Παναγιώτης Σαρόγλου: ”Απροσδόκητα μεγάλη επιτυχία για το φετινό Φεστιβάλ Θάλασσας”
Συνέντευξη του Προέδρου του Οργανισμού Πολιτισμού και Αθλητισμού του Δήμου Νέας Προποντίδας
Λίγες μέρες μετά τη λήξη του φετινού Φεστιβάλ Θάλασσας του Δήμου Νέας Προποντίδας συναντήθηκα με τον πρόεδρο του Οργανισμού Πολιτισμού και Αθλητισμού και δημοτικό σύμβολο, Παναγιώτη Σαρόγλου, με αφορμή τον απολογισμό του Φεστιβάλ 2021, αλλά και την ιστορία και τους στόχους. Το Φεστιβάλ ξεκίνησε στις 28/7 και ολοκληρώθηκε στις 22/8 γεμίζοντας με θέατρο και μουσικές τη Χαλκιδική και ιδιαίτερα τα Νέα Μουδανιά. Πάντα ευδιάθετος και γεμάτος ενέργεια παρά το τρέξιμο και τη βραδινή του εργασία με δέχεται στο γραφείο του.
Μετά από την περσινή (καλοκαίρι 2020) μη διεξαγωγή του Φεστιβάλ Θάλασσας για λόγους δημοσίας υγείας, επιστροφή στο αμφιθέατρο Μουδανιών.
Αρχικά θα σου πω ότι εγώ είμαι ενθουσιασμένος, γιατί, αν και είμαι εκλεγμένος και διορισμένος σε αυτό το πόστο για δεύτερο καλοκαίρι και περίμενα πώς και πώς να τρέξω το πρώτο μου φεστιβάλ, δυστυχώς ήμασταν άτυχοι. Ήταν το πρώτο καλοκαίρι που δεν πραγματοποιήθηκε το Φεστιβάλ Θάλασσας, το οποίο διεξάγεται αδιαλείπτως από το 1999. Οπότε η ακύρωση πέρυσι καταλαβαίνεις ότι μας στοίχισε και στον τόπο και στον κόσμο.
Φέτος το Φεστιβάλ προσέλκυσε περισσότερο ντόπιους, παραθεριστές από άλλα μέρη ή ακόμα και ξένους;
Λοιπόν, απ’ ὀτι έβλεπα τα βράδια που ήμουν στην είσοδο, επειδή είμαι Μουδανιώτης γέννημα-θρέμμα και ζω χρόνια και με ξέρουν και τους ξέρω είχαμε προσέλευση κυρίως ξένων ατόμων, δηλαδή παραθεριστών. Δεν είδα τόσα γνώριμα πρόσωπα. Είχαμε μεν τους ντόπιους, αυτούς που ξέρω ότι τους αρέσει και το στηρίζουν το Φεστιβάλ, αλλά κυρίως είχαμε παραθεριστές και τουρίστες. Εγώ δεν έχω πρόβλημα με αυτό. Ίσα-ίσα θέλω να ανεβάσω τον πήχη πιο ψηλά και να τραβήξω νέο κόσμο.
Είχε αρκετές παιδικές παραστάσεις, άρα αυτό ως επιλογή δείχνει ότι το Φεστιβάλ θέλει και την τοπική κοινωνία;
Φυσικά και την θέλει, δεν το είπα έτσι, απλώς ξέρεις καμιά φορά, όταν κάτι είναι μέσα στα πόδια σου, μπορεί να το θεωρείς δεδομένο και να λες εντάξει και του χρόνου εδώ θα είμαι, αλλά ο κόσμος που νοιάζεται και μας νοιάζει κερδήθηκε σε τοπικό επίπεδο. Συνολικά είχαμε τρεις παιδικές παραστάσεις, που θεωρείται ικανοποιητικός αριθμός μέσα σε όλο το ευρύτερο πλαίσιο συναυλιών και παραστάσεων. Το αμφιθέατρό μας στα Μουδανιά έχει χωρητικότητα 2000 και φέτος ήταν διαθέσιμα κοντά στα 1300 άτομα με τα μέτρα. Και τα τρία παιδικά μας είχαν 600 άτομα, κάτι το οποίο θεωρείται τεράστια επιτυχία. Παιδικό να έχει 500 άτομα διαφορά από συναυλίες μεγάλων ονομάτων. Είναι στόχος μας αυτός, δηλαδή να προσεγγίσουμε παιδιά, να τα φέρουμε κοντά στο θέατρο, αλλά και σε τέτοιες αντίστοιχες εκδηλώσεις του τόπου.
Επηρέασαν οι συνθήκες της πανδημίας το θάρρος του κόσμου να προσέλθει;
Επειδή πήγε ανέλπιστα καλά το Φεστιβάλ, θα σου πω ότι περισσότερο επηρέασε εμάς στην οργάνωση και τη θέληση να γίνει σωστά ως προς τις οδηγίες. Θέλω να πω ότι ο κόσμος και ήρθε και τήρησε όλα τα μέτρα, δεν δίστασε, ξέροντας ότι θα είναι ασφαλής η συμμετοχή του. Αυτό, όμως, συνέβη λόγω κάποιων επιλογών μας. Επιλέξαμε να μην έχουμε διαλείμματα, πωλητές για αναψυκτικά που θα περνάν μέσα στον κόσμο, κάτι το οποίο, ειδικά το πρώτο, ενδεχομένως να αποθαρρύνει σε κάποιες μεγαλύτερες παραστάσεις, που ο άλλος υποψιάζεται ότι το θέατρο θα γεμίσει. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Τώρα το ότι υπήρχαν και οι γνωστοί που έρχονται να πούνε τα δικά τους και να κάνουν φασαρία για τις μάσκες, για τις αποστάσεις και τα συναφή, εντάξει παντού τους συναντάμε.
Το Φεστιβάλ Θάλασσας αντιμετωπιζόταν όλα τα χρόνια με ενδιαφέρον και σοβαρό σχεδιασμό από τις Διοικήσεις;
Ναι, σίγουρα ναι. Σου ξαναλέω ότι γίνεται από το 1999 και μερικές χρονιές με τρομακτική επιτυχία. Έχουν περάσει από εδώ μεγάλα ονόματα του θεάτρου. Σκέψου η Κονιόρδου, κάποτε τρελαινόταν να έρχεται να παίζει στα Μουδανιά. Αυτό οφείλεται και σε ένα σεβασμό όλων των διοικήσεων που πέρασαν ως προς το θέατρο μας, γιατί και η Λυδία Κονιόρδου ευχαριστιόταν ότι το θέατρο εκεί που βρίσκεται ήταν θάλασσα. Και προηγούμενοι και εμείς κάτι βάζουμε στο θέατρο για να το αναβαθμίσουμε, θα είναι κάτι στην οργάνωση, θα είναι πάρκινγκ κάτι θα είναι. Ξέρουμε ότι έχουμε κάτι πολύ ωραίο. Στην ουσία είναι ένα με το νερό και ειδικά το βράδυ που χτυπά το φεγγάρι από πίσω είναι μαγικά. Είναι μια από τις προσπάθειες που αντιμετωπίζονται σοβαρά και με ενότητα, με επίγνωση των δυνατοτήτων του τόπου και την αξία του Φεστιβάλ γι’ αυτόν.
Η στήριξη της Πολιτείας, της Περιφέρειας και του Υπουργείου Πολιτισμού είναι επαρκής;
Δυστυχώς όχι δεν είναι. Βασιζόμαστε κυρίως στις δικές μας δυνάμεις. Τα λεφτά που παίρνουμε δεν είναι ούτε για βασικά πράγματα της διοργάνωσης ενός τέτοιου Φεστιβάλ. Αλλά ακόμη και η έμμεση στήριξη, δηλαδή το πόσο το προβάλλουν, το αν έρχονται, είναι μηδαμινή. Είχα στείλει προσωπικά στο Υπουργείο Πολιτισμού έγγραφα που εξηγούσα και πρότεινα αναλυτικά δράσεις, δρώμενα που θέλαμε να τρέξουμε και δεν έγιναν, επειδή δεν στηρίχθηκαν. Δεν λάβαμε κάποια απάντηση.
Πώς είναι να στήνεις ένα τέτοιο Φεστιβάλ, είχες σχέση με το θέατρο ή εμπειρία από αντίστοιχη οργάνωση εκδηλώσεων, γιατί ήρθαν και μεγάλες παραστάσεις φέτος, ὀπως του Κρατικού και του Εθνικού, οπότε φαντάζομαι ήθελε μια γνώση όλο αυτό;
Εμένα μου άρεσε απλώς το θέατρο. Νομίζω ότι αντεπεξήλθα λόγω της εμπειρίας μου της οργανωτικής που είχα από τον τουρισμό, που και σπούδασα και με τον οποίο ασχολούμαι επαγγελματικά. Κοίταξε, το βασικό που είχα εγώ στο μυαλό μου και με αυτό πορεύομαι, είναι ότι δεν υπάρχει περίπτωση να πετύχει κάτι τέτοιο, αν είσαι μόνος, αν θέλεις να το πάρεις πάνω σου και να λες εγώ κι εγώ τον έφερα. Αν δεν ήταν η καλλιτεχνική μου συνεργάτης και διευθύντρια, η κυρία Ρίτα Σίσιου, αλλά και οι συνεργάτες μου στην υπηρεσία, δεν θα μπορούσαν να έρθουν αυτές οι παραστάσεις. Εγώ από μέρος μου απλά ζητούσα τι θέλω, ξέροντας τον κόσμο και ζυγίζοντας τα πράγματα. Σκοπός μου βέβαια, ήταν, και ελπίζω να έχω την ευκαιρία να το συνεχίσω, να ανεβάσω και λίγο το επίπεδο των θεαμάτων. Ήθελα, ας πούμε, η Ιφιγένεια εν Ταύροις, να παίξει πρώτα εδώ και έπειτα στη Θεσσαλονίκη και αυτό έγινε, με αποτέλεσμα πολλοί Θεσσαλονικείς να έρθουν στη Χαλκιδική, να έρθουν στα Μουδανιά και το Φεστιβάλ μας.
Τι φαντάζεσαι δηλαδή για να ανεβάσεις το επίπεδο;
Πέρα από αυτές τις παραστάσεις που όπως και να το κάνεις είναι καλό, είναι θετικό να τις βλέπει και κόσμος που ναι μεν έχει μια θεατρική διάθεση, αλλά παραμένει απλός και ίσως δεν έχει και την ευκαιρία να τις βλέπει συχνά. Θέλω να ανεβάσω τον πήχη πιο ψηλά από μια γενικότερη οπτική ματιά. Είμαστε καλώς ή κακώς η Χαλκιδική, έχουμε τουρισμό υπολογίσιμο. Θα ήθελα στο Φεστιβάλ Θάλασσας να κάνω ένα μουσικό αφιέρωμα, να βρω καλλιτέχνες, για το Μίκη Θεοδωράκη, για τη μουσική του Χατζιδάκι, ώστε να γίνουν βραδιές που θα προσελκύουν και τους τουρίστες από τα ξενοδοχεία, από άλλες περιοχές της Χαλκιδικής, ανεβάζοντας έτσι και το επίπεδο και τη φήμη και την αναγνωρισιμότητά του, δίνοντας μουσικές Ελλάδας. Αλλά για φέτος ήταν λίγο δύσκολο, γιατί μέχρι τελευταία στιγμή μας είχαν θα γίνει, δεν θα γίνει. Αλλά είμαστε απολύτως ευχαριστημένοι γιατί το Φεστιβάλ ακόμα κι έτσι φέτος είχε απροσδόκητα μεγάλη επιτυχία.
Η κορυφαία στιγμή του Φεστιβάλ για σένα;
Η τελευταία βραδιά που λειτούργησε ως λήξη παρά το γεγονός ότι είχε και κάποιες άλλες παραστάσεις αργότερα, που δεν είναι ακριβώς στο πλαίσιο του Φεστιβάλ. Έγινε εκτός του θεάτρου, στο αλιευτικό μουσείο. Ήταν μια καλλιτεχνική βραδιά κάτω από την πανσέληνο του Αυγούστου. Επρόκειτο για ένα αφιέρωμα για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και ιδιαίτερα στις γυναίκες και τις παραδοσιακές φορεσιές του τόπου. Έγινε μια επίδειξη να το πω έτσι μόδας, με τους ανθρώπους τους απλούς, όπως είναι καθημερινά, με το μουστάκι τους, με τις ατέλειές τους και όχι με μοντέλα, με όλες τις φορεσιές της Ελλάδας. Άνθρωποι δηλαδή της καθημερινότητας από τη μια άκρη της χώρας, ως την άλλη. Δεν κάναμε επίδειξη ομορφιάς, κάναμε επίδειξη ιστορίας. Γι’ αυτό κι ευχαριστώ κάποιους Πολιτιστικούς Συλλόγους από Θράκη, από Φλώρινα και αλλού που προθυμοποιήθηκαν να μου στείλουν στολές, ακόμα και ”μοντέλα”. Στο ερμηνευτικό κομμάτι, που έκλεισε και τη βραδιά, η κα. Ζωή Παπαδοπούλου τραγούδησε κομμάτια της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, σαν ένα παράλληλο αφιέρωμα.