Όσκαρ γένους θηλυκού!
Μια αφήγηση της ανισότητας στην 90χρονη ιστορία των Όσκαρ.
Πάνε 90 χρόνια από τότε που η Μπάρμπαρα Χέρικ, μια υπάλληλος της Ακαδημίας Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, βάφτισε το βραβείο που θα απονέμονταν στους νικητές της εκδήλωσης, που είχε θεσμοθετηθεί με σκοπό να τιμηθούν τα καλλιτεχνικά κινηματογραφικά επιτεύγματα της χρονιάς, λέγοντας αυθόρμητα ότι της θυμίζει τον θείο της, τον Όσκαρ. Ωστόσο πέρα από τη νονά της πιο λαμπερής κινηματογραφικής εκδήλωσης η σχέση του… θείου Όσκαρ με το γυναικείο φύλο μοιάζει αρκετά προβληματική.
Αν η κινηματογραφική Ακαδημία αποτελεί μέρος μόνο ενός ευρύτερου συστήματος μέσα στο Χόλυγουντ που για χρόνια και χρόνια στηρίχτηκε στο να προστατέψει την πατριαρχική (σεξιστική) παράδοση τότε δεν θα πρέπει να μας κάνει και τόσο εντύπωση πως το κίνημα #Metoo έχει αποκτήσει συνειδητά τόση δυναμική μεταξύ των γυναικών που εργάζονται στην κινηματογραφική βιομηχανία. Τα σκάγια μπορεί να πιάνουν και παράπλευρες απώλειες (όπως η αμφιλεγόμενη περίπτωση του Γούντι Άλεν) όμως οι διεκδικήσεις και οι αγώνες που έχουν δοθεί δείχνουν να έχουν αποτέλεσμα αν σκεφτεί κανείς τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που συμβαίνουν αυτό το διάστημα στο Χόλυγουντ.
Μοιάζει ίσως απόλυτα φυσιολογικό ότι η αφετηρία της σχέσης του θείου Όσκαρ με το γυναικείο φύλο ξεκίνησε από την θεσμοθέτηση βραβείων που αφορούσαν τις δημοφιλείς γυναίκες σταρ του Χόλυγουντ: Βραβεία Α και Β γυναικείου ρόλου. Θα πρέπει να επισημανθεί εδώ η σύνδεση των γυναικών με τις ερμηνευτικές επιδόσεις των σταρ. Η φεμινιστική κινηματογραφική προσέγγιση εκφράζει την βεβαιότητα ότι η γυναίκα αποτελεί κινηματογραφικά μια κατασκευασμένη εικόνα. Ωστόσο δεν λείπουν και εκείνες οι φεμινίστριες που προσεγγίζουν διαφορετικά το θέμα της εικόνας της γυναίκας στον κινηματογράφο, με βάση τις πολιτισμικές διαστάσεις του φαινομένου, περιγράφοντας τις γυναίκες σταρ ως τις πιο δυναμικές γυναίκες στην κινηματογραφική βιομηχανία και εκείνες που αντιπροσωπεύουν σε ιδεολογικό επίπεδο σημαντικές εκδοχές της θηλυκότητας στον πολιτισμό και μάλιστα όχι μόνο ως εικόνα.
Αυτός ο διάλογος ωστόσο δεν εμπόδισε την κινηματογραφική βιομηχανία να εκμεταλλευτεί την εικόνα της γυναίκας αναπαράγοντας παραδοσιακά στερεότυπα και επιβεβαιώνοντας ότι ο ρόλος της γυναίκας ως επαγγελματίας μέσα στα κινηματογραφικά στούντιο είναι διεκπεραιωτικός σε σχέση με την αντίστοιχη δυναμική παρουσία των ανδρών. Σε αρκετές περιπτώσεις σύμφωνα με έρευνα του Women Media Center, μια ΜΚΟ με φεμινιστική δραστηριότητα γύρω από το ρόλο και τη συμμετοχή των γυναικών στην οπτικοακουστική βιομηχανία της Αμερικής (κινηματογράφος και media), η συντριπτική πλειοψηφία των οσκαρικών υποψηφίων σε αρκετές κατηγορίες είναι άνδρες. Τα πράματα γίνονται ακόμη πιο δύσκολα όταν εκτός από το φύλο υπάρχει και ο παράγοντας φυλή. Η δυσπιστία συναντά τον κοινωνικό διαχωρισμό και τον ρατσισμό, πρακτικές που δυστυχώς ακολουθήθηκαν για χρόνια και στην κινηματογραφική βιομηχανία. Είναι εξίσου εντυπωσιακό πως σε ότι αφορά την ηλικία των νικητών ενώ οι άνδρες ηθοποιοί που κερδίζουν Όσκαρ για κάποια ερμηνεία τους σύμφωνα με τα στατιστικά του θεσμού το κατορθώνουν λίγο μετά τα 35-40 τους, αντίθετα οι γυναίκες το κερδίζουν ηλικιακά γύρω στα 20-30 έτη. Και αυτό μάλλον κάτι σημαίνει για το ρόλο της γυναίκας στην κινηματογραφική βιομηχανία και τα στερεότυπα που προωθούνται.
Σε ό,τι αφορά τις Αφροαμερικάνες ή Ισπανόφωνες ηθοποιούς και εδώ η στατιστική δείχνει το δρόμο: οι μαύρες γυναίκες ηθοποιοί άνω των 35 εκτιμώνται ερμηνευτικά εφόσον παίζουν στερεοτυπικούς χαρακτήρες, πχ ρόλο υπηρέτριας, οι νεαρότερες εφόσον ικανοποιούν την εικόνα ρόλων όπως του sex symbol ή της καλύτερης φίλης. Μόλις 14 γυναίκες (μαύρες ή Ισπανόφωνες/Λατινoαμερικάνες) έχουν τιμηθεί με υποψηφιότητα Α΄γυναικείου ρόλου στα 90 χρόνια του θεσμού αλλά η πρώτη και μοναδική φορά που η Ακαδημία τόλμησε να απονείμει σε μια Αφροαμερικάνα ηθοποιό, τη Χάλε Μπέρι (για τον Χορό των Τεράτων) το συγκεκριμένο βραβείο (Α΄ γυναικείου ρόλου) ήταν το 2003. Ας σημειωθεί ότι το 1963 (και ενώ είχε ήδη ξεσπάσει το κίνημα για τα δικαιώματα των μαύρων στην Αμερική) ο Σίντνεϊ Πουατιέ θα καταφέρει να κερδίσει το αντίστοιχο Όσκαρ Α Ανδρικού ρόλου. Έτσι οι μαύρες γυναίκες ηθοποιοί περιορίστηκαν για χρόνια σε δευτερεύοντες χαρακτήρες που αποτελούσαν μάλλον επιβεβαίωση των σχετικών στερεοτύπων. Κάτι τέτοιο ισχύει για την περίπτωση της βράβευσης της Χάτι ΜακΝτάνιελς, πρώτη μαύρη γυναίκα ηθοποιός που θα διακριθεί, το 1939 με το Όσκαρ β γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της στον (στερεοτυπικό) ρόλο της παραδουλεύτρας της Σκάρλετ Ο Χάρα στο κλασικό Όσα Παίρνει ο Άνεμος. Μικρή λεπτομέρεια: στην απονομή εκείνης της χρονιάς που πραγματοποιήθηκε στο ξενοδοχείο Αμπάσαντορ του Λος Άντζελες η ΜακΝτάνιελς καθόταν υποχρεωτικά στην άκρη της αίθουσας της απονομής. Αιτία: η πολιτική του ξενοδοχείου που δεν επέτρεπε την είσοδο μαύρων στους χώρους του και υποχρεώθηκε να αποδεχτεί την είσοδο της σπουδαίας Αφροαμερικάνας ηθοποιού υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα φαίνεται!
Πάμε να δούμε τι γίνεται όμως πίσω από τις κάμερες; Στα στατιστικά της 90χρονης ιστορίας των Όσκαρ καταγράφεται μια επίσης θλιβερή και ακόμα πιο εντυπωσιακή αφήγηση ανισότητας. Αν οι γυναίκες είναι καλές για να ευχαριστούν τα μάτια των ανδρών θεατών και να υποστηρίζουν επί της οθόνης τη διαιώνιση πατριαρχικών στερεοτύπων (η μάνα, η πιστή σύντροφος, η ερωμένη) τότε μάλλον για το ανδροκρατούμενο σύστημα του Χόλυγουντ όλες οι υπόλοιπες δημιουργικές εργασίες που αφορούν το γύρισμα μιας ταινίας αποτελούν μάλλον ανδρική αποκλειστικότητα. Κάπως έτσι είχε οργανώσει το σκεπτικό της και η Ακαδημία απαξιώνοντας κάθε γυναικεία πρωτοβουλία για ανάληψη ευθύνης και εργασίας backstage. Είναι ενδεικτικό ως προς αυτό, ότι της πήρε 90 χρόνια (μόλις φέτος) για να αξιολογήσει ως υποψήφια για Όσκαρ την συνεισφορά μιας γυναίκας φωτογράφου – η Ρεϊτσελ Μόρισον για την φωτογραφία στην ταινία Mudbound – σε μια ταινία.
Είναι πραγματικά ελάχιστες οι γυναίκες στις τεχνικές κινηματογραφικές ειδικότητες που ξεχωρίζουν και κερδίζουν οσκαρική αναγνώριση. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Αν Μπόκεν, σταθερή συνεργάτις του Σεσίλ Ντε Μιλ στο μοντάζ. Αντίστοιχη περίπτωση – σε ότι αφορά το μοντάζ – είναι και η Θέλμα Σκουνμεϊκερ, η οποία αποτελεί σταθερή αξία στις ταινίες του Μάρτιν Σκορτσέζε έχοντας μάλιστα κερδίσει 7 υποψηφιότητες και 3 Όσκαρ (για τις ταινίες Οργισμένο Είδωλο, Ιπτάμενος Κροίσος, Ο Πληροφοριοδότης).
Ακόμα και στη μουσική η Ακαδημία χρειάστηκε να το φιλοσοφήσει για δεκαετίες μέχρι το 1996 να αποδεχθεί και να απονείμει το σχετικό Όσκαρ σε μια γυναίκα συνθέτρια (ήταν η Ρεϊτσελ Πόρτμαν για τη μουσική επένδυση στην δράμα εποχής Έμμα). Τα ίδια και στην κατηγορία Καλύτερου Τραγουδιού, όπου το 1976 η Μπάρμπαρα Στρεϊζαντ θα καταφέρει να σπάσει το άβατο κερδίζοντας το Όσκαρ για τη σύνθεση του τραγούδιου Evergreen, που ακούγεται στην ομότιτλη ταινία. Η Στρεϊζαντ αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση σε αυτή τη συζήτηση για την κινηματογραφική βιομηχανία καθώς το 1984 έγινε η πρώτη γυναίκα που το πανίσχυρο σύστημα του Χόλυγουντ εμπιστεύτηκε και ανέλαβε την παραγωγή, την σκηνοθεσία, το σενάριο και την πρωταγωνιστική ερμηνεία μιας ταινίας, το Γιεντλ. Κατάφερε μάλιστα πέρα από αυτή την συζήτηση να απασχολήσει και την οσκαρική κούρσα εκείνης της χρονιάς καθώς έγινε η πρώτη (και μοναδική μέχρι στιγμής) γυναίκα που κέρδισε την Χρυσή Σφαίρα Σκηνοθεσίας ενώ προκάλεσε ιδιαίτερες αντιδράσεις και σχόλια η απόφαση των μελών της Ακαδημίας να μην την συμπεριλάβουν στις λίστες των υποψηφιοτήτων εκείνης της χρονιάς σε καμία κατηγορία!
Φτάνοντας στις κυριότερες δημιουργικές κινηματογραφικές υποψηφιότητες, δηλ την σκηνοθεσία και το σενάριο, τα πράματα μένουν αμετάβλητα σε ότι αφορά τις ανισότητες. Μόλις 16 γυναίκες έχουν προταθεί ή κέρδισαν Όσκαρ Σεναρίου από το 1928. Μάλιστα οι περισσότερες υποψηφιότητες γυναικών σεναριογράφων σημειώνονται από το 1991 και μετά. Σε ότι αφορά τη σκηνοθεσία μόλις πέντε γυναίκες έχουν καταφέρει να προταθούν για το αντίστοιχο Όσκαρ: πρώτη και καλύτερη το 1977 η Ιταλίδα Λίνα Βερτμίλερ (για την κωμωδία Ο Πασκουαλίνο και οι Επτά Αδερφές), η οποία όμως το έχασε από τον Τζον Άβιλτσεν με τον Ρόκυ (τα σχόλια εδώ είναι περιττά). Ακολουθεί 17 χρόνια μετά η Τζεϊν Κάμπιον για τα Μαθήματα Πιάνου (1994) και η Σοφία Κόπολα για το Χαμένοι στη Μετάφραση (2003). Το 2008 όμως η Κάθριν Μπίγκελοου γράφει ιστορία αφού χάρη στην σκηνοθετική εργασία της για το πολεμικό Hurt Locker θα γίνει η πρώτη γυναίκα που θα κερδίσει το χρυσό αγαλματάκι. Και φτάνουμε στο 2018 οπότε κάποια γυναίκα (η Γκρέτα Γκέργουικ για το Lady Bird) θα ξαναδεί το όνομα της στην τελική πεντάδα με αρκετές αξιώσεις να κερδίσει. Ποιος ξέρει…
Ποια είναι όμως η εξήγηση αυτών των θλιβερών στατιστικών; Ένας λόγος όπως ήδη ειπώθηκε έχει να κάνει με τα στερεότυπα που οδηγεί και στην δυσπιστία που αισθανόταν η κινηματογραφική βιομηχανία σχετικά με τις γυναίκες δημιουργούς. Αλλά ακόμα και όταν αυτή ξεπεραστεί αφορά σε σκηνοθετικές αναθέσεις ελαφριών ψυχαγωγικών ταινιών, που σίγουρα είναι δύσκολο να αντέξουν στον ανταγωνισμό της οσκαρικής κούρσας. Ωστόσο στο χώρο του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου η λίστα των σχετικών γυναικών δημιουργών μεγαλώνει με γεωμετρική πρόοδο. Θυμηθείτε μερικά ονόματα: Λίζα Τσολοντένκο, Άβα ντι Βερναί, Μιράντα Τζουλαϊ, Λυν Ράμσεϊ, Λόνε Σέρφινγκ, Σάρα Πολεϊ, Τζούλι Τεϊμορ, Πάτυ Τζενκινς, Αντρέα Άρνολντ, Βάλερι Φάρις, Ντέμπρα Γκράνικ. Ονόματα καθόλου τυχαία καθώς οι ταινίες τους έχουν τιμηθεί σε αρκετά σημαντικά φεστιβάλ, φτάσανε στην κορυφή του αμερικάνικου box office, έχουν προταθεί για Όσκαρ αλλά οι ίδιες δεν έφτασαν ποτέ στην 5άδα των Όσκαρ.
Είναι κάτι παραπάνω από σαφές πως τα στοιχεία αυτά (ελάχιστα και ενδεικτικά από την συνολική ιστορία της Ακαδημίας) δημιουργούν μια πολύχρονη αρνητική οσκαρική παράδοση για το θέμα της ισότητας των φύλων. Μια παράδοση που έχει ξεσηκώσει τις ακτιβιστικές οργανώσεις που διεκδικούν και μεγαλύτερη συμμετοχή στην Ακαδημία αλλά κυρίως και στην κινηματογραφική βιομηχανία. Η ακτιβιστική καμπάνια #Oscarsowhite που ξέσπασε πριν από 2 χρόνια είχε μάλιστα τέτοιο αντίκτυπο ώστε το 2016 η Ακαδημία να ξεκινήσει μια τεράστια σε χρόνο διαδικασία ανανέωσης των ενεργών μελών της και εξάλειψης αυτών των ανισοτήτων μέχρι το 2020 προσκαλώντας αρκετούς νέους κινηματογραφιστές και καλλιτέχνες, η συντριπτική πλειοψηφία εκ των οποίων είναι γυναίκες, Αφροαμερικάνοι αλλά επίσης άτομα εκτός Αμερικής. Καθόλου τυχαία επομένως τα τελευταία δύο χρόνια έχει αρχίσει να γίνεται αισθητή μια αλλαγή τόσο στην φιλοσοφία των υποψηφιοτήτων αλλά και των νικητών (βλέπε πχ Moonlight).
Καθόλου τυχαία λοιπόν εδώ και καιρό αρκετές γυναίκες δημοφιλείς ηθοποιοί και αστέρια της κινηματογραφική βιομηχανίας ζητούν δημόσια άρση των ανισοτήτων και προσαρμογή των γυναικείων χαρακτήρων που υποδύονται σε πιο ρεαλιστικές καταστάσεις. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελούν η Νικόλ Κιντμαν και η Νταϊαν Κρούγκερ οι οποίες αφιέρωσαν τις εμφανίσεις τους στο πρόσφατο Φεστιβάλ Καννών για αυτό το σκοπό ενώ δεν λείπουν και οι ακτιβιστικές ενέργειες που θέλουν να υπενθυμίσουν σε όλους τις κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των φύλων, όπως αυτή που έκανε το 2015 η Πατρίσια Αρκέτ κατά την απονομή του Όσκαρ β΄ γυναικείου ρόλου, για την ερμηνεία της ως μητέρα ενός νεαρού αγοριού στο Boyhood, αφιερώνοντας τον ευχαριστήριο λόγο της σε αυτό το θέμα. Τέλος πολύ πρόσφατα τα κινηματογραφικά στούντιο αποφάσισαν να θεσπίσουν μια σειρά μέτρων σε σχέση με την αποτροπή φαινομένων σεξουαλικής κακοποίησης στους επαγγελματικούς χώρους και στα γυρίσματα των ταινιών ανάμεσα στα οποία τη δημιουργία ειδικής ασφάλειας που θα είναι επιφορτισμένη για την αποτροπή και διερεύνηση καταγγελιών. Μένει να φανεί ποια θα είναι ακριβώς τα δείγματα αυτών των προσπαθειών.
.