Μουσική

O Αμερικανός που θα ενώσει την κλασική μουσική με τους ρυθμούς της Κούβας στον Λόφο της Σάνης

Λίγο πριν ανεβεί στον Λόφο της Σάνης, ο Joachim Horsley μιλά στην Parallaxi.

Parallaxi
o-αμερικανός-που-θα-ενώσει-την-κλασική-μ-467594
Parallaxi

Μια εντελώς διαφορετική συνάντηση μας περιμένει στο λόφο της Σάνης, αυτό το Σάββατο 20 Ιουλίου, καθώς η κλασική μουσική θα γίνει ένα με τους ρυθμούς της Κούβας, στην ενότητα ClassicalWaves του αγαπημένου Sani Festival.

Ο Joachim Horsley, ένας αναγνωρισμένος μουσικός, συνθέτης και ενορχηστρωτής στην πρώτη και αποκλειστική εμφάνισή του στην Ελλάδα, είναι ένας κορυφαίος Αμερικανός πιανίστας, που χρησιμοποιεί το αγαπημένο του μουσικό όργανο για να οδηγήσει το κοινό κάθε φορά σε νέες μουσικές ανακαλύψεις.

Έχοντας συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως οι John Legend, Ben Folds, και Michael Bublé, και ενορχηστρώσει ταινίες και τηλεοπτικές σειρές όπως τα Disneys’ Big City Greens, Lionsgate’s, Ouija και The Possession, αποκαλύπτει τώρα το φιλόδοξο σόλο project του ‘Via Havana’: την ανασύνθεση μεγάλων έργων της κλασικής μουσικής μέσα από τη ματιά του afro-caribbean ρυθμού. Καταφέρνει έτσι να δημιουργήσει έναν κόσμο όπου οι συμφωνίες του Beethoven και του Mahler πλέκονται με μουσικά στοιχεία από την Κούβα, την Αϊτή και τη Βενεζουέλα, καλώντας τον ακροατή να ταξιδέψει με την ψυχή του και κυρίως με την καρδιά του.

Λίγο πριν ανεβεί στον Λόφο της Σάνης, ο Joachim Horsley μιλά στην Parallaxi.

Τι σας ενέπνευσε να γίνετε μουσικός και συγκεκριμένα να επιλέξετε το πιάνο; Ποιοι καλλιτέχνες θα λέγατε πως σας επηρέασαν;

Ξεκίνησα να μελετάω πιάνο πολύ νωρίς στη ζωή μου, ελπίζοντας να παίξω σαν τον μεγάλο μου αδελφό. Όλο το σπίτι ήταν μουσικό, και η μητέρα μου πίεσε τα παιδιά της να σπουδάσουν κλασική μουσική επίσημα, πράγμα που κάναμε μεγαλώνοντας στην περιοχή της Βοστώνης. Σαν έφηβος, ανακάλυψα την τζαζ και την κουβανέζικη μουσική, και ερωτεύτηκα. Πέρασα πολλά χρόνια στο υπόγειο των γονιών μου, πειραματιζόμενος με την ηχογράφηση και την σύνθεση, χρησιμοποιώντας έναν παλιό μίκτη ήχου 4 καναλιών. Μελέτησα πολλά μουσικά όργανα, αλλά πάντα γυρνούσα πίσω στο πιάνο ως το κύριο επίκεντρο. Τα πρώτα μου είδωλα ήταν οι Henry Mancini, Leonard Bernstein, John Williams, Oscar Peterson, Murray Pariah, Horace Silver, Stevie Wonder, Tito Puente, Arsenio Rodriguez, Paul Simon, Aaron Copeland και Samuel Barber. Πάντα εκτιμούσα πως η μουσική ήταν ένας βαθυστόχαστος τρόπος να πεις μια ιστορία, κάτι που έκανε την σύνθεση μουσικής για τον κινηματογράφο πολύ ελκυστική σαν επάγγελμα.

Έχετε συνεργαστεί με μουσικούς όπως οι John Legend και Michael Bublé, μεταξύ άλλων. Ποια θα λέγατε πως ήταν η πιο ενδιαφέρουσα μουσική συνεργασία που σας αντάμειψε και με ποιον τρόπο;

Συνεργάστηκα με τον πιανίστα / τραγουδιστή / τραγουδοποιό Ben Folds σαν αντιγραφέας και ενορχηστρωτής στο κοντσέρτο του για πιάνο, στο άλμπουμ του “So There” του 2015, στη διάρκεια περίπου ενάμιση χρόνου. Πάντα αγαπούσα την μουσική του, έτσι ήταν απόλαυση να γίνω μάρτυρας της δημιουργικής του διαδικασίας και να τον βοηθήσω να εκφράσει το όραμά του για την ορχήστρα. Είμαι πολύ περήφανος για εκείνο το κομμάτι! Ο Ben πάντα προχωράει με την τέχνη του, και πραγματικά με ενθάρρυνε και με ενέπνευσε να σπρώξω επίσης τον εαυτό μου με νέους τρόπους, πράγμα που μου έδωσε θάρρος να επιδιώξω το project ‘Via Havana’. Την περασμένη χρονιά, ο Ben με κάλεσε να ερμηνεύσω το “Beethoven in Havana” σε μια συναυλία που επιμελήθηκε στο Kennedy Center στην Ουάσινγκτον, κάτι που ήταν μια υπέροχη ευκαιρία και μια σημαντική στιγμή για να βγει το project έξω στον κόσμο. Είναι κάποιος που έχω στην υψηλότερη εκτίμηση σαν μουσικός και σαν άνθρωπος.

Έχετε δουλέψει εκτεταμένα στη μουσική για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, όπως την σύνθεση για την animated σειρά ‘Big City Greens’ της Disney, και την ενορχήστρωση και διεύθυνση της μουσικής για τις ταινίες ‘Ouija’, ‘The Possession’ και ‘Rabbit Hole’. Ποια είναι η δημιουργική σας διαδικασία σε αυτή την πτυχή της δουλειάς σας; Και υπάρχει δημιουργική ελευθερία με τόσο μεγάλα project στη βιομηχανία;

Η σύνθεση μουσικής για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση είναι αναγκαστικά μια πολύ συνεργατική τέχνη. Η βασική εργασία είναι πάντα να υποστηρίζεις την ιστορία και να κάνεις την εμπειρία πιο ζωντανή για το κοινό. Το ‘Big City Greens’ είναι μια αστεία και εγκάρδια σειρά με μοναδικό τόνο και γοητεία. Δουλεύω απευθείας με τους δημιουργούς της σειράς, Shane και Chris Houghton, που έχουν υπέροχη φαντασία και καταλαβαίνουν όλες τις πτυχές της παραγωγής ταινιών, ειδικά του δράματος στη μουσική (είναι και οι δύο επίσης μουσικοί). Έχουμε μια δυναμική σχέση όπου παίρνω πολύ συγκεκριμένες οδηγίες, αλλά το θεωρώ δουλειά μου να τραβάω τα όρια, ελπίζοντας να προσθέτω στο χιούμορ, στην συναισθηματική σύνδεση και στον θρύλο της σειράς. Σίγουρα έχουμε αναπτύξει έναν “ήχο” στον κόσμο του ‘Big City’, έτσι πρέπει να τον σεβόμαστε ώστε να κρατήσουμε το κοινό στον κόσμο. Αλλά υπάρχει πάντα μια ευκαιρία για κάτι εντελώς ανεξέλεγκτο. Είναι πολύ διασκεδαστικό και υπάρχει τεράστιο ταλέντο σε ολόκληρη την παραγωγή.

Η ενορχήστρωση για ταινίες είναι διαφορετική δουλειά, γιατί έχει να κάνει με την συνεργασία με έναν άλλον συνθέτη για να τον βοηθήσεις να εκφράσει τις ιδέες του ξεκάθαρα για την ορχήστρα. Ο κύριος στόχος είναι να τιμήσεις το όραμα του συνθέτη και να βοηθήσεις να πάει ο ήχος πέρα από την φαντασία όλων.

Στο τελευταίο σας project “Via Havana”, συγχέετε μεγάλα έργα κλασικής μουσικής με afro-caribbean ρυθμούς. Τι ενέπνευσε αυτό το project και τι είναι αυτό που συνδέει για σας αυτά τα δύο είδη μουσικής;

Επισκέφτηκε την Αβάνα, στην Κούβα ( με τον καλό μου φίλο Aldo Mazza μέσω του εργαστηρίου του, Kosa Music Drum Workshop) το 2015, για να εμβαθύνω την κατανόησή μου για την κουβανέζικη μουσική και την ιστορία της. Ήταν μια περίοδος που μου άνοιξε τα μάτια, για να πω το λιγότερο, ειδικά καθώς παρακολούθησα απίστευτες ερμηνείες παραδοσιακών συνόλων της ρούμπα, και δούλεψα απευθείας με κορυφαίους Κουβανούς μουσικούς. Αυτό που έφτασα να εκτιμήσω ήταν πως η ιστορία της Κούβας δημιούργησε μια πραγματικότητα όπου η δημιουργία μουσικής θα επρόκειτο να είναι στοιχειωδώς διαφορετική από ότι σε άλλα μέρη. Κάθε κουλτούρα της Καραϊβικής έχει μοναδική μουσική, και με συναρπάζουν τα διαφορετικά συναισθήματα από χώρες όπως η Αϊτή, η Βενεζουέλα, η Μαρτινίκα και το Πράσινο Ακρωτήριο. Γενικά μιλώντας, τα afro-caribbean στυλ προέρχονται από μια εντελώς διαφορετική πολιτισμική προοπτική από την κλασική μουσική, και σκέφτηκα πως το να δημιουργήσω νέα έργα εξερευνώντας αυτή την αντίθεση θα ήταν ενδιαφέρον. Περαιτέρω, ποτέ δεν σκέφτομαι τα έργα του Μπετόβεν και του Μάλερ ως “μουσειακά κομμάτια” – δηλαδή, ως ιερά αντικείμενα που δεν πρέπει να αλλαχτούν ποτέ. Αντίθετα, πρέπει να γιορτάζονται με τους πιο τολμηρούς και οικείους τρόπους. Ερμηνεύω και διασκευάζω αυτά τα κομμάτια με την ελπίδα να αποτυπώσω την φωτιά και το πάθος του αρχικού συνθέτη, αλλά φαντάζομαι πως ζούσαν μια ζωή στην Καραϊβική πάρα στην Ευρώπη.

Ποιος είναι ο πρωταρχικός σας στόχος με την μουσική που δημιουργείτε; Και ποιος είναι ο πιο ξεκάθαρός σας στόχος για το μέλλον;

Πιστεύω πως είμαστε όλοι συνδεδεμένοι με κάποιον τρόπο σε αυτή τη Γη, σαν να υπάρχει κάποιος ιστός που μας δένει μαζί. Πρέπει να μας το θυμίζουν αυτό ώστε να προχωρήσουμε μπροστά σαν άτομα και σαν πολιτισμός, ειδικά αφού βιώσουμε δυσκολίες, αποτυχία και απώλεια. Συνεχώς το σκέφτομαι αυτό όταν συνθέτω και διασκευάζω – πώς συνδέεται αυτή η μουσική με έναν άνθρωπο και το πνεύμα του, και νιώθουμε πιο κοντά σε κάποια στοιχειώδη ομοιότητα; Όλη η μουσική, ακόμα και η μουσική που είναι απλή και ξέγνοιαστη, πρέπει να σε αγγίξει για να είναι επιτυχία. Έτσι, ο μακροπρόθεσμος στόχος μου είναι να πιέσω τον εαυτό μου να βρει φρέσκους τρόπους να συνδέσει τους ανθρώπους μέσω της μουσικής.

Αυτή είναι η πρώτη φορά που θα ερμηνεύσετε στην Ελλάδα. Τι να περιμένει το ελληνικό κοινό από την συναυλία σας και τι ελπίζετε να του μείνει στο τέλος της βραδιάς;

Η συναυλία είναι ένα ταξίδι μέσα από ένα παράλληλο σύμπαν, όπου οι καλύτεροι συνθέτες της κλασικής μουσικής είναι ακμάζοντες καλλιτέχνες στην Καραϊβική, ζώντας όλη την χαρά και τον σπαραγμό που το συνοδεύει αυτό. Θα χορέψουμε, θα ονειρευτούμε, θα γελάσουμε, θα μάθουμε για τους άλλους και για τους εαυτούς μας, και θα αναρωτηθούμε. Αλλά πάνω από όλα, ελπίζω να βιώσουμε εκείνη την μεγάλη αίσθηση του ανήκειν που η μουσική μπορεί να παρέχει.

SANI FESTIVAL 2019 CLASSICAL WAVES JOACHIM HORSLEY 20.07 ΣΑΒΒΑΤΟ

Joachim Horsley (piano) Pedro Barrios (percussions) Abraham Mansfarroll (drum) Bertrand Beruard (double bass)

*Σάββατο 20 Ιουλίου 2019, Ώρα: 21:30, Λόφος της Σάνης, Κασσάνδρα Χαλκιδικής, Γενική Είσοδος: 20€, Καθήμενοι: 30€

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα