Κινηματογράφος

Αφιέρωμα: Η κληρονομιά της Ρένας Βλαχοπούλου

Σήμερα, αποτίουμε φόρο τιμής σε μια πρωτοποριακή καλλιτέχνιδα της οποίας οι σαγηνευτικές ερμηνείες, η ψυχική φωνή και το ακλόνητο πάθος για τις τέχνες συνεχίζουν να εμπνέουν γενιές.

Υρώ Μανωλάκογλου
αφιέρωμα-η-κληρονομιά-της-ρένας-βλαχο-1037406
Υρώ Μανωλάκογλου

Στη μνήμη της Ειρήνης (Ρένα) Βλαχοπούλου, μιας γυναίκας του ελληνικού θεάτρου, κινηματογράφου και μουσικής. Γεννημένη στις 28 Ιουλίου 1917, στο γραφικό νησί της Κέρκυρας, το ταξίδι της Ρένας στον κόσμο των τεχνών έμελλε να αφήσει ανεξίτηλο το στίγμα της στις καρδιές αμέτρητων θαυμαστών.

Πρώιμα χρόνια

Από μικρή, το πάθος της Ρένας για τη μουσική φούντωσε όταν μαζί με τον πατέρα της, Γιάννη Βλαχόπουλο και επισκεπτόταν το πολυτελές αρχοντικό του Κόμη Θεοτόκη. Εκεί, περιτριγυρισμένη από τις μελωδίες ενός πιάνου και τον μαγευτικό ήχο δίσκων 78 στροφών, καλλιεργήθηκε η αγάπη της για το τραγούδι. πατέρας της, Γιάννης Βλαχόπουλος, ανήκε στην αριστοκρατία του νησιού, ενώ η μητέρα της, Καλλιόπη, ήταν κόρη κάποιας υπηρέτριας που εργαζόταν στο σπίτι των Βλαχόπουλων. Οι γονείς της αγαπήθηκαν και παρά τις αντιδράσεις της οικογένειας του νέου, η οποία τον αποκλήρωσε, παντρεύτηκαν κι έκαναν εννιά παιδιά. Τα έβγαζαν πέρα με δυσκολία. Η Ρένα ήταν το πέμπτο παιδί.

Το 1938 η μοίρα την οδήγησε στην Αθήνα, όπου γνώρισε και ερωτεύτηκε τον ποδοσφαιριστή Κώστα Βασιλείου. Το ταλέντο της τράβηξε γρήγορα την προσοχή του Μίμη Τραϊφόρου, ο οποίος την ενθάρρυνε να γίνει μόνιμη ερμηνεύτρια στο βαριετέ «Όασις». Η συγκλονιστική ερμηνεία της Ρένας στη «Μικρή Χωριατοπούλα», δηλαδή το ιταλικό τραγούδι Reginella Campagnola του Έλντο ντι Λατζάρο που διασκεύασε στα ελληνικά ο Πωλ Μενεστρέλ. Λίγους μήνες αργότερα, κατά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο, το τραγούδι διασκευάζεται και πάλι από τον Γιώργο Οικονομίδη και γνωρίζει ακόμα πιο μεγάλη επιτυχία ως Κορόιδο Μουσολίνι. Στη συνέχεια εμφανίζεται στο θέατρο Μοντιάλ του Μακέδου στην οδό Πανεπιστημίου σε επιθεώρηση με τη Σοφία Βέμπο, τις αδελφές Καλουτά, τον Μάνο Φιλιππίδη, την Ηρώ Χαντά, τον Μίμη Κοκκίνη και τη Γεωργία Βασιλειάδου. Παράλληλα ξεκινά να ηχογραφεί δίσκους γραμμοφώνου στην Οντεόν.

Καθώς ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος μαινόταν, η ζωή της Ρένας πήρε τραγική τροπή όταν οι αγαπημένοι της γονείς έπεσαν θύματα των ιταλικών βομβαρδισμών στην Κέρκυρα.Με τον Βασιλείου χωρίζει και το 1943 παντρεύεται τον τραπεζίτη Γιάννη Κωστόπουλο.Τότε ξεκινά συνεργασία στο “Πάνθεον” με τον συνθέτη Γιάννη Σπάρτακο, που της γράφει τραγούδια τζαζ, τα οποία είχαν μεγάλη επιτυχία,κερδίζοντας τον τίτλο «Βασίλισσα της Τζαζ» για τη συνεργασία της με τον ταλαντούχο συνθέτη Γιάννη Σπάρτακο. Η σαγηνευτική φωνή της Ρένας αντηχούσε όχι μόνο σε όλη την Ελλάδα αλλά και σε διεθνείς σκηνές, αφήνοντας αιώνιες εντυπώσεις.Το τραγούδι Θα σε πάρω να φύγουμε, που τραγούδησε για πρώτη φορά στο Σινέ Νιους της οδού Σταδίου και αργότερα, το φθινόπωρο του 1944 στην επιθεώρηση Welcome των Σακελλάριου – Ευαγγελίδη στο θέατρο Κυβέλη, ξεπέρασε τα ελληνικά σύνορα. Με τον Σπάρτακο συνεργάστηκαν για αρκετά χρόνια. Το 1946 χωρίζει με τον Κωστόπουλο.

Καριέρα

Μεταξύ 1951 και 1954, η Ρένα από τη «Βασίλισσα της νύχτας» μέχρι το «Πουλιά στον αέρα», το όνομά της έμεινε χαραγμένο στα χρονικά της ιστορίας του θεάτρου. Συνεργαζόμενη με καταξιωμένους θιάσους και ταλαντούχους καλλιτέχνες, προσέθεσε τους αυθόρμητους τόνους της στη συμφωνία κάθε παράστασης, αφήνοντας το κοινό μαγεμένο.

Το καλοκαίρι του 1952 στάθηκε στη μεγαλοπρεπή Ακρόπολη, έναν ναό του ελληνικού πολιτισμού, όπου η φωνή της ανέβηκε σαν αηδόνι ανάμεσα σε αρχαίους απόηχους. Ο κόσμος την αγκάλιασε ως μια πολλά υποσχόμενη τραγουδίστρια, αλλά η μοίρα επιφύλασσε περισσότερα για αυτόν τον πολύπλευρο καλλιτέχνη.

Κινηματογράφος

Η κινηματογραφική καριέρα της Ρένας εκτινάχθηκε το 1956 με τις Πρωτευσιακές Περεπετείες, μια συγκινητική ιστορία μιας γυναίκας από την Κέρκυρα που ταξιδεύει στην Αθήνα. Αυτή η πρώτη ταινία όχι μόνο ανέδειξε την υποκριτική της ικανότητα, αλλά της επέτρεψε επίσης να επιδείξει τη μελωδική φωνή της καθώς τραγουδούσε το «Μαζί σου για πάντα», αφήνοντας το κοινό μαγεμένο.Η ταινία γνώρισε μεγάλη επιτυχία, ξεπερνώντας τα 100.000 εισιτήρια.

Το 1959 στο πρώτο Φεστιβάλ Τραγουδιού του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας τραγούδησε το «Είσαι η άνοιξη κι είμαι ο χειμώνας» των Κώστα Καπνίση – Θάνου Σοφού. Το 1960, ντουέτο με τον Γιάννη Βογιατζή, τραγούδησαν το «Πρώτο χελιδόνι».

Σημείωσε μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Μετροπόλιταν, κάνοντας την τηλεφωνήτρια, που απαντά σε κάθε κλήση δίνοντας πληροφορίες. Επέστρεψε στον κινηματογράφο το 1962 στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου Όταν λείπει η γάτα. Την ίδια χρονιά έπαιξε στην ταινία Μερικοί το προτιμούν κρύο του Γιάννη Δαλιανίδη. Αν και ο Φίνος είχε αντιρρήσεις για τη συμμετοχή της στην ταινία αυτή, ο Δαλιανίδης επέμεινε και δικαιώθηκε. Η ταινία ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία της χρονιάς 1962-63 με περισσότερα από 200.000 εισιτήρια και καθιέρωσε τη Ρένα Βλαχοπούλου ως σταρ του μιούζικαλ. Σ’ αυτήν η Ρένα ερμήνευσε δύο μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες, το: «Σαν ξημερώνει Κυριακή» ντουέτο με τον Ντίνο Ηλιόπουλο και το «Έχω στενάχωρη καρδιά».  Η γοητεία της στην οθόνη και η φωνητική της ικανότητα άφησαν ανεξίτηλες εντυπώσεις στους θεατές, καθιστώντας την μια αγαπημένη φιγούρα στον ελληνικό κινηματογράφο.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, η Ρένα κοσμούσε την μεγάλη οθόνη με μια σειρά από επιτυχημένες ταινίες. Το 1963 πρωταγωνίστησε στο Ένα κορίτσι για δύο (500.000 εισιτήρια) και Κάτι να καίει (750.000 εισιτήρια, πρώτη εκείνη τη χρονιά σε εισπράξεις). Αυτές οι ταινίες εδραίωσαν περαιτέρω την ιδιότητά της ως ηγετικής παρουσίας, που λατρεύτηκε από το κοινό για τις άψογες ερμηνείες της.

Το 1965 πρωταγωνίστησε στις ταινίες Φωνάζει ο κλέφτης και Ραντεβού στον αέρα, με τους Κώστα Βουτσά, Ελένη Προκοπίου, Μάρθα Καραγιάννη, κ.ά. Στην τελευταία, η Βλαχοπούλου πρωταγωνίστησε σε διπλό ρόλο, ενσαρκώνοντας τη «Τζένη Σταθάτου» καθώς και τον εαυτό της.

Ένα χρόνο πριν, το 1966, έφυγε από τη Φίνος Φιλμ και πήγε στην εταιρεία Καραγιάννης – Καρατζόπουλος. Η συμφωνία προέβλεπε διπλάσια αμοιβή για τη Ρένα και ποσοστά στα κέρδη. Τη χρονιά εκείνη γύρισε τη Βουλευτίνα και το 1967 το Βίβα Ρένα.

Το 1968 υποδύθηκε τη Ζηλιάρα στην ομώνυμη ταινία, μια γυναίκα που ζηλεύει παθολογικά, χωρίς λόγο και αιτία, τον σύζυγο της.  Και στις τρεις ταινίες της σ’ αυτήν την εταιρία σκηνοθέτης ήταν ο Κώστας Καραγιάννης, ενώ τη μουσική έγραψε ο Γιώργος Κατσαρός. Το 1969 επέστρεψε στη Φίνος Φιλμ με την ταινία Παριζιάνα που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Δαλιανίδης.

Τη δεκαετία του 1970 κοσμούσε την οθόνη σε διάφορες ταινίες, μεταξύ των οποίων το Μια Ελληνίδα στο Χαρέμι  και το Ζητείται επειγόντως γαμπρός. Η παρουσία της στην οθόνη ήταν απόδειξη της διαχρονικής απήχησης και της διαρκούς δημοτικότητάς της.

Όταν ο ελληνικός κινηματογράφος αντιμετώπιζε προκλήσεις τη δεκαετία του 1980 λόγω της ανόδου της τηλεόρασης, η Ρένα δεν γύρισε ταινίες. Το 1976 δοκίμασε τις υποκριτικές της ικανότητες για πρώτη φορά στην μικρή οθόνη της ΕΡΤ ως πρωταγωνίστρια στην τηλεοπτική σειρά Μία Αθηναία στην Αθήνα (σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου) που ολοκληρώθηκε σε εικοσιπέντε 45λεπτα επεισόδια.Το 1978 συμμετέχει στις ηχογραφήσεις για το έργο Τρίτο στεφάνι του Κώστα Ταχτσή στο Τρίτο Πρόγραμμα, όμως εκεί παρουσιάζονται δυσκολίες καθώς η Βλαχοπούλου αυτοσχεδίαζε, ξεφεύγοντας από το κείμενο.

Επανήλθε στον κινηματογράφο το 1979 με τις Φανταρίνες του Ντίμη Δαδήρα (300.000 εισιτήρια).Ακολούθησαν οι ταινίες Ρένα να η ευκαιρία (250.000 εισιτήρια) το 1980, Της πολιτσμάνας το κάγκελο  το 1981, Η μανούλα, το μανούλι κι ο παίδαρος  το 1982 και Η σιδηρά κυρία  το 1983. Στις 13 και 14 Σεπτεμβρίου 1984 στο θέατρο του Λυκαβηττού τραγούδησε μπροστά στο αθηναϊκό κοινό, τιμώντας τον συνθέτη Γιάννη Σπάρτακο για τα 50 χρόνια της καριέρας του στην ελληνική μουσική μαζί με άλλους καλλιτέχνες. Το 1985 πρωταγωνίστησε για τελευταία φορά στον ελληνικό κινηματογράφο στην ταινία Ρένα τα ρέστα σου . Ακολούθησαν συμμετοχές σε εννέα βιντεοταινίες από το 1986 έως το 1990.

Πολιτικά αξιώματα 

Κατά τη στρατιωτική δικτατορία (1967-1974) συμμετείχε στους χουντικούς εορτασμούς της επετείου της 21ης Απριλίου στο Παναθηναϊκό Στάδιο ανάμεσα σε άλλους ηθοποιούς και τραγουδιστές. Υπήρξε η δεύτερη δοτή πρόεδρος του λεγόμενου «Εθνικού Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών» το οποίο ίδρυσε η χούντα αφού διέλυσε το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών. Πρώτος δοτός πρόεδρος τους φιλοχουντικού ΕΣΕΗ ήταν ο ηθοποιός Παντελής Ζερβός.

Αποχώρηση και  θάνατος

Την περίοδο 1992-1993 έπαιξε για τελευταία φορά σε επιθεώρηση, στο έργο Για την Ελλάδα ρε γαμώτο. Αποχαιρέτησε το θέατρο την περίοδο 1993-94 με την θεατρική μεταφορά της Χαρτοπαίχτρας του Ψαθά, που ανέβηκε στο θέατρο Μπρόντγουεϊ της οδού Αγίου Μελετίου στην Αθήνα.

Το 2002 κυκλοφόρησε η βιογραφία της με τίτλο Βίβα Ρένα από τις εκδόσεις “Άγκυρα” με την επιμέλεια του Μάκη Δελαπόρτα, ενώ η γενέτειρά της Κέρκυρα την τίμησε μετονομάζοντας το θέατρο του πρώην θερινού ανακτόρου Μον Ρεπό σε θέατρο «Ρένα Βλαχοπούλου». Το 2003 ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος της απένειμε τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα για την προσφορά της στις τέχνες.

Μέσα στα 55 χρόνια δράσης της συμμετείχε σε περίπου 120 παραστάσεις στο θέατρο από το 1940 έως το 1994 και σε 26 ταινίες από το 1951 έως το 1985.

Στις 29 Ιουλίου 2004, ο κόσμος αποχαιρέτησε τη Ρένα Βλαχοπούλου που πέθανε σε ηλικία 87 ετών. Η αποχώρησή της άφησε ένα κενό στις καρδιές αμέτρητων θαυμαστών που αγαπούσαν την απαράμιλλη προσφορά της στον ελληνικό πολιτισμό.

Σήμερα, αποτίουμε φόρο τιμής στην Ειρήνη (Ρένα) Βλαχοπούλου, μια πρωτοποριακή καλλιτέχνιδα της οποίας οι σαγηνευτικές ερμηνείες, η ψυχική φωνή και το ακλόνητο πάθος για τις τέχνες συνεχίζουν να εμπνέουν γενιές. Ως τελευταία κόμισσα της Κέρκυρας, η κληρονομιά της Ρένας παραμένει χαραγμένη στα χρονικά του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου, θυμίζοντας για πάντα το ταλέντο και το απαράμιλλο χάρισμά της.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα