Το μεγάλο γαστρονομικό event του Απριλίου στην Θεσσαλονίκη
Μια σπουδαία έκθεση για την γαστρονομία έρχεται τον Απρίλιο στη Θεσσαλονίκη, κι εμείς μιλήσαμε με τον διοργανωτή της Αλέξη Στεφανίδη, εφ όλης της ύλης πριν την επισκεφτούμε.
Μια σπουδαία έκθεση για την γαστρονομία έρχεται τον Απρίλιο στη Θεσσαλονίκη, με σκοπό να φέρει ευρωπαϊκό αέρα σε έναν από τους ωραιότερους χώρους της. Η τρίτη ‘Gourmet Exhibition’ θα ανοίξει τις πύλες της στην Αποθήκη Γ’ στο Λιμάνι, στις 6, 7, 8 Απριλίου, κι εμείς μιλήσαμε με τον διοργανωτή της Αλέξη Στεφανίδη, εφ όλης της ύλης πριν την επισκεφτούμε.
–Πώς ξεκίνησε η ενασχόληση σου με τη γαστρονομία και τα προϊόντα της;
Πηγαίνω Αγγλία για μεταπτυχιακό περιβαλλοντικού σχεδιασμού στο πανεπιστήμιο αρχιτεκτονικής του Cardiff, έναν τομέα που ήδη δούλευα στην Ελλάδα με την Έλλη Γεωργιάδου και την Ανέλιξη 7-8 χρόνια. Γυρνώντας, και αφού τελείωσα το μεταπτυχιακό, διαπιστώνω ότι θέλω να αλλάξω επάγγελμα. Σχεδόν αμέσως. Πάω φαντάρος και εκεί στήνω κάθε μέρα για ένα ολόκληρο χρόνο το πλάνο του νέου μου επαγγέλματος. Αγαπούσα ούτως ή άλλως τους μικρούς τόπους, τα ταξίδια, την εύρεση ιδιαίτερων τροφών, το άγνωστο, τη γαστρονομία, την επιχειρηματικότητα. Και κάπως έτσι ξεκίνησε.
–Πόσο εύκολη ήταν η πρόσβαση σε μικρούς παραγωγούς;
Ήρθε από μόνο του, χωρίς να σκεφτώ ευκολίες ή δυσκολίες. Ήταν στην καθημερινότητα μου, στα ενδιαφέροντα μου. Πολλές φορές αισθάνομαι ότι μάζευα σε όλη μου τη ζωή υλικό για αυτή τη δουλειά και το διαπιστώνω τώρα. Ταξιδεύω συχνά, και μέρος της διασκέδασής μας είναι να επισκεπτόμαστε παραγωγούς, κτήματα, να δοκιμάζουμε νέα πράγματα και κουζίνες.
-Πόσο έχει αλλάξει το κοινό; Πόσο εκπαιδευμένο είναι πια; Τι συνετέλεσε κατά τη γνώμη σου στις αλλαγές αυτές;
Θα απαντούσα λίγο διαφορετικά. Μάλλον θα ρωτούσα λίγο διαφορετικά. Πόσο ο παραγωγός έχει αλλάξει και έχει εκπαιδευτεί. Είναι η βάση της πυραμίδας και έχει ενδιαφέρον να δούμε τί είναι τελικά αυτό που προσφέρουμε στο κοινό. Το κοινό θα επιλέξει ανάμεσα στις επιλογές που έχει. Δεν μπορεί να επιλέξει κάτι που δεν υπάρχει. Η μεγάλη διαφορά που βλέπω, με το πρόσφατο παρελθόν της χώρας μας, είναι ότι σήμερα γράφουμε στην Ελλάδα την ιστορία στην τυποποίηση. Μέχρι πρόσφατα τα είχαμε όλα χύμα. Ζητάνε οι Σκανδιναβοί θυμαρίσιο μέλι, αυτό που γεύτηκαν από τις επισκέψεις τους τα καλοκαίρια στα νησιά, αλλά δε μπορούν να βρουν γιατί όταν ήρθαν το αγόρασαν σε ένα βαζάκι χωρίς τυποποίηση, ετικέτα, χύμα στο δρόμο. Αυτό σήμερα έχει αρχίσει και αλλάζει. Σήμερα έχουμε τυποποίηση. Μόνο όφελος έχει για τη χώρα μας αυτό και είναι αρκετό για να δώσει την προστιθέμενη αξία που χρειάζεται το ελληνικό προϊόν. Μόνο έτσι γίνεται η Ελλάδα ταυτόσημη με υψηλής ποιότητας ελληνικά προϊόντα, με σύγχρονο γαστρονομικό χαρακτήρα. Δε μπορεί να ξεχωρίσει ένα καλό αγουρέλαιο Κέρκυρας χωρίς ετικέτα, τυποποίηση, διατροφικά στοιχεία, πληροφορίες χρήσης. Αυτό φυσικά βοηθήθηκε πάρα πολύ και από τον τουρισμό και από τη σύγχρονη ζωή στις πόλεις. Υπάρχει πλέον η ανάγκη για τυποποίηση, γιατί εκεί βρέθηκε μια νέα διέξοδος για επιχειρηματική ενασχόληση. Μα σκεφτείτε τη διαφορά μας με την Ιταλία. Είναι μόνο αυτή. Οι Ιταλοί έχουν ιστορία στην τυποποίηση! 100 ετών μια επιχείρηση, 150 η άλλη. Ο δρόμος είναι καλός και για εμάς στην Ελλάδα. Ήρθε και η σειρά μας για τυποποίηση και κινούμαστε εξαιρετικά δυναμικά. Έβλεπα πρόσφατα τις μικρο-Χαλβαδοποιίες. Εταιρείες 200% κερδοφόρες που θα μπορούσαν, αν ήταν ελάχιστα εξωστρεφείς, να αποτελούσαν το εθνικό μας προϊόν στον παγκόσμιο χάρτη. Σχεδόν καμία από αυτές δεν έχει σύγχρονη εργονομική ετικέτα, δεν έχει πλήρη γκάμα προϊόντων που να απευθύνονται σε όλους τους καταναλωτές και δε λειτουργεί με στρατηγικό τρόπο. Μάλιστα οι περισσότερες σαμποτάρουν τις πωλήσεις στα τυποποιημένα τους προϊόντα, προωθώντας μόνο το χύμα που έχει άμεσο κέρδος. Με την τυποποίηση όμως το κέρδος έρχεται για όλο το χρόνο και αναδεικνύει την κουλτούρα και την φιλοσοφία ενός ολόκληρου λαού.
-Πώς επιλέγεις τα προϊόντα που παρουσιάζεις και πώς αυτά που προτείνεις στον κάθε αγοραστή;
Το κάνω πολύ πρακτικά. Έχουμε δέκα λόγους για την αξιολόγηση ενός προϊόντος γραμμένους σε ένα excel. Αν το προϊόν πάρει 6 έως 9 πόντους, μπαίνει στο ράφι. Αν πάρει κάτω από 6 σημαίνει θέλει αναβάθμιση για τα δικά μας κριτήρια, αν πάρει 10 σημαίνει ότι δεν κάνει για το ελληνικό κοινό. Παρά-είναι τέλειο για να πουλήσει. Έτσι τα αξιολογώ, για να μη χάνω το μπούσουλα με θεωρίες και ατέρμονες συζητήσεις. Σε κανένα από αυτούς τους λόγους δεν υπάρχει η λέξη ποιότητα αυτούσια. Είναι ακαθόριστη λέξη και πρέπει να γίνει συγκεκριμένη για να έχει νόημα. Σε όλους όμως τους λόγους υπάρχει κάποιο ποιοτικό χαρακτηριστικό που δίνει προστιθέμενη αξία στο προϊόν, π.χ. οι πρώτες ύλες που παράγεται ένα τελικό προϊόν.
-Γιατί επιλέξατε μια παλιά παραδοσιακή γειτονιά εμπόρων να δραστηριοποιηθείτε;
Μου έκανε κλικ το μαγαζί όταν το είδα. Είχαμε ένα άλλο μαγαζί για 3 χρόνια δυτικά και ψάχναμε να έρθουμε κέντρο. Κυριακή ξημερώματα, πριν από 3 χρόνια, μετά την πρώτη Gourmet Exhibition 2016, έκανα βόλτα με το ποδήλατο στο κέντρο και είδα αυτό το μαγαζί να αδειάζει. Είπα, εδώ θα έρθω. Μου άρεσε αυτή η γειτονιά, είναι πιο ήσυχη και έχει μόνο μικρές επιχειρήσεις. Τα μεγάλα κτίρια με την κρίση, δύσκολα θα γίνουν βιοτεχνίες ή αλυσίδες καταστημάτων σκέφτηκα, και τα περισσότερα από αυτά γίνονται boutique ξενοδοχεία. Ακόμη καλύτερα για εμάς. Μου αρέσουν όλα εδώ, η γειτονιά, οι άνθρωποι, το γεγονός ότι κάποια μαγαζιά κλείνουν το μεσημέρι και η ιστορία της περιοχής που είναι γραμμένη παντού. Ανοίγουν συνέχεια νέα πράγματα και νομίζω δεν έχει χαθεί ο χαρακτήρας της. Υπάρχει και μια τέλεια συνύπαρξη του παλιού με του καινούριου.
-Ποια ανάγκη γέννησε την έκθεση;
Νομίζω έπαιζε στο μυαλό μου αρκετά γύρω στο 2015. Ήμουν στην Στοκχόλμη σε μια έκθεση μαζί με τους κουμπάρους μου και λέγαμε συνέχεια ιστορίες, ότι αν είχαμε αυτή την έκθεση θα κάναμε αυτό, θα αλλάζαμε αυτό, θα προωθούσαμε το άλλο κλπ. Άρχισε να σκαλώνει μέσα μου, γιατί μέχρι την Gourmet Exhibition δεν είχαμε άλλη έκθεση αποκλειστικά με τυποποιημένα προϊόντα Ελλήνων παραγωγών αυτής της ποιοτικής υπεροχής. Και η έκθεση τελικά ήρθε να καλύψει ένα κενό. Συζήτησα με επιχειρηματίες παραγωγούς και εμπόρους, συνεργάτες, φορείς και κάπου εκεί πατήσαμε το γκάζι. Πολύ τολμηρό εγχείρημα, με τεράστιο ρίσκο, που τελικά φέτος γίνεται για τρίτη χρονιά. Είναι μια συνεύρεση παραγωγών, από τους καλύτερους της χώρας, που στόχο έχει μόνο να γράψει ιστορία στα δικά τους τυποποιημένα προϊόντα. Αυτό θέλει πολύ δουλειά από όλους μας που συμμετέχουμε.
-Τι μάθατε από τα προηγούμενα χρόνια της;
Πρώτα από όλα μάθαμε να δουλεύουμε αθόρυβα. Επιβεβαιώσαμε ότι πάνω από όλα η συνεργασία σε πάει και μπροστά και μακριά. Σε κάνει να χαμογελάς. Μάθαμε ότι οι καλές ιδέες έχουν αξία μόνο όταν εφαρμόζονται από αυτόν που τις λέει. Μάθαμε να ακούμε λίγο παραπάνω. Μάθαμε να μην ακούμε όταν μας λένε ότι κάτι δε γίνεται με κανέναν τρόπο. Μάθαμε να τεντώνουμε το σχοινί όταν περπατάμε πάνω του, βλέποντας τον στόχο γιατί αλλιώς θα πέσουμε. Μάθαμε για την ειλικρίνεια που συγχωρεί και τα μεγάλα μας λάθη. Πιστέψαμε στην τεράστια δυναμική των ελληνικών προϊόντων. Μάθαμε ότι το καλό και το κακό απέχουν ελάχιστα. Ο ίδιος άνθρωπος, την ίδια μέρα για την ίδια δουλειά, μπορεί να σε σταυρώσει ή να σε θεοποιήσει.
-Τι να περιμένουμε φέτος;
Φέτος έχουμε πολύ γεμάτο πρόγραμμα. Στις 6-7-8 Απριλίου, γεμίζουμε πανέμορφα το χώρο της Αποθήκης Γ’ στο Λιμάνι Θεσσαλονίκης. Θα γίνει υπέροχος. Έρχονται παραγωγοί από όλη την Ελλάδα. Πραγματικά έχουμε εξαιρετικά επίπεδα συμμετοχής φέτος, από παραγωγούς που αξίζει να γνωρίσετε. Είναι το παρόν, το μέλλον μας. Θεωρώ ότι θα πρέπει φέτος να γίνει μελέτη πάνω σε αυτή τη γκάμα παραγωγών που φιλοξενούμε. Έχουμε φυσικά πολλούς από Κεντρική Μακεδονία και από αμέτρητους μικρούς τόπους από όλη την Ελλάδα. Τους θαυμάζω έναν προς έναν. Όλοι έχουν μελετήσει πολύ καλά αυτό που κάνουν και όλη τους τη φιλοσοφία τη βλέπει κανείς, αν κρατήσει στο χέρι του ένα μόνο προϊόν. Είναι σπουδαίο αυτό. Ας τους αγκαλιάσουμε.
-Εκτός από τα προϊόντα, υπάρχουν γεγονότα που λειτουργούν σε μια συμπληρωματική κατεύθυνση και πρέπει να παρακολουθήσουμε;
Στήνουμε τα Βραβεία Κοινού και για πρώτη φορά τα Βραβεία Specialist Award, όπου θα στηθεί ένα πάνελ με γευσιγνώστες.
Έχουμε τρεις διαφορετικούς χώρους εκδηλώσεων. Το Olive Bar, που είναι το πρώτο της Ελλάδας και πλέον έχει γίνει θεσμός. Για πρώτη φορά στήνουμε το Deli Bar, με γευσιγνωσίες μελιών, βοτανικών ροφημάτων, σοκολατών και πολλών άλλων προϊόντων. Έχουμε τον χώρο των εκδηλώσεων, όπου θα έχουμε διαλέξεις και σεμινάρια σε διάφορους τομείς αλλά και τράπεζες γευσιγνωσίας με χορτοφογικά προϊόντα, τα γλυκά του τόπου μας, καθώς και αρμονία ελαιολάδου με ελληνικά προϊόντα. Όλα αυτά τα παρουσιάζουν σεφ, παρουσιαστές, συντάκτες γαστρονομίας και άνθρωποι του δημόσιου βίου.
Σύντομα όλο το πρόγραμμα στο www.gourmetexhibition.com και φυσικά στη σελίδα μας στο facebook.
Πολύ σημαντικό επίσης είναι ότι φέρνουμε 50 καλεσμένους εμπόρους από το εξωτερικό για να συνάψουν συνεργασίες με τους παραγωγούς μας. Φυσικά έρχονται πολλοί περισσότεροι και μόνοι τους, αλλά και όλη η Ελλάδα είναι παρούσα.
–Το κοινό έχει λόγο σε αυτή την έκθεση;
Συμμετέχει σε όλα. Χωρίς το κοινό, δεν υπάρχουμε. Γνωρίζει τους παραγωγούς, δοκιμάζει, συνομιλεί, ανταλλάσσει απόψεις και εμπειρίες. Ένας διάλογος που δεν του δίνεται συχνά η ευκαιρία να τον κάνει. Επίσης ψηφίζει τα βραβεία κοινού, συμμετέχει σε όλες τις εκδηλώσεις και τις γευσιγνωσίες. Μπορεί να περάσει μια ευχάριστη ολόκληρη μέρα στην παραλία, κάνοντας βόλτα στο λιμάνι και στην έκθεση, χωρίς να ξοδέψει χρήματα, εκτός και αν θέλει κάτι να αγοράσει.
-Τι άλλο να περιμένουμε από σας μέσα στη χρονιά;
Ετοιμάζουμε νέο μαγαζί. “ΚΒ”, εμείς το λέμε “κιμπού”. Είναι πάλι στη γειτονιά των Άνω Λαδάδικων, με κουζινικά και φυσικά καλλυντικά. Ένα ιδιαίτερο κατάστημα, κατά κύριο λόγο με Έλληνες μικρούς παραγωγούς, ιδιαίτερα προϊόντα, και φιλοδοξούμε να γίνει το πρώτο zero waste κατάστημα στη Θεσσαλονίκη, όσον αφορά τα παραγόμενα από εμάς αντικείμενα και αναλώσιμα.