Νίκος Γκροσδάνης: Ένας αυθεντικός σινεφίλ ξεδιπλώνει τις αναμνήσεις

Το βιβλίο του Νίκου Γκροσδάνη είναι μια εξαιρετική περίπτωση προφορικής ιστορίας, που προσφέρει στη σύγχρονη έρευνα μαρτυρίες και τεκμήρια ιστορικής σημασίας για την πορεία του φεστιβάλ και του ελληνικού κινηματογράφου.

Λίνα Μυλωνάκη
νίκος-γκροσδάνης-ένας-αυθεντικός-σιν-251152
Λίνα Μυλωνάκη

της Λίνας Μυλωνάκη δημοσιογράφου, ιστορικού κινηματογράφου Δρ. Κινηματογραφικών Σπουδών ΑΠΘ

Εικόνες: Φανή Τρυψάνη

Το νέο βιβλίο του Νίκου Γκροσδάνη, με τίτλο «Θυμάμαι: 32 χρόνια Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου», που μόλις κυκλοφόρησε (εκδ.Επίκεντρο), είναι μια συναρπαστική αφήγηση, που κερδίζει τον αναγνώστη γιατί είναι άμεση, ειλικρινής και γενναιόδωρη. Είναι η πρώτη φορά που γράφεται μια τέτοιου είδους ιστορική καταγραφή του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Μια ιστορία ιδωμένη όχι από τη σκοπιά του ερευνητή, του σκηνοθέτη, του κριτικού κινηματογράφου, του παραγωγού ή του ίδιου του οργανισμού του φεστιβάλ, αλλά μια ιστορία από την απέναντι όχθη: αυτήν του θεατή. Ο Νίκος Γκροσδάνης μιλά εξ ονόματος του απλού θεατή, του γνήσιου σινεφίλ, του φανατικού θιασώτη των κινηματογραφικών αιθουσών. Είναι ένας από τους χιλιάδες θεατές, που συνδιαμόρφωσαν την κινηματογραφική κουλτούρα της δεκαετίας του ’60 και αποτέλεσαν την «ψυχή» του φεστιβάλ, συμβάλλοντας στο χτίσιμο της ιστορίας, αλλά και των μύθων γύρω από αυτό. Είναι ένας από το κινηματογραφόφιλο κοινό της πόλης στο οποίο απευθύνονται οι σκηνοθέτες, οι διοργανωτές και οι ταινίες και το οποίο βρίσκεται σε διαρκή αλληλεπίδραση μαζί τους, τροφοδοτώντας μια ζωντανή σχέση στο πέρασμα του χρόνου. Μέσα από το νέο του βιβλίο ο Νίκος Γκροσδάνης αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι είναι ο ορισμός του κινηματογραφόφιλου. Είναι το αρχετυπικό παράδειγμα του «πανταχού παρόντα» σινεφίλ, που έχει αναπτύξει μια εντελώς προσωπική σχέση με την κινηματογραφική οθόνη. Στο ξεδίπλωμα των αναμνήσεών του, ο συγγραφέας μετατρέπεται ο ίδιος σε κινηματογραφιστή, που μοιάζει να καταγράφει με μια αόρατη κάμερα την αντανάκλαση του σινεφίλ εαυτού του. Και να αποκαλύπτει σε κάθε σελίδα τη δυναμική της σινεφιλίας, που συλλαμβάνει ως ευαίσθητο ραντάρ κάθε λεπτομέρεια της κινηματογραφικής εμπειρίας της θέασης. Το βιβλίο του Νίκου Γκροσδάνη επιβεβαιώνει τον ορισμό της σινεφιλίας ως μιας «αγάπης που ποτέ δεν πεθαίνει», «μιας αγάπης που συνδέει το παρόν με το παρελθόν με όχημα τη μνήμη». Εξάλλου, ήδη από τον τίτλο του βιβλίου, ο συγγραφέας αποκαλύπτει ξεκάθαρα τις προθέσεις του στους αναγνώστες. «Θυμάμαι» – δηλαδή ανασκαλεύω μνήμες, καταγράφοντας ό,τι εκείνες ανασύρουν στην επιφάνεια: βιώματα, εμπειρίες, ιστορίες, συναισθήματα, πρόσωπα, εικόνες, λέξεις, ήχους, γεύσεις, χρώματα.

Το βιβλίο του είναι εξ ορισμού μία υποκειμενική καταγραφή, είναι η κατάθεση μιας προσωπικής μαρτυρίας, είναι τα γεγονότα όπως εκείνος τα έζησε. Ο Νίκος Γκροσδάνης είναι ένας θεατής παλαιάς κοπής, που βρήκε τον δικό του κινηματογραφικό παράδεισο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Από την πρώτη κιόλας διοργάνωση της Εβδομάδας Ελληνικού Κινηματογράφου το 1960, πιτσιρικάς ακόμη, ο Νίκος Γκροσδάνης ζει μια ζωή σαν σινεμά. Και διαρκώς αναζητά, όπως μας εξομολογείται στο βιβλίο, ευκαιρίες για να δει από κοντά τα κινηματογραφικά του είδωλα –την «οσία Αλίκη», τη Τζένη, τη Μελίνα. Όσο παλεύει να εκπληρώσει το όνειρό του, ο Νίκος Γκροσδάνης συλλέγει και καταγράφει καθετί σχετικό –φωτογραφίες, κείμενα, δημοσιεύματα εφημερίδων, κριτικές, σημειώματα. Παρά το νεανικό του ενθουσιασμό –ίσως και εξαιτίας του- γίνεται συστηματικός συλλέκτης που στοιχειοθετεί αρχείο. Ένα αρχείο-θησαυρός για τον ερευνητή του ελληνικού κινηματογράφου, με σπάνιο και ανέκδοτο υλικό, που είχα πρόσφατα την τύχη να γνωρίσω και προσωπικά για τις ανάγκες μιας έρευνας.

Ο Νίκος Γκροσδάνης αντιλαμβάνεται από νωρίς την αξία της αρχειακής καταγραφής (κάτι που ακόμη και σήμερα στην Ελλάδα δυστυχώς αποτελεί ζητούμενο) και ξεκινά μόνος, χωρίς εφόδια και υποστήριξη, να χτίζει στο πέρασμα του χρόνου, με επιμέλεια και αστείρευτο πάθος, μικρά και μεγαλύτερα κιβώτια μνήμης –τα «χαρτάκια» του, όπως λέει ο ίδιος χαριτολογώντας. Μ’ αυτό το βιβλίο ο Νίκος Γκροσδάνης ανοίγει ένα ακόμη πολύτιμο κιβώτιο μνήμης από το πλούσιο αρχείο του και απελευθερώνει δημόσια τις αναμνήσεις του από τα πρώτα 32 χρόνια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Του ελληνικού, όπως σπεύδει να διευκρινίσει, μιας και κρατά στο νου του με αγάπη και νοσταλγία τις στιγμές που το φεστιβάλ ήταν προσανατολισμένο στην εγχώρια κινηματογραφική παραγωγή, αποκλειστικά επικεντρωμένο στις ελληνικές ταινίες. Και καταθέτει το υλικό του με τόλμη και ειλικρίνεια, με ενθουσιασμό και ευαισθησία, με την απόλυτη επίγνωση της αξίας που έχουν οι προσωπικές μνήμες στο χτίσιμο της δημόσιας ιστορίας. «Τίποτε δεν ξεχνιέται. Και μάλιστα κάθε φορά που έρχεται ο Οκτώβρης, Νοέμβρης και ξαναγίνεται το φεστιβάλ, αυτό ντε το Διεθνές, όπως το ονόμασαν. Εγώ γυρίζω πίσω, φέρνω στο σήμερα όλα εκείνα που έζησα για 32 χρόνια, όσο κράτησε το ελληνικό και να κάνω συγκρίσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά στο εισαγωγικό σημείωμα της έκδοσης. Και αν ως επίσημες ιστορίες των απανταχού φεστιβάλ θεωρούνται συνήθως οι ακαδημαϊκές έρευνες από ιστορικούς και θεωρητικούς του κινηματογράφου, εξίσου σημαντικές και πολύτιμες για την επιστημονική έρευνα είναι οι προφορικές καταγραφές της ιστορίας τους. Η υποκειμενικότητα της ματιάς δεν είναι μειονέκτημα στην αξία της καταγραφής. Αντίθετα, αυτή η υποκειμενική οπτική ενός «μη ειδικού», όπως ίσως θα χαρακτήριζε κάποιος με αυστηρά ακαδημαϊκά κριτήρια το Νίκο Γκροσδάνη, είναι εκείνη που εμπλουτίζει την ιστορική έρευνα με νέα στοιχεία. Και ταυτόχρονα είναι απαραίτητη, γιατί προσθέτει στη μελέτη της ιστορίας του φεστιβάλ μια υποκειμενικότητα που εγγυάται τον πλουραλισμό της ιστορικής καταγραφής και τη μετατροπή του προσωπικού βιώματος σε συλλογική μνήμη. Το βιβλίο του Νίκου Γκροσδάνη είναι μια εξαιρετική περίπτωση προφορικής ιστορίας, που προσφέρει στη σύγχρονη έρευνα μαρτυρίες και τεκμήρια ιστορικής σημασίας για την πορεία του φεστιβάλ και του ελληνικού κινηματογράφου.

Το πλούσιο αρχειακό υλικό που επιμελώς ο ίδιος συλλέγει για καθετί σχετικό με το φεστιβάλ, με την ίδια αξιοθαύμαστη προσοχή από την εφηβική του ηλικία, διευρύνει τους ορίζοντες της έρευνας γύρω από το φεστιβάλ, προσφέροντας ένα εντελώς διαφορετικό και –σε μεγάλο βαθμό- αναξιοποίητο τύπο προφορικών και γραπτών τεκμηρίων. Οι προσωπικές μνήμες του συγγραφέα για το φεστιβάλ αλληλεπιδρούν με τη συλλογική μνήμη για την ιστορία της διοργάνωσης, φωτίζοντας έτσι, όπως συμβαίνει σε κάθε βιωματική αφήγηση, τις αθέατες, αμφισβητούμενες ή ακόμη και άγνωστες πτυχές της επίσημης οπτικής. Η πρωτοτυπία του βιβλίου έγκειται στο ότι δίνει για πρώτη φορά το λόγο στους θεατές, οι οποίοι διεκδικούν πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία του φεστιβάλ. Ταυτόχρονα, με το να θέτει τη σινεφιλία ως κυρίαρχη οπτική της κινηματογραφικής ιστορίας του φεστιβάλ, το βιβλίο του Νίκου Γκροσδάνη πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Όχι μόνο διασώζει τις μνήμες ενός πιστού θεατή, που αφηγείται το δικό του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, αλλά ταυτόχρονα καταδεικνύει την αποφασιστική συμβολή των θεατών στην εξέλιξη του θεσμού. Προβάλλει τη συνεισφορά των χιλιάδων «ανώνυμων» που έγραψαν τη δική τους ιστορία στις αίθουσες. Και νιώθουν την ανάγκη να τη μοιραστούν με τη νέα γενιά, έχοντας συναίσθηση του παιδευτικού ρόλου που μπορούν να διαδραματίσουν σήμερα στη διαμόρφωση και διάδοση του κινηματογραφικού πολιτισμού. Ο Νίκος Γκροσδάνης γράφει για «μια σιωπή γεμάτη ερωτήματα, αν και γιατί θα άξιζε να ξαναπιάσωτο κουβάρι απ’ την αρχή και να το ξετυλίξω χρονιά τη χρονιά φτάνοντας ως εκεί που έπεσε η αυλαία». Όμως, σχεδόν από ένστικτο, αμέσως αναθεωρεί και προχωρά αποφασιστικά παρακάτω. «Τα έζησα ΟΛΑ, τα θυμάμαι ΟΛΑ, ας ξεκινήσουμε λοιπόν κι όποιος αντέξει». Όλοι όσοι αγαπάμε το σινεμά τον ευχαριστούμε πολύ που τα θυμάται όλα και τα μοιράζεται όλα μαζί μας σ’ αυτό το βιβλίο! Μας χαρίζει μια γοητευτική αφήγηση που μας κάνει κοινωνούς μιας άλλης εποχής, ιδιαίτερα καθοριστικής για την ιστορία του ελληνικού σινεμά, αλλά και για τον κινηματογράφο στη Θεσσαλονίκη.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα