Eπάγγελμα: Kριτικός Κινηματογράφου.
Μια παρεξηγημένη ειδικότητα.
Yπάρχει άραγε ακόμη αυτή η φράση; Αυτό το επάγγελμα; Δεν θέλω να σκεφτώ ή να απαντήσω αρνητικά είναι η αλήθεια αλλά θέλω πολύ να εκφράσω μερικές σκέψεις μου πάνω σε αυτό το μοναδικό πράγμα με το οποίο ασχολούμαι κοντά 10 χρόνια τώρα, οπότε συγχωρέστε το ίσως χαοτικό (όσον αφορά τη δομή του) κείμενο που ακολουθεί.
Παρακολουθείς την κάθε ταινία έχοντας όλα τα ραντάρ ανοιχτά για να μπορέσεις μετά να γράψεις όσα είδες αλλά την ίδια στιγμή αναρωτιέσαι μήπως έτσι χάσεις κάτι από τη μαγεία της απόλαυσης του να παρακολουθείς χαλαρά (γιατί η αλήθεια είναι πως αποτελεί και ένα είδος διασκέδασης) μια κινηματογραφική ταινία. Τέλος πάντων εσύ σκέφτεσαι έτσι και αλλιώς οπότε μετά ξεκινάς να γράφεις, ξεκινάς ακολουθώντας ένα είδος τυπικής κινηματογραφικής καταδίωξης, να καταδιώκεις από που φαίνεται αλλά και αυτό που δεν φαίνεται στα πλάνα.
Έχεις σχεδόν πάντα μαζί σου ένα μικρό σημειωματάριο ώστε να σημειώνεις τα sos που δεν θες να ξεχάσεις μετά και γράφεις κοφτές και κωδικοποιημένες προτάσεις λόγω του περιορισμένου χρόνου που έχεις (πχ. “wow οπτικ…” δηλαδή “εντυπωσιακά οπτικοακουστικά σκηνικά”), ενώ νιώθεις αυτό το περίεργο (;) αίσθημα ασφάλειας μέσα σε αυτή την σκοτεινή αίθουσα που βρίσκεσαι.
Κασκόλ; Όχι δεν είμαστε όλοι-ες οι Κριτικοί/Θεωρητικοί Κινηματογράφου με ένα κασκόλ και ένα τσιγάρο που θυμίζει πούρο στο χέρι. Καμιά φορά τυχαίνει να πάμε για ταινία και με τη φόρμα μας αν τυχόν είμαστε σκαστοί από μια άλλη δουλειά, ή από μάθημα, και πρέπει να δούμε την ταινία και να παραδώσουμε κείμενο την αμέσως επόμενη ημέρα-για το οποίο δεν θα πληρωθούμε. Αλλά το αγαπάμε γι αυτό και το κάνουμε.
Πάντα κάθομαι στις ακριανές θέσεις (είτε αριστερά είτε δεξιά) ώστε να μπορώ να μην χάνω τίποτα, να παρατηρώ όλο το μήκος της οθόνης και να μην καρφώνεται το βλέμμα μονάχα στο κέντρο της-όσο δελεαστικό και αν είναι αυτό.
Kάθε φορά που καταπιάνομαι να γράψω ένα κείμενο για τον κινηματογράφο, κάθομαι στο γραφείο, κοιτάζω το άσπρο χαρτί μπροστά μου με τις πρώτες σκέψεις να περικυκλώνουν το μυαλό “Τι να (πρωτό)γράψω τώρα για αυτό το έργο τέχνης;” (και ειδικά για κάποια ταινία που μου’χει προκαλέσει απέραντο δέος). Πως θα καταφέρω να μεταφέρω όλα αυτά που μου μετέφερε και εμένα η ίδια η ταινία; Πως θα καταφέρω να μεταφέρω όλα αυτά που μόλις διδάχτηκα; Να μεταδώσω το πάθος μου για αυτό;
(στιγμιότυπο από την ταινία Persepolis)
Ένα κείμενο που θα καταφέρει να γοητεύσει είναι αυτό που προσφέρει γνώση και απόλαυση, που θα σε κάνει να θέλεις να δεις αμέσως την αναφερόμενη ταινία, να αναζητά με τον δικό του τρόπο τί κρύβεται πίσω από τα πλάνα, τις εικόνες. Να ενδιαφερθεί για τις συναισθηματικές καταστάσεις των ηρώων αλλά και να τους δεχτεί ως μη πραγματικούς χαρακτήρες και έτσι θα τους χειριστεί διαφορετικά από τους πραγματικούς ανθρώπους. Να ανιχνευτεί η αινιγματική απροσδιοριστία των προσώπων της ταινίας, όσο γίνεται, αλλά αυτό το καταφέρνεις αφού έχεις χαθεί μέσα της.
Όπως έλεγε ο Γκρίφιθ “Αυτό που προσπαθώ να πετύχω είναι πάνω από όλα, να σας κάνω να δείτε”. Αυτό προσπαθώ να ακολουθήσω. Να μην χάνω την κάθε ευκαιρία και μοναδικότητα που μπορεί να προσφέρει ένα καλό φιλμ. Τις λεπτομέρειες και την φαιά ουσία του. Και στη συνέχεια, να καταφέρω και εγώ μέσα από το κείμενο μου να κάνω τον αναγνώστη να δει αλλά και να βλέπει. Kαι μακάρι να το καταφέρω.
Και ας μην ξεχνάω-με πως πρέπει να ειπωθεί η αλήθεια στο κείμενο. Αλλά και να αποστασιοποιηθούμε από το οικείο περιβάλλον που (σίγουρα) βρεθήκαμε. Βέβαια, αυτό το τελευταίο, το θέμα της “αποστασιοποίησης”, ήταν, είναι και θα παραμείνει σχετικό, αφού με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο σίγουρα κάτι δικό μας θα βάλουμε στο κείμενο. Κάτι από το χαρακτήρα μας, κάτι από τις προσωπικές εμπειρίες που συναντήσαμε στο φιλμικό κείμενο και μας προκάλεσε ανατριχίλα και συγκίνηση για αυτό και θα το μεταφέρουμε στο γραπτό-επειδή είναι ένα πολύ ξεχωριστό συναίσθημα (είτε θετικό είτε αρνητικό) να νιώθεις την έστω και λίγη ταύτιση με αυτό που διαδραματίζεται μπροστά στα μάτια σου.
Δυστυχώς σήμερα, κάποιοι-ες δεν θεωρούν την κριτική Κινηματογράφου επάγγελμα. “Βλέπεις ταινίες, γράφεις κάτι ψιλά και βάζεις αστεράκια. Αυτό”. “Σιγά το πράγμα, και η θεια μου το κάνει…” “Έχω το imdb, τι να τα κάνω τα κείμενα σας;”. (…μερικά από τα βάσιμα επιχειρήματα που έχω ακούσει και που “αποδεικνύουν” πως η κριτική κινηματογράφου δεν υφίσταται σαν επάγγελμα).
Αυτό που σίγουρα θα κάνω, είναι να συνεχίσω να πηγαίνω σινεμά. Να “συναντώ” τους δημιουργούς στις (σκοτεινές) κινηματογραφικές αίθουσες και να διαβάζω, να παρατηρώ, αυτό που έχουν γράψει για εμάς τους θεατές. Και φυσικά να συνεχίσω να δείχνω τον σεβασμό που αρμόζει στην τέχνη του Κινηματογράφου και τους εκπροσώπους της μέσα από τα γραπτά μου.
Κλείνοντας θέλω να μοιραστώ μαζί σας κάτι όμορφο που είπε κάποτε ο Χρήστος Βακαλόπουλος: “O κόσμος ξεπερνάει την εικόνα του κυνηγώντας την εσωτερική του αλήθεια. Οι καλύτερες ταινίες είναι αυτές που υποκύπτουν στο θαύμα της ύπαρξης, αυτές που υπερασπίζονται λιγότερο τον εαυτό τους και περισσότερο τον κόσμο.”
Υ.Γ. Μακάρι να συνεχίσουμε να αγαπάμε και να μην σταματήσουμε να πηγαίνουμε σε εκείνες τις σκοτεινές αίθουσες (ή στις ανοιχτές ενός θερινού) που είναι ικανές να μας χαρίσουν πολλά όμορφα πράγματα.
Υ.Γ.2 Ο τίτλος του κειμένου είναι εμπνεσμένος από την ταινία “Επάγγελμα Ρεπόρτερ” (1975) του Michelangelo Antonioni, με τους Jack Nicholson και Maria Schneider.
Επιτρέψτε μου να σας γράψω λίγες από τις ταινίες, οι οποίες δεν άργησαν να μου προκαλέσουν δέος τόσο για την κινηματογράφησή όσο και για τη θεματική τους. Μερικές από αυτές είναι οι πλέον αγαπημένες μου.
-Nosferatu/Nosferatu, eine Symphonie des Grauens (1922), του F.W. Murnau
-The Kid (1921), του Charlie Chaplin
-The Tribe/ Плем’я (2014), του Myroslav Slaboshpytskyi
-White God/Fehér Isten (2014), του Kornél Mundruczó
-Arrival (2016), του Denis Villeneuve
–Carol (2015), του Todd Haynes
–Mustang (2015), της Deniz Gamze Ergüven
–Persepolis (2007), της Marjane Satrapi
–All About Eve (1950), του Joseph L. Mankiewicz
–Ex Machina (2014), του Alex Garland
–The Neon Demon (2016), του Nicolas Winding Refn
–Mad Max: Fury Road (2015), του George Miller
–Blade Runner (1982), του Ridley Scott
-Xenia (2014), του Πάνου Κούτρα