Η νέα γενιά του ελληνικού κινηματογράφου προβληματίζεται και ονειρεύεται

Τρεις απόφοιτοι και ένας φοιτητής του Τμήματος Κινηματογράφου μιλούν στην Parallaxi για την Ελλάδα που... τρώει τα καλλιτεχνικά της παιδιά, αλλά και το πείσμα να κάνουν πράξη τα όνειρα τους

Parallaxi
η-νέα-γενιά-του-ελληνικού-κινηματογρά-759641
Parallaxi
Πηγή: Unsplash

Λέξεις: Χριστίνα Σάρρη / Έφη Κελεμπέκη

Η Parallaxi δίνει το λόγο σε τέσσερις νέους ανθρώπους, την επόμενη γενιά του ελληνικού κινηματογράφου, που κόντρα σε όλες τις δυσκολίες της εποχής προσπαθούν να αντισταθούν και να αναδειχθούν για να κάνουν τα όνειρα τους πραγματικότητα.

Ο Αλέξανδρος, η Αντζέλικα η Ίλμα, απόφοιτοι του Τμήματος Κινηματογράφου και ο Ανδρέας, φοιτητής της ίδιας σχολής, μιλούν για τους στόχους τους, τις φιλοδοξίες τους, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, αλλά και την απόφαση τους να ασχοληθούν με αυτό που αγαπάνε.

«Η σκέψη μου είναι να φύγω στο εξωτερικό και να γυρίσω σε μια Ελλάδα που δεν σκοτώνει τα παιδιά της»

Ο Αλέξανδρος Ρέλλος είναι 25 χρονών και έχει «μεταναστεύσει», όπως λέει, από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα εδώ και ένα χρόνο, μετά την αποφοίτηση του. Αυτό τον καιρό, εργάζεται στον χώρο του κινηματογράφου και της τηλεόρασης, ενώ προσπαθεί, παράλληλα, να πραγματοποιεί τα δικά του κινηματογραφικά project.

Αν και από πάντα ένιωθε μια ισχυρή έλξη για τον κινηματογράφο, δεν φανταζόταν ότι ήθελε να ασχοληθεί με αυτό μέχρι που πέρασε στο πανεπιστήμιο. Παρά την επαφή του με άλλες τέχνες, αυτή που του πρόσφερε τη μεγαλύτερη ευχαρίστηση και ανακούφιση ήταν ο κινηματογράφος.

«Πλέον, οι ταινίες για μένα είναι το νόημα της ζωής μου και όσο μπορώ έστω να τις βλέπω, πόσο μάλλον να τις κάνω, είμαι βαθιά ευγνώμων». 

Δείτε το προφίλ του στο Vimeo ΕΔΩ

Στην ερώτηση, τι άλλαξε αφού πήρε το πτυχίο του, ο ίδιος απαντάει το εξής:

«Φαντάζομαι ότι όλοι οι άνθρωποι, λίγο-πολύ, περνούν μια υπαρξιακή κρίση όταν παίρνουν το πτυχίο τους, καθώς αισθάνονται εκτεθειμένοι στον έξω κόσμο σχετικά με το μέλλον τους και την επαγγελματική τους αποκατάσταση. Φυσικά, εγώ δεν αποτελώ εξαίρεση και παρόλο που είχα σχεδιάσει λεπτομερώς το επόμενο βήμα μετά τη σχολή, ανακάλυψα ότι τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα απ’ ό,τι πίστευα. Η κατάσταση με τον κορωνοϊό σίγουρα δυσχεραίνει τα πάντα, αλλά πιστεύω πως το πρόβλημα βρίσκεται στην κουλτούρα της χώρας μας. Είναι εντελώς ξεκάθαρο πως δεν υπάρχει χώρος για καινοτομία ή για ουσιαστική ανάπτυξη του οποιουδήποτε κλάδου και κυρίως της Τέχνης. Παρόλα αυτά, ελπίζω πως ο μονόδρομος της μετανάστευσης των νέων θα οδηγήσει μελλοντικά στην επιστροφή τους και την ταυτόχρονη άνθιση του πολιτισμού και όχι μόνο».

Όσον αφορά την πανδημία και τις νέες παραμέτρους που αυτή έχει ορίσει, ο Αλέξανδρος ήταν τυχερός με την εκπόνηση της πτυχιακής του, καθώς η γραφή του σεναρίου δεν απαιτούσε φυσική παρουσία άλλων ατόμων, όπως θα συνέβαινε, για παράδειγμα, με την παραγωγή μιας ταινίας. Ωστόσο, δύο άλλα project του αναβλήθηκαν λόγω της καραντίνας, κάτι το οποίο είδε, όμως, σαν ευκαιρία για να προετοιμαστεί καλύτερα.

«Δυστυχώς, η καραντίνα όχι μόνο έχει καταστήσει την παραγωγή μιας ταινίας δυσκολότερη λόγω των κινδύνων και των εξόδων που είναι πλέον μεγαλύτερα, αλλά έχει περιορίσει σε μεγάλο βαθμό και τις επαγγελματικές ευκαιρίες».

Παρόλα αυτά, αναμένεται το καλοκαίρι η πρεμιέρα της τελευταίας -εξαιρετικής- ταινίας μικρού μήκους του με τίτλο ΤόληςLive ή Τορόντο, και ο ίδιος ευελπιστεί στην κανονική προβολή της και όχι στη διαδικτυακή, σε περίπτωση που συμμετέχει σε κάποιο φεστιβάλ.

«Κατά τη γνώμη μου, το σινεμά έχει να κάνει με την κοινή εμπειρία του κοινού σε μια αίθουσα και την πραγματική επικοινωνία του έργου, αλλά και των δημιουργών, με τον κόσμο. Μια εικονική πραγματικότητα, προσωπικά, δεν με καλύπτει».

Παρά τις προσπάθειες που γίνονται στη χώρα μας για την εξέλιξη και την ανάπτυξη του μέσου, με την παραγωγή περισσότερων εγχώριων και ξένων ταινιών, ο Αλέξανδρος δε βίωσε μια αντίστοιχη φιλόξενη συμπεριφορά εκ μέρους της βιομηχανίας κατά τα πρώτα του βήματα στο χώρο.

«Το όνειρο μου είναι να κάνω ελληνικές ταινίες για ανθρώπους της «γειτονιάς», ανθρώπους και καταστάσεις που γνωρίζω. Ωστόσο, τουλάχιστον προς το παρόν, αισθάνομαι ότι δεν υπάρχει χώρος για νέους/νέες κινηματογραφιστές/στριες, καθώς είναι έντονη η ατμόσφαιρα του «ποιος/α έχει σειρά». Η σκέψη μου είναι να μαζέψω κάποια χρήματα και να φύγω στο εξωτερικό, ελπίζοντας ότι κάποια μέρα θα μπορέσω να γυρίσω σε μια Ελλάδα που δεν σκοτώνει τα παιδιά της».

Τι θα άλλαζε, εάν μπορούσε, στον ελληνικό κινηματογράφο;

«Ουσιαστικότερη εκπαίδευση των επαγγελματιών, μεγαλύτερη ένταξη και συμπερίληψη των νέων ανθρώπων στο χώρο και δημιουργία ενός κλίματος αξιοκρατίας και όχι δημοσίων σχέσεων».

Τι συμβουλές θα έδινες σε ένα παιδί που ξεκίνησε πρόσφατα τη Σχολή Κινηματογράφου ή σκέφτεται να ασχοληθεί με αυτό το πεδίο;

«Να είσαι ειλικρινής με την Τέχνη σου και να ξέρεις πως αν δουλεύεις σκληρά θα τα καταφέρεις. Αν το πάθος σου για τον Κινηματογράφο ξεπερνάει κάθε όριο, δεν γίνεται κάποια στιγμή να μην κάνεις μια καλή ταινία».

Συνδυάζοντας τον κινηματογράφο με την ενδυματολογία

Η Αντζέλικα Μουχσιάδου είναι 25 χρονών, απόφοιτη του Τμήματος Κινηματογράφου, και εργάζεται αυτή την περίοδο ως σχεδιάστρια ρούχων στην εταιρεία “Marmalady Clothing Bar”. Η αγάπη της για το σχέδιο μόδας ξεκίνησε από πολύ νωρίς, αλλά μη βρίσκοντας κάποια αντίστοιχη κατάρτιση στη Θεσσαλονίκη αποφάσισε να σπουδάσει κινηματογράφο, συνδυάζοντας έτσι τα ρούχα με τα κουστούμια και την ενδυματολογία. Η περιέργεια της, επίσης, για το πώς γίνονται οι ταινίες και τι συμβαίνει πίσω από τις κάμερες στάθηκε ως ένας ακόμη λόγος γι’ αυτή της την απόφαση.

Στην πορεία, διαπίστωσε ότι υπάρχει ένα άλλο κομμάτι του εαυτού της, το οποίο δεν είχε ανακαλύψει, μέχρι που τη βοήθησε σε αυτό ο κινηματογράφος, αποκτώντας έτσι μια καινούργια αγάπη, ισοδύναμη με αυτή για τη μόδα.

 «Αφού πήρα το πτυχίο, συνειδητοποίησα πόσο δύσκολο είναι τελικά να βρω εργασία σε αυτό τον χώρο στην Ελλάδα, και κυρίως στη Θεσσαλονίκη. Μπορώ να πω πως αυτό με απογοήτευσε αρκετά, χωρίς, όμως, να σημαίνει ότι τα παρατάω».

Όλο αυτό το διάστημα, και πριν την αποφοίτηση της και μετά, ασχολείται ενεργά σε ταινίες μικρού μήκους, αναλαμβάνοντας την ενδυματολογία ή/και τη σκηνογραφία, ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας ολοκληρώθηκαν δύο μικρού μήκους στις οποίες συμμετείχε. Κάποιες μάλιστα, οι οποίες ολοκληρώθηκαν πριν την πανδημία, προβάλλονται σε φεστιβάλ του εξωτερικού, διαδικτυακά. Αυτό την χαροποιεί ιδιαίτερα, την στενοχωρεί, όμως, που δεν μπορεί να βιώσει την εμπειρία από κοντά, σε μια αίθουσα με κόσμο.

«Όσον αφορά τον επαγγελματικό μου τομέα, παραδόξως, βρήκα εργασία μέσα στην πανδημία. Ωστόσο, αυτό είχε και έχει ως αποτέλεσμα να πάω ένα βήμα πίσω στην εύρεση εργασίας στον χώρο του σινεμά, του θεάτρου ή της τηλεόρασης. Όσο δύσκολο ήταν πριν την πανδημία να βρεθεί ανάλογη δουλειά, πλέον θεωρώ πως έχει διπλασιαστεί η δυσκολία».

Βέβαια, η ίδια δεν σκοπεύει να φύγει ακόμη στο εξωτερικό, καθώς θα ήθελε αρχικά να δοκιμάσει την τύχη της στην Ελλάδα, να κρίνει με βάση τη δική της προσπάθεια αν είναι δύσκολα ή όχι, ευχάριστα ή μη ευχάριστα. Ίσως, αν δεν είχε προκύψει η πανδημία, να είχε μετακομίσει στην Αθήνα για περισσότερες ευκαιρίες.

Προς το παρόν, μας μαγεύει με τα σχέδια της και τις δημιουργίες της!

Τι θα άλλαζε, εάν ήταν στο χέρι της, στην ελληνική κινηματογραφική βιομηχανία;

«Θα ήθελα πολύ να δίνονται περισσότερες ευκαιρίες σε νέους και νέες που αναζητούν θέσεις εργασίας σε αυτό τον χώρο. Είναι άλλωστε ο λόγος που οι περισσότεροι φεύγουν στο εξωτερικό». 

Ποιες συμβουλές θα έδινε στα παιδιά που σπουδάζουν ή πρόκειται να σπουδάσουν;

«Η οπτικοακουστική αφήγηση είναι ένας κλάδος που δημιουργείται με ομαδική προσπάθεια, και αυτό είναι το πιο όμορφο σε αυτήν την τέχνη. Επομένως, πιστεύω πως πρέπει να περιτριγυριζόμαστε από ανθρώπους με κοινά οράματα και να βοηθάμε ο ένας τον άλλον για να φτάσουμε όσο πιο κοντά γίνεται στους στόχους μας».

«Αν έβλεπα ότι μπορώ να δημιουργήσω και να ζήσω από αυτό που αγαπώ και στην Ελλάδα, το να φύγω δε θα ήταν αυτοσκοπός»

Ο Ανδρέας Μακρής είναι 24 ετών και βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, απ’ όπου και κατάγεται. Αναμένει το πέρασμα της δύσκολης αυτής περιόδου της πανδημίας, για να μπορέσει να ολοκληρώσει την πτυχιακή του στη σκηνοθεσία και εργάζεται ως social media manager στο @5STYLE, μια ιστοσελίδα που ασχολείται με το design και την αισθητική. Στον ελεύθερο του χρόνο επιδιώκει να καλλιεργεί τις δεξιότητες του και να παραμένει δημιουργικός, εξερευνώντας κρυφές γωνιές της πόλης και φωτογραφίζοντας και φυσικά βλέποντας ταινίες. Παράλληλα με τις καθημερινές του δραστηριότητες ακούει podcast για διάφορα θέματα (μύθους, ιστορία, παραμύθια), που τον ταξιδεύουν σε άλλα μέρη και εποχές και τον βοηθάνε να ανακαλύψει τις διάφορες πτυχές της ανθρώπινης φύσης.

Η απόφαση του να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο ήταν πολύ συνειδητή και βαθιά. Από παιδί απολάμβανε να μαθαίνει πράγματα, τόσο για το φυσικό κόσμο, όσο για τον ανθρώπινο πολιτισμό, από τη γεωλογία και την αρχαιολογία, μέχρι τη ψυχολογία και την τέχνη. Ιδιαίτερη αδυναμία είχε στη λογοτεχνία και τις ταινίες, κυρίως φαντασίας, απολάμβανε να ζωγραφίζει και να φαντάζεται τους δικούς του κόσμους. Με όλα αυτά στο μυαλό, τελειώνοντας το γυμνάσιο, συνειδητοποίησε ότι είχε δυο μονοπάτια μπροστά του, της αρχιτεκτονικής και του κινηματογράφου.

«Κατά τη γνώμη μου (ο κινηματογράφος) έχει μια ασύγκριτη μαγεία, στο πώς συνδυάζει όλες τις τέχνες, για να σε ταξιδέψει σε εμπειρίες, πέρα από την οικεία σου καθημερινότητα. Αυτού του είδους η μαγική δημιουργικότητα ήταν που με κέρδισε».

Η προετοιμασία της πτυχιακής του Ανδρέα ξεκίνησε εν μέσω πανδημίας. Όλη η διαδικασία ήταν εξ αρχής απρόβλεπτη και τελικά η ταινία κατέληξε να παγώσει. Αυτό που αναφέρει είναι πως η πανδημία, με τους πρακτικούς, αλλά και ψυχολογικούς της περιορισμούς, αφήνει στάσιμη την παραγωγή μιας ταινίας σε πολλά επίπεδα. Ο κινηματογράφος είναι κατ’ εξοχήν ομαδικός και ένα γύρισμα συνήθως απαιτεί πολλά άτομα. 

Όσον αφορά τα φεστιβάλ, αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο Ανδρέας συμμετείχε σε ένα φεστιβαλικό ταξίδι και κατά τη γνώμη του ή εμπειρία ήταν μάλλον περίεργη και απογοητευτική. Κάθε φεστιβάλ λειτουργεί διαφορετικά, όμως τα περισσότερα, είτε πραγματοποιήθηκαν διαδικτυακά ή αναβληθήκαν. Το βασικό κομμάτι της εμπειρίας ενός φεστιβάλ, σχολιάζει, είναι η αίσθηση του event, της προσωπικής επαφής και δικτύωσης, αλλά και η έννοια της συλλογικής εμπειρίας, που σίγουρα λείπει.

O Ανδρέας θα χαρακτήριζε τον εαυτό του ρεαλιστή-αισιόδοξο και όσον αφορά την εξέλιξη και την ανάπτυξη της κινηματογραφικής βιομηχανίας, αισθάνεται ότι είναι κάτι το όντως υπαρκτό, όμως πιστεύει ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να φανούν τα αποτελέσματα του. Προς το παρόν, έχει το βλέμμα του στραμμένο στο εξωτερικό.

«Αισθάνομαι ότι χρειάζεται παραπάνω χρόνος μέχρι αυτή η θετική τάση για τον ελληνικό κινηματογράφο να αναπτυχθεί στέρεα και να επηρεάσει στην πράξη τους επαγγελματίες του χώρου, ιδιαίτερα τους νέους. Προχωρώντας, έχω σίγουρα το βλέμμα μου προς το εξωτερικό, αν και σίγουρα, αν έβλεπα ότι μπορώ να δημιουργήσω και να ζήσω από αυτό που αγαπώ και στην Ελλάδα, το να φύγω δε θα ήταν αυτοσκοπός».

https://500px.com/p/amakrisfilm/galleries/fantasia-notes

Θεωρεί πιο ρεαλιστικό το να αναζητήσει κανείς εργασία στον ευρύτερο χώρο των οπτικοακουστικών μέσων, τουλάχιστον ως ένα πρώτο ξεκίνημα. Οι νέες τεχνολογίες είναι κάτι το αισιόδοξο και αυξάνουν κατά πολύ τις δυνατότητες που έχουμε.

Σχετικά με την ελληνική κινηματογραφική βιομηχανία, ο Ανδρέας πιστεύει πως «ο θεμελιώδης της περιορισμός είναι ότι η αγορά είναι πολύ μικρή. Αυτό επηρεάζει πολύ αρνητικά τις οικονομικές δυνατότητες του να παραχθούν ταινίες, αλλά και ίσως το πόσο εύκολα μπορεί ένας νέος κινηματογραφιστής να ενσωματωθεί στην υπάρχουσα κοινότητα επαγγελματιών». Πιστεύει ότι αυτό μπορεί πράγματι να αλλάξει με την ανάπτυξη της εξωστρέφειας και τη προσέλκυση ξένων παραγωγών, όμως δεν θα είναι κάτι το εύκολο.

Στα νέα παιδιά που μπαίνουν στη σχολή θα έδινε δύο συμβουλές: Να χτίσουν γερές σχέσεις με άτομα που ταιριάζουν σαν άνθρωποι, αλλά και δημιουργικά, και να κάνουν όσο το δυνατόν περισσότερα project, για να γίνουν καλύτεροι, αλλά και να χτίσουν το βιογραφικό τους. Πιστεύει παρ’ όλα αυτά ότι ο κάθε ένας από εμάς έχει τη δική του διαδρομή και δεν υπάρχει κάποια «μυστική συνταγή» ή ένας συγκεκριμένος τρόπος να κάνει κανείς τα πράγματα.

«Να πάψουμε να δημιουργούμε προβλήματα και εμπόδια εκεί που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν»

Η Ίλμα Τυρμπετάρι είναι 25 χρονών, κατάγεται από την Αλβανία και μεγάλωσε στην Ελλάδα. Αυτή την στιγμή της ζωής της βρίσκεται στην Αυστρία, μέσω ενός προγράμματος και δουλεύει σε ένα μη κερδοσκοπικό τηλεοπτικό σταθμό. 

«Εν μέσω covid-19 έχουμε αρκετή δουλειά καθώς καλύπτουμε πολιτισμικά δρώμενα που πλέον δεν έχουν την δυνατότητα να γίνονται παρά μόνο μέσω stream. Παρέχουμε την τεχνική υποστήριξη και κάνουμε όλα τα γυρίσματα και τα streams και έπειτα τα προβάλουμε σε διάφορες πλατφόρμες. Οι άνθρωποι των τεχνών το έχουν πραγματικά ανάγκη, καθώς δίχως αυτό θα ήταν παντελώς άπραγοι όλη την περίοδο του εγκλεισμού. Προσωπικά αναγνωρίζω πως ένα stream δεν μπορεί να αποδώσει ολοκληρωτικά το αίσθημα μιας παράστασης, μιας performance ή μιας συναυλίας, αλλά τελικά οι περισσότεροι καλλιτέχνες προτιμούν έστω και αυτή την μορφή εφόσον μπορούν να είναι ενεργοί».

Η Ίλμα βρίσκεται στο τομέα της παραγωγής, προσφέρει τεχνική υποστήριξη με την ομάδα της, και επίσης μοντάρουν και το τελικό προϊόν. Αυτό που βρίσκει πολύ όμορφο στον τηλεοπτικό σταθμό, είναι πως παρέχει ελευθερία και υποστήριξη σε ανθρώπους που δεν θα είχαν ειδάλλως αυτές τις ευκαιρίες.

Από μικρή η Ίλμα αγαπούσε τις ταινίες. Όταν ήταν στο σχολείο συνειδητοποίησε πως θέλει να περάσει στη σχολή κινηματογράφου, με τη βοήθεια ενός σημαντικού προσώπου.

«Από μικρό παιδί θυμάμαι τον εαυτό μου να ταξιδεύει μέσα στις ταινίες που έβλεπα. Θυμάμαι κάποια στιγμή στο λύκειο με ρώτησαν τι ήθελα να σπουδάσω και δεν είχα κάποια απάντηση, και η επόμενη ερώτηση ήταν ποια είναι τα ενδιαφέροντα μου, και έτσι κάπως όλα μπήκαν σε μια σειρά. Ένας σημαντικός άνθρωπος στην ζωή μου με βοήθησε να βρω την Σχολή Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και μοναδικός μου στόχος τότε, ήταν να περάσω στη σχολή και να γνωρίσω σε βάθος αυτό τον κόσμο. Τελικά, ποτέ δεν τον γνωρίζεις αρκετά, πάντα υπάρχει κάτι επιπλέον, κάτι καινούριο η κάτι άγνωστο».

Είχε την «τύχη», όπως σχολιάζει η ίδια, να ολοκληρώσει την πτυχιακή της πριν τη πανδημία, μετά τη λήψη του πτυχίου της, όμως, και αναζητώντας εργασία, η Ίλμα ένιωσε απογοήτευση.

«Αφού πήρα πτυχίο, όλα δύσκολα. Αυτό που τελικά με απογοητεύει περισσότερο από όλα στην Ελλάδα, είναι πως έχει καταλήξει να είναι άπιαστο όνειρο για νέους ανθρώπους να εργαστούν στον τομέα που αγαπούν και έχουν καταβάλει προσπάθειες για αυτό. Γνώριζα σαφώς πως δεν είναι εύκολος τομέας, αλλά από την άλλη δεν θα έπρεπε να είναι και τόσο δύσκολο για κάποιον που έχει αγάπη και πάθος για αυτό που κάνει».

Η αρνητική επιρροή της πανδημίας είναι εμφανής στη ζωή της Ίλμα. Στο χώρο εργασίας της φορούν συνεχώς μάσκα και κάνουν διαρκώς test, το προσωπικό δυναμικό δεν μπορεί να ξεπερνά έναν συγκεκριμένο αριθμό ατόμων και διαρκώς ακυρώνονται events και παραγωγές.

Όσο για τα φεστιβάλ, οι πτυχιακή της Ίλμα και άλλες δυο ταινίες στις οποίες συμμετείχε προβλήθηκαν online λόγω Covid-19. Κατά τη γνώμη της, το να γίνουν online τα φεστιβάλ είναι προτιμότερο από το να μη γίνουν καθόλου, χάνεται όμως η αλληλεπίδραση με το κοινό, το feedback και «η ρομαντική αίσθηση του να παρακολουθείς μια ταινία προγραμματισμένη σε συγκεκριμένη ώρα, χωρίς παύσεις, σε μεγάλη οθόνη». Σχολιάζει επίσης ότι η αίσθηση είναι τελείως διαφορετική, καθώς είναι «σαν να είσαι σπίτι σου οποιαδήποτε στιγμή και απλά παίζεις την ταινία σου».

Σχετικά με την Ελληνική κινηματογραφική βιομηχανία, την ανάπτυξη της και τις ευκαιρίες που δίνονται, η ίδια αναφέρει τα εξής:

«Δεν ξέρω τι θα έπρεπε να αλλάξει, και από που πρέπει να ξεκινήσουν οι αλλαγές. Τα εμπόδια που συναντά ένας κινηματογραφιστής στην Ελλάδα είναι πάρα πολλά, από το οικονομικό έως και το γραφειοκρατικό. Κάποια πράγματα θα πρέπει να γίνουν πιο απλά και κατανοητά, και κάποια στιγμή πρέπει να πάψουμε να δημιουργούμε προβλήματα και εμπόδια εκεί που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν. Επίσης πιστεύω πως κάποιοι φορείς οφείλουν να προστατεύουν και να στηρίζουν περισσότερο καλλιτέχνες που προσπαθούν ακόμα και εντελώς ανεξάρτητοι να δημιουργήσουν κάτι».

Εύχεται να αλλάξουν τα πράγματα στην Ελλάδα, όμως επιλογή της ήταν να ταξιδέψει και να δει πως είναι τα πράγματα σε άλλες χώρες. Ιδανικά θα ήθελε να συνεχίσει το ταξίδι της, τουλάχιστον μέχρι να ωριμάσει αρκετά στον τομέα αυτό.

Παρά τις δυσκολίες, δεν υπήρξε στιγμή που να μετανιώσει για την επιλογή της. Πιστεύει πως όταν θέλουμε κάτι πολύ, πρέπει να το διεκδικούμε. Σε κάθε νέο/α φοιτητή/τρια εύχεται να απολαύσουν τα φοιτητικά τους χρόνια και να μαζέψουν όσα περισσότερα μπορούν, γιατί «το ταξίδι ξεκινά μετά τον εφοδιασμό».

Κλείνει με μια ευχή: «εύχομαι η δύναμη της θέλησης του κάθε ανθρώπου που ξεκινά κάτι με αγάπη, να οδηγήσει κάπου και πιστεύω ειλικρινά, ότι θα κάπου οδηγήσει». 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα