Κινηματογράφος

Stranger than cinema: Κινηματογραφικές ιστορίες «πέρα από τον παράδεισο» του Τζιμ Τζάρμους

Παλιός γνώριμος του ΦΚΘ, μετά την αξέχαστη επίσκεψή του το 2013 στη διοργάνωση, ο Τζάρμους επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη για να εγκαινιάσει τη νέα σεζόν προβολών της σειράς “Fundamentals of Cinema”

Λίνα Μυλωνάκη
stranger-than-cinema-κινηματογραφικές-ιστορίες-πέρα-1071962
Λίνα Μυλωνάκη

«Με ενδιαφέρουν οι ατέλειες, γιατί έχω μάθει ότι τα λάθη είναι πολύτιμα και μερικές φορές πολύ όμορφα. Νομίζω ότι η έλλειψη τελειότητας είναι απλά τέλεια!».

Τζιμ Τζάρμους, Αμερικανός σκηνοθέτης

Στο ξεκίνημά του, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Τζιμ Τζάρμους ήταν ένας καλλιτέχνης που δεν φοβήθηκε τα λάθη. Γύρισε χωρίς δεύτερη σκέψη την πλάτη στις κινηματογραφικές συμβάσεις και βούτηξε με πάθος, ενθουσιασμό και δημιουργική περιέργεια στην ομορφιά που υπάρχει έξω από το συνηθισμένο.

Παλιός γνώριμος του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, μετά την αξέχαστη επίσκεψή του το 2013 στη διοργάνωση, ο Τζάρμους επέστρεψε  –κινηματογραφικά αυτή τη φορά– στη Θεσσαλονίκη, στο Ολύμπιον, για να εγκαινιάσει τη νέα σεζόν προβολών της σειράς “Fundamentals of Cinema”. Με μια θεμελιακή ταινία, την πρώτη μεγάλου μήκους του Τζάρμους, με τίτλο «Πέρα από τον παράδεισο»/“Stranger than paradise” (1984).

Με αυτήν την ταινία του ο Τζάρμους  ξεκινά να χτίζει τα θεμέλια ενός ξεχωριστού καλλιτεχνικού κόσμου και να χαρτογραφεί την πρωτοπορία της αμερικανικής indie σκηνής, μιλώντας σε μια εντελώς διαφορετική γλώσσα από τις χολυγουντιανές παραγωγές της εποχής. Αντισυμβατικός, ενθουσιώδης, πνευματώδης, εναλλακτικός, ποιητικός, παρατηρητικός, ο Τζάρμους είναι ένας αυθεντικός δημιουργός, που συγκεντρώνει στο έργο του τον ενθουσιασμό και το ταλέντο του σε όλο το πεδίο των τεχνών –στη μουσική, την ποίηση, τη λογοτεχνία και το σινεμά, για να το μετουσιώσει μοναδικά στην οθόνη.

Γνήσιος εκφραστής της γενιάς της νεοϋορκέζικης underground σκηνής στην τέχνη, θαυμαστής του William Burroughs και του Jack Kerouac, εραστής της post-punk μουσικής και ερασιτέχνης μουσικός και ο ίδιος, σύντροφος και συνοδοιπόρος της Αμερικανίδας σεναριογράφου, σκηνοθέτη και παραγωγού Sarah Driver, o Τζάρμους διένυσε πολλά χιλιόμετρα στο καλλιτεχνικό στερέωμα πριν ασχοληθεί με τη σκηνοθεσία. Πειραματίστηκε με τη δημοσιογραφία και την ποίηση, έκανε ερασιτεχνικά περάσματα από τη μουσική, την οποία ποτέ δεν εγκατέλειψε –αντιθέτως, τη μετέφερε στις ταινίες του, επηρεάστηκε και επηρέασε τις πρωτοπορίες της εποχής του, ώσπου να κάνει τη δική του κινηματογραφική επανάσταση, που τάραξε για τα καλά τα νερά του αμερικάνικου σινεμά.

Από τη Νέα Υόρκη στο Παρίσι

Ο Τζιμ Τζάρμους γεννήθηκε το 1953 στο Άκρον του Οχάιο, από όπου ξεκίνησε τη μεγάλη του περιπέτεια σε διαφορετικά πεδία της τέχνης. Αν και γνώρισε από νωρίς το σινεμά, μεγαλωμένος με κλασικό αμερικανικό κινηματογράφο αλλά και B-movies, γοητεύτηκε από τη γραφή και τη λογοτεχνία. Επηρεασμένος από τη μητέρα του, που έγραφε τα κινηματογραφικά νέα για μια τοπική εφημερίδα και μεγαλωμένος με κλασικό αμερικανικό σινεμά αλλά και B-movies, αποφάσισε να γίνει κινηματογραφικός συντάκτης και σπούδασε για λίγο καιρό δημοσιογραφία στο Northwestern University στο Σικάγο, όπου έμεινε για έναν χρόνο.

Στη συνέχεια μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου ολοκλήρωσε σπουδές αμερικανικής και αγγλικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Columbia. Πολύ σύντομα άφησε τους κλασικούς και ασχολήθηκε με τη μεταμοντέρνα πεζογραφία και την ποίηση, στα βήματα της avant-garde ποιητικής και λογοτεχνικής σκηνής στην Αμερική του ’70, με ιδιαίτερη αγάπη στον Burroughs και τον Kerouac.

Η αγάπη του για τον κινηματογράφο τον οδήγησε την τελευταία χρονιά των σπουδών του στο Παρίσι, όπου πέρασε δέκα μήνες παρακολουθώντας ταινίες στη γαλλική Cinémathèque. Εκεί γνώρισε το γαλλικό σινεμά, τους Ευρωπαίους κλασικούς, καθώς και τους αγαπημένους του Ιάπωνες σκηνοθέτες, όπως ο Γιασουσίρο Όζου, που θα είχαν καθοριστική σημασία στο έργο του. Επιστρέφοντας στη Νέα Υόρκη, ο Τζάρμους σπούδασε σκηνοθεσία στο New York University, χωρίς όμως να πάρει πτυχίο.

Οι επιρροές: Νίκολας Ρέι & Βιμ Βέντερς

Στη Νέα Υόρκη ο Τζάρμους εργάστηκε ως βοηθός του φημισμένου σκηνοθέτη Νίκολας Ρέι, στο σετ της τελευταίας του ταινίας Lightning Over Water/ Αστραπή πάνω από το νερό (1980), το ντοκιμαντέρ- κύκνειο άσμα του Ρέι, το οποίο συν-σκηνοθέτησε με τον Βιμ Βέντερς.

Τόσο ο Νίκολας Ρέι όσο και ο Βιμ Βέντερς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην καλλιτεχνική διαδρομή του Τζάρμους. Η ενθάρρυνση του Ρέι τον ώθησε να γυρίσει την πρώτη του ταινία –την πτυχιακή του “Permanent Vacation”/Διακοπές διαρκείας (1982)”, ένα μικρού μήκους φιλμάκι, με προϋπολογισμό μόλις 12.000 δολάρια, που γυρίστηκε δυο βδομάδες μετά το θάνατο του μέντορά του. Ήταν η πρώτη κινηματογραφική απόπειρα του Τζάρμους, γυρισμένη στο νεοϋορκέζικο Γκρίνουιτς Βίλατζ και επηρεασμένη από τη no wave σκηνή των δεκαετιών της δεκαετίας του ‘70, με πρωταγωνιστή έναν νεαρό περιθωριακό τύπο στη Νέα Υόρκη, που περιφέρεται ως σύγχρονος flaneur στην απρόσωπη μεγαλούπολη. Η ταινία ήταν η πρώτη εισαγωγή στο καλλιτεχνικό περιθώριο του κινηματογραφικού κόσμου του Τζάρμους, που θα αναπτυσσόταν στις επόμενες ταινίες του, με σημείο εκκίνησης το «Πέρα από τον παράδεισο» (1984).

Ο Βέντερς ήταν εκείνος που έδωσε στον Τζάρμους την απαιτούμενη υλική υποστήριξη για να γυρίσει την επόμενη ταινία του, το “Stranger than paradise”/«Πέρα από τον παράδεισο» (1984). Το δώρο του Βέντερς  ήταν αρνητικό από αχρησιμοποίητο φιλμ, διάρκειας 40 λεπτών, από την τελευταία του ταινία “The State of Things”/ «Η κατάσταση των πραγμάτων» (1984), προκειμένου ο δεύτερος να γυρίσει τη δεύτερη μεγάλου μήκους του ταινία.

Αν και το φιλμ αρκούσε σε κανονικές συνθήκες για ένα φτιάξει κανείς ένα 5λεπτο φιλμάκι, ο Τζάρμους κατάφερε πολλά περισσότερα. Με γυρίσματα που κράτησαν μόλις ένα Σαββατοκύριακο, τον Φεβρουάριο του 1984, ο Τζάρμους κατάφερε να δημιουργήσει μια μικρού μήκους 30 λεπτών, μέσα από διαδοχικά μονοπλάνα, περιορίζοντας στο ελάχιστο την παρέμβαση του μοντάζ.  Επρόκειτο για την αρχική εκδοχή του «Πέρα από τον παράδεισο» (1984), με τίτλο “The New World” («Ένας νέος κόσμος»), που αργότερα αποτέλεσε το ένα από τα τρία επεισόδια της ταινίας.

Η ιστορία της ταινίας παρακολουθεί τρεις χαρακτήρες, δύο άνδρες και μια γυναίκα: Τον Γουίλι, έναν Ουγγρικής καταγωγής Νεοϋορκέζο –τον υποδύεται ο μουσικός John Lurie, τότε frontman των Lounge Lizards και μετέπειτα μέλος των Sonic Youth, και τον κολλητό του φίλο, Έντι  (τον υποδύεται ο Richard Epson). Η καθημερινότητα του Γουίλι αναστατώνεται από την ξαφνική επίσκεψη της Εύας, μιας μακρινής ξαδέρφης του από την Ουγγαρία (στο ρόλο η Ουγγαρέζα θεατρική ηθοποιός Eszter Balint), η οποία καταφθάνει στη Νέα Υόρκη με σκοπό να μετακομίσει στη θεία της, στο Κλίβελαντ. Έναν χρόνο αργότερα, ο Γουίλι και ο κολλητός του κερδίζουν αρκετά χρήματα στα χαρτιά και ταξιδεύουν μέχρι το χιονισμένο Κλίβελαντ, ξεκινώντας παρέα με την Εύα ένα μελαγχολικό road trip με προορισμό την ηλιόλουστη Φλόριντα.

Το «Πέρα από τον παράδεισο» αποτέλεσε παράδειγμα για πολλούς νέους κινηματογραφιστές, αφού απέδειξε το πώς είναι εφικτή μια διαφορετική διαδρομή εκτός στούντιο, με χαμηλούς προϋπολογισμούς και πλήρη έλεγχο του δημιουργού στο καλλιτεχνικό και αισθητικό αποτέλεσμα. Πρωτοπαρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (1984), όπου απέσπασε «Χρυσή Κάμερα» πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, διάκριση που οδήγησε και στις επόμενες: Βραβείο καλύτερης ταινίας (Χρυσή Λεοπάρδαλη) και Ειδική Μνεία της Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Λοκάρνο (1984), καθώς και Ειδική Μνεία της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance, βραβείο National Society of Film Critics Award for best picture (Ένωση Αμερικανών Κριτικών, 1985).

Έμφαση στους χαρακτήρες, όχι στην πλοκή

Ο ίδιος ο Τζάρμους περιγράφει την ταινία του ως «μια νεορεαλιστική μαύρη κωμωδία με το ύφος ενός φανταστικού σκηνοθέτη από την ανατολική Ευρώπη, που είναι παθιασμένος με τον Ozu και τους Honeymooners», μια σειρά στην αμερικανική τηλεόραση της δεκαετίας του ’50. Το «Πέρα από τον παράδεισο» φέρνει μια νέα, φρέσκια και, ταυτόχρονα, παράξενη οπτική, που δεν έχει καμία σχέση με τον σύγχρονο αμερικανικό κινηματογράφο των  στούντιο. Το ασπρόμαυρο χρώμα, οι σκηνές που γυρίζονται αποκλειστικά σε μονοπλάνο, ο αντιφατικά αργός ρυθμός ενός εναλλακτικού road movie, τα απογυμνωμένα καδραρίσματα, το μινιμαλιστικό μοντάζ, τα cut σε μαύρο χρώμα, η απουσία δράσης, η νωχελική περιπλάνηση των ηρώων από τη Νέα Υόρκη στο παγωμένο Κλίβελαντ και από εκεί πίσω στην ηλιόλουστη Φλόριντα, οι πλάνητες χαρακτήρες, η μαύρη, jazz μουσική του Screaming Jay Hawkins και το “I put a spell on you”, γίνονται αναπόσπαστα στοιχεία στο κινηματογραφικό σύμπαν του Τζάρμους. Ένα σύμπαν που στο εξής θα αναπαράγεται, θα εμπλουτίζεται και θα χτίζεται μεθοδικά από τη μια ταινία στην άλλη.

Το «Πέρα από τον παράδεισο» έχει επεισοδιακή δομή, χαρακτηριστικό που θα εξελιχθεί σε επόμενες ταινίες του Τζάρμους. Από πλευράς αφήγησης, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η παντελής αδιαφορία του Τζάρμους για οποιοδήποτε είδους δράση. Ο φακός του παρακολουθεί τις μικρολεπτομέρειες της καθημερινότητας των looser ηρώων του, όπου φαίνεται πως δεν συμβαίνει ουσιαστικά τίποτε. Όμως αυτή η απουσία της δράσης, ο νωχελικός ρυθμός και η περιπλάνηση είναι για τον Τζάρμους ο μοναδικός δρόμος για να δείξει τη ζωή και τους ανθρώπους του, όπως είναι:  «Πάντα ξεκινώ ένα σενάριο έχοντας στο νου μου χαρακτήρες, όχι πλοκή, κάτι που πολλοί κριτικοί θα έλεγαν ότι είναι εμφανές από την έλλειψη πλοκής στις ταινίες μου. Όμως, η πλοκή δεν είναι η βασική μου προτεραιότητα, προτεραιότητά μου είναι οι χαρακτήρες», εξηγεί.

Με αφετηρία το «Πέρα από τον παράδεισο», ο Τζάρμους εμπνέεται τους χαρακτήρες του από συνηθισμένους ανθρώπους, συχνά εκείνους που παλεύουν με το περιθώριο σε μια προσπάθεια να επιβιώσουν. Ο Τζάρμους τους αφιερώνει χώρο και χρόνο, τους συμπαθεί, κάθεται μαζί τους, και παρακολουθεί με την κάμερα το πέρασμα του χρόνου στις ζωές τους, υπό τους ήχους του Screaming Jay Hawkins και του “I put a spell on you”.

Σε μια ταινία όπου δεν συμβαίνει σχεδόν τίποτε, ο Τζάρμους αναζητά την ομορφιά της καθημερινότητας, παρακολουθώντας τους χαρακτήρες του να βλέπουν τηλεόραση, να παίζουν χαρτιά ή να καπνίζουν τσιγάρα σε πραγματικό χρόνο, που ταυτίζεται με τον κινηματογραφικό.  Είναι εντυπωσιακός ο νέος τρόπος αφήγησης του Τζάρμους, που ρίχνοντας το κέντρο βάρους στους χαρακτήρες, καταφέρνει τελικά να ενισχύσει την ιστορία και να αλλάξει την όψη στο καλλιτεχνικό σινεμά.

Μιλώντας για τις ταινίες του, κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου δέκα χρόνια πριν, στο 54ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ο ίδιος θα εκμυστηρευτεί στους δημοσιογράφους: «Πάντα έβρισκα τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα εκτός του mainstream, συχνά στο περιθώριο. Σε όλη την ιστορία της Τέχνης διαμορφώνεται το πολιτιστικό κατεστημένο και το πολιτιστικό περιθώριο. Όχι πάντα, αλλά συχνά, τα πιο πρωτοποριακά πράγματα βρίσκονται στο περιθώριο».

Θεός του cool, εναλλακτικού σινεμά

To «Πέρα από τον παράδεισο» δεν είναι μόνο μια εμβληματική ταινία για τον αμερικανικό ανεξάρτητο κινηματογράφο, αλλά και ένα δείγμα της δημιουργικότητας και της επιμονής του Τζάρμους για να κάνει ταινίες με τους δικούς του όρους –καλλιτεχνικούς και οικονομικούς. Με τη βοήθεια της παραγωγού της ταινίας Σάρα Ντράιβερ, ο Τζάρμους ταξίδεψε τη μικρού μήκους εκδοχή του «Πέρα από τον παράδεισο» σε διάφορα ευρωπαϊκά φεστιβάλ, προκειμένου να συγκεντρώσει τα υπολειπόμενα 100.000 δολάρια που χρειαζόταν για την ολοκλήρωση μιας μεγάλου μήκους. Και τα κατάφερε.

Το «Πέρα από τον παράδεισο» λειτουργεί ως μια κινηματογραφική ελεγεία αφιερωμένη σε μια διαφορετική Αμερική, που αναδεικνύει την πολυπολιτισμικότητα και την αναζήτηση ταυτότητας από τους ανθρώπους που συγκροτούν τον ετερόκλητο πληθυσμό στις ΗΠΑ. Ο Τζάρμους ζωντανεύει σε ασπρόμαυρα καρέ την άλλη Αμερική, μέσα από το βλέμμα του ξένου. Οι αλλεπάλληλες, μελαγχολικές  περιπλανήσεις των ηρώων του, από τα μουντά τοπία του παγωμένου Βορρά στα ηλιόλουστα τοπία του αμερικανικού νότου, οι διαδρομές χωρίς σκοπό που κάνουν οι χαρακτήρες του, συμπυκνώνουν την αισθητική και την ιδεολογική θέση του Τζάρμους.  «Αντί να βρω μια ιστορία που θέλω να αφηγηθώ και μετά να προσθέσω τις λεπτομέρειες, συλλέγω τις λεπτομέρειες και μετά προσπαθώ να φτιάξω το πάζλ –ή την ιστορία μου», υποστηρίζει ο ίδιος ο σκηνοθέτης.

Η επιτυχία της ταινίας και στις αίθουσες αποτέλεσε ελπίδα για όλους τους νέους κινηματογραφιστές και ο Τζάρμους έγινε παράδειγμα για το πώς κανείς μπορεί να γυρίσει κάτι ενδιαφέρον, αρκεί να έχει όραμα και μια κάμερα στο χέρι. Το «Πέρα από τον Παράδεισο» κέρδισε έκτοτε πολλές διακρίσεις και, σύμφωνα με το δημοφιλές περιοδικό Entertainment Weekly συγκαταλέγεται στις 50 καλύτερες ανεξάρτητες ταινίες παγκοσμίως.

Αν και το «Πέρα από τον παράδεισο» είναι κατά κοινή ομολογία –ακαδημαϊκών, κριτικών και κοινού –η αφετηρία του νέου, ανεξάρτητου αμερικανικού κινηματογράφου (ένα σινεμά καλλιτεχνικό, που μπορεί ταυτόχρονα να συγκινήσει και τους θεατές στις αίθουσες), ο Τζάρμους αρνείται τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στη δημιουργία. Αντίθετα, μιλά για τον κινηματογράφο ως ομαδική διαδικασία, που γεννά μια ταινία, την οποία περιγράφει ως «εγκυμοσύνη στην αίθουσα του μοντάζ».

Η αναγνώριση του ταλέντου και της επιδραστικότητάς του Τζάρμους στο χώρο είναι καθολική, όχι μόνο από τους μιμητές του. Διακεκριμένοι σκηνοθέτες από την «αντίπερα όχθη», της βιομηχανίας του Χόλυγουντ, αναγνωρίζουν το ταλέντο του. Ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, που «σπάει τα ταμεία» στις ΗΠΑ την ίδια εποχή με το blockbuster του «Ιντιάνα Τζόουνς και ο ναός του χαμένου θησαυρού» (1984), θαυμάζει τον Τζάρμους και τον χαρακτηρίζει «θεό του cool, εναλλακτικού σινεμά».

Το «Πέρα από τον παράδεισο» δανείζεται με άνεση, παιχνιδιάρικη διάθεση και ανήσυχο χιούμορ στοιχεία από διάφορα κινηματογραφικά (δράμα δωματίου, road movie, dead pan comedy), τα οποία συνδυάζει για να φτιάξει μια απολαυστική ταινία, που υποστηρίζει ταυτόχρονα και επιτυχημένα μια σειρά από ιδιότητες: Είναι cult, είναι cool, είναι ανεξάρτητη, είναι καλλιτεχνική, εναλλακτική, indie, χειροποίητη … Ο Τζάρμους αξιοποιεί ελεύθερα και δημιουργικά τις επιρροές και τις αναφορές του, μένοντας πιστός στην καλλιτεχνική του ανεξαρτησία. Για να επιβεβαιώσει κάθε φορά στις ταινίες του, τη γνωστή ρήση ενός άλλου, σπουδαίου ομότεχνού του, του Ζαν Λυκ Γκοντάρ: «Δεν έχει σημασία από πού παίρνεις πράγματα –σημασία έχει πού τα πηγαίνεις».


FUNDAMENTALS OF CINEMA | Αριστουργήματα του σινεμά στη μεγάλη οθόνη, σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα!

Η ενότητα Fundamentals Of Cinema επιστρέφει δυναμικά με το Πέρα από τον Παράδεισο (Stranger Than Paradise) του Tζιμ Τζάρμους.

Στην προβολή στη Θεσσαλονίκη (18/10) την ταινία προλόγισε η ιστορικός κινηματογράφου Λίνα Μυλωνάκη, ενώ στην Αθήνα (23/10) για την ταινία θα μιλήσει ο μουσικός Φοίβος Δεληβοριάς.


#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα