Biennale 7 Highlights | Κάνουμε ΣΤΑΣΗ σε 7 χώρους τέχνης
Ξεχωρίσαμε ενδιαφέρουσες πτυχές που αξίζει να προσέξετε στους 7 χώρους της 7ης Μπιενάλε.
ΣΤΑΣΗ είναι ο κεντρικός θεματικός άξονας της διοργάνωσης που φέτος συμπληρώνει 12 χρόνια παρουσίας στα εγχώρια και διεθνή εικαστικά δρώμενα και είναι έτοιμη να υποδεχτεί το κοινό της πόλης. ΣΤΑΣΗ στη Σύγχρονη Τέχνη. ΣΤΑΣΗ στην 7η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Στην πρώτη Μπιενάλε του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης-ΜΟΜus. Στις προτάσεις 50 και πλέον καλλιτεχνών από την Ελλάδα και το εξωτερικό αλλά και στον τρόπο θέασης που προτείνουν 11 επιμελητές. Σε έξι διαφορετικούς χώρους στη Θεσσαλονίκη και σε έναν στην Αθήνα.
Η 7η Μπιενάλε διοργανώνεται από το MOMus και υλοποιείται από το MOMus-Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Συλλογές Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, από τις 12 Οκτωβρίου 2019 έως τις 16 Φεβρουαρίου 2020.
Ξεχωρίσαμε ενδιαφέρουσες πτυχές που αξίζει να προσέξετε στους 7 χώρους της 7ης Μπιενάλε:
Έκθεση ‘Overview Effect’ του 60ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
2/11 – 01/12/2019, MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών, Αποθήκη Β1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης, Τ: 2310 593270, Ωράριο: Τρ-Τε-Πα-Σα-Κυ 10:00-18:00, Πε 10:00-22:00, Δευτέρα κλειστά
Το Overview Effect, το φαινόμενο της Πανοραμικής εντύπωσης, μιας εμπειρίας που συγκλονίζει την ανθρώπινη διάνοια στον πυρήνα της, είναι το πρίσμα μέσα από το οποίο βλέπει φέτος τις 14 ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού το 60ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (31/10 – 10/11/2019). Ο όρος περιγράφει τα πρωτόγνωρα συναισθήματα που βιώνουν οι αστροναύτες όταν αντικρίζουν τη Γη από το διάστημα και αντιλαμβάνονται τον κόσμο ως μια ενιαία ύπαρξη που περιλαμβάνει τα πάντα. Οι ταινίες του τμήματος αποτελούν και φέτος πηγή έμπνευσης για μια πρωτότυπη έκθεση, που υλοποιείται στα πλαίσια της Μπιενάλε. Το Φεστιβάλ ανέθεσε σε νέους Έλληνες εικαστικούς να δουν ο καθένας από μια ταινία του Διαγωνιστικού και να φιλοτεχνήσουν ένα έργο εμπνευσμένο από αυτήν. Τα εγκαίνια της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν στις 2 Νοεμβρίου και τα έργα θα παρουσιαστούν στο MOMus – Πειραματικό Κέντρο Τεχνών (Αποθήκη Β1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης).
Οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην έκθεση είναι οι: Αλέξης Βασιλικός, Γιώργος Γεροντίδης, Χρήστος Δεληδήμος, Μαριάννα Ιγνατάκη, Kalos – Klio (Χρήστος Καλός και Κλειώ Τανταλίδη), Ειρήνη Καραγιαννοπούλου, Πάνος Κομπής, Μανώλης Λεμός, Βιργινία Μαστρογιαννάκη και Ηλίας Μαμαλίογκας, Κωνσταντίνος Πάτσιος, Αντιγόνη Τσαγκαροπούλου, Παύλος Τσάκωνας, Δέσποινα Φλέσσα, Ζωή Χατζηγιαννάκη. Η έκθεση πραγματοποιείται σε συνεργασία με τον Μητροπολιτικό Οργανισμό Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης (ΜΟΜus). Παράλληλα, η θεματική του Διεθνούς Διαγωνιστικού συνομιλεί με το κεντρικό θέμα της φετινής, 7ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (12/10/2019 – 16/02/2020), με τίτλο «Στάση».
| Κεντρική έκθεση |
Η 7η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης επιχειρεί να γίνει ένα πεδίο επαναπροσδιορισμού αξιών και προτεραιοτήτων που είναι πιθανότερο να προκύψει, όταν δει κανείς τα πράγματα από μια κριτική απόσταση. Προτείνει λοιπόν μια ιστορική επισκόπηση του εαυτού, του κόσμου και της ζωής μέσα από καλλιτεχνικές θέσεις και έργα. Με ερωτηματικά ή ενθουσιασμό, με αντιστάσεις ή ανατροπές, με ποιητικότητα ή ρεαλισμό, με φαντασία ή κριτική θεώρηση της πραγματικότητας, με ερευνητικότητα ή επινοητικότητα, οι καλλιτέχνες αναζητούν εναλλακτικά σημεία θέασης του παρελθόντος, του παρόντος και μελλοντικού κόσμου, και με κάποιον τρόπο τον ανασυνθέτουν.
Ξεχωρίζουμε:
Στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών | Τιμώμενος καλλιτέχνης ο Stelarc
Αποθήκη Β1, Λιμάνι Θεσσαλονίκης, Τ: 2310 593270, Ωράριο: Τρ-Τε-Πα-Σα-Κυ 10:00-18:00, Πε 10:00-22:00 Δευτέρα κλειστά, Εισιτήρια: 4€ γενική είσοδος, Ισχύουν μειωμένα εισιτήρια και ατέλειες
Τιμώμενος καλλιτέχνης του φετινού Φεστιβάλ είναι ο Stelarc, ο οποίος έχει εστιάσει την έρευνά του στην επέκταση των δυνατοτήτων του ανθρωπίνου σώματος.
Γεννημένος στην Κύπρο (Λευκωσία, 1946), ο Stelarc (Στέλιος Αρκαδίου) εγκαταστάθηκε στην Αυστραλία όπου ως καλλιτέχνης ασχολήθηκε με την έννοια των προεκτάσεων του σώματος πέρα από τα φυσικά όρια και τη βιολογική φόρμα. Με τη γνωστή του φράση «Το σώμα είναι παρωχημένο» ο Stelarc αναφέρεται στην αντίληψη του σώματος ως κατασκευή ατελή και δυσλειτουργική, που ως εκ τούτου χρήζει τροποποίηση και αναδιαμόρφωση, ενώ υπογραμμίζει ότι αυτό δεν μπορεί πλέον να ανταπεξέλθει στις ανάγκες του σύγχρονου και διαρκώς αναδυόμενου τεχνολογικού περιβάλλοντος, συνεπώς οφείλει να διερευνήσει τις ανεξερεύνητες προσαρμοστικές του ικανότητες.
Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες ο καλλιτέχνης διακρίνεται για τη ριζοσπαστική καλλιτεχνική του στάση, την εγγενή μοναδικότητά του και τον καινοφανή τρόπο να επιζητά τη δημιουργία νέων ερμηνειών για την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, για τις δυνατότητες επανεξέτασης της αντίληψής μας για το βιολογικό σώμα, το οποίο είναι μεταβατικό, αιωρείται μεταξύ συνθηκών, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να λειτουργεί ως ένα μέσο διεπαφής διάφορων τεχνολογικών συστημάτων. Το έργο του ανταποκρίνεται και έρχεται σε πλήρη αλληλεπίδραση και αντιστοιχία με τις εξελίξεις της βιοτεχνολογίας, της γενετικής και των νέων επιστημονικών εξερευνήσεων και πειραματισμών, που τις τελευταίες δεκαετίες εξελίσσονται συστηματικά και επαληθεύουν την αυξανόμενη και επιτακτική σημασία τους στο ιστορικό περιβάλλον του αιώνα που διανύουμε, και ουσιαστικά οδηγούν σε μια αναπόφευκτη εξέλιξη, αυτή της μετανθρώπινης κατάστασης.
Μία σειρά έργων του θα παρουσιαστούν στο MOMus-Πειραματικό Κέντρο Τεχνών (Αποθήκη Β1-Λιμάνι), καθ’ όλη τη διάρκεια της Μπιενάλε (12/10/2019 – 16/02/2020).
Στο MOMus-Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης-Συλλογή Κωστάκη
Κολοκοτρώνη 21, Μονή Λαζαριστών, Σταυρούπολη Τ: 2310589141 & 143, Ωράριο: Τρ-Τε-Πα-Σα-Κυ 10:00-18:00, Πε 10:00-22:00 Δευτέρα κλειστά, Εισιτήρια: 4€ γενική είσοδος, Ισχύουν μειωμένα εισιτήρια και ατέλειες
Το έργο που η Minna Henriksson παρουσιάζει ειδικά για την 7η Μπιενάλε Θεσσαλονίκης έχει σαν στόχο να διαμορφώσει έναν «χάρτη» αποσπασμάτων/θραυσμάτων ιστορικών και σύγχρονων κειμένων με βασική αναφορά την πολιτική για την αφηρημένη τέχνη όπως αυτή εκφράστηκε στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και αποτυπώθηκε στις πρώτες εκδόσεις της Documenta (1955-1964). Το έργο στη Θεσσαλονίκη αποκτά υλική υπόσταση καθώς τα μοτίβα αυτά του Bode μεταφέρονται από τον ψηφιακό χώρο του διαδικτύου στους τοίχους της αίθουσας της Μονής Λαζαριστών όπου μετατρέπονται σε πολύχρωμα «συννεφάκια» κειμένων.
Το έργο του ολλανδού καλλιτέχνη Jonas Staal εστιάζει στη (χειραφετική) προπαγανδιστική τέχνη. Σε αυτή την εγκατάσταση, την οποία ονομάζει «νέο-κονστρουκτιβιστικοί αμμωνίτες», δομεί πάνω στην κληρονομιά Ρώσων κονστρουκτιβιστών και καλλιτεχνών της παραγωγικής τέχνης, οι οποίοι αποκαλούσαν τα επαναστατικά αντικείμενα «συντρόφους». Ο Staal επεκτείνει αυτή τη θεωρία του αντικειμένου-ως-συντρόφου, περιλαμβάνοντας σε αυτή μη-ανθρώπινα στοιχεία, κατασκευάζοντας νέο-κονστρουκτιβιστικά «σώματα» με απολιθώματα αμμωνιτών από τη μικρή πόλη Imouzzer Ida Ou Tanane του Μαρόκου, τα οποία έχουν ηλικία 1 έως 66 εκατομμυρίων ετών. Για να συνοδεύσει την εγκατάσταση, ο Staal επέλεξε έργα καλλιτεχνών του κονστρουκτιβισμού και της παραγωγικής τέχνης από τη συλλογή Κωστάκη, τα οποία αναδεικνύουν την ιδέα του «αντικειμένου-ως-συντρόφου».
Ο Απόστολος Παλαβράκης συμμετέχει στην 7η Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης με μια ενότητα εννέα έργων –δύο γλυπτά και εφτά σχέδια με γραφίτη– τα οποία συνθέτουν μία ολοκληρωμένη χωρική εγκατάσταση που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως ένα σύγχρονο «ζωγραφικό αρχιτεκτόνημα», ανακαλώντας τα αντίστοιχα πειραματικά εγχειρήματα της Liubov Popova στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Ένα από τα συνεπέστερα χαρακτηριστικά της στάσης του Έλληνα εικαστικού, που ζει εδώ και δεκαετίες στη Γερμανία, είναι η διαρκής διερώτηση πάνω στις οπτικές συμβάσεις με τις οποίες μας έχει γαλουχήσει ο δυτικός πολιτισμός και η προσήλωσή του στην προσπάθεια διεύρυνσης όχι μόνο του αισθητικού ορίζοντα του θεατή αλλά και της σωματικής του σχέσης με το δομημένο περιβάλλον.
Στο MOMus-Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Ο Johan Grimonprez, στη βίντεο εγκατάσταση-lounge Maybe the sky is really green and we’re just colourblind: On Zapping, Close Encounters and the Commercial Break (2011-σήμερα) χρησιμοποιεί ως αναφορά αυτή τη φράση από την τηλεοπτική σειρά Simpsons («ίσως ο ουρανός να είναι πράγματι πράσινος και απλώς εμείς να έχουμε αχρωματοψία») προκειμένου να ξεδιπλώσει την ιστορία του διαλείμματος για διαφημίσεις και του ζάπινγκ, της αποσπασματικής εναλλαγής εικόνων και ήχων, του κυρίαρχου κατακερματισμένου τρόπου αντίληψης της πραγματικότητας, απόλυτα χειραγωγούμενου και κατευθυνόμενου, που προσδιορίζει τη στάση μας και, τελικά, την ιστορία του σύγχρονου ανθρώπου. Ο Grimonprez ανασυνθέτει στον εκθεσιακό χώρο του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης του MOMus το σαλόνι του σπιτιού μας όπου παρακολουθούμε την ιστορία του φόβου ως μέσου χειραγώγησης, από τα πρώτα χρόνια της τηλεόρασης μέχρι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Περισσότερο όμως παρακολουθούμε τον εαυτό μας να την παρακολουθεί, έχοντας μπροστά στα μάτια μας την ερώτηση με την οποία κλείνει η ιστορία του Grimonprez: μήπως τελικά οι πραγματικοί εξωγήινοι είμαστε εμείς;
Πάολα Παλαβίδη: Η ενότητα Common knowledge (κοινή γνώση) είναι η μελέτη της διάρκειας ζωής των δεδομένων και της επίδρασης του τεράστιου όγκου των διαθέσιμων δεδομένων και πληροφοριών στον μηχανισμό της ανθρώπινης σκέψης. Η μέση διάρκεια ζωής ενός κοινώς αποδεκτού δεδομένου είναι επτά χρόνια. Η ενότητα έχει χτιστεί πάνω σε εικόνες που συλλέγονται από απαρχαιωμένες εγκυκλοπαίδειες, εικόνες που απεικονίζουν ανθρώπους σε χώρους/καταστάσεις μάθησης και εργασίας που δεν υπάρχουν πια, διδάσκοντας γεγονότα και χρησιμοποιώντας μεθόδους που δεν θεωρούνται απαραίτητα ακόμα σωστές. Αυτές συνδυάζονται με τυχαίες πληροφοριακές εικόνες που συλλέγονται από τον ιστό, την πλέον διφορούμενη πηγή πληροφοριών. Το αποτέλεσμα είναι ένα εγκεφαλικό τοπίο νέων και τετελεσμένων δεδομένων και καταστάσεων, πληροφοριών και εικόνων, που κατοικείται από απρόσωπους κατοίκους εγκυκλοπαιδικών σελίδων, γνώριμων και παντοτινά ξεχασμένων.
Η Διοχάντη διαχρονικά, με εικαστικές εγκαταστάσεις και έργα-δοκίμια μεγάλης και μικρής κλίμακας και γεωμετρικής φόρμας, παρεμβαίνει και δοκιμάζει τα όρια του χώρου αλλά και του βλέμματός μας. Αποτελεί σαφώς μια από τις σημαντικότερες περιπτώσεις Ελληνίδων καλλιτέχνιδων, που στράφηκαν στον μινιμαλισμό και τη site specific τέχνη κατά τη δεκαετία του ’70. Με τη Χωρίς τίτλο εγκατάστασή της, έργο του 1981, δημιουργεί ένα πολλαπλό πεδίο οπτικής, ένα γεωμετρικό πλαίσιο θέασης πολλών επιπέδων και σημείων. Η εγκατάσταση αυτή συνυπάρχει, αλλά ταυτόχρονα σκηνοθετεί και άλλα έργα στον εκθεσιακό χώρο και αποκτά νόημα από τους ανθρώπους που κινούνται σε αυτόν. Δοκιμάζει την οπτική αντίληψη του θεατή και του δίνει τη δυνατότητα να επιλέξει και να αποφασίσει σε ποιο θα σταθεί μέσα στον χώρο και από ποιο σημείο θα βιώσει την εμπειρία του. Στην ουσία, αναπόφευκτα στρέφει τους θεατές και στον εαυτό τους: στον αναστοχασμό των επιλογών της στάσης και της οπτικής τους, στο πεδίο ορατότητας που οι ίδιοι επιλέγουν.
Στην εγκατάσταση του Harun Farocki προβάλλονται ταυτόχρονα σε δώδεκα οθόνες σκηνές από το σύνολο της ιστορίας του κινηματογράφου, στις οποίες παρουσιάζονται εργάτες καθώς φεύγουν από το εργοστάσιο. Στην κινηματογραφία, η εντύπωση και η σύλληψη αποκλίνουν. Υπό το πρίσμα της κοινωνικής σύγκρουσης, το σκηνικό «μπροστά σε ένα εργοστάσιο» είναι πολύ σημαντικό. Υπό το πρίσμα της προσωπικής ζωής του κινηματογραφικού χαρακτήρα, η οποία ξεκινά μετά την επιστροφή από τη δουλειά, το εργοστάσιο υποβαθμίζεται και περνά στο παρασκήνιο.
Το χαρακτικό Κάθε πρωί μας του Α. Τάσσου, συνδέει συνειρμικά με την εγκατάσταση του κινηματογραφιστή Harun Farocki (1944-2914), όπου περιλαμβάνονται σκηνές από ταινίες στις οποίες οι εργάτες αναχωρούν από τα εργοστάσια μετά το τέλος της βάρδιας τους, μέσα σε διάρκεια έντεκα δεκαετιών. Αν και τα δύο έργα διαφοροποιούνται ως προς το εκφραστικό μέσο –το χαρακτικό είναι ένα στιγμιότυπο, μια στατική εικόνα δύο διαστάσεων, ενώ η εγκατάσταση συνθέτει πληθώρα κινούμενων εικόνων σε παράταξη– ωστόσο, και στις δύο περιπτώσεις, τα έργα ενσωματώνουν τον ιστορικό χρόνο της νεωτερικότητας, καθώς τα ανθρώπινα σώματα αποδίδονται σε διαρκή κίνηση και αποφασιστικό βηματισμό.
Ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες με διεθνή καριέρα, πολλές εκθέσεις όσο ήταν εν ζωή, ενεργό μέλος ιταλικών κινημάτων τέχνης και με έργα του στις μεγαλύτερες μουσειακές συλλογές του κόσμου, ο Γιάννης Κουνέλλης είναι σίγουρα από τους πιο πρωτοπόρους και ευρηματικούς καλλιτέχνες του καιρού του και όχι μόνο. O καλλιτέχνης στις περισσότερες από τις γνωστές του εγκαταστάσεις, πολλές από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν για συγκεκριμένους παλιούς βιομηχανικούς ή ιστορικούς χώρους (έργα in situ) χρησιμοποιεί αρχέγονα υλικά όπως νερό, φωτιά, καπνό και χρυσό, δίνοντας στις εγκαταστάσεις του μνημειακό και έντονο πνευματικό και αλχημιστικό χαρακτήρα.
Superflex: Το The Financial Crisis (Session I-IV) είναι ένα 12λεπτο φιλμ, το οποίο προσεγγίζει την οικονομική κρίση από θεραπευτική σκοπιά. Ένας υπνωτιστής μάς καθοδηγεί στους χειρότερους εφιάλτες μας, με σκοπό να αποκαλύψει τόσο την εξωγενή κρίση όσο και την ενδογενή ψύχωση. Κατά τη διάρκεια τεσσάρων συνεδριών –1. Η Αόρατος Χειρ 2. George Soros 3. Εσύ και 4. Παλιοί Φίλοι– ο θεατής βιώνει τη σαγήνη της κερδοσκοπίας και της δύναμης, τον φόβο, την αγωνία και την απογοήτευση που επιφέρει η απώλεια του ελέγχου, την οικονομική απώλεια και την ατομική καταστροφή. Το έργο The Financial Crisis (Session I- IV) δημιουργήθηκε για το Frieze Film 2009 (επιμέλεια: Neville Wakefield), και προβλήθηκε στο πλαίσιο του 3 Minute Wonder του Channel 4 τον Οκτώβριο του 2009.
Το συνεκτικό νήμα στη δουλειά του Δημήτρη Ζουρούδη δεν είναι ούτε η φόρμα, ούτε η τεχνοτροπία, ούτε η αντίληψη του χώρου, αλλά η διαρκής διερεύνηση εναλλακτικών εικαστικών πρακτικών για την κατασκευή και τη μετάδοση του μηνύματος. Αναπτύσσει συχνά το έργο του σε εκτεταμένες επιφάνειες με σπονδυλωτές σειρές έργων δημιουργώντας αφηγηματικά συμβάντα στα οποία ο λόγος είτε ενυπάρχει με φυσικό τρόπο, είτε υιοθετεί συμβολικές μορφές και ειδικούς κώδικες που μετατρέπουν τον λόγο σε εικόνα. Στο νέο έργο που δημιούργησε ειδικά για την 7η Μπιενάλε η δράση ολοκληρώνεται μπροστά στο κοινό με τη συμμετοχή περφόρμερ που κεντούν τις εικόνες και ενώνουν τα νήματα που συνδέουν τους καμβάδες, χωρίς ωστόσο να ακυρώνουν την κινητικότητά τους. Τα ζωγραφικά τελάρα με τις εικόνες των στρατιωτικών αγίων γίνονται κεντημένες επιφάνειες με το εργόχειρο σε ρόλο περφόρμανς ανταλλαγής ενέργειας και συμπληρωματικότητας.
Πώς θα ήταν τα naturalia και τα artificialia που θα εντόπιζε ο αρχαιολόγος του μέλλοντος σε μία γήινη –ή εξωγήινη– ανασκαφή; Ο Άρης Κατσιλάκης με τα κεραμικά γλυπτά του από λευκό πηλό δημιουργεί υβριδικά αντικείμενα που φαίνονται να είναι αλιευμένα από έναν μελλοντικό τόπο. Οι βιομορφικές γλυπτικές του συνθέσεις απλώνονται στον χώρο σαν εξωτικές μηχανές. Η φαντασιακή οπτική του καλλιτέχνη απέναντι στον χρόνο και στον χώρο δίνει ως εικαστικό αποτέλεσμα τις γλυπτικές του χρονοκάψουλες. Οι χρονοκάψουλες αυτές λειτουργούν ως «μικροεργαστήρια» διατήρησης και διάδοσης της πληροφορίας για τις μελλοντικές γενιές. Τα γλυπτά του Κατσιλάκη με τον τρόπο αυτόν καταγράφουν την πολιτισμική και φυσική ιστορία ως αποτύπωμα και ως λάφυρο.
Η σειρά έργων του καλλιτεχνικού διδύμου Kalos&Klio με τον γενικό τίτλο Επί Τάπητος – Υφάνσεις Δημοκρατίας φέρει στον πυρήνα της τις παγκόσμιες ιδέες της ελευθερίας, της ισότητας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Φωτογραφικό υλικό από πορείες ανθρώπων που έχουν κρίσιμες πολιτικές και κοινωνικές διεκδικήσεις, μηνύματα από τις πλατφόρμες των κοινωνικών δικτύων, άρθρα από παγκόσμια ειδησεογραφικά πρακτορεία, λογοτεχνικά έργα, ποιήματα, δηλώσεις πολιτικών που αποτυπώνονται σε εξώφυλλα εφημερίδων και σε γκράφιτι στους τοίχους των πόλεων, σκέψεις φιλοσόφων και στοχαστών γίνονται η πρώτη ύλη των έργων των Kalos&Klio. Το εικαστικό δίδυμο δανείζεται τα εικονογραφικά μοτίβα των χαλιών και των υφαντών και χρησιμοποιεί την αρχετυπική δομή της παραδοσιακής κλωστοϋφαντουργίας από τη Δύση μέχρι την Ανατολή δημιουργώντας ένα σύγχρονο εικαστικό χωνευτήρι.
«Ενας άγγελος περνά» – αυτή η γαλλική έκφραση («un ange passe») συμπυκνώνει, αλλά και κυριολεκτικά μετουσιώνει τον τρόπο λειτουργίας και το εννοιολογικό υπόβαθρο του Ανιχνευτή αγγέλων, που όταν εντοπίζει αγγέλους, η λυχνία του φωτίζεται. Για την ακρίβεια, φωτίζεται όποτε επικρατούν ηχητικές παύσεις, γιατί τότε, κατά τη γαλλική έκφραση, «περνά ένας άγγελος» και τότε, λοιπόν, μπορεί να προκύπτει μια κατάσταση «έρωτα» (με την πλατωνική έννοια) ανάμεσα σε δυο ανθρώπους – ή ανάμεσα στους ανθρώπους και τον άγγελο που περνά. Το έργο των Gautel & Karaïndros αντιδρά στο περιβάλλον κατά τις στιγμές σιωπής μεταξύ ανθρώπων, όταν δίνει πιο ισχυρό παρόν η παύση σε μια κουβέντα˙ όταν επικρατεί πλήρης, απόλυτη σιωπή στον χώρο τότε μόνο το ηλεκτρικό αυτό γλυπτό, σαν ένας φάρος στον ηχητικό ωκεανό, ανάβει.
Ομοιομορφισμός στα μαθηματικά είναι η συνεχής παραμόρφωση ενός χώρου από μια μορφή σε μία άλλη χωρίς ασυνέχεια ή τομές. Στην οπτικοακουστική σύνθεση που έχει δημιουργήσει ο Ζώης Λουμάκης, οι μεταλλάξεις των εικονικών χώρων είναι διαρκείς. Πρόκειται για ένα έργο που ερεθίζει τις αισθήσεις και επηρεάζει την αντίληψη των θεατών αμέσως μόλις μπουν στην αίθουσα και σταθούν μπροστά στην βιντεο-εγκατάσταση. Το έργο έχει δημιουργηθεί με λογισμικό, το οποίο αναπτύχθηκε από τον ίδιο τον καλλιτέχνη, ενώ η εικόνα και ο ήχος αλληλεπιδρούν σε πραγματικό χρόνο μεταξύ τους.
Στην εγκατάσταση της Τάνιας Τσιρίδου, μία σφαίρα κινείται σε έναν οριοθετημένο χώρο στο σχήμα ενός οχτάγωνου. Ένα πλαίσιο από το οποίο κρέμονται πυκνές, λεπτές ίνες αιωρείται από ψηλά στο κέντρο του οκτάγωνου σχηματίζοντας ένα ημιδιαφανές αιωρούμενο τετράγωνο. Η σφαίρα στη συνεχή της κίνηση προς όλες τις κατευθύνσεις εμποδίζεται από το όριο που τη σταματά αναγκάζοντας την να αλλάξει πορεία. Όταν η σφαίρα στην πορεία της εισέρχεται στον χώρο που διαμορφώνει το αιωρούμενο τετράγωνο, αγγίζει τις κρεμάμενες ίνες προκαλώντας το άναμμα τους. Μία οθόνη μεγάλων διαστάσεων προβάλλει γράμματα και αριθμούς. Είναι τα ονόματα των σημείων του κόσμου, κάπου μακριά, και η ένταση και η κατεύθυνση των ανέμων που επικρατούν σε αυτά τα σημεία την παρούσα στιγμή. Αυτοί οι άνεμοι ευθύνονται για την ατέρμονη κίνηση της σφαίρας.
Στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης
Αποθήκη Α΄, Λιμάνι Θεσσαλονίκης T: 2310 566716, Ωράριο: Τρ-Τε-Πε-Σα-Κυ 11:00–19:00, Πα 11:00–22:00, Δευτέρα κλειστά, Εισιτήρια: 2€ γενική είσοδος, Ισχύουν μειωμένα εισιτήρια και ατέλειες
Φωτογραφίες των δίπτυχων του Julian Germain, καθώς και φωτογραφίες της ομάδας Ashington District Star, μαζί με τεύχη της εφημερίδας και βίντεο από τις δράσεις της ομάδας παρουσιάζονται στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης.
1934: εργάτες ορυχείων του Ashington στη Μεγάλη Βρετανία συγκεντρώνονται στο πλαίσιο προγράμματος δημιουργικού ελεύθερου χρόνου, προκειμένου να παρακολουθήσουν απογευματινά μαθήματα «αναγνώρισης της αξίας της τέχνης». Δημιουργείται η ομάδα ερασιτεχνών ζωγράφων που έμειναν γνωστοί ως Pitmen Painters (ανθρακωρύχοι ζωγράφοι) ή ομάδα του Ashington.
2014: Ο φωτογράφος Julian Germain δημιουργεί μια σειρά φωτογραφιών με άμεση αναφορά στους πίνακες των Pitmen Painters. Έτσι σχηματίζονται δίπτυχα, με τις φωτογραφίες να απεικονίζουν στιγμές τις καθημερινότητας σε παρόμοιους χώρους και τόπους της περιοχής του Ashington, αντίστοιχα σκηνοθετημένους. Μέσα από τους συσχετισμούς μεταξύ των δίπτυχων αναδεικνύονται οι μεταβολές στη ζωή της πόλης αυτής των ορυχείων, σε μια διαδρομή που διατρέχει το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα φτάνοντας στον 21ο.
Η micha cárdenas είναι καλλιτέχνης και θεωρητικός που διερευνά ζητήματα που έχουν να κάνουν με την εθνικότητα, τις κοινωνικές τάξεις, το φύλο και τις υβριδικές ταυτότητες μέσα από τις τροποποιημένες και πολλαπλές πραγματικότητες και ψηφιακές διεπαφές. Η χρήση της τεχνολογίας στο έργο της cárdenas υπογραμμίζει πώς τα ανθρώπινα φυσικά όρια επαναπροσδιορίζονται ενώ τα στερεοτυπικά όρια των κοινωνικών δυισμών μεταξύ φυσικού και τεχνητού, εαυτού και άλλου, καταρρίπτονται. Το Sin Sol, Prototype (Χωρίς Ήλιο, Προάγγελος) είναι ένα παιχνίδι επαυξημένης πραγματικότητας που βάζει τους χρήστες να αναλογιστούν θέματα σχετικά με το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής, και πώς η αλλαγή του κλίματος επηρεάζει δυσανάλογα μετανάστες, τρανς άτομα, άτομα με ειδικές ανάγκες, αλλά και άτομα περιθωριοποιημένων κοινοτήτων.
Ο Ξένος του Γιώργου Δεπόλλα είναι μια ανέκδοτη σειρά έργων στην οποία πρωταγωνιστεί κάποιος που μοιάζει να έρχεται από αδιευκρίνιστα μακριά σε μια επίσης σχετικά αδιευκρίνιστη εποχή. Στα έργα της σειράς, ο Δεπόλλας αυτοσκηνοθετείται, με μια αόριστα στρατιωτική αμφίεση που συνιστά νύξη για παρελθόντες ή τωρινούς πολέμους, σε τόπους απροσδιόριστους που δηλώνουν εγκατάλειψη, ερήμωση, καταστροφή. Ο Γιώργος Δεπόλλας θα πραγματοποιήσει επιπλέον masterclass, που θα γίνει στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης στις 15 Νοεμβρίου, όπου θα παρουσιάσει στο κοινό τις ιδέες και τις θέσεις που διαμόρφωσαν το έργο του από τη δεκαετία του ’70 μέχρι σήμερα.
Στο Αλατζά Ιμαρέτ
Κασσάνδρου 91-93, Τ: 2310 278587, 2313 318538, Ωράριο: Τρ-Τε-Πα-Σα 10:00-16:00, Πε 10:00-18:00, Κυριακή & Δευτέρα κλειστά
Δύο νεαρά κορίτσια παίζουν σκηνές ή αφηγούνται ιστορίες αγάπης με ευχάριστο και δυσάρεστο τέλος από ταινίες, διαφημίσεις και το youtube. Οι αφηγήσεις και οι αναπαραστάσεις τους μπλέκονται με αποσπάσματα γνωστών ταινιών, νέα στις τηλεοπτικές ειδήσεις και ερωτικά τραγούδια. Το βίντεο του Grimonprez “…because Superglue is forever” (12’, 2011) που προβάλλεται στο Αλατζά Ιμαρέτ είναι μια μελέτη πάνω στην ιστορία του χάπι-εντ και, ταυτόχρονα, μια σπουδή πάνω στην κατασκευή του σύγχρονου υποκειμένου μέσα από τη συνθήκη της επιβαλλόμενης κατανάλωσης επικοινωνίας, τεχνολογίας και συναισθημάτων και μέσα από τη συντριπτική κυριαρχία των εικόνων, σχεδόν πάντα αποσπασματικών και θραυσματικών.
Ο Πέτρος Μώρης στο έργο του διασχίζει τη διαχρονία του τεχνολογικού πολιτισμού και των συνδηλώσεων αυτού. Εκκινώντας από τις ιστορικές και μυθολογικές απαρχές των αυτομάτων και ρομπότ, το έργο του “Το δώρο του αυτοματισμού” αποτελεί μια σειρά γλυπτικών εγκαταστάσεων που διερευνούν την ιστορική εξέλιξη και τις σύγχρονες εκφάνσεις του αυτοματισμού.
Στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης
25ης Μαρτίου και Παραλία, Τ: 2310 895800, Ωράριο: Δε-Σα 10:00-18:00 Κυριακή κλειστά
Το έργο του Aljoscha συνθέτει οργανικά την επιστήμη με τη φιλοσοφία με άξονα την τεχνολογικά τροποποιημένη ανθρώπινη νοημοσύνη. Πιστεύει ότι η εποχή μας απαιτεί την επινόηση νέων εκφραστικών μέσων. Μέσα από συστηματική έρευνα οδηγείται στη δημιουργία των βιομορφικών ακρυλικών γλυπτών που εκτείνονται στον χώρο με τη διάθεση να τον καταλάβουν ειρηνικά και να τον μεταμορφώσουν σε ένα ονειρικό υβρίδιο. Ο Aljoscha σχεδιάζει εγκαταστάσεις για εμβληματικούς χώρους. Πολύχρωμες κυτταρικές δομές, συνάψεις νευρώνων, πλανητικοί αστερισμοί «εποικίζουν» εκκλησίες, μουσεία και κέντρα τέχνης στην Ευρώπη για να μεταμορφώσουν με τη σειρά του και το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης σε εργαστήριο σύνθεσης μιας ουτοπικής γλυπτικής του μέλλοντος.
Νικόλας Κοζάκης και Raoul Vaneigem: Το έργο “Επιθύμησε τα πάντα, μην περιμένεις τίποτα” είναι ένα γλυπτό/καταφύγιο, μια νομαδική καμπίνα τοποθετημένη στη φύση που μας καλεί να ανακαλύψουμε, μέσα από το εσωτερικό της, ένα τοπίο της επιλογής μας φωτογραφίζοντας μια πανοραμική θέα που διαρκώς μεταβάλλεται ανάλογα με τις ώρες και τις εποχές. Το έργο θα μπορούσε να τοποθετηθεί σε ένα αστικό περιβάλλον, σε έναν δημόσιο χώρο ή στην εξέδρα ενός κτιρίου. Με τη μορφή ενός ελαφρώς κεκλιμένου θόλου ή σαν ένας κόρφος μητρικός από ακατέργαστο χάλυβα και με ελλειψοειδή βάση, μας προσκαλεί να ζήσουμε μια στιγμή ηρεμίας και συνάντησης με τα στοιχεία που μας περιβάλλουν. Παρουσιάζεται και στο Αλατζά Ιμαρέτ.
Στο MOMus-Μουσείο Άλεξ Μυλωνά (Για όσους βρεθούν στην Αθήνα)
Πλατεία Αγίων Ασωμάτων 5, Θησείο, Αθήνα Τ: 210 3215717, Ωράριο: Τρ-Τε-Πα-Σα 11:00-19:00, Πε 11:00-22:00, Κυ 11:00-16:00 Δευτέρα κλειστά, Εισιτήρια: 4€ γενική είσοδος, Ισχύουν μειωμένα εισιτήρια και ατέλειες
Τα «στοχαστικά εργόχειρα» της Μαρίας Λοϊζίδου, υφαντά από νήμα ανοξείδωτου χάλυβα, παίρνουν τη μορφή γλυπτού, αναρτημένης επιφάνειας ή εγκατάστασης αναπτύσσοντας μια συνομιλία με τον χώρο μέσα στον οποίο προσωρινά διαβιούν και τους ανθρώπους που περιηγούνται γύρω τους. Ο αρχικός πυρήνας του έργου είναι η θηλιά, η βασική χειρονομία συνένωσης δύο νημάτων έτσι ώστε στον πρώτο σύνδεσμο να προσαρτηθούν και οι επόμενοι για να δημιουργήσουν μια διάτρητη επιφάνεια σε δύο ή τρεις διαστάσεις, ένα αφηγηματικό πεδίο. Παρουσιάζεται και στο MOMus-Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
1995: Οι καλλιτέχνες Julian Germain, Patricia Azevedo και Murilo Godoy αποφασίζουν να ξεκινήσουν ένα φωτογραφικό πρότζεκτ σε συνεργασία με παιδιά και νέους που ζουν στους δρόμους της πόλης Belo Horizonte της Βραζιλίας προκειμένου να μοιραστούν μαζί τους «τη γενναιόδωρη τέχνη της φωτογραφίας», όπως την ονομάζουν. Γεννιέται έτσι το πρότζεκτ No Olho da Rua (Στο Μάτι του Δρόμου): οι καλλιτέχνες δουλεύουν με τρεις διαφορετικές ομάδες (ή συμμορίες) και τους δίνουν αναλογικές φωτογραφικές μηχανές για να αποτυπώσουν στιγμές της καθημερινής τους ζωής. Στη συνέχεια, αυτές οι φωτογραφίες μαζί με τετράδια χρησιμοποιούνται προκειμένου να αναπτυχθούν και να καταγραφούν συζητήσεις σχετικά με τη σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν. Περισσότερο από 20 χρόνια μετά, εξακολουθούν να συναντιούνται περιστασιακά παρόλο που μόνο λίγοι από τους συμμετέχοντες στις αρχικές ομάδες συνεχίζουν ως σήμερα – οι περισσότεροι έχουν χαθεί, έχουν πεθάνει, έχουν δολοφονηθεί, είναι στη φυλακή. Το βλέμμα τους, ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει: το αρχείο No Olho da Rua έχει εξελιχθεί σε μια μοναδική συλλογή 20,000 περίπου εικόνων, ενσωματώνοντας ένα εξαιρετικό εύρος προσωπικών φωτογραφικών ιστοριών ανθρώπων που διαφορετικά δεν θα είχαν καμία σχέση με τη φωτογραφία. Μέρος του αρχείου του No Olho da Rua, μαζί με μια σειρά από βίντεο πορτρέτα, παρουσιάζονται στο Μουσείο Άλεξ Μυλωνά στην Αθήνα.