Η χρυσόσκονη της Μόνικας Μπελούτσι στη Θεσσαλονίκη
Μια μικρή ανάταση, μια ανάπαυλα χαράς, πριν ξαναχώσουμε τα κεφάλια μας μέσα
Σε μια παλιά και αξεπέραστη ταινία του Φελίνι, το Οκτώμισι ο πρωταγωνιστής – ένας σκηνοθέτης του κινηματογράφου αναζητάει το ιδανικό πορτραίτο μιας (μοιραίας) γυναίκας. Στην ταινία τον ρόλο αυτό ενσαρκώνει η Κλαούντια Καρντινάλε. Αν ζούσε στο σήμερα ο μεγάλος Φελίνι δεν χωράει αμφιβολία ότι θα έδινε αυτόν τον ρόλο στη Μόνικα Μπελούτσι.
Από τα πρώτα της βήματα στο καλλιτεχνικό κύκλωμα μέχρι σήμερα ως μια εμβληματική πρωταγωνίστρια που δοκιμάζει τον εαυτό της σε ξεχωριστά πρότζεκτ όπως αυτό με την Μαρία Κάλλας η Μόνικα Μπελούτσι είναι συνδεδεμένη με την εικόνα της γοητευτικής, μοιραίας γυναίκας, μια σύγχρονη ντίβα του παγκόσμιου σινεμά.
Αν και βρίσκεται στα πρώτα – ήντα η γοητεία της μοιάζει ακόμα αψεγάδιαστη. Με χαρακτηριστικά την απλότητα και την ευγένεια η Ιταλίδα σταρ περπάτησε στο fake κόκκινο χαλί του Ολύμπιον χαρίζοντας λίγη από την εκτυφλωτική λάμψη της σε όλους. Στην συνέντευξη τύπου αρκετά φιλική με όλους, δεν αρνήθηκε να απαντήσει στις περισσότερες ερωτήσεις, αποδέχτηκε πως ζούμε σε ενδιαφέροντες καιρούς τόσο για τον κινηματογράφο όσο και για την δυναμική πλέον παρουσία των γυναικών στον δημόσιο χώρο ενώ έμοιαζε να είναι συμφιλιωμένη με την ιδέα του χρόνου. Άλλωστε παραδέχτηκε με νόημα πως «όποιος παλεύει με τον χρόνο, χάνει» ενώ προσπάθησε να υπενθυμίσει πως πίσω από την σταρ «είμαι μια γυναίκα που ξέρει να κάνει σώου αλλά όταν ξυπνάω είμαι μια απλή γυναίκα χωρίς μακιγιάζ και ψηλοτάκουνα».
Η επαφή της πάντως με το θεατρικό σύμπαν αλλά και η ώριμη προσέγγιση της με έναν από τους μοναδικούς μύθους του 20ου αιώνα, της ανυπέρβλητης Μαρίας Κάλλας φαίνεται να επέδρασαν θετικά μέσα της. Η ίδια προσπάθησε άλλωστε να μοιραστεί την αγάπη της για την Ελληνίδα ντίβα με τον τρόπο της και να φανερώσει την μοναδική σχέση που ανέπτυξε μαζί της χάρη σε αυτή την θεατρική ευκαιρία που της δόθηκε.
Η Μόνικα Μπελούτσι περπάτησε το κόκκινο χαλί του Ολύμπιον, παίρνει σε λίγη ώρα το βραβείο της για την προσφορά της στον κινηματογράφο, έδωσε μια συνέντευξη μαγνητίζοντας τα φλας και την προσοχή των δημοσιογράφων και άφησε λίγη από την μαγική αστερόσκονη της στην πόλη και στο Φεστιβάλ.
Εμείς για λίγες ώρες νιώσαμε την ψευδαίσθηση που φέρνει ένας τέτοιος σαγηνευτικός μύθος στην πόλη. Λίγο πριν αναμετρηθούμε ξανά με το μετρό, με το φλαι όβερ, λίγο πριν ξαναγειωθούμε με την ακρίβεια και την πολεμική ατμόσφαιρα των δελτίων ειδήσεων πήραμε μια μικρή ανάσα και αφεθήκαμε στην γοητεία μιας ντίβας που θυμίζει την παντοτινή μαγεία της Τσινετσιτά, της μαγικής σχολής – όπως θυμήθηκε και η ίδια – που έβγαλε τη λάμψη της Συλβάνα Μανγκάνο, της Τζίνα Λολομπρίτζιτα, της Σοφία Λόρεν, της Μόνικα Βίτι και τόσων άλλων γοητευτικών σταρ.
Και έτσι το Φεστιβάλ Κινηματογράφου μας θύμισε έστω για λίγο ότι κινηματογραφική γιορτή δεν είναι μόνο οι ταινίες και οι δημιουργοί αλλά ενίοτε είναι και το γκλαμ του κόκκινου χαλιού, είναι οι γοητευτικές ντίβες και η ψευδαίσθηση της αστερόσκονης που μοιράζουν στο πλήθος, το οποίο προσπαθεί να έρθει σε επαφή, να αφουγκραστεί και να αγγίξει έστω και για λίγα δευτερόλεπτα την μαγεία αυτών των μύθων. Μια μικρή ανάταση, μια ανάπαυλα χαράς, πριν ξαναχώσουμε τα κεφάλια μας μέσα.