Ιστορία

Τους έκαψαν ζωντανούς μέσα στο φούρνο – Το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη και η «μισή αλήθεια» του Μνημείου

Στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης πραγματοποιούνται δύο σημαντικές προβολές για το συγκλονιστικό συμβάν που έγινε στις 2 Σεπτεμβρίου του 1944

Χάρης Δημαράς
τους-έκαψαν-ζωντανούς-μέσα-στο-φούρνο-1132271
Χάρης Δημαράς

Σεπτέμβρης 1944. Οι Γερμανοί άρχισαν ήδη να αποχωρούν από την Πελοπόννησο, η προδιαγεγραμμένη τους ήττα στον B’ παγκόσμιο πόλεμο, ωστόσο, δεν τους πτόησε από τη διάπραξη φρικτών εγκλημάτων στην Ελλάδα και όχι μόνο.

Ένα από αυτά, που δεν έχουν πάρει ίσως τη δημοσιότητα που θα έπρεπε σε πανελλήνιο, αλλά και παγκόσμιο επίπεδο, ήταν το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη στη Θεσσαλονίκη. Απολογισμός; 149 νεκροί στο ορεινό χωριό της Θεσσαλονίκης, που έγινε τόπος μαρτυρίου. Δεν είναι μόνο ο μεγάλος αριθμός των νεκρών. Είναι ο φρικτός τρόπος που επήλθε ο θάνατός τους, είναι το μέγεθος του εγκλήματος που σοκάρει, απέναντι κυρίως σε γυναίκες και παιδιά.

Οι ΝΑΖΙ, ως «εκδίκηση», για ένα συμβάν που είχε συμβεί λίγες ώρες πριν, έβαλαν 150 ανθρώπους, γυναικόπαιδα κατά κύριο λόγο, στους φούρνους και τους έκαψαν ζωντανούς. Ό,τι πιο φρικτό και απάνθρωπο μπορεί να σκεφτεί και να υλοποιήσει ο ανθρώπινος νους.

Το αποτρόπαιο έγκλημα που έγινε λοιπόν στο Χορτιάτη, το Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 1944, εξιστορούν δύο ντοκιμαντέρ που θα προβληθούν τις επόμενες μέρες στο 26ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.

Το ένα λέγεται «Το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη» και θα προβληθεί σήμερα Τρίτη 12 Μαρτίου στις 17.00 στον κινηματογράφο Μακεδονικόν, σε σκηνοθεσία του Κώστα Εφραιμίδη (γυρισμένο το 1996, σε αφήγηση των Νάκη Αμανατίδη και Αγγελικής Τριαρίδου) και το δεύτερο λέγεται «Το χρονικό μιας Καταστροφής», θα προβληθεί την Παρασκευή 15 Μαρτίου στις 17.30 στο Μακεδονικόν, σε σκηνοθεσία της Χρύσας Τζελέπη και του Άκη Κερσανίδη.

Δείτε το τρέιλερ από το δεύτερο

Το χρονικό του εγκλήματος

Το Σάββατο 2 Σεπτέμβρη 1944, λίγες μέρες πριν φύγουν οι Γερμανοί από τη Θεσσαλονίκη σημειώθηκε ένα επεισόδιο έξω από το Χορτιάτη, μπροστά στο ρωμαϊκό υδραγωγείο, 1.500 μέτρα από την είσοδο του χωριού.

Όπως μας εξιστορεί ο Χορτιατινός δημοσιογράφος Μπάμπης Νανακούδης, που «έχασε» παππού και γιαγιά στο Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη, «ένα πρώτο επεισόδιο έγινε γύρω στις 9.30 το πρωί, όταν αυτοκίνητο της υπηρεσίας ύδρευσης με 3 εργαζόμενους και υπεύθυνο το Γιώργο Σιδερίδη με κατεύθυνση προς το Χορτιάτη, δεν σταμάτησε σε σήμα του Βάιου Τρικούδη, διμοίρητη αντάρτικης ομάδας του ΕΛΑΣ, που είχε στήσει ενέδρα εκεί, γιατί  είχε πληροφορίες ότι οι Γερμανοί και ταγματασφαλίτες θα ανέβουν προς τον Χορτιάτη και το Αρδαμέρι για να αρπάξουν και να δημεύσουν ζώα.

Έστησαν την ενέδρα για να αποτρέψουν την ιστορία αυτή, όμως το αυτοκίνητο δε σταμάτησε, τραυματίστηκε σοβαρά και ύστερα από λίγο πέθανε ο Σιδερίδης. 2 ώρες αργότερα έρχεται στο χωριό γερμανικό στρατιωτικό αυτοκίνητο που πάντα συνόδευε το αυτοκίνητο που είπαμε, με έναν Αυστριακό χημικό, που έφτιαχνε τη δοσολογία για να ρίξουν το χλώριο στο υδραγωγείο, για το νερό που έπινε όλη η Θεσσαλονίκη». 

Από την επίσκεψη του στρατιωτικού Μαξιμιλιανού Μέρτεν, στο Χορτιάτη, στις 30 Αυγούστου του 1943. Διακρίνεται στον πάνω κύκλο ο πρόεδρος του χωριού, Χρήστος Μπαντάτσιος και δεξιά ο διευθυντής του σχολείου, Γιώργος Βαλαχάς. 

Ο κ. Νανακούδης συνεχίζει:

«Έγινε και πάλι ανταλλαγή πυρών και αψιμαχία μα τους Πεταλάδες (περιπλανώμενοι Γερμανοί στρατιώτες) και τους πάνοπλους, τραυματίστηκε σοβαρά και ο χημικός και τραυματίζεται και ένας από τη στρατιωτική αστυνομία. Αυτοί έφυγαν προς το Ασβεστοχώρι, όπου είναι σήμερα το νοσοκομείο Παπανικολάου, εκεί που ήταν το Τάγμα καταδίωξης του διαβόητου Φραντς Σούμπερτ με Έλληνες ταγματασφαλίτες.

Αργά το μεσημέρι μια μεγάλη πομπή γερμανικών στρατιωτικών αυτοκινήτων με πάνοπλους Γερμανούς της Βέρμαχτ και το Τάγμα Καταδίωξης του Σούμπερτ, μαζί τους Έλληνες Γερμανάκη και Καπετανάκη, Κρητικούς που τους είχε φέρει μαζί του, έφτασε στο χωριό.

Ήταν περίπου 300 Γερμανοί στρατιώτες της Βέρμαχτ. Συγκέντρωσαν τους κατοίκους του Χορτιάτη που δεν έφυγαν για το βουνό. Η πλειοψηφία είχε φύγει προς το βουνό, εκεί ήταν η σωτηρία. Έμειναν περί τα 200 άτομα στο Χορτιάτη, κυρίως γυναικόπαιδα. Η γιαγιά μου έμεινε γιατί περίμενε το πατέρα μου και τον θείο μου που πιτσιρικάδες είχαν κατέβει για δουλειά στη Θεσσαλονίκη, όμως επιστρέφοντας είδαν τους Γερμανούς από μακριά και δεν πλησίασαν. 

Την γιαγιά μου την έκαψαν ζωντανή στην οικία Νταμπούδη. Τον παππού μου τον είδαν από μακριά που ανέβαινε το βουνό, τον πυροβόλησαν και τον σκότωσαν. 

Τους είχαν μαζέψει στην πλατεία, στο σπίτι και στην αυλή στο σπίτι του Χρήστου Μπαντάτσιου που ήταν στην αρχή του χωριού και είναι τώρα μια ταβέρνα που λέγεται Κήπος και τότε Ρέμβη. Το μνημείο είναι λίγο πιο πάνω.

Μάζεψαν 50 στην πλατεία και 80 στην αυλή και αποφάσισαν να κάψουν τους πρώτους στο φούρνο Γκουραμάνη και τους άλλους στο σπίτι της οικογένειας του Βαγγέλη Νταμπούδη. Στο σπίτι του Νταμπούδη τους έκαψαν όλους ζωντανούς. Στο φούρνο Γκουραμάνη από τα 80 άτομα γλίτωσαν μία γυναίκα στα 40 της και 8 παιδιά από 2 χρονών μέχρι 14 ετών.

149 γυναικόπαιδα κάηκαν ζωντανοί εκείνη τη μέρα. Εκτός από αυτό, είχαμε και βιασμούς γυναικών και αποκεφαλισμούς παιδιών, πλιατσικολόγησαν τα σπίτια και τα έβαλαν φωτιά».

Για να τους κάψουν, οι Ναζί χρησιμοποίησαν εμπρηστική σκόνη, την οποία έριχναν πάνω στα θύματα, ώστε να πάρουν πιο εύκολα φωτιά. Μέθοδο που ακολουθούσαν και με τους Εβραίους.

Πώς επέζησε η 11χρονη Ελένη Νανακούδη

Η μαρτυρία της Ελένης Νανακούδη, θείας του Μπάμπη, που σώθηκε όταν ήταν 11 χρονών, συγκλονίζει: «Μας οδήγησαν στο φούρνο. Έρχεται ένας ταγματασφαλίτης και στήνει ένα οπλοπολυβόλο στην πόρτα. Αρχίζει να πυροβολεί πάνω μας και να μας βρίζει με χυδαία λόγια. Έριξε μετά μια εμπρηστική σκόνη και ξερά χόρτα για να καούμε καλύτερα. Γύρισα και είδα τη Μαρίκα του Θεοφάνη με τα μυαλά πεταγμένα από τη σφαίρα. 

Η μάνα μου σκοτωμένη, αλλά και η αδελφή μου, που η σφαίρα τη βρήκε στο κεφάλι, βγήκε και σφηνώθηκε στην αριστερή μου παλάμη. Δύο σφαίρες με είχαν βρει στα δυο μου γόνατα. Αλλά δεν καταλάβαινα τίποτα ακόμη. Τότε είδα ζωντανή την Σοφία του Παναγιώτη του Αγγελινούδη τη γυναίκα, με το μωρό στην αγκαλιά να κατεβαίνει τη σκάλα. Πήγα κοντά της, πιάστηκα από τη φούστα της και κατεβήκαμε μαζί. Ο φούρνος καιγόταν από παντού. Κάτω ήταν όλες σκοτωμένες και πατούσαμε στα πτώματα. 

Είχα βουτηχτεί στο αίμα! Ακόμη δεν είχα πάρει είδηση ότι είχα τραυματιστεί στα πόδια και στο χέρι. Ο τρόμος γύρω μου δεν με άφηνε να σκεφτώ τίποτα. Δεν προλάβαμε να κατεβούμε κάτω και εμφανίστηκε στην εξώπορτα ένας Ταγματασφαλίτης και με μαχαίρι έκοψε το λαιμό της Σοφίας. Εγώ ήμουν πίσω της και έτσι χωρίς να με πάρει είδηση τρύπωσα κάτω από έναν πάγκο… Σε λίγο βγήκα έξω, η φωτιά έκαιγε τα πάντα. 

Εκεί είδα καμιά δεκαριά σκοτωμένους. Έπεσα επάνω τους. Εκεί ήταν και η Τερψιχόρη, η γυναίκα του Γρηγόρη του Λασκαρίδη, σκοτωμένη και θήλαζε το παιδί της! Το αίμα της πεταγόταν σαν βρύση και με έλουζα ολόκληρη. Το μωρό βύζαινε και έκλαιγε μαζί. Όμως δεν τολμούσα να το ησυχάσω. Επρεπε να κάνω κι εγώ τη σκοτωμένη. Σε λίγο πλησίασαν 3-4 Ταγματασφαλίτες και γελάγανε με το μωρό που βύζαινε και έκλαιγε. Εγώ μπρούμυτα. Μου ρίχνουν μια κλοτσιά στα πλευρά να δουν αν ζούσα. Εγώ τσιμουδιά… Μπορεί στη στοίβα να ήταν κι άλλοι ζωντανοί και να κάναν το ίδιο, δεν ξέρω».

Διασωθέντες ήταν και η Μαρία Αγγελινούδη, 44 ετών, Πέτρος Τσαγκαλής 7 ετών, Βασιλική Γκουραμάνη 12 ετών και Αναστάσιος Ρωμούδης 7 ετών, που επίσης συγκλονίζουν με τις μαρτυρίες, οι οποίες δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Χορτιάτης 570, πέρυσι.

Η «μισή αλήθεια» στο Μνημείο

to_mnimeio_toy_olokaytomatos.jpg

Το Μνημείο του Ολοκαυτώματος στο Χορτιάτη, που όμως έπρεπε να γράφει και τους Έλληνες εγκληματίες. Ο Μπάμπης Νανακούδης μας λέει: Στο μνημείο που ανεγέρθη το 1960 γράφει ότι Εκάηκαν ζώντες υπό των Γερμανών. Αυτό είναι η μισή αλήθεια. Επρεπε να γράφει εκάηκαν ζώντες υπό των Γερμανών και των Ελλήνων συνεργατών τους». Επίσης, τονίζει την ανάγκη για δημιουργία για ένα Μουσείο Ολοκαυτώματος Χορτιάτη.  

Εφραιμίδης: «Μου έφυγε η κάμερα από τα χέρια»

Ο Κώστας Εφραιμίδης, σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ «Το Ολοκαύτωμα του Χορτιάτη» που θα προβληθεί απόψε, μιλά στη Parallaxi. «Η γνωριμία μου με έναν άνθρωπο που έζησε αυτή τη φρικαλεότητα με έκανε να γυρίσω αυτό το ντοκιμαντέρ. Ήταν η Έλλη Κούσιαλη, που έζησε από κοντά τα γεγονότα και είχε γράψει ένα βιβλίο. Τα γυρίσματα ξεκίνησαν από το δωμάτιό της όπου έγραφε το βιβλίο. Πρέπει να σου πω ότι το γύρισα όλο σε 3,5 μέρες, μαζί με το μοντάζ. Ήμουν όλη μέρα στους δρόμους. Μιλά σε αυτό η Ελένη Νανακούδη, επιζήσαντες και επιζήσασες, αλλά και ένας δωσίλογος που στη συνέχεια όμως τον έβγαλα γιατί διαμαρτυρήθηκαν οι συγγενείς του. Αυτό που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι ότι οι περισσότεροι απέφευγαν να τι συζητάνε. Έχουν στεναχώρια και δεν ήθελαν καν να το θυμούνται. Με συγκλόνισε αυτό, στο γύρισμα μου έφυγε η κάμερα από τα χέρια».

Πάντως, θέλησε να ευχαριστήσει δημοσίως τον τότε γενικό διευθυντή της ΕΡΤ, Μιχάλη Αλεξανδρίδη για τη δημιουργία του ντοκιμαντέρ, ενώ έκανε για έναν «θησαυρό» που υπάρχει στο αρχείο της ΕΡΤ από πλάνα, εκπομπές και κασέτες, που θα έπρεπε να αξιοποιηθούν.

Ολοκαύτωμα Χορτιάτη

Τζελέπη-Κερσανίδης: «Έγκλημα που καλυπτόταν από πέπλο λήθης»

Την Παρασκευή (15/3) θα προβληθεί το δεύτερο ντοκιμαντέρ, το «Χρονικό μιας καταστροφής» της Χρύσας Τζελέπη και του Άκη Κερσανίδη.

«Η ταινία προσπαθεί να ‘αναπαραστήσει’ το ολοκαύτωμα του Χορτιάτη μέσα από μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα από κοντά και παράλληλα να τονίσει τη σημασία του να διατηρηθεί ζωντανή η ιστορική μνήμη. Το παζλ της ιστορίας διαμορφώνεται όχι μόνο από τις επίσημες ιστορικές πηγές αλλά και από τις διαφορετικές οπτικές θέασης των γεγονότων και μέσα από τα προσωπικά βιώματα των καθημερινών ανθρώπων. Η βιωμένη ιστορία δίνει άλλη διάσταση στα ιστορικά γεγονότα», λένε οι δημιουργοί στην Parallaxi.

Τι ήταν, όμως, αυτό που τους παρακίνησε να φτιάξουν το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ;

«Όταν διαπιστώσαμε ότι ένα τόσο σημαντικό ιστορικό γεγονός (που είχε συμβεί μόλις εβδομήντα χρόνια πριν) ήταν σχεδόν άγνωστο στην πλειονότητα των κατοίκων της χώρας αλλά και της πόλης, αποφασίσαμε να το καταγράψουμε μέσα από τις μαρτυρίες των τελευταίων επιζώντων αυτού του τρομερού εγκλήματος που συντελέστηκε στην διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Στην αρχή δεν καταλαβαίναμε γιατί ένα τόσο συνταρακτικό γεγονός καλύπτονταν κάτω από το πέπλο της λήθης και θελήσαμε να αφαιρέσουμε αυτό το πέπλο. Ψάχνοντας βρήκαμε ότι υπήρχαν κάποιες σημαντικές καταγραφές στο πρόσφατο παρελθόν αλλά δεν αρκούσαν γιατί εν τω μεταξύ είχαν προκύψει και κάποια νέα ιστορικά στοιχεία για το τι ακριβώς είχε συμβεί εκεί το Σεπτέμβριο του 1944».

Ολοκαύτωμα Χορτιάτη

Αυτό που κάνει όμως ακόμη πιο αποτρόπαιο και συγκλονιστικό, κατά τους δημιουργούς είναι η περιγραφή της κόλασης, που μάλιστα προκλήθηκαν και από Έλληνες και όχι μόνο από Γερμανούς.

«Είναι συγκλονιστικό να ακούς ανθρώπους να περιγράφουν τις στιγμές που πέρασαν μέσα από την κόλαση και επέστρεψαν στον κόσμο των ζωντανών. Φυσικά όχι αλώβητοι με το τραύμα του θανάτου των αγαπημένων τους προσώπων να τους ακολουθεί σε όλη τους τη ζωή. Το γεγονός ότι το τρομερό αυτό έγκλημα συντελέστηκε μερικές μέρες πριν φύγουν οι Γερμανοί από την χώρα και το ότι σε αυτό συμμετείχαν σε μεγάλο βαθμό και Έλληνες πολίτες το κάνει ακόμη πιο αποτρόπαιο και πιο συγκλονιστικό».

«Όλοι ξέρουμε ότι την ιστορία την γράφουν οι νικητές. Σε αυτή την περίπτωση (του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου) εμείς σαν χώρα είμαστε ανάμεσα στους νικητές. Αναρωτιόμαστε όμως τότε, γιατί να καλύπτουμε εμείς οι νικητές, με το βαρύ πέπλο της λήθης τα εγκλήματα του εχθρού; Και γιατί να μην αισθανόμαστε περήφανοι για την αντίσταση που προτάξαμε σαν λαός απέναντι σε αυτόν τον εχθρό; Απέναντι στον φασισμό;

Η ιστορική μνήμη θα αποκατασταθεί μόνο όταν όλοι κατανοήσουμε τι ακριβώς έχει συμβεί στη χώρα μας κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, πόσο πίσω μας πήγε αυτό αν χώρα, και όταν επί τέλους πάρουμε πίσω τις πολεμικές αποζημιώσεις που μας χρωστούν και που απαιτούμε εδώ και χρόνια».

 

Ολοκαύτωμα Χορτιάτη

Το τέλος του Σούμπερτ

Το τέλος του  Φραντς Σούμπερτ, του Ναζί εγκληματία, ήταν για βιβλίο. Ο ίδιος διέφυγε μαζί με τις γερμανικές δυνάμεις, το 1944, λίγα χρόνια μετά όμως θέλησε να γυρίσει στην Ελλάδα, στον τόπο των εγκλημάτων του, με το επίθετο Κωνσταντινίδης (φήμες λένε εξαιτίας ενός έρωτα με Ελληνίδα). Στο αεροπλάνο τον αναγνώρισε ένας αστυνομικός, συνελήφθη, δικάστηκε στη Θεσσαλονίκη, καταδικάστηκε 27 φορές σε θάνατο και εκτελέστηκε στο Γεντί Κουλέ.

Όσο για τα πρωτοπαλίκαρά του; Καπετανάκη και Γερμανάκη; Ο ένας σκοτώθηκε ο άλλος διέφυγε στην Ιταλία… Όπως διέφυγαν κι άλλοι ταγματασφαλίτες…

Πηγές: Βιβλίο Θεόδωρου Βαλαχά Δάφνης Θεοχάρη, «Ότι απόμεινε από τη μέρα εκείνη η μνήμη είναι» – Εφημερίδα: Χορτιάτης 570.

Ολοκαύτωμα Χορτιάτη

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα