Τα πρόσφατα highlights του 65ου ΦΚΘ λίγο πριν πέσει η αυλαία
Ο Πάνος Χ. Κούτρας παρέλαβε τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο του Φεστιβάλ, ενώ η καταξιωμένη casting director Έλεν Λιούις παρέδωσε απολαυστικό masterclass.
Λίγο πριν την τελική ευθεία, τα πιο πρόσφατα highlights του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
Πιο συγκεκριμένα, ο Πάνος Χ. Κούτρας παρέλαβε τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο του Φεστιβάλ για την προσφορά του στο ελληνικό σινεμά, στην προβολή της ταινίας Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά.
Στο πλαίσιο της ενότητας Iconic Talks powered by Mastercard, το κοινό απόλαυσε τον Πάνο Χ. Κούτρα να μιλά για την queer ταυτότητα στο σινεμά του στην εκδήλωση «Queer Before It Was Cool».
Η καταξιωμένη casting director Έλεν Λιούις, σταθερή συνεργάτιδα του Μάρτιν Σκορσέζε και του Τζιμ Τζάρμους, παρέδωσε απολαυστικό masterclass, στο οποίο μίλησε για τα μυστικά της τέχνης της και τη σπουδαία σταδιοδρομία της.
Παράλληλα, στο πλαίσιο της ημερίδας «Η επίθεση του γιγαντιαίου σινεμά του Πάνου Χ. Κούτρα», πραγματοποιήθηκε η συζήτηση «Ο Πάνος Χ. Κούτρας από το Α έως το Ω».
Masterclass από την Έλεν Λιούις: H σπουδαία casting director και σταθερή συνεργάτιδα του Μάρτιν Σκορσέζε μιλά στο κοινό του 65ου ΦΚΘ
Στην κατάμεστη αίθουσα Παύλος Ζάννας, το πρωί της Παρασκευής 8 Νοεμβρίου, το κοινό του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει ένα μοναδικό masterclass για την τέχνη του casting από την πολυβραβευμένη Αμερικανίδα casting director Έλεν Λιούις. Από τους πιο καταξιωμένους επαγγελματίες στον κλάδο της, η πολύπειρη Έλεν Λιούις έχει εντυπωσιακές συνεργασίες με ορισμένους από τους πιο εμβληματικούς σκηνοθέτες στο ενεργητικό της, όπως ο Μάρτιν Σκορσέζε, ο Στίβεν Σπίλμπεργκ και ο Τζιμ Τζάρμους, έχοντας πάρει μέρος σε θρυλικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, μεταξύ των οποίων οι: Άρωμα γυναίκας, Ο λύκος της Wall Street, Τα καλά παιδιά, και το The Queen’s Gambit. Στο masterclass «Η τέχνη και η τεχνική του casting στον κινηματογράφο», η Λιούις μοιράστηκε με το κοινό τεχνικές και μυστικά του casting μέσα από στιγμές-κλειδιά στη σπουδαία σταδιοδρομία της.
Ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Ορέστης Ανδρεαδάκης, καλωσόρισε την Έλεν Λιούις στο Φεστιβάλ: «Σήμερα φιλοξενούμε έναν θρύλο, ίσως την πιο γνωστή casting director της βιομηχανίας. Αλλά τι είναι ένας casting director; Τις προηγούμενες ημέρες φιλοξενήσαμε τη Ζιλιέτ Μπινός, τον Ρέιφ Φάινς, τον Ματ Ντίλον. Ο casting director, λοιπόν, είναι ο άνθρωπος πίσω από τους σταρ, που που μετατρέπει έναν ηθοποιό σε σταρ», ανέφερε αρχικά και αμέσως μετά υποδέχτηκε την Έλεν Λιούις μέσα σε θερμό χειροκρότημα από το κοινό.
«Έχω άγχος, δεν έχω ξανακάνει ποτέ κάτι αντίστοιχο, αλλά είμαι πολύ χαρούμενη που είμαι εδώ και ευχαριστώ θερμά το Φεστιβάλ, την Αγγελική Πέτρου και τη Λήδα Γαλανού. Είναι υπέροχο να βρίσκομαι ανάμεσά σας και όχι στις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή», δήλωσε η Έλεν Λιούις αρχικά. Πιάνοντας το νήμα της πολυετούς καριέρας της από την αρχή, και μέσα από την προβολή αποσπασμάτων από διάφορες θρυλικές ταινίες όπου ανέλαβε το casting, η Λιούις στάθηκε σε διάφορες κομβικές συνεργασίες στην καριέρα της, δίνοντας έτσι στο κοινό τα μυστικά μιας επιτυχημένης πορείας: «Νωρίς στην καριέρα μου δούλευα σε μικρές παραγωγές στο Σικάγο, απ’ όπου και κατάγομαι, χωρίς να έχω ιδέα τι είναι ένας casting director. Το 1982, είχα την τύχη να γνωρίσω τη μέντορά μου, Τζούλιετ Τέιλορ, και τη δική της μέντορα, τη Μάριον Ντόχερτι. Έμαθα τα πάντα από την Τζουλιέτ, που με τη σειρά της είχε μάθει τα πάντα από τη Μάριον, που ήταν από τους πρωτοπόρους στη διανομή ρόλων. Η Τέιλορ ξεκίνησε την πορεία της στη δεκαετία του ’50, μαζί με τη γέννηση της ζωντανής τηλεόρασης, οπότε υπήρχε επείγουσα ανάγκη για διευθυντές κάστινγκ», ανέφερε αρχικά, με φόντο μια φωτογραφία των τριών γυναικών.
Αμέσως μετά, η Έλεν Λιούις αναφέρθηκε σε βασικά χαρακτηριστικά που θεωρεί απαραίτητα για έναν υπεύθυνο διανομής ρόλων, μιλώντας αναλυτικά για τη δική της εμπειρία: «Νομίζω ότι απαραίτητες ιδιότητες για έναν διευθυντή κάστινγκ είναι η περιέργεια, η ευγένεια προς τους ηθοποιούς, το να κάνουμε τους ηθοποιούς να αισθάνονται άνετα. Έχω απίστευτο σεβασμό για τους ηθοποιούς, οι casting directors οφείλουμε να είμαστε πάντα στο πλευρό τους. Αντιλαμβάνομαι, όμως, ότι είναι δύσκολο. Κάθε φορά που ξεκινάω μια ταινία, ακόμη και τώρα, και πιστέψτε με κάνω αυτή τη δουλειά εδώ και πάρα πολύ καιρό, εξακολουθώ να έχω έχω άγχος. Συνεχώς αναρωτιέμαι αν μπορώ ακόμα να τα καταφέρω σε αυτή τη δουλειά, αλλά συγχρόνως είναι πάρα πολύ συναρπαστικό το κάθε νέο ξεκίνημα», είπε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στον πρώτο σταθμό στην πορεία της: «Το πρώτο πρότζεκτ στο οποίο εργάστηκα για την Τζούλιετ, η οποία πράγματι είναι η σημαντικότερη casting director όλων των εποχών, ήταν η ταινία Ο ατσίδας του Μπρόντγουεϊ του Γούντι Άλεν, όπου ήμουν υπεύθυνη για τους δευτερεύοντες ρόλους. Η δουλειά σε ταινίες του Γούντι Άλεν υπήρξε ουσιαστικό μέρος της εκπαίδευσής μου με την Τζούλιετ και καθεμία από αυτές τις εμπειρίες ήταν αληθινά εκπληκτική. Μέσα από την επαφή με τον τον παραγωγό των δικών του ταινιών ξεκίνησε και η συνεργασία μου με τον Μάρτιν Σκορσέζε».
Στη συνέχεια μίλησε για την καθοριστική γνωριμία της με τον Μάρτιν Σκορσέζε: «Όταν ο παραγωγός του Γούντι Άλεν δούλευε στη σπονδυλωτή ταινία Ιστορίες της Νέας Υόρκης, ο Μάρτιν Σκορσέζε, που σκηνοθετούσε ένα από τα τρία επεισόδια της ταινίας, δεν είχε ακόμη βρει casting director. Ο Μάρτιν τότε βρισκόταν σε σημείο καμπής στην καριέρα του. Ο τελευταίος πειρασμός μόλις είχε κυκλοφορήσει στις αίθουσες. Δουλέψαμε μαζί στο Life Lessons, το δικό του επεισόδιο από τις Ιστορίες της Νέας Υόρκης, και οκτώ μήνες αργότερα μου τηλεφώνησε για να συνεργαστούμε στην ταινία Τα καλά παιδιά. Εκείνη την εποχή, δεν είχα επίγνωση του αντίκτυπου που θα είχε αυτό στην καριέρα μου. Έκτοτε συνεργάζομαι με τον Μάρτιν, εδώ και 35 χρόνια», ανέφερε φανερά συγκινημένη.
Έπειτα, αναφέρθηκε στην εμπειρία της από την ταινία Άρωμα γυναίκας: «Μετά την συμμετοχή μου στην ταινία Τα καλά παιδιά, άρχισα να δέχομαι περισσότερα τηλεφωνήματα. Όταν μου ήρθε η πρόταση για το Άρωμα γυναίκας, σε σκηνοθεσία Μάρτιν Μπρεστ, ήμουν αρχικά διστακτική αλλά τελικά δέχτηκα χάρη σε έναν φίλο, που δούλευε ως βοηθός στη William Morris Agency, ο οποίος με ενθάρρυνε να μη διστάσω», ανέφερε σχετικά, προτού κάνει μνεία στους διάφορους ηθοποιούς της ταινίας και στις μετέπειτα επιτυχίες τους: «H Τζουν Σκουίμπ έγινε κινηματογραφική σταρ σε ηλικία περίπου 80 ετών στην ταινία Νεμπράσκα του Αλεξάντερ Πέιν. Η Φράνσις Κονρόι διέπρεψε στο τηλεοπτικό Six Feet Under, αλλά και σε πολλές κινηματογραφικές ταινίες. Και φυσικά, ο Φίλιπ Σίμουρ Χόφμαν. Υπάρχουν τόσες πολλές διαφορετικές στιγμές στις οποίες ένας ηθοποιός μπορεί να κάνει το μεγάλο βήμα στην καριέρα του, αλλά ποτέ δεν μπορείς να πεις αν και πότε θα συμβεί αυτό», συμπλήρωσε.
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη συνεργασία της με τη διεθνούς φήμης δημιουργό Σάρα Ντράιβερ, η οποία συμμετέχει στην κριτική επιτροπή του φετινού Διεθνούς Διαγωνιστικού του Φεστιβάλ, αλλά και στον Τζιμ Τζάρμους: «Έκανα casting στην ταινία Όταν πετάξουν τα γουρούνια της Σάρα Ντράιβερ και εκείνη με σύστησε στον Τζιμ Τζάρμους, με τον οποίο κατέληξα να συνεργάζομαι από το 1996 μέχρι σήμερα. Αυτή είναι η δεύτερη μακροβιότερη επαγγελματική σχέση μου με σκηνοθέτη», δήλωσε αρχικά προτού προσθέσει: «Ο Τζιμ δουλεύει με διαφορετικό τρόπο από τους περισσότερους σκηνοθέτες με τους οποίους συνεργάζομαι. Είναι μια ήρεμη διαδικασία μαζί του, με εμπιστεύεται απόλυτα και πάντα καταλήγουμε σε μια από κοινού απόφαση», σχολίασε, ενώ αμέσως μετά προβλήθηκε ένα απόσπασμα από την ταινία Ghost Dog: Ο τρόπος των Σαμουράι του Τζιμ Τζάρμους.
Επιπλέον, δεν παρέλειψε να σταθεί στη συνεργασία της με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ, δείχνοντας ένα απόσπασμα από την ταινία The Post: Απαγορευμένα μυστικά: «Συμμετείχα σε τρεις ταινίες του Στίβεν: Η γέφυρα των κατασκόπων, Ready Player One και The Post: Απαγορευμένα μυστικά. Προσπαθώ να επιλέγω ηθοποιούς που έχουν κάτι ξεχωριστό, που δεν μοιάζουν με τους άλλους. Κάθε τόσο θα αποκτήσω εμμονή με κάποιον ηθοποιό, όπως ο Τζέσι Πλέμονς και χάρηκα τόσο πολύ που τον συνέστησα στον Στίβεν για τις ταινίες Η γέφυρα των κατασκόπων και The Post: Απαγορευμένα μυστικά, ενώ στη συνέχεια τον επέλεξα και στην ταινία Ο Ιρλανδός του Μάρτιν Σκορσέζε».
Έπειτα αναφέρθηκε στην εμπειρία της από τις τηλεοπτικές σειρές, μιλώντας για την επιτυχία της σειράς The Queen’s Gambit: «Τίποτα δεν με κάνει πιο ευτυχισμένη από το να πηγαίνω στο σινεμά. Οι σειρές δεν είναι ακριβώς αυτό που κάνω, αλλά τα πράγματα αλλάζουν. Το The Queen’s Gambit βγήκε στην αρχή της πανδημίας και φάνηκε να συνδέεται πραγματικά με τους ανθρώπους. Η Άνια Τέιλορ Τζόι πίστευα ότι θα ήταν υπέροχη στο Ready Player One, αλλά ο Στίβεν δεν είδε τον ρόλο με αυτόν τον τρόπο. Ξέρετε, είναι ενδιαφέρον το πώς εξελίσσονται τα πράγματα», ανέφερε, ενώ στη συνέχεια έδειξε στο κοινό ένα απόσπασμα από την ταινία του Μάρτιν Σκορσέζε Οι δολοφόνοι του ανθισμένου φεγγαριού. «Ήταν ένα καταπληκτικό ταξίδι για να κάνουμε αυτή την ταινία. Είχα τη δυνατότητα να κάνω μια ανοιχτή πρόσκληση, δουλεύοντας με μια υπέροχη διευθύντρια διανομής ρόλων, τη Ρενέ Χέινς, η οποία ειδικεύεται στις διανομές ρόλων που ερμηνεύουν αυτόχθονες Αμερικανοί. Κάναμε ανοιχτό κάλεσμα στην Οκλαχόμα τον Νοέμβριο του 2019, στο οποίο ανταποκρίθηκαν 2.500 άτομα», προσέθεσε.
Σε ερώτηση του κοινού για τη διαδικασία της οντισιόν, η βραβευμένη casting director απάντησε: «Δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο αν κάποιος έχει προηγούμενη εμπειρία ή όχι. Προσπαθώ να περιορίζω τις σκηνές σε δύο ή τρεις σελίδες γιατί έχω την αίσθηση πως είναι πολύ δύσκολο για τους ηθοποιούς. Πάντα έχω κατά νου τι ψάχνει ο σκηνοθέτης. Είναι λίγο διαισθητικό, καθώς προσπαθώ να σκεφτώ ποιος ή ποια θα ανταποκριθεί στις σκηνοθετικές απαιτήσεις». Όσο για την αναγνώριση των casting directors από τα βραβεία της Ακαδημίας για πρώτη χρονιά φέτος, το 2024, σχολίασε: «Η αλλαγή στα βραβεία Όσκαρ είναι ένα τεράστιο επίτευγμα για την κοινότητα του κάστινγκ. Προσπαθούμε να πετύχουμε αυτή την αναγνώριση εδώ και χρόνια και τα καταφέραμε με μεγάλη καθυστέρηση. Δυστυχώς, ορισμένοι καταπληκτικοί casting directors δεν ζουν πια και δεν θα λάβουν την αναγνώριση που τους αξίζει. Η Τζούλια Τέιλορ θα λάβει τιμητικό Όσκαρ και δεν θα μπορούσα να είμαι πιο περήφανη. Είναι τόσο άξια που πιθανώς να είχε κερδίσει τουλάχιστον έξι ή επτά βραβεία στην καριέρα της», τόνισε. Σε ερώτηση σχετικά με προτάσεις για τους σκηνοθέτες και πώς να αποκτήσουν καλύτερη σχέση με τον casting director, ανέφερε: «Με τον ίδιο τρόπο που πιθανόν θέλετε να συνδεθείτε με οποιονδήποτε άλλον στο συνεργείο σας, τον διευθυντή φωτογραφίας ή τον σχεδιαστή παραγωγής, έτσι πρέπει να χτίσετε και τη σχέση με τον casting director προκειμένου να έχετε εμπιστοσύνη στις ιδέες που σας παρουσιάζει».
Iconic Talks powered by Mastercard | Queer Before It Was Cool με τον Πάνο Χ. Κούτρα
Την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, ο Πάνος Χ. Κούτρας παρέδωσε masterclass με τίτλο «Queer Before It Was Cool», με κεντρική θεματική την queer ταυτότητα στο σινεμά του, στο πλαίσιο της ενότητας Iconic Talks powered by Mastercard. Ο καταξιωμένος Έλληνας κινηματογραφιστής συνομίλησε με τον δημοσιογράφο Αλέξανδρο Διακοσάββα και το κοινό του Φεστιβάλ για τις άγνωστες πτυχές του έργου του, τις πολύτιμες εμπειρίες του από τα σχεδόν 25 χρόνια διαδρομής στον ελληνικό κινηματογράφο, τις queer αναπαραστάσεις στις ταινίες του, καθώς και τις επιρροές και τις αναφορές που έχουν διαμορφώσει τη σκηνοθετική του ματιά.
Αρχικά, ο Αλέξανδρος Διακοσάββας ευχαρίστησε τον Πάνο Χ. Κούτρα: «Η πρώτη φορά που είδα τη Στρέλλα, το 2009, συνέπεσε με το δικό μου coming out, σε μια εποχή όπου έννοιες όπως η ΛΟΑΤΚΙΑ+ συμπερίληψη και η ορατότητα, που είναι πλέον γνωστές, δεν ήταν καθόλου κομμάτι του δημόσιου διαλόγου. Ένιωσα για πρώτη φορά ότι αυτό το queer σύμπαν, στο οποίο ανήκα και εγώ, έχει μια πολύ παράξενη και δυνατή ομορφιά».
Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας ρώτησε αρχικά τον Πάνο Χ. Κούτρα κατά πόσο ένιωθε μοναξιά μεγαλώνοντας, ιδίως στα χρόνια της εφηβείας. «Δεν μπορώ να πω πως ήμουν μοναχικός. Είχα μια πολύ μεγάλη οικογένεια, είχα πολλούς φίλους και ήμουν φοβερά εξωστρεφές παιδί. Θα έλεγα ότι δεν ήμουν μια τυπική περίπτωση queer ανθρώπου. Ωρίμασα και άνθισα σεξουαλικά πολύ νωρίς. Η συνολική μου ταλαιπωρία σχετικά με τη σεξουαλική μου ταυτότητα δεν κράτησε πάνω από δύο μήνες. Λόγω χαρακτήρα το πήρα απόφαση γρήγορα και μπήκα αμέσως σ’ αυτόν τον υπέροχο κόσμο. Σκέφτηκα: “Ας το διασκεδάσω λοιπόν!”. Και πιστέψτε με, το διασκέδασα», είπε ο Πάνος Χ. Κούτρας.
«Ωστόσο, έχω συναίσθηση ότι αποτελώ μια μεμονωμένη περίπτωση. Οι περισσότεροι δεν είχαν την ίδια τύχη. Τα περισσότερα άτομα της queer κοινότητας δυσκολεύτηκαν πάρα πολύ. Οι συνθήκες και οι καταστάσεις, τουλάχιστον στη δική μας “γειτονιά”, εδώ στην Ελλάδα, έχουν αλλάξει πάρα πολύ. Στο παρελθόν, από τη στιγμή που κάποιος ανακάλυπτε την ταυτότητά του, ήταν αδύνατο να το επικοινωνήσει. Και πολύ συχνά, σε αυτό το δύσκολο εγχείρημα, δεν είχαμε ως σύμμαχο ούτε καν την οικογένειά μας», προσέθεσε.
Στη συνέχεια, ο Αλέξανδρος Διακοσάββας τον προέτρεψε να μιλήσει για τα φοιτητικά του χρόνια στο Λονδίνο: «Ήμουν χαρούμενος που ήμουν μακριά από την οικογένειά μου και την καταπιεστική Ελλάδα, η οποία διένυε σκοτεινά χρόνια στην περίοδο μετά τη δικτατορία. Έφτασα, λοιπόν, στην Αγγλία της Μάργκαρετ Θάτσερ, σε μια χώρα που έβγαινε από μια τεράστια κρίση και όπου βασίλευε η πηχτή βρετανική μιζέρια. Ήταν, όμως, όλα τόσο συναρπαστικά στο Λονδίνο. Και ήμουν τυχερός, γιατί συνάντησα τους σωστούς ανθρώπους. Όλοι μου οι φίλοι από εκείνα τα χρόνια βρίσκονται ακόμα στη ζωή μου», ανέφερε.
Στη συνέχεια, ο Πάνος Χ. Κούτρας μίλησε για μια ακόμη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα των νεανικών του χρόνων, το Παρίσι: «Βρέθηκα στο Παρίσι σε μια συναρπαστική δεκαετία, τα λεγόμενα χρόνια του Μιτεράν στη δεκαετία του ’80, όταν αισθανόμασταν ότι ο κόσμος αλλάζει. Ένιωθα πως οι νέοι και οι διάφορες υποκουλτούρες βρήκαν χώρο και φωνή. Τα χρόνια μου στο Παρίσι ήταν ένα τεράστιο και ατελείωτο πάρτι. Δυστυχώς, το πάρτι αυτό σκοτείνιασε με την απειλή του AIDS. Ήταν, θα έλεγα, ένα πάρτι μέσα σε μια κόλαση: έχασα το 80% της παρέας μου από το AIDS. Ευτυχώς που οι νεότεροί μου δεν έζησαν κάτι ανάλογο. Με έναν τρόπο, ήταν κάτι σαν ένας άτυπος τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Νέοι άνθρωποι που πήγαιναν σε μια άνιση μάχη. Έφυγα από το Παρίσι και επέστρεψα στην Αθήνα για να γλιτώσω από αυτή την απειλή. Η απόπειρά μου για διαφυγή ήταν χιμαιρική: το AIDS άργησε, αλλά έφτασε και στην Ελλάδα. Αυτό που έχω έντονα στο μυαλό μου ως απορία είναι το εξής: πώς θα ήταν πραγματικά αυτός ο κόσμος αν δεν είχαν πεθάνει τόσο άδοξα τόσοι νέοι καλλιτέχνες».
Σχετικά με τις αναφορές του και τις πηγές της έμπνευσής του, ο Πάνος Χ. Κούτρας επισήμανε τα παρακάτω: «Ως νέος γκέι καλλιτέχνης, έψαχνα τις αναφορές μου ώστε να μπορέσω να εκφραστώ. Βρήκα πολλές από αυτές στο πρόσωπο του Άντι Γουόρχολ. Βρήκα επίσης πολλές ακόμη στο πρόσωπο του Πολ Μόρισεϊ και ειδικά στην τριλογία του, τις ταινίες Σάρκα (1968), Σκουπίδια (1970) και Κάψα (1972). Εμπνεύστηκα πολύ από το ανεξάρτητο αμερικανικό σινεμά».
Ακολούθως, εξιστόρησε τα γεγονότα που οδήγησαν στη δημιουργία της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του, Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά: «Είχα πολλή όρεξη και πολύ υλικό, αλλά καθόλου χρήματα. Ήταν αδύνατον να βρω χρηματοδότηση στην Ελλάδα. Αποφάσισα λοιπόν να τη γυρίσω μόνος μου, με δικά μου έξοδα και τη βοήθεια των φίλων μου, του Ίωνα Κώνστα και της Μαριάννας Παπαγεωργίου. Μου πήρε τέσσερα χρόνια. Τα πρώτα γυρίσματα έγιναν το καλοκαίρι του 1995, συνεχίστηκαν τα Χριστούγεννα της επόμενης χρονιάς, από το 1997 μέχρι και το 1999 έκανα μοντάζ με τη βοήθεια της Ελισάβετ Χρονοπούλου, ενώ παράλληλα προσέθετα τα ειδικά εφέ. Ήμουν τυχερός που υπήρχε το στούντιο Παπάζογλου, που είχε πρόσβαση σε τεχνολογία αιχμής για την εποχή. Η ταινία πήρε πραγματικά πάρα πολύ καιρό για να ολοκληρωθεί. Ένιωθα πως η ζωή κυλάει κι εμείς μένουμε πίσω γυρίζοντας τον Μουσακά!».
«Η πρωταγωνίστρια, η Τάρα, είναι ένας άντρας ντυμένος γυναίκα. Στην ουσία, είναι ένας φόρος τιμής στην Divine από το φιλμικό σύμπαν του Τζον Γουότερς, τον οποίο επίσης αγαπώ πολύ. Στο μυαλό μου, η Τάρα είναι η νόθα Ελληνίδα κόρη της Divine. Θυμάμαι πως στην περίοδο των γυρισμάτων, συνέβαιναν συνεχώς καταστροφές στην Ελλάδα: περίοδος ξηρασίας, κατόπιν πλημμύρες και ένας μεγάλος σεισμός. Η επίθεση ενός γιγαντιαίου μουσακά ήταν σαν ένα φυσικό επόμενο αυτών των καταστροφών. Θυμάμαι ένα άρθρο στη Le Monde που έγραφε πως η ταινία μου προέβλεψε την ελληνική οικονομική κρίση. Η ταινία αγαπήθηκε τρομερά τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ιαπωνία. Δυστυχώς, ποτέ δεν συνέβη κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα», ανέφερε ο Πάνος Χ. Κούτρας.
«Η ταινία μπερδεύει. Δεν καταλαβαίνεις αν ασκεί κοινωνική ή πολιτική σάτιρα. Διαπλέκει τον σοβαροφανή κόσμο με τις trash περσόνες. Για μένα ήταν μια συναρπαστική εμπειρία. Ήταν η απόπειρά μου να συνδέσω ασύνδετους κόσμους. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πως η ταινία, αν και δεν πήρε ποτέ διανομή, έπαιξε για μία και μόνο εβδομάδα στον Δαναό. Ήταν η τελευταία εβδομάδα της χιλιετίας, από τις 24 έως τις 31 Δεκεμβρίου του 1999», προσέθεσε.
Στη συνέχεια, σχετικά με την Αληθινή ζωή, ο Πάνος Χ. Κούτρας ανέφερε: «Αφού τελείωσα τον Μουσακά, λόγω του απόηχου της ταινίας πήρα χρηματοδότηση από το ΕΚΚ για να κάνω την Αληθινή ζωή. Ήταν μια κομβική κοινωνική συγκυρία για την Ελλάδα, την εποχή που, ως πράξη αντίδρασης στις κοινωνικές ανισότητες, συσπειρωθήκαμε και δημιουργήσαμε το κίνημα που εξελίχθηκε αργότερα στο πρώτο Athens Pride το 2005. Η Αληθινή ζωή έκανε την πρεμιέρα της έναν χρόνο νωρίτερα, το φθινόπωρο του 2004. Μέσα σε εκείνη τη χρυσή χρονιά για την Ελλάδα, η Αληθινή ζωή έβαλε φωτιά στην Ακρόπολη. Η κυρία Καλλιγά, όμως, την έχτισε ακόμη καλύτερη από πριν!»
Αναφορικά με τη Στρέλλα, ο καταξιωμένος Έλληνας σκηνοθέτης δήλωσε: «Ήταν μια παλιά ιδέα που είχα με τον Παναγιώτη Ευαγγελίδη και θεώρησα ότι είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να την υλοποιήσω. Ήξερα πως είναι σχεδόν αδύνατον να γυριστεί μια τέτοια ταινία στην Ελλάδα. Έπρεπε να βρω μια νεαρή τρανς που να ταιριάζει στον ρόλο. Ήμουν ανυποχώρητος σε αυτό. Το κάστινγκ μού πήρε έναν ολόκληρο χρόνο, αλλά τελικά βρήκα τη Μίνα Ορφανού και ήμουν έτοιμος να κάνω την ταινία. Φυσικά και δεν πήρα χρηματοδότηση από κανέναν, αλλά έγινα παραγωγός και διανομέας του εαυτού μου. Η ταινία ταξίδεψε μέχρι το Φεστιβάλ του Βερολίνου, γεγονός που έκανε εμένα και όλη την ομάδα τρομερά χαρούμενους». Από την πλευρά του, ο Αλέξανδρος Διακοσάββας σημείωσε πως η ταινία αυτή συνέβαλε στην τρανς ορατότητα και στην αναγέννηση του νέου ελληνικού σινεμά.
Σχετικά με την επόμενή του ταινία, το Ξενία, ο Πάνος Χ. Κούτρας δήλωσε: «Νομίζω πως μου αρέσει να δοκιμάζομαι σε δύσκολες ταινίες, γιατί και στο Ξενία δυσκολεύτηκα φοβερά να βρω δυο παιδιά μεταναστών από την Αλβανία. Τους έψαχνα για έναν ολόκληρο χρόνο. Όσο δύσκολο κι αν είναι όμως αυτό το σινεμά, το επιλέγω γιατί δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Γυρίζω προσωπικές ταινίες, είμαι queer και αυτό με ακολουθεί και στο σινεμά. Άλλωστε, είναι φοβερά δύσκολο να κάνεις ταινίες. Επομένως, όταν μπαίνεις σε αυτή τη διαδικασία, καλύτερα να πεις αυτό που πραγματικά θέλεις».
Σχετικά με την τελευταία του ταινία, το Dodo, σχολίασε σχετικά: «Είναι μια ταινία που προσεγγίζει τις μεγάλες αλλαγές που συντελέστηκαν στην Ελλάδα των τελευταίων ετών. Με την ταινία αυτή, κατάλαβα ότι ο κόσμος χωρίζεται στα δύο: σε αυτούς που ξέρουν τι είναι το dodo και σε εκείνους που δεν ξέρουν. Είναι ένα πτηνό που αφανίστηκε από τη βλακεία και την απληστία των ανθρώπων. Για να το μελετήσω, απευθύνθηκα ακόμη και σε μια ειδική ερευνήτρια-ορνιθολόγο (μου αρέσει να την ονομάζω “ντοντολόγο”). Οι άνθρωποι αφάνισαν αυτό το πτηνό χωρίς κανέναν απολύτως λόγο. Εγώ το πήρα και το έντυσα με τα πιο αγαπημένα μου χρώματα. Στα μάτια μου, είναι το πιο queer πτηνό!», τόνισε.
Σε ερώτηση του Αλέξανδρου Διακοσάββα για το κατά πόσο το queer αποτελεί στις μέρες μας διαβατήριο για την εμπορική επιτυχία, ο Πάνος Χ. Κούτρας ήταν κατηγορηματικός: «Όχι. Ίσως τα μέσα ενημέρωσης να έχουν αυτή την εντύπωση γιατί πρόκειται για ένα ενδιαφέρον θέμα που εξιτάρει το κοινό. Αλλά όσον αφορά την κινηματογραφική παραγωγή, που γι’ αυτήν και μόνο μπορώ να μιλήσω, σας λέω με σιγουριά ότι αυτό το ενδιαφέρον δεν μεταφράζεται σε κέρδος. Στα μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ, οι ταινίες ΛΟΑΤΚΙΑ+ θεματικής δεν ξεπερνούν το 10% των συμμετοχών».
Τέλος, σε ερώτηση του κοινού σχετικά με τον τρόπο που χειρίζεται τους ηθοποιούς του, απάντησε πως ο κάθε ηθοποιός αποτελεί ξεχωριστή συνθήκη και απαιτεί διαφορετική προσέγγιση. «Δεν υπάρχει συγκεκριμένος κανόνας. Από την πλευρά μου, υπάρχει βαθιά αγάπη και σεβασμός για την τέχνη του ηθοποιού, αισθήματα που μου καλλιεργήθηκαν από τα σεμινάρια του Ανδρέα Βουτσινά στο Παρίσι. Αφιερώνομαι ολοκληρωτικά στους ηθοποιούς, ανοίγοντας έναν δίαυλο επικοινωνίας μαζί τους. Εγώ φτιάχνω ταινίες χαρακτήρων και ο ηθοποιός έρχεται πάντα πρώτος», ολοκλήρωσε.
Λίγο πριν την ολοκλήρωση του masterclass, ο σκηνοθέτης έδωσε τον λόγο σε ηθοποιούς που έχουν πρωταγωνιστήσει σε ταινίες του, ανάμεσά τους στον Άγγελο Παπαδημητρίου, στη Μαριέλλα Σαββίδου και στον Γρηγόρη Πατρικαρέα, οι οποίοι μίλησαν ο καθένας από τη δική του πλευρά για τον τρόπο με τον οποίο ο Πάνος Χ. Κούτρας δουλεύει με τους ηθοποιούς του, αλλά και για την αγάπη με την οποία τους περιβάλλει.
Απονομή τιμητικού Χρυσού Αλέξανδρου στον Πάνο Χ. Κούτρα στη προβολή της ταινίας Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά
Η απονομή τιμητικού Χρυσού Αλέξανδρου στον Πάνο Χ. Κούτρα για το σύνολο της προσφοράς του στο σινεμά πραγματοποιήθηκε στον κινηματογράφο Ολύμπιον, την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου. Την τελετή βράβευσης ακολούθησε η προβολή της ταινίας Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά, που αποτέλεσε το μεγάλου μήκους σκηνοθετικό ντεμπούτο του Πάνου Χ. Κούτρα.
Την εκδήλωση προλόγισε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, Ορέστης Ανδρεαδάκης: «Τιμούμε έναν σπουδαίο σκηνοθέτη που δεν κάνει μόνο υπέροχο και πολυβραβευμένο σινεμά, αλλά και όλα τα σωστά βήματα για να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι. Έναν καλλιτέχνη, ο οποίος με τις ταινίες του -όπως και με την παρουσία του αυτές τις μέρες εδώ στο Φεστιβάλ- γέμισε τις αίθουσες συμπερίληψη και αγάπη. Τον Πάνο Χ. Κούτρα». Ακολούθησε ένα μικρό βίντεο με στιγμές και σκηνές από το έργο του αγαπημένου σκηνοθέτη.
Για την απονομή του Χρυσού Αλέξανδρου ανέβηκε στη σκηνή ο εικαστικός, γλύπτης, τραγουδιστής και ηθοποιός Άγγελος Παπαδημητρίου, ο οποίος έχει συνεργαστεί με τον σκηνοθέτη στις ταινίες Ξενία και Dodo. Λέγοντας ότι «τα λόγια θα είναι φτωχά» για να μιλήσει για τον Πάνο Χ. Κούτρα, ο κ. Παπαδημητρίου επέλεξε να τραγουδήσει το τραγούδι του Νίκου Γούναρη, που ακούγεται στην ταινία Dodo. «Ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί / είν’ όλα ψεύτικα κι ας φαίνονται αλήθεια / ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί / αγάπες βρίσκεις μοναχά στα παραμύθια» και καταχειροκροτήθηκε από το κοινό.
Παίρνοντας τον λόγο, ο Πάνος Χ. Κούτρας ευχαρίστησε το Φεστιβάλ, τη γενική διευθύντρια Ελίζ Ζαλαντό, τον Ορέστη Ανδρεαδάκη και την επικεφαλής του Ελληνικού Προγράμματος, Ελένη Ανδρουτσοπούλου. «Το 1999 ήρθαμε με όλη την ομάδα για να δείξουμε την Επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά με την ορμή, το κέφι και το θράσος που την είχαμε φτιάξει. Όλοι πιστεύαμε πως είχαμε κάνει κάτι σημαντικό, χωρίς να ξέρουμε τι μας περιμένει. Διότι τόσο πριν όσο και μετά την προβολή ακούσαμε πολλά. Ότι ήρθαν τα “σκουπίδια”, ότι “δεν σεβόμαστε το Φεστιβάλ”, ότι “βεβηλώσαμε έναν ιερό τόπο” και πολλά ακόμα», θυμήθηκε ο σκηνοθέτης.
«Έπειτα από 25 χρόνια, με αφορμή αυτό το βραβείο, πολλοί με ρωτούν αν αισθάνομαι δικαίωση, υποστηρίζοντας ότι με τις ταινίες μου επηρέασα την ελληνική κοινωνία και το σινεμά νεότερων σκηνοθετών, ίσως ακόμη και τη ζωή κάποιων ανθρώπων. Δεν ξέρω καθόλου αν ισχύει κάτι τέτοιο, ούτε θέλω να μπω στη διαδικασία να το αναλύσω. Εκείνο που ξέρω με σιγουριά είναι πως ο μόνος τρόπος είναι να προσπαθείς και να συνεχίζεις. Ακόμη κι όταν όλοι και όλα σου λένε να σταματήσεις» πρόσθεσε. «Σε αυτή τη διαδρομή, οι άνθρωποι που με βοήθησαν, με στήριξαν, με ενέπνευσαν και με καθόρισαν ήταν ως επί το πλείστον γυναίκες. Θα ήθελα να αφιερώσω αυτό το βραβείο σε αυτές τις γυναίκες. Σε εκείνες που δεν βρίσκονται πια στη ζωή, που είναι κάπου εκεί έξω, αλλά και που βρίσκονται σε αυτή την αίθουσα. Αλλά πάνω και πέρα απ’ όλα, αφιερώνω το βραβείο στη μητέρα μου, την Αλίκη Κούτρα», είπε ο Πάνος Χ. Κούτρας παραλαμβάνοντας τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο.
Στην ερώτηση του κ. Ανδρεαδάκη για το πώς αισθάνθηκε που ξαναείδε την ταινία του σε αποκαταστημένη και ψηφιοποιημένη κόπια, ο σκηνοθέτης απάντησε: «Έχω άγχος για το πώς φαίνεται στη συγκεκριμένη οθόνη. Είναι μια ταινία που την έχω δει πάρα πολλές φορές στη ζωή μου. Όποτε την βλέπω σκέφτομαι “πώς το έκανα αυτό και γιατί;”. Μου φαίνεται απίστευτο και αδιανόητο, αλλά το έκανα και χαίρομαι πολύ».
Μετά την απονομή, ο κ. Κούτρας κάλεσε στη σκηνή ανθρώπους που δούλεψαν στην ταινία Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά: Τον παραγωγό Ίωνα Κώνστα, την production designer που έκανε τα σκηνικά και συγχρόνως συμπαραγωγό Μαριάννα Παπαγεωργίου, τον διευθυντή φωτογραφίας Επαμεινώνδα Ζαφείρη, τη μοντέζ Ελισάβετ Χρονοπούλου, τη δημοσιογράφο Έφη Παπαζαχαρίου, τους ηθοποιούς Γρηγόρη Πατρικαρέα, Χρήστο Μάντακα και Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου, καθώς και τους Νίκο Μούτσελο και Σάκη Μπουζάνη του Studio 235, που βοήθησαν στην αποκατάσταση της ταινίας.
«Μεγάλη μου χαρά που συμμετείχα στην ταινία. Ήταν μια τρέλα που ξεκίνησε ο Πάνος. Ήταν μεγάλη εμπειρία, σχολείο και μάθημα για μένα. Είχαμε μια πολύ όμορφη παρέα. Ο Πάνος είναι καταπληκτικός και βοηθά τον ηθοποιό», ανέφερε ο Χρήστος Μάντακας. Παίρνοντας τον λόγο, ο ηθοποιός Γρηγόρης Πατρικαρέας σημείωσε: «Το σενάριο ήταν μοναδικό, το διαβάσαμε και είπαμε, “τι είναι αυτό;”. Ξέραμε ότι ήταν κάτι ξεχωριστό, όσο ξεχωριστός είναι και ο Πάνος που μας έπεισε να το κάνουμε». Ο σκηνοθέτης αναφέρθηκε στη συνέχεια στον πρωταγωνιστή της ταινίας που δεν είναι στη ζωή, τον Γιάννη Αγγελάκη, λέγοντας: «Ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση. Υπέροχος άνθρωπος και απίστευτο ταλέντο».
Στη συνέχεια, η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου δήλωσε: «Μόλις είχα γεννήσει και παραθέριζα κάπου όταν μου είπε την ιδέα ο Πάνος. Φυσικά, ξετρελάθηκα. Τα γυρίσματα κράτησαν μία μέρα. Υποδύθηκα μια δημοσιογράφο που λέει τις ειδήσεις και μου άρεσε πολύ η ιδέα. Ήταν ένα μοναδικό γύρισμα. Τον Πάνο τον λάτρεψα, έχουμε μια εκρηκτική συγγένεια μεταξύ μας. Τον ευχαριστώ, όπως και το ελληνικό σινεμά τον ευχαριστεί πολύ».
«Είμαι πολύ συγκινημένη αυτές τις δύο μέρες. Του αξίζει το βραβείο» είπε η Ελισάβετ Χρονοπούλου. «Είμαι πολύ περήφανη για αυτή τη ταινία. Νιώθαμε πως έχουμε φτιάξει μια απολύτως κανονική και φυσιολογική ταινία, αλλά όπως καταλάβαμε αργότερα από τις αντιδράσεις, δεν ήταν έτσι». Η Ελισάβετ Χρονοπούλου αποκάλυψε πως η μητέρα του Πάνου Χ. Κούτρα μαγείρεψε τον μουσακά που «πρωταγωνιστεί» στην ταινία, ο οποίος καταναλώθηκε κυρίως από την ίδια. «Ήταν πεντανόστιμος!» επισήμανε.
Τον λόγο πήρε έπειτα η Μαριάννα Παπαγεωργίου: «Κι εγώ είμαι πολύ συγκινημένη, Πάνο σού αξίζει πραγματικά το βραβείο. Δεν είχαμε λεφτά και για τα σκηνικά μάς έδωσαν διάφοροι άνθρωποι ό,τι είχαν και δεν είχαν. Ακόμα και το διαστημόπλοιο το φτιάξαμε χρησιμοποιώντας απλά υλικά, όπως σελοτέιπ. Για μένα ήταν μια ταινία με την οποία ενηλικιωθήκαμε. Τη γυρίσαμε με μια τρέλα που έχουν οι ανήλικοι. Απόδειξη ήταν η ανταπόκριση που είχε ο Μουσακάς όλα αυτά τα χρόνια» είπε.
«Μου είχε πει την ιδέα της ταινίας και είπα μέσα μου “τέλεια!”. Αυτή η τρελή ιδέα δημιούργησε ενθουσιασμό σε πολύ κόσμο, και κάπως έτσι κάναμε μια μεγάλου μήκους ταινία. Ήταν πρωτοποριακή εκείνη την εποχή και είχε γυριστεί σε αναλογικό βίντεο με σκοπό να γίνει trash. Και αυτό ακριβώς έγινε» ανέφερε ο Ίωνας Κώνστας. «Το 1995 ξεκινήσαμε τα γυρίσματα. Τότε γνώρισα και τον Πάνο. Είχαμε θράσος, όπως είπε ο ίδιος» ανέφερε ο Επαμεινώνδας Ζαφείρης. «Την ταινία την ξεκινήσαμε το 1995, σταματήσαμε γιατί δεν είχαμε χρήματα. Κάναμε κάποια γυρίσματα στη νυχτερινή Αθήνα τα Χριστούγεννα του 1996 και μετά ξεκινήσαμε πάλι το καλοκαίρι του 1997» συμπλήρωσε ο κ. Κούτρας. «Ήταν μια αδιανόητη, ασύλληπτη, απίστευτη, υπέροχη και τρομερά προκλητική ταινία. Ήταν ρίσκο να δουλέψεις για αυτή. Θα θυμάμαι πάντα τα γέλια που κάναμε και το πόσο ωραία περάσαμε. Είμαι πολύ περήφανη που είμαι εδώ», είπε συγκινημένη η Έφη Παπαζαχαρίου.
Λίγα λόγια για την ταινία:
Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά (1999)
Παίζουν: Γιάννης Αγγελάκης, Χρήστος Μάντακας, Θέμις Μπαζάκα, Μύριαμ Βούρου, Γρηγόρης Πατρικαρέας, Μιχάλης Πάντος, Ρουμπίνη Βασιλακόπουλου, Τζένη Μπαλατσινού, Δωροθέα Μερκούρη, Κλειώ Χατζηστεφάνου
Το 2000 ένα τρομερό γεγονός συνταράζει την Αθήνα: ένα τεράστιο κομμάτι μουσακά εμφανίζεται στους δρόμους σκορπίζοντας τον πανικό και τον θάνατο. Όλοι αναρωτιούνται τι συμβαίνει πραγματικά, τι είναι, από πού ήρθε, γιατί και πώς. Εκτός από την Τάρα και μια ομάδα ετερόκλητων ανθρώπων που είναι πεπεισμένοι ότι πρέπει να το συναντήσουν…
Η επίθεση του γιγαντιαίου σινεμά του Πάνου Χ. Κούτρα | Ο Πάνος Χ. Κούτρας από το Α ως το Ω
Την Πέμπτη 8 Νοεμβρίου, στην αίθουσα Παύλος Ζάννας, πραγματοποιήθηκε η συζήτηση με τίτλο «Ο Πάνος Χ. Κούτρας από το Α έως το Ω» στο πλαίσιο της ημερίδας «Η επίθεση του γιγαντιαίου σινεμά του Πάνου Χ. Κούτρα», σε επιμέλεια της Εύας Στεφανή. Η ημερίδα διοργανώνεται από το Φεστιβάλ, σε συνεργασία με το τμήμα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και το τμημα Ψηφιακων Τεχνων και Κινηματογραφου του ΕΚΠΑ, και εντάσσεται στο αφιέρωμα «Το αληθινό σινεμά του Πάνου Χ. Κούτρα» που φιλοξενεί το 65ο ΦΚΘ στον αντισυμβατικό και πρωτοπόρο Έλληνα δημιουργό. Στο πλαίσιο της εκδήλωσης, ο σκηνοθέτης συνομίλησε με τους κριτικούς κινηματογράφου Θοδωρή Δημητρόπουλο και Αλέξανδρο Παπαγεωργίου, σε μια κουβέντα όπου ο Τζον Γουότερς συνάντησε την Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων, η italo disco μπερδεύτηκε με το punk και η camp υπερβολή παντρεύτηκε με την queer μαχητικότητα. Ο Θοδωρής Δημητρόπουλος και ο Αλέξανδρος Παπαγεωργίου είχαν ετοιμάσει ένα άτυπο αλφαβητάρι, με 24 λέξεις από το Α ως το Ω, συνοδεία οπτικοακουστικού υλικού, οι οποίες λειτούργησαν ως έναυσμα μιας κουβέντας για τη ζωή και το σινεμά του Πάνου Χ. Κούτρα.
Α – Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων
«Αρχικά, Αλίκη ονομάζεται η μητέρα μου. Είναι μια μεγάλη σύνδεση ανάμεσα στη ζωή μου και το έργο μου. Έπειτα, θεωρώ ότι είναι ένα μοναδικό έργο τέχνης, ένα είδος μόνο του. Δεν είναι τυχαίο ότι το αγάπησαν πολλοί σουρεαλιστές και ντανταϊστές. Mε τον αδερφό μου είμαστε “Ντίσνεϊ-ομανείς”, νομίζω φαίνεται και από τις ταινίες μου. Αγαπημένη μου ταινία της Ντίσνεϊ είναι ο Πινόκιο και φυσικά η Mary Poppins, που είναι κάτι σαν βίβλος για μένα».
Β – Βία
«Υπάρχουν ταινίες πολύ πιο βίαιες από τις δικές μου ταινίες, δεν νομίζω ότι χαρακτηρίζει η βία το έργο μου. Με ενδιέφεραν πάρα πολύ οι εκρήξεις βίας από ανθρώπους, οι οποίοι δεν είναι προφανές ότι θα μπορούσαν να κάνουν μια τέτοια επιλογή. Ανήκω κι εγώ σε αυτό το είδος ανθρώπων. Είναι μια ερώτηση που με απασχολεί και σε σχέση με τον εαυτό μου, όσον αφορά τους ανθρώπους. Γενικά, σιχαίνομαι τη βία στα ζώα και με στεναχωρεί πολύ, τη θεωρώ πολύ κακό κάρμα».
Γ – Γουόρχολ Άντι, Γουότερς Τζον
Όταν ρωτήθηκε ποιον από τους δύο καλλιτέχνες αγαπάει περισσότερο, τον Άντι Γουόρχολ ή τον Τζον Γουότερς, ο σκηνοθέτης απάντησε: «Αν η ζωή μου βρισκόταν υπό απειλή, θα διάλεγα τον Γουόρχολ, θεωρώ ότι όλοι οι άλλοι έπονται. Αλλιώς και τους δύο. Ο Γουόρχολ είναι τόσο δομικός για πολλούς λόγους. Οι εικόνες του είναι και παραμένουν μοντέρνες και ποπ. Αυτό είναι το ένα σκέλος που δείχνει και πόσο μεγάλος εικαστικός καλλιτέχνης ήταν. Το άλλο του σκέλος είναι ότι, κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, οριοθέτησε τη μοντέρνα εποχή και τον μοντέρνο άνθρωπο όσον αφορά την τέχνη. Για μένα ήταν ένας πολύ μεγάλος και απελευθερωτικός καλλιτέχνης».
Δ – Δρόμος
Σε πολλές σκηνές από τις ταινίες του Πάνου Χ. Κούτρα, ο δρόμος είναι ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται. Όταν ρωτήθηκε για τη σημασία του δρόμου ως συμβόλου, ο σκηνοθέτης είπε: «Από μικρός έβγαινα πολύ, ήμουν υπερδραστήριος. Ζούσα πολύ στον δρόμο, μου αρέσουν πάρα πολύ οι πόλεις. Ενώ αγαπώ πολύ τη φύση και την εξοχή, μου αρέσει η ζωή στην πόλη. Μου αρέσει περισσότερο η πόλη παρά ο δρόμος. Το άλλο κομμάτι της έννοιας του δρόμου είναι ότι μου αρέσει να μετακινούμαι, δεν κάθομαι για πολύ σε ένα μέρος».
Ε – Εφηβεία
Μιλώντας για την εμπειρία της δικής του εφηβείας και το πώς αυτή έχει αποτυπωθεί στους ήρωες του σινεμά του, ο Πάνος Χ. Κούτρας είπε: «Είχα μια πολύ δύσκολη εφηβεία –με ωραία κομμάτια– αλλά κυρίως δύσκολη τόσο για μένα όσο και για την οικογένειά μου. Κάποια στιγμή, η μητέρα μου, πολλά χρόνια μετά, μου είπε ότι η χειρότερη περίοδος της ζωής της ήταν όταν ήμουν 14-18 ετών. Σοκαρίστηκα όταν το άκουσα αλλά μάλλον ήταν κάτι που ήξερα και δεν ήθελα να παραδεχτώ. Ξεκίνησα να κάνω σεξ και να παίρνω ναρκωτικά σε μικρή ηλικία. Γενικά, η παιδική μου ηλικία τέλειωσε πάρα πολύ γρήγορα – ίσως και ποτέ με κάποιον τρόπο».
Ζ – Ζάπινγκ
Αντλώντας έμπνευση από την ταινία του σκηνοθέτη Η επίθεση του γιγαντιαίου μουσακά, οι συντονιστές άνοιξαν το θέμα της ποπ ή και τρας τηλεόρασης εκείνης της εποχής, με τον Πάνο Χ. Κούτρα να σημειώνει: «Είμαι παιδί της τηλεόρασης 100%. Όπως είπα και πριν, ήμουν πολύ δραστήριο παιδί. Κάποια στιγμή οι γονείς μου ανακάλυψαν ότι μπορούν να με καθηλώσουν μπροστά στην τηλεόραση και να με ξεχάσουν!».
Η – Ηθοποιοί
Ο σκηνοθέτης μίλησε σχετικά με το τι τον γοητευει στους ηθοποιούς. «Κάποια στιγμή στη ζωή μου σκέφτηκα να γίνω ηθοποιός. Έπαιζα με την ιδέα και είχα φίλους ηθοποιούς. Μετά κατάλαβα ότι δεν μπορώ να το κάνω. Παρόλο που δεν φαίνεται, δεν νιώθω άνετα με τον εαυτό μου. Επομένως, δεν ακολούθησα την πορεία του ηθοποιού. Ωστόσο, αγαπώ πολύ τους ηθοποιούς. Όταν ήμουν στο Παρίσι, πήγαινα στο πανεπιστήμιο και γράφτηκα να παρακολουθήσω σεμινάρια στη σχολή του Ανδρέα Βουτσινά. Είχε ένα διήμερο ατελιέ, όπου έκαναν εργαστήρια με ένα δικό του πρόγραμμα διδασκαλίας. Εκεί έρχονταν διάφοροι, φίλοι του και ηθοποιοί, απο την Ιζαμπέλ Ιπέρ μέχρι άνεργους ηθοποιούς. Εκεί κατάλαβα τι είναι πραγματικά να είσαι ηθοποιός και τι είναι να δουλεύεις με έναν ηθοποιό. Εκεί ήταν που τους αγάπησα ακόμη πιο πολυ. Για μένα ο Βουτσινάς άνοιξε μια πόρτα στο τι είναι να δουλεύει κανείς με τους ηθοποιούς, τι είναι θέατρο».
Θ – Θεά
Όταν ρωτήθηκε για το ποιες είναι οι «θεές» του έργου του, ο επιτυχημένος σκηνοθέτης απάντησε: «Πολλές. Οι γυναίκες έπαιζαν και παίζουν μεγάλο ρόλο στη ζωή μου. Έχω στη ζωή μου πολλές “θεές”. Κάποιες που γνώρισα, όπως για παράδειγμα τη μάνα μου. Και κάποιες που δεν γνώρισα ποτέ. Όπως τη Μάρλεν Ντίτριχ, που τη λατρεύω κυριολεκτικά – της έχω φτιάξει και εικονοστάσι. Όταν στείλαμε την ταινία στο Βερολίνο, προσευχόμουν κυριολεκτικά στη Μάρλεν Ντίτριχ και εισακούστηκα: η οδός όπου θα προβαλλόταν η ταινία λεγόταν Μάρλεν Ντίτριχ. Οπότε είπα, “εδώ είμαστε, πραγματοποιεί και ευχές”».
Ι – Ίταλο Ντίσκο
Για τη σχέση του με το είδος της Ίταλο Ντίσκο, ο Πάνος Χ. Κούτρας σχολίασε: «Όταν ήμουν μικρός τα κανάλια έδειχναν ιταλικά βαριετέ. Ήταν σόου που τα παρακολουθούσα μαγεμένος. Ήταν μια περίοδος δόξας για τραγουδίστριες όπως η Μίνα, η Ραφαέλα Καρά, η Πάτι Μπράβο, η Μίλβα, η Ορνέλα Βανόνι και πάρα πολλές άλλες. Είχα πάθει κόλλημα με την Πάτι Μπράβο γιατί ήταν και η πιο ξανθιά και δεν είχε φρύδια –αυτό με συνάρπαζε πάντα, τα “μη φρύδια”– μια μόδα τότε, το είχε κάνει και ο Μπόουι. Γυναίκες ξανθιές, χωρίς φρύδια, αγόρια, φτερά, πούπουλα, αυτά ήταν ένα πανόραμα για μένα». Συνέχισε λέγοντας: «Γενικά ακούω πάρα πολλή μουσική, είναι το πρώτο πράγμα που κάνω το πρωί και το τελευταίο πριν κοιμηθώ. Υπάρχει μουσική συνέχεια στην καθημερινότητά μου».
Κ – Κουήρ
Για τη σταδιακή μετάβαση του queer από το underground στο mainstream, αλλά και το εάν μπορούμε να δούμε έργα παλαιότερων σκηνοθετών υπό ένα queer πρίσμα, ο Πάνος Χ. Κούτρας έφερε το παράδειγμα της ταινίας του Αλέξη Δαμιανού Μέχρι το πλοίο (1966). «Θεωρώ ότι είναι πολύ queer ταινία με πολλούς διαφορετικούς τρόπους», σημείωσε.
Λ – Λονδίνο
Όταν ρωτήθηκε για τις αναμνήσεις του απο το Λονδίνο, ο σκηνοθέτης ανέφερε: «Ήταν καθοριστική πόλη για μένα. Το αγάπησα πάρα πολύ το Λονδίνο, αν και βρέθηκα εκεί σε μια περίοδο δύσκολη, επί Θάτσερ. Ήταν από τα ωραιότερα χρόνια της ζωής μου τότε, έζησα μόνος μου, ήταν η πρώτη φορά που έκανα σινεμά – βρέθηκα, βρήκα τον εαυτό μου. Αλλά ήταν μια δύσκολη πόλη, δεν αισθάνθηκα ότι θα μπορούσα να ζήσω εκεί. Πηγαίνοντας στο Παρίσι ένιωσα περισσότερο σπίτι μου».
Μ – Μελόδραμα
Σχετικά με το εάν το μελόδραμα είναι το αγαπημένο του είδος, ο Πάνος Χ. Κούτρας είπε: «Έχω πολλά αγαπημένα είδη. Αλλά το μελόδραμα είναι το θέμα που διάλεξα για την πτυχιακή μου εργασία. Είναι ένα σύνθετο και βαθύ είδος γιατί πάντα υπάρχει μια απεικόνιση της κοινωνίας μέσα στα πραγματικά και μεγάλα της προβλήματα, τα ταξικά και κοινωνικά. Δεν είναι καθόλου ελαφριά, είναι βαθιά πολιτικά και κοινωνικά έργα. Έχουν πολλά επίπεδα, τουλάχιστον εκείνα απο τη χρυσή εποχή του μελοδράματος. Είναι ένα είδος που αγαπώ πολύ. Αγαπώ βέβαια όλα τα είδη γιατί αγαπώ το σινεμά».
Ν – Νύχτα
Πολλές από τις σκηνές στο σινεμά του Πάνου Χ. Κούτρα εκτυλίσσονται σε νυχτερινό τοπίο. Μιλώντας για το στοιχείο που του αρέσει στη νύχτα, ο σκηνοθέτης ανέφερε σχετικά: «Έχω ζήσει πολύ τη νύχτα. Επίσης, είμαι και από αυτούς που φοβούνται το σκοτάδι. Δεν μπορώ ας πούμε να κοιμηθώ σε απόλυτο σκοτάδι, Επίσης, θα πω κάτι μπανάλ, αλλά το βράδυ υπάρχει ένας άλλος κόσμος, ξυπνάνε άλλα όντα, άλλα ένστικτα, όπως και στη φύση. Αυτό είναι λίγο συναρπαστικό, λίγο επικίνδυνο, θες να το διερευνήσεις. Επιτρέπονται περισσότερα πράγματα, διασκεδάζεις πολύ περισσότερο».
Ξ – Ξένος
Όταν ρωτήθηκε τι σημαίνει για τον ίδιο η έννοια και η ιδιότητα του ξένου, ο σκηνοθέτης σχολίασε: «Μεγάλωσα σε ένα σπίτι με έντονη την ιδιότητα του ξένου. Η οικογένεια της μητέρας μου έρχεται από τον Πόντο, ενώ του πατέρα μου από την Αίγυπτο. Εγώ ως γκέι ένιωθα ξένος, αν και το ξεπέρασα γρήγορα. Μετά υιοθέτησα τον ρόλο του ξένου, του διαφορετικού, του περίεργου πολύ γρήγορα, με μια διάθεση αντίδρασης. Όπως στο Johnny Guitar του Νίκολας Ρέι, “I’m a stranger here myself”. Αυτό αισθανόμουν πάντα και παντού. Αισθάνομαι ξένος και σαν στο σπίτι μου παντού».
Ο – Οικογένεια
«Η οικογένεια είναι το βασικό θέμα του σινεμά μου. Και πιστεύω πολύ στην οικογένεια – άνθρωποι που βρίσκονται μαζί και βοηθάει ο ένας τον άλλον. Έχω μικρή οικογένεια. Οι φίλοι μου ήταν πάντα η οικογένειά μου, με καθόρισαν και μου έμαθαν πράγματα».
Π – Πανκ
Μιλώντας για την πανκ σκηνή στο Λονδίνο την εποχή που ίδιος ζούσε εκεί, ο σκηνοθέτης είπε: «Πιστεύω ότι ήταν το τελευταίο μεγάλο νεανικό και μουσικό κίνημα που είχε τεράστιο αντίκτυπο. Μία από τις ταινίες μικρού μήκους μου έχει να κάνει με αυτό. Δύο πανκ, ένα ζευγάρι που έχει μεγαλώσει και δεν έχει πια θέση σε αυτό το καινούριο πλαίσιο. Έπρεπε να κόψουν τα μαλλιά τους, να σταματήσουν να κλέβουν, κτλ. Η πανκ είπε και άλλαξε πολλά πράγματα. Και από αισθητική σκοπιά πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο κίνημα, με εικόνες που παραμένουν πολύ δυνατές στη ζωή μας».
Ρ – Ρομπέρ Μπρεσόν
Αναφορικά με τον Ρομπέρ Μπρεσόν, ο Πάνος Χ. Κούτρας περιέγραψε την περίοδο της ζωής του κατά την οποία, ενόσω έψαχνε σπίτι στο Παρίσι, γνώρισε αρχικά τη σύζυγο του Μπρεσόν και τελικά τον ίδιο, καταλήγοντας να νοικιάσει ένα διαμέρισμα που ανήκε σε εκείνον. «Ποτέ δεν του έδειξα ταινίες μου. Ντρεπόμουν πάρα πολύ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτή την ιστορία: τότε προσπαθούσε να γυρίσει σε ταινία τη Γένεση, το πρώτο βιβλίο της Βίβλου, και δεν τα κατάφερε ποτέ. Τότε κατάλαβα για πρώτη φορά στη ζωή μου πόσο σκληρός και απάνθρωπος είναι ο κινηματογράφος. Έλεγα μέσα μου “πώς είναι δυνατόν να μη δίνεις λεφτά στον Ρομπέρ Μπρεσόν να κάνει ταινία;”».
Σ- Στρέλλα
Απαντώντας για το αν έχει την αίσθηση ότι το 2009, με τον Κυνόδοντα του Γιώργου Λάνθιμου και τη δική του Στρέλλα, συνέβαλε στη δημιουργία ενός νέου κλίματος στο ελληνικό σινεμά, ο σκηνοθέτης σχολίασε: «Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια ή ευφυολόγημα. Οι ταινίες μου, εκτός από queer, είναι και camp. Τότε έβλεπες σπάνια κάτι ανάλογο. Τώρα η αλήθεια είναι ότι βλέπω πολύ περισσότερες ταινίες από νέους σκηνοθέτες με queer και camp θεματική, γεγονός που με χαροποιεί πολύ. Δεν ξέρω αν συνέβαλα σε αυτό, φαντάζομαι όμως πως είχα μια μικρή συνεισφορά».
Τ- Το τελευταίο ψέμα
Στη συνέχεια, οι παρουσιαστές έδειξαν απόσπασμα από την ταινία Το τελευταίο ψέμα του Μιχάλη Κακογιάννη, μια ταινία που ο Πάνος Χ. Κούτρας αγαπά ιδιαίτερα. «Η Στέλλα και Το τελευταίο ψέμα είναι στο top-10 μου από ελληνικές ταινίες, μαζί με το Μέχρι το πλοίο του Δαμιανού, Το ποτάμι του Κούνδουρου και ίσως την Αναπαράσταση του Αγγελόπουλου. Αλλάζει φυσικά διαρκώς αυτή η λίστα, αν με ρωτήσετε σε μια ώρα θα σας πω ένα διαφορετικό top-10».
Υ – Υπερβολή
Για τη σημασία της υπερβολής, τόσο από τη σκοπιά του σκηνοθέτη όσο και από εκείνη του θεατή, ο Πάνος Χ. Κούτρας είπε: «Εγώ δεν αισθάνομαι ότι κάνω κάτι υπερβολικό, το αντίθετο, νιώθω ότι δεν είμαι αρκετά τολμηρός. Ένας αγαπημένος μου καθηγητής στο Λονδίνο και μέντοράς μου συνήθιζε να μου λέει: “Πάνο, ξεκινάς από την υπερβολή και συνεχίζεις ακόμη πιο έντονα”, αλλά εγώ πραγματικά δεν το ένιωσα. Ούτε ποτέ ξεκίνησα με τη σκέψη να κάνω κάτι υπερβολικό».
Φ – Φασμπίντερ
Μιλώντας για το Νέο Γερμανικό Σινεμά, ο Πάνος Χ. Κούτρας μίλησε για τον καθοριστικό ρόλο του συγκεκριμένου ρεύματος που ήταν στην ακμή του όταν εκείνος σπούδαζε κινηματογράφο. «Στη δεκαετία του ’70 και του ’80, το Νέο Γερμανικό Σινεμά ήταν το κίνημα. Ήταν ένα σινεμά που έβλεπα με δέος. Υπήρχε μια σύνδεση με το queer και με ένα σινεμά πιο απελευθερωτικό. Ωστόσο, στον Φασμπίντερ υπήρχε πάντα κάτι πολύ πονεμένο όσον αφορά το γκέι στοιχείο, το οποίο δεν μου άρεσε ιδιαίτερα. Μου αρέσει πιο πολύ το διασκεδαστικό και καρναβαλίστικο στοιχείο του Τζον Γουότερς την ίδια εποχή».
Χ – Χριστούγεννα
Με αφορμή το φινάλε της ταινίας Στρέλλα, ο σκηνοθέτης μοιράστηκε την αγάπη του για την εποχή των Χριστουγέννων. «Στη Στρέλλα, τα Χριστούγεννα σχετίζονται με το τεχνητό φως και με το επάγγελμα του ηλεκτρολόγου, οπότε αυτό είναι ένα light motif. Έπειτα, τα Χριστούγεννα είναι η κατεξοχήν οικογενειακή γιορτή, οπότε αποφάσισα ότι είναι η κατάλληλη στιγμή για να δημιουργηθεί αυτή η καινούρια οικογένεια».
Ψ – Ψυχανάλυση
«Ψυχοθεραπεία έκανα πολλά χρόνια. Είναι πλέον μια λειτουργία που τη θεωρώ αυτόματη και αυτονόητη. Αν συμβεί κάτι, μπαίνω αμεσως στη διαδικασία της ανάλυσης», είπε σχετικά ο Πάνος Χ. Κούτρας.
Ω – Ωριμότητα
Συζητώντας για το κατά πόσο υπάρχει η έννοια της καλλιτεχνικής ωριμότητας και το πώς αυτή σχετίζεται με την ηλικία, ο σκηνοθέτης είπε πως η έμπνευση μπορεί να έρθει στον καθένα ανεξαρτήτως ηλικίας, αν και ο κινηματογράφος απαιτεί δύναμη, όρεξη και αντοχή, τόσο πνευματικά όσο και σωματικά. «Νομίζω ότι ο κάθε δημιουργός φτιάχνει έναν δικό του χρόνο. Δεν πιστεύω στην καλλιτεχνική ωριμότητα. Ας πούμε, ο Ρεμπώ που έγραψε σε τόσο νεαρή και άγουρη ηλικία δεν μας έδωσε ώριμα έργα; Στην πραγματικότητα, δεν νομίζω πως έχει νόημα αυτή η έννοια», κατέληξε σχετικά.