τον Hermes αλλά και την σχέση μου μαζί του. Κάτι που γυρίζει πίσω στα πρώτα του βήματα. Με το ρούχο μου θα “μιλήσω” για ελευθερία και για αντιθέσεις που ισορροπούν.
Η έκθεση πιστεύω θα είναι τέλεια. Είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να βρεθούν η Γαλλία και η Ελλάδα μέσα από τον τρόπο που θα εκφραστεί ο κάθε σχεδιαστής ξεχωριστά, βγάζοντας την προσωπικότητά του στο κομμάτι του. Θα είναι σαν ένα brainstorming στον ίδιο χώρο!
H Ελλάδα έχει τις δικές της δυνατότητες πάνω στην μόδα. Έχει την γούνα, μία παράδοση και ιστορία στη βιοτεχνία και παραγωγή πρώτων υλών που μπορεί να βασίσει πάνω τους πολύ δυναμικά και σταθερά τη δική της βιομηχανία μόδας. Έχει μία παράδοση στο χειροποίητο που μπορεί να αξιοποιήσει. Κυρίως όμως για την υψηλή ραπτική, έχει το βασικό, την υψηλή πρώτη ύλη, ένα πολύτιμο υλικό για να χρησιμοποιήσει ως βάση. Έχει δυνατότητες και προοπτική. Το πιστεύω!
Στην έκθεση συμμετέχουν οι σχεδιαστές:
Νάσος Ανδρεόπουλος, Πάνος Απέργης, Κρίστυ Αργυροπούλου, Ράνια Αφεντούλη, Χρηστάγγελος Γεωργαντέλης, Ανθή Γιαννοπούλου, Νίκος Γλαβίνας, Νίκος Δάλλας, Ντενίζ Ελευθερίου, Ντόλη Ζερβού, Κατερίνα Καζακλή, Εύη Καράμπελα, Elodie Karkafiris, Σταυρίνα Καταβέλου, Μαρία Κοκκαλά, Ιωάννης Κοσελόγλου, Φωτεινή Λάζου, Κυβέλη Λυμπέρη-Χατζώκου, Στελίνα Μειμάρογλου, Βασιλική Μικρού, Φωτεινή Μορφακίδου, Κατερίνα Μουξιού, Αλεξάνδρα Μπάτζιου, Μελίνα και Αναστασία Μπούφτα, Ελένη Οικονομίδου, Αννα Οικονόμου – Λαζοπούλου, Γιώργος Παναγιάρης, Θώμις Παπαδημητρίου, Λίνα Πινάτση, Αγνή Σαμαρά, Αντουανέτα Σταυρίδου, Αλκμήνη Τριγωνάκη, Κων/νος Τσιγάρος, Νικολέτα Τσίνα, Νίκος Φλόκας, Μάρα Χασάπη – Πέντζου, Ελένη Χασιώτη, Δήμητρα Χρουσαλά, Εργαστήρι Ενδυματολογίας ‘’Catwalk’’, Ομάδα σχεδιαστών “Primavera Lingerie”
Αυθεντικές δημιουργίες και υλικά της περιόδου παραχώρησαν οι:
Ελίνα Διαμαντή, Λιλίκα Ζέρβα – Ωρολογά, Ευδοκία Ηλιοπούλου, Γιώργος Κωνσταντινίδης, Λουκία Μαντοπούλου, Θανάσης Μαυρομάτης, Ευαγγελια Μίχου, Δημήτρης Μπελίδης, Ηρώ Τζελέπογλου, Ροδούλα Τσαλουχίδου, Αντώνης Φακίδης
Φωτογραφικό υλικό παρουσιάζεται:
Από το προσωπικό αρχείο του φωτογράφου Γιάννη Κυριακίδη και από τα αρχεία των Γιώργου Κωνσταντινίδη, Ηρώς Τζελέπογλου και Ζέττας Φλόκα.
***
Η έκθεση «Sur mesure. Έλληνες σχεδιαστές εμπνέονται από τη γαλλική μόδα και δημιουργούν», που διοργανώνεται από τον σύλλογο αποφοίτων και φίλων του Γαλλικού Ινστιτούτου Θεσσαλονίκης Nouvelle Amicale στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (Βίλα Καπαντζή – Βασιλίσσης Όλγας 108).
Διάρκεια έκθεσης: 15 – 25 Νοεμβρίου 2018
Ωράριο έκθεσης: Τρίτη – Κυριακή: 10:30-18:00 (Δευτέρα κλειστά)
Η είσοδος είναι ελεύθερη στο κοινό
Εγκαίνια
Εγκαίνια την Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018, ώρα 19:30. Στη διάρκεια της βραδιάς θα έχουμε τη χαρά να υποδεχθούμε και τη νέα σοδειά του δημοφιλούς γαλλικού κρασιού Beaujolais Nouveau. Την έκθεση θα εγκαινιάσει ο Γενικός Πρόξενος της Γαλλίας στη Θεσσαλονίκη, κ. Philippe Ray.
Πληροφορίες
τηλ. 2310 295 170-1 καθημερινές 9.00 – 14.30
και 2310 295 149 τις ώρες λειτουργίας της έκθεσης
ΟΑΣΘ
αν κινείστε προς το κέντρο: 3, 5, 6, 8, 33, 39 (στάση Ανάληψη)
αν κινείστε προς τα νοτιοανατολικά: 5, 6, 8, 33 (στάση Πέτρου Συνδίκα)