Ένα ντοκιμαντέρ για τη “χαμένη γενιά” Ελλήνων που δεν τα παρατά

«Οι νέοι της κρίσης δεν περιμένουν άλλο, παίρνουν τον έλεγχο της ζωής τους στα χέρια τους»

Parallaxi
ένα-ντοκιμαντέρ-για-τη-χαμένη-γενιά-294941
Parallaxi
Εικόνες – Στιγμιότυπα από το τρέιλερ του ντοκιμαντέρ

Φωνές αισιοδοξίας για την Ελλάδα και τη νεολαία της και όχι φωνασκίες άσκοπης και ανέξοδης κριτικής και διαμαρτυρίας, φωνές δημιουργίας και όχι μεμψιμοιρίας, φωνές που καλούν σε δράση και συνεργασία και όχι σε αφορισμούς και απραξία, συγκέντρωσε ένας νεαρός Ελληνοκαναδός σκηνοθέτης ταξιδεύοντας σε πέντε χώρες του κόσμου.

Τις «χώρεσε» σε ένα ντοκιμαντέρ διάρκειας περίπου 60-70 λεπτών (σ.σ. ύστερα από γυρίσματα συνολικού χρόνου 6.000λεπτών ή 100 ωρών), υπό τον τίτλο: “FREEDOM BESIEGED” και σε μετάφραση “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΗ“.

Το τρέιλερ του ντοκιματέρ το οποίο εξασφάλισε το ΑΠΕ-ΜΠΕ, μπορείτε να το δείτε:

Είναι μόλις 25 ετών και ευελπιστεί πως το υλικό που συγκέντρωσε θα ανοίξει τη συζήτηση γύρω από το τι πρέπει να κάνουμε ως κοινωνία ώστε, όπως λέει, «να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον που θα δώσει στα παιδιά μας ταυτότητα και ελπίδα για το μέλλον».

Πρόκειται για τον Παναγιώτη Γιαννίτσο, ο οποίος ζει και εργάζεται στο Βανκούβερ του Καναδά. Γιο του Γιώργου και της Σοφίας Γιαννίτσου, που η ελληνική τους ρίζα κρατά από δύο νομούς της Πελοποννήσου: Αρκαδίας και Αργολίδος.

Δίνοντας πληροφορίες για τον εαυτό του για να τον γνωρίσουμε καλύτερα, αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Έχω αγάπη για την Ελλάδα λόγω των γιαγιάδων και των παππούδων μου που μετανάστευσαν στον Καναδά γύρω στο 1960. Έχω ταξιδέψει στην Ελλάδα σχεδόν 30 φορές. Είναι το σπίτι μου όσο και ο Καναδάς. Η μητέρα μου είναι θεατρική ηθοποιός, σκηνοθέτης και δασκάλα θεάτρου. Γι ‘αυτό έγινα κι εγώ σκηνοθέτης».

Ο Παναγιώτης Γιαννίτσος άνοιξε την κάμερα και κατέγραψε τη γνώμη δεκάδων νέων της Ελλάδας. Ανάμεσά τους και ο 16χρονος μαθητής λυκείου από τη Θεσσαλονίκη Κωνσταντίνος Παπαχρήστου, ο οποίος πριν από περίπου ένα χρόνο δημιούργησε το πρώτο online think tank (δεξαμενή σκέψης) για εφήβους στην Ελλάδα.

«Στο σημείο που βρισκόμαστε, δεν χρειαζόμαστε άλλες διαπιστώσεις, ποιος ή τι έφταιξε. Χρειαζόμαστε λύσεις. Φρέσκιες και καινοτόμες ιδέες. Εμείς, η νέα γενιά, πρέπει και μπορούμε να βγούμε μπροστά. Να αναλάβουμε την ευθύνη που μας αναλογεί, την ευθύνη για μια καλύτερη Ελλάδα» λέει στους συνομηλίκους του ο Κωνσταντίνος.

Τις απόψεις των νέων πλαισιώνουν με τις θέσεις τους γνωστές προσωπικότητες, όπως ο Αμερικανός ακαδημαϊκός και στοχαστής Νόαμ Τσόμσκι, ο πρώην κυβερνήτης της Μασαχουσέτης και υποψήφιος πρόεδρος των ΗΠΑ, Μάικλ Δουκάκης, ο «γκουρού» του παγκόσμιου μάρκετινγκ, Πίτερ Οικονομίδης, ο Ελληνοαμερικανός αεροναυπηγός και γενετιστής που διοργανώνει ταξίδια στο Διάστημα, Πέτρος Η. Διαμαντής, η ερευνήτρια στο τμήμα Βιοεπιστημών της NASA, Ελένη Αντωνιάδου, ο χρυσός ολυμπιονίκης της άρσης βαρών, Πύρρος Δήμας, αλλά και λιγότερο γνωστές, όπως ο αγρότης από το Κιβέρι Αργολίδας, Ιωάννης Καρκαλάτος, ο οποίος ενέπνευσε την τοπική νεολαία με το μπάσκετ ή ο Γιάννης Διακουμάκος που εργάζεται στην Αθήνα κατασκευάζοντας αναλογικά συνθεσάιζερ.

Το ντοκιμαντέρ του Παναγιώτη πρόκειται να προβληθεί επίσημα στην Ελλάδα στο τέλος Απριλίου σε ειδική εκδήλωση στην Αθήνα, ενώ το τρέιλερ της ταινίας βγαίνει σήμερα (1 Μαρτίου) στον αέρα από το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ).

«Είναι μια ταινία σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και το πώς αυτή έχει επηρεάσει τη νεολαία της χώρας», λέει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στο περιοδικό «ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ» ο νεαρός Ελληνοκαναδός, σπεύδοντας να σημειώσει πως «δεν είναι μια ταινία απαισιόδοξη αλλά μια ταινία για την ελπίδα, μια ταινία για την ελληνική νεολαία που δεν εγκατέλειψε, που δεν παραιτήθηκε που επιμένει να αγωνίζεται και να δημιουργεί».

-Κάποιοι χαρακτηρίζουν τη σημερινή νέα γενιά της Ελλάδας, «χαμένη γενιά». Είναι πράγματι «χαμένη» ή μήπως είναι μια πιο σκληραγωγημένη και καλύτερα προετοιμασμένη γενιά για τον άκρως ανταγωνιστικό κόσμο που ζούμε;», είναι η πρώτη ερώτηση που θέσαμε στον Παναγιώτη Γιαννίτσο, στη συνέντευξη που μας παραχώρησε με αφορμή την ολοκλήρωση του ντοκιμαντέρ.

«Αυτή η γενιά δεν έχει χαθεί. Και είναι προφανές ότι η κρίση τους έκανε πιο ανθεκτικούς και δημιουργικούς. Πολλοί βέβαια, έχοντας κρατήσει ζωντανές τις ιδέες τους για δέκα χρόνια κρίσης έχουν εξαντληθεί. Αυτό είναι αλήθεια. Αν αφήσετε έναν σπόρο χωρίς φως του ήλιου ή νερό δεν θα αναπτυχθεί. Δεν έχει σημασία πόσο εύφορο είναι το χώμα. Το “χαμένη γενιά” δεν είναι όρος που αντανακλά τους νέους Έλληνες. Θα έλεγα ότι ταιριάζει πιο πολύ στις κυβερνήσεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορούν να ξαναβρούν το δρόμο τους».

– Ποιο ήταν το ερέθισμα για να κάνετε αυτό το ντοκιμαντέρ;

«Δύο ήταν τα ερεθίσματα. Το πρώτο γεννήθηκε όταν σκέφτηκα να κάνω μια ταινία μικρού μήκους για μια ακαδημία/κατασκήνωση μπάσκετ στο χωριό Κιβέρι της Αργολίδας. Τη δημιούργησε ένας αγρότης που αποδείχτηκε ένας θετικός ηγέτης στην τοπική κοινωνία.

Το δεύτερο ερέθισμα ήρθε μια νύχτα του 2013, καθώς έτρωγα με κάποιους φίλους στην Αθήνα. Ρώτησα τους φίλους: Πως βλέπετε τη ζωή σας σε πέντε χρόνια; Ένας μόνο μίλησε και μου είπε: “Δεν μιλάμε για το μέλλον μας. Δεν υπάρχει λόγος να το κάνουμε. Κανείς δεν ακούει”. Το πιο ανησυχητικό, όμως για μένα ήταν ότι το είπε με γέλιο […] Τότε αποφάσισα ότι ήταν απαραίτητη μια μεγαλύτερη εξερεύνηση στην ψυχολογία της ελληνικής νεολαίας. Και εκείνη η σκέψη έγινε τώρα ταινία μεγάλου μήκους!»

– Η αρχική εικόνα/γνώμη που είχατε για την οικονομική κρίση στην Ελλάδα και την ψυχολογία των πολιτών της και ειδικότερα των νέων, άλλαξε όταν ολοκληρώθηκε το ντοκιμαντέρ;

«Όταν αποφάσισα να κάνω αυτή την ταινία, ανησυχούσα ότι δεν θα βρω την ελπίδα που έψαχνα. Ανησυχούσα ότι η ταινία θα προσθέσει απλώς στον “θόρυβο” των αρνητικών στοιχείων της οικονομικής κρίσης. Αυτό που ανακάλυψα είναι ότι η ελληνική νεολαία δεν περιμένει. Οι νέοι έχουν πάρει την ελευθερία τους πίσω. Ξυπνούν. Δεν ζητούν από την κυβέρνηση την άδεια για να χτίσουν πράγματα. Το κάνουν με τα δυο χέρια τους. Εχουν πάρει πίσω τον έλεγχο της ζωής τους. Αυτό το έχω δει με τα μάτια μου. Τώρα είναι καιρός η κυβέρνηση να ξυπνήσει και να τους ακολουθήσει.»

– Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, στο ντοκιμαντέρ αυτό υπάρχει συσσωρευμένη ποσότητα συναισθήματος, αλλά κυρίως γνώμης. Πιστεύετε ότι αυτά μπορούν να μετουσιωθούν σε γνώση, ώστε να μην ξαναζήσουμε τα ίδια στο μέλλον;

«Σωστά το λέτε, υπάρχει μεγάλη συγκίνηση σε αυτή την ταινία. Αλλά αυτή είναι μια πνευματική ταινία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κάλεσα μερικούς από τους κορυφαίους διανοούμενους, καθηγητές και εμπειρογνώμονες του κόσμου να λάβουν μέρος στη συζήτηση αυτή. Προτείνω να τους ακούσουμε όλοι. Ακόμη και αν δεν συμφωνούμε, στο τέλος, μόνο με υγιή συζήτηση και εκπαιδευμένη συνομιλία μπορούμε να προχωρήσουμε ως έθνος. Καθένας μπορεί να καταστρέψει ένα αυτοκίνητο και να φωνάξει ότι ο κόσμος είναι άδικος! Αλλά έχω δει τόσους πολλούς νέους Έλληνες να αγωνίζονται για αλλαγή με άλλους τρόπους. Με παραγωγικούς τρόπους. Με τρόπους που δημιουργούν νέες και καινοτόμες ιδέες.»

– Δουλεύοντας γι’ αυτό το ντοκιμαντέρ και γνωρίζοντας πρόσωπα και καταστάσεις για την Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, τι ήταν εκείνο που σας πλήγωσε περισσότερο;

« Ήταν η απώλεια της ταυτότητας. Το γεγονός ότι πολλοί νέοι Έλληνες δεν μπορούν να απαντήσουν στην ερώτηση: Τι σημαίνει να είσαι Έλληνας στη σημερινή εποχή; Πρώτα πρέπει να αναρωτηθούμε πάνω σε αυτό το ερώτημα. Κι αυτό κάνει το ντοκιμαντέρ μας.»

– Είστε από εκείνους που πιστεύουν πως οι Έλληνες του εξωτερικού αγαπούν περισσότερο την Ελλάδα από τους συμπατριώτες τους στο εσωτερικό;

«Όταν οι Έλληνες ταξιδεύουν μακριά από το σπίτι συνειδητοποιούν πόσο αγαπούν το σπίτι τους. Αυτή είναι η αλήθεια. Επειδή μπορούν να φέρουν μαζί τους μόνο τις καλές αναμνήσεις. Είναι εύκολο να αγαπάς κάτι από μακριά. Αυτό το βλέπω σε πολλούς Έλληνοαμερικανούς και Ελληνοκαναδούς. Κι αυτό είναι σημαντικό. Αλλά αν αγαπάς πραγματικά κάτι πρέπει να είσαι πρόθυμος και να πολεμήσεις γι ‘αυτό όταν καταρρέει και να αναλάβεις δράση για την ανοικοδόμησή του. Όχι μόνο λόγια. Αυτό θέλω να κάνω κι εγώ, ξεκινώντας από αυτή την ταινία. Έχω όμως κι άλλα σχέδια.»

– Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η οικονομική κρίση “έδιωξε” από τη χώρα τα καλύτερα μυαλά, τους ικανότερους νέους της. Πιστεύετε ότι αυτοί πρέπει να επιστρέψουν ή είναι προτιμότερο να μείνουν στις νέες τους πατρίδες και από εκεί να στηρίξουν τη χώρα τους;

«Υπάρχει κάτι που μου είπε ο Μαργαρίτης Σχοινάς με το οποίο συμφωνώ. Δεν θέλω να επιστρέψουν οι Έλληνες για νοσταλγία. Να επιστρέψουν με μια ιδέα και ένα σχέδιο. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι υπάρχουν σήμερα Έλληνες στη χώρα που είναι σε θέση να ανοικοδομήσουν αυτή τη χώρα. Δημιουργήστε ένα περιβάλλον που αξίζει να επιστρέψουν αυτοί οι νέοι Έλληνες. Φαίνεται άδικο αλλά είναι ο μόνος τρόπος.»

– Τι καλό ευελπιστείτε να προκύψει από αυτό το ντοκιμαντέρ;

«Η δουλειά μου ως σκηνοθέτης δεν είναι να δώσω απαντήσεις. Η δουλειά μου είναι να δώσω τις ερωτήσεις και να ξεκινήσω τη συζήτηση που χρειαζόμαστε για να βρούμε τις απαντήσεις. Σε αυτή την ταινία ένωσα Έλληνες από όλο τον κόσμο, με διαφορετικές πολιτικές απόψεις. Στόχος μου ήταν να ανοίξω τη συζήτηση για το τι πρέπει να κάνουμε για να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον που θα δώσει στα παιδιά μας ταυτότητα και ελπίδα για το μέλλον; Πιστεύω ότι το έκανα αυτό»

Ολοκληρώνοντας τη συζήτησή μας, ο Παναγιώτης αφήνει ένα παράθυρο ανοιχτό στο ενδεχόμενο εγκατάστασης ή έστω δραστηριοποίησής του στην Ελλάδα. «Ίσως με δείτε και μάλιστα σύντομα να ανοίγω ένα στούντιο στην Ελλάδα. Θέλω να βοηθήσω. Θέλω να δημιουργήσω ένα καλύτερο μέλλον για την Ελλάδα», λέει και με αυτό κλείνει τη συζήτησή μας.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα