Πολιτισμός

Ένα από τα πιο σπουδαία μουσεία στον κόσμο για το οποίο δεν έχεις ακούσει πιθανόν τίποτε!

Ήρθε η ώρα να μάθεις την ύπαρξή του και να το ανακαλύψεις.

Parallaxi
ένα-από-τα-πιο-σπουδαία-μουσεία-στον-κό-1031122
Parallaxi

Η Biblioteca Ambrosiana στο Μιλάνο διατηρεί μια εξαιρετική συλλογή από σχέδια του Λεονάρντο ντα Βίντσι.

Ειδικότερα, στο υπόγειό της ένας ειδικός ονόματι Vito Milo έχει αναλάβει το εξαιρετικά σημαντικό έργο της συντήρησης έργων τέχνης.

Στα χέρια του κρατούσε κάποια στιγμή ένα σχέδιο, μια σελίδα από το Codex Atlanticus του Λεονάρντο ντα Βίντσι. Η διαδικασία της συντήρησης είναι βεβαίως επίπονη.

Για όσους δεν γνωρίζουν το Codex Atlanticus αποτελεί μια συλλογή 1.119 σελίδων με σχέδια του Ντα Βίντσι —για ιπτάμενες μηχανές, όπλα πολέμου, υδραυλικές συσκευές— μαζί με σχολιασμούς.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συλλογή έργων του ντα Βίντσι στον κόσμο. Οι σελίδες, που κάποτε ήταν δεμένες σε έναν ενιαίο τόμο, διατηρούνται πλέον ως μεμονωμένα φύλλα. Το καφέ μελάνι του Ντα Βίντσι ξεχωρίζει έντονα σε ένα λαμπερό φόντο.

Στο μεταξύ στην Ουάσινγκτον γίνεται η έκθεση da Vinci, «Imagining the Future» με δώδεκα πρωτότυπα φύλλα από το Codex Atlanticus στην οθόνη—είναι η πρώτη φορά που κάποια από τις σελίδες του Codex ταξιδεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η έκθεση, που θα διαρκέσει έως τις 20 Αυγούστου, έχει γίνει κατανοητό ότι έχει τραβήξει την προσοχή: Όλοι γνωρίζουν τι θα πει «da Vinci»—η αναγνώριση του ονόματος άλλωστε είναι καθολική.

Το Biblioteca Ambrosiana είναι ένα από τα λιγότερο γνωστά σπουδαία μουσεία στον κόσμο – για το κοινό, σε κάθε περίπτωση, αν όχι για τους μελετητές.

Εντοπίζεται σε ένα όμορφο κτίριο 400 ετών, λίγα μόλις τετράγωνα από τον διάσημο καθεδρικό ναό του Μιλάνου, αλλά δέχεται μόλις περίπου 180.000 επισκέπτες το χρόνο. Το Ambrosiana ιδρύθηκε το 1607 από τον καρδινάλιο Federico Borromeo, τον αρχιεπίσκοπο του Μιλάνου, ο οποίος το ονόμασε έτσι από τον προστάτη της πόλης, τον Άγιο Αμβρόσιο, και το προίκισε με τη δική του εκτενή συλλογή βιβλίων, χειρογράφων και έργων τέχνης.

Οι πίνακες που ανήκουν στην Ambrosiana είναι λίγοι σε αριθμό ωστόσο απίστευτης ποιότητας: Μποτιτσέλι, Καραβάτζο, Τιτσιάνο, ντα Βίντσι κ.α.

Τα βιβλία και τα χειρόγραφα που θα ανακαλύψεις εδώ προέρχονται από όλο τον κόσμο.

Στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι, το Ambrosiana άνοιξε τις πύλες του σε όποιον μπορούσε να διαβάσει και να γράψει—μάλιστα ήταν μία από τις πρώτες βιβλιοθήκες στην Ευρώπη που το έκανε. Η ποινή για την κλοπή, που αναγράφεται σε μια μαρμάρινη πλάκα που μπορεί κανείς να διακρίνει ακόμα, ήταν ο αφορισμός.

Με τα χρόνια, η συλλογή έχει εμπλουτιστεί, κυρίως με την απόκτηση του Codex Atlanticus, το 1637. Ο Ντα Βίντσι είχε πεθάνει περισσότερο από έναν αιώνα νωρίτερα, αφήνοντας τα σχέδια και τις σημειώσεις του σε έναν από τους μαθητές του. Πολλές από αυτές τις σελίδες του φύλλου συγκεντρώθηκαν αργότερα και δέθηκαν από τον γλύπτη της ύστερης Αναγέννησης Πομπέο Λεόνι σε έναν τόμο.

Οι σελίδες καλύπτονται όχι μόνο με σκίτσα και σχήματα, αλλά και με τη μοναδική «γραφή- καθρέφτη» του ντα Βίντσι — ήταν αριστερόχειρας και έγραφε από τα δεξιά προς τα αριστερά.

Σε ένα μέρος, ο Ντα Βίντσι έγραψε μερικές λέξεις υπενθύμισης για να αγοράσει κάρβουνο, για σχέδιο.

Το Codex Atlanticus περιέχει την τελευταία γνωστή χρονολογημένη σημείωσή του από το 1518: «Στις 24 Ιουνίου, την ημέρα του Αγίου Ιωάννη, στο Amboise στο παλάτι του Cloux». Ο Ντα Βίντσι πέθανε στο Amboise τον επόμενο χρόνο σε ηλικία 67 ετών.

Το πιο τραυματικό γεγονός στην ιστορία του μουσείου ήταν η άφιξη του Ναπολέοντα. Διέσχισε τις Άλπεις το 1796 και καθώς κατέβαινε την ιταλική χερσόνησο, έστειλε βαγόνια με λάφυρα πίσω στο Παρίσι. Οι εκατοντάδες πίνακες και αγάλματα που ελήφθησαν από την Ιταλία — ο Λαοκόν και οι γιοι του, από τη Ρώμη. Venus de’ Medici, από τη Φλωρεντία, τα χάλκινα άλογα στην κορυφή του Αγίου Μάρκου, από τη Βενετία – θα αποτελούσαν από μόνα τους ένα μουσείο παγκόσμιας κλάσης. Στην πραγματικότητα, αυτό και έγινε: το Λούβρο. Ο Ναπολέων πήρε μαζί του βιβλία και χειρόγραφα. Μεγάλο μέρος των αρχείων του Βατικανού πήρε το δρόμο προς τα βόρεια. Το ίδιο και το Codex Atlanticus.

Μετά την ήττα του Ναπολέοντα, οι λεηλατημένοι θησαυροί της Ευρώπης υποτίθεται ότι θα επέστρεφαν στους τόπους καταγωγής τους. Το Βατικανό δεν είχε την πολυτέλεια να επιστρέψει όλα τα αρχεία του. Πολλά έγγραφα πωλήθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν στο Παρίσι για την κατασκευή χαρτιού ή για το τύλιγμα κρέατος και τυριού. Η Γαλλία κράτησε πολλά αντικείμενα. Στο τέλος, μόνο το ήμισυ περίπου από ό,τι χάθηκε από το le spoliazioni napoleoniche -«τη λεηλασία του Ναπολέοντα» – επιστράφηκε εκεί όπου ανήκε. Το Codex Atlanticus ήταν ένα από αυτά τα αντικείμενα. Από τότε στεγάζεται με ασφάλεια στο αρχικό μουσείο στο Μιλάνο.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1960, οι ειδικοί απομάκρυναν τον τεράστιο ενιαίο τόμο του Codex και πλαισίωναν κάθε ένα από τα 1.000 και πλέον φύλλα με ένα σύγχρονο στήριγμα χαρτιού, αφήνοντας ορατές και τις δύο πλευρές κάθε φύλλου όταν ήταν απαραίτητο. Όταν έγινε αυτό, οι σελίδες επανατοποθετήθηκαν σε 12 μικρότερους τόμους. Στη συνέχεια, το 2006, ένας συντηρητής από το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, στη Νέα Υόρκη, σήμανε συναγερμό. Εξετάζοντας τον Κώδικα, είχε βρει μαύρες κηλίδες στις σελίδες, που πιθανόν να προκλήθηκαν από μούχλα.

Τότε ξεκίνησε μια έρευνα. Η κηλίδα, όπως αποδείχθηκε, δεν προκλήθηκε από μούχλα, αλλά κυρίως από άλατα υδραργύρου, πιθανότατα στην κόλλα που συνδέει κάθε φύλλο στο στήριγμα του χαρτιού. Ευτυχώς, η κηλίδα δεν είχε επηρεάσει τα ίδια τα φύλλα του ντα Βίντσι – μόνο το χαρτί γύρω τους. Οι τόμοι χωρίστηκαν. Κάθε προσβεβλημένο φύλλο έπρεπε να αποσπαστεί από το παλιό χάρτινο πλαίσιο και να του δοθεί ένα νέο. Στο εξής, τα φύλλα διατηρήθηκαν ως μεμονωμένα.

Ο πιο πρόσφατος συντηρητής θα μπορούσε τώρα να δει τα σβησίματα του Ντα Βίντσι, τα λάθη του, τις μικρές σημειώσεις που έγραφε στον εαυτό του. Θα χρειαζόταν περίπου ένα μήνα για να απαλλάξει το σχέδιο από το παλιό στήριγμα χαρτιού, να καθαρίσει την παλιά κόλλα και κολλήσει ξανά με ένα νέο είδος κόλλας ό,τι χρειάζεται. Μετά ο συντηρητής θα πήγαινε στο επόμενο φύλλο.

Στο εξής τα φύλλα θα μπορούσαν να ψηφιοποιηθούν. Ένα άλλο κομμάτι είναι ότι μεμονωμένα φύλλα μπορούν να ταξιδέψουν και να εκτεθούν σε χώρους. Στο Ambrosiana, δώδεκα σελίδες είναι πλέον πάντα σε κοινή θέα. Τα πρωτόκολλα όμως είναι αυστηρά: Για να αποφευχθεί η φθορά που προκαλείται από το φυσικό φως, ένα φύλλο μπορεί να εκτεθεί μόνο για τρεις μήνες. Στη συνέχεια θα πρέπει να ξεκουραστεί στο σκοτάδι για τρία χρόνια.

Το Ambrosiana παραμένει εκκλησιαστικό ίδρυμα και ο Alberto Rocca, ο διευθυντής της πινακοθήκης, είναι καθολικός ιερέας. Ο Rocca επιβλέπει όχι μόνο τη συλλογή εικόνων αλλά και ένα δίκτυο προγραμμάτων για μακρινούς μελετητές.

Και τώρα ήρθε μάλλον η ώρα να σκεφτείς το εξής: Πώς είναι δυνατόν να μην έχεις επισκεφτεί ακόμα αυτό το υπέροχο μουσείο;

Πηγή: The Atlantic 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα