Τρεις ταινίες που δεν πρέπει να χάσετε στο Φεστιβάλ!

Τρεις διαφορετικές σινέ-προτάσεις, τρία έξοχα παραδείγματα ανεξάρτητου παγκόσμιου σινεμά

Πάνος Αχτσιόγλου
τρεις-ταινίες-που-δεν-πρέπει-να-χάσετε-574958
Πάνος Αχτσιόγλου
ΕΙΚΟΝΑ FACEBOOK @ ΦΚΘ90242234_4257730177586089_8945851939044720640_o

Τρεις διαφορετικές σινέ-προτάσεις, τρία έξοχα παραδείγματα ανεξάρτητου παγκόσμιου σινεμά συνθέτουν την πληθώρα επιλογών και την αναδεικνύουν την πολυμορφία αλλά και την πολυδιάστατη φύση του σινεμά, αποτυπωμένη μέσα από τις (ψηφιακές) σελίδες του φετινού 61ου ΦΚΘ

True Mothers της Ναόμι Καβάσε 

Η νέα ταινία της Ναόμι Καβάσε διέπεται από τον γνωστό ανθρωπισμό της σκηνοθέτη και βυθίζεται στα άδυτα των συναισθημάτων που ορίζουν την έννοια της μητρότητας, σε ένα δράμα χαρακτήρων που περιστρέφεται γύρω από δύο διαφορετικές αλλά και τόσο όμοιες μητέρες: τη βιολογική και την ανάδοχη. Μια οικογένεια που δεν μπορεί να κάνει παιδιά αποφασίζει μετά από διάφορες αναποδιές να υιοθετήσει ένα αγοράκι, μέσω ενός ειδικού προγράμματος που προφέρει τη δυνατότητα «στα παιδιά να διαλέξουν τους γονείς τους, και όχι το αντίθετο όπως συνήθως συμβαίνει».

Καθώς τα χρόνια κυλούν και ο δεσμός δυναμώνει όλο και περισσότερο έρχεται κάποια στιγμή ένα απροσδόκητο τηλεφώνημα να ταράξει τα νερά της μεγαλοαστικής ζωής τους. Η ταινία μεταφέρεται έξυπνα από το παρόν στο παρελθόν με μεγάλα φλασμπάκ αλλά και μεταβαίνει περίτεχνα από τον ένα κεντρικό χαρακτήρα στον άλλο, στην αρχή πιο νωχελικά και στη συνέχεια με μεγαλύτερη επαναληψιμότητα. Ο πολύ αργός ρυθμός ωστόσο, αλλά και πολλές φορές το αναμάσημα των ίδιων στοιχείων (συνοδευμένα από ένα ακατάσχετο μελοδραματισμό, ιδίως προς το φινάλε που αργεί διαρκώς να έρθει) στερούν τελικά από την ταινία την μεγάλη συναισθηματική πρόσκρουση, παρότι κάποιος θα ήλπιζε το αντίθετο. Το ύφος της Καβάσε είναι γνωστό και δεν θα περίμενε κανείς τίποτε διαφορετικό, αν γνωρίζει έστω και μία από τις ταινίες της (με σημαντικότερη το βραβευμένη «γλυκό φασόλι»).

Όμως εδώ τα πράγματα δείχνουν σε στιγμές ξεχειλωμένα και αδυνατούν να διατηρήσουν το ενδιαφέρον παρόλο που οι ερμηνείες είναι στέρεες και η κεντρική θεματολογία επαρκώς αναπτυγμένη. Μένει μόνο η αρχική σκηνή των νερών αλλά και του υπόκωφου κλάματος ενός μωρού να θυμίζουν τελικά ότι μια άκρως καλογυρισμένη σκηνή μπορεί να πει πολλά περισσότερο απ΄ ότι ένα ολόκληρο μετριοπαθές έργο δυόμισι ωρών.

Relic της Νάταλι Έρικα Τζέιμς

Ατμοσφαιρικό Αυστραλέζικο χόρορ από την Ήπειρο που τα τελευταία χρόνια έχει κάνει άλματα στο είδος και μας έχει χαρίσει πολύ καλά δείγματα γραφής, από αξιοπρεπείς ταινίες (βλέπε «Wolf creek») μέχρι μικρά διαμαντάκια (βλέπε «Babadook»). Το συγκεκριμένο φιλμ πατάει πάνω στην πεπατημένη συνταγή «στοιχειωμένο σπίτι – ένοχα οικογενειακά μυστικά», προσπαθώντας να δημιουργήσει σασπένς και τρόμο που χάνεται βαθιά στο γενεαλογικό δέντρο τριών γυναικών οι οποίες αναγκάζονται να βρεθούν κοντά η μία στην άλλη μετά από πολλά χρόνια, όταν η ογδοντάχρονη ιδιοκτήτρια του σπιτιού (μητέρα της μιας και γιαγιά της άλλης) αρχίζει να εμφανίζει σοβαρά συμπτώματα άνοιας.

Ενώ η αλληγορία γίνεται τελικά πολύ γρήγορα αντιληπτή και η ατμοσφαιρικότητα του σπιτιού μαζί με την αξιοπρεπέστατη ερμηνεία και των τριών βασικών πρωταγωνιστριών (με πρώτη αυτή της εξαιρετικής Ρόμπιν Νέβιν) δίνει αληθοφάνεια στο εγχείρημα, πολλές υποπλοκές όχι απλά μένουν στην μέση αλλά δεν εξελίσσονται ποτέ, με μια βασική που έχει να κάνει με ένα παλιό σπίτι της οικογένειας και ένα συγκεκριμένο παράθυρο που μεταφέρθηκε πριν πολλά χρόνια και στο καινούριο οίκημα να μην έχει κανέναν λόγο ύπαρξης. Τελικά, ουδέποτε καταλαβαίνεις την χρησιμότητα μιας επεξηγηματικής σκηνής που συνοδεύει την εν λόγω σεναριακή απόκλιση περίπου στη μέση του φιλμ, η οποία δεν προσθέτει τίποτε στην ανάπτυξη ή τον εμπλουτισμό του στόρι από όποια πλευρά κι αν το δεις.

Η εξέλιξη του φιλμ οδηγεί δε σε ένα φινάλε που στερείται οποιουδήποτε νοήματος (πλην του συμβολισμού που αφήνει σίγουρα το αποτύπωμα του, μαζί με την απαράμιλλη γκροτέσκ αισθητική του) και το χτίσιμο της έντασης δεν εκτονώνεται σχεδόν ποτέ, αφήνοντας μια άγευστη αίσθηση καθώς πέφτουν οι τίτλοι. Ιδανικό για μεταμεσονύχτια προβολή.

After Love του Αλίμ Καν

Μια γυναίκα στην Αγγλία βλέπει όλη της τη ζωή να καταρρέει όταν ο Πακιστανός άνδρας της πεθαίνει ξαφνικά σε μια σεκάνς που σε αρπάζει κυριολεκτικά από το λαιμό, τα πρώτα δευτερόλεπτα του φιλμ. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ανακαλύπτει ότι ο έμπιστος και τρυφερός σύντροφος της ζούσε διπλή ζωή έχοντας μια γυναίκα κι έναν γιο στην απέναντι πλευρά του καναλιού της Μάγχης . Μην γνωρίζοντας ακριβώς τι να κάνει και αντιμετωπίζοντας μόνη της για πρώτη φορά την υπέρτατη τραγωδία, πηγαίνει στην γαλλική πόλη για να συναντήσει την μισητή αντίζηλο.

Ένα οικογενειακό δράμα που αναπτύσσεται αργόσυρτα, με τα μονίμως απορημένα μάτια της πρωταγωνίστριας Τζοάνα Σκάνλαν να προσπαθούν να εκφράσουν την οδυνηρή φύση της απώλειας αλλά και την έκπληξη της χρόνιας εξαπάτησης, που δεν βαραίνουν τελικά τόσο αυτόν που έφυγε άλλα κυρίως αυτούς που μένουν πίσω και προσπαθούν να μαζέψουν τα κομμάτια τους. Το σενάριο είναι σχεδόν πανομοιότυπο με το εξίσου φεστιβαλικό «The cakemaker» που προβλήθηκε πριν λίγα χρόνια.

Η θρησκευτική διάσταση τονίζεται λιγάκι περισσότερο προς το φινάλε, αν και κεντρική συναισθηματική δύναμη παραμένει η παρουσία και η ερμηνεία της Αγγλίδας πρωταγωνίστριας η οποία έχει ασπαστεί για χάρη του άνδρα της το Ισλάμ. Ένα βραδυφλεγές οικογενειακό δράμα σε βρετανικό ανεξάρτητο στιλ που μπορεί να μην απογειώνεται ποτέ αλλά σίγουρα έχει αρκετούς σινε-φίλους.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα