γιώργος-ανδρέου-είμαι-μία-τρελή-περί-1350789

Μουσική

Γιώργος Ανδρέου: «Είμαι μία τρελή περίπτωση. Τη μία έγραφα τη “Μικρή Πατρίδα” και την άλλη ηχογραφούσα το “Σαν τρελό φορτηγό”»

Ο σημαντικός συνθέτης φωτίζει στιγμές της πορείας του, τραγούδια και συνεργασίες που έγιναν αλλά και μία που δεν πρόλαβε να γίνει, λίγο πριν τις δύο βραδιές προς τιμήν του στο Φεστιβάλ Επταπυργίου

Γιώργος Σταυρακίδης
Γιώργος Σταυρακίδης

Ο Γιώργος Ανδρέου είναι από τις σημαντικές εκείνες περιπτώσεις που έζησαν αλλά και διαμόρφωσαν με τα τραγούδια τους την ελληνική δισκογραφία από το ξεκίνημα μίας σπουδαίας περιόδου την δεκαετία του ’80 μέχρι και τα τέλη του ’90 (αρχές του 2000) που πλέον από εκεί και πέρα το λεγόμενο έντεχνο, χάνει σταδιακά την αίγλη των προηγούμενων χρόνων, τουλάχιστον για τα ραδιόφωνα της χώρας.

Σε μία κουβέντα μεγάλη που θα έπρεπε να ανοίξουμε, εκείνη την εποχή είναι αν σε αυτό τελικά έχουν πραγματικά μερίδιο ευθύνης οι δημιουργοί και οι τραγουδιστές του έντεχνου ή φταίει η εποχή της λάμψης και του στρας που κυριεύει πια τόσο την δισκογραφία όσο και τα ραδιόφωνα που επιλέγουν πια άλλου είδους μουσικές.

Όπως και να έχει, ο Ανδρέου ανήκει σε μία τότε νέα γενιά μουσικών και συνθετών που στο σύνολο τους έφτιαξαν σπουδαία τραγούδια και συνέχισαν να δημιουργούν, εντυπωσιακά με επιτυχία, και μετά το “θάμπωμα” του έντεχνου τραγουδιού στη χώρα μας. Ένας σπουδαίος συνθέτης που συνεργάζεται στενά με μεγάλους ερμηνευτές, που κυκλοφορεί τραγούδια που γίνονται μεγάλα “σουξέ” και ακούγονται μέχρι σήμερα, όπως το “Να μ’ αγαπάς” με την Ελένη Τσαλιγοπούλου, τη “Μικρή Πατρίδα”, το “Γράμμα στον κύριο Γκάτσο”, το “Λιμάνι”, το “Άγιος ο έρωτας”, το “Εγώ με την αγάπη μάλωσα”, το “Πάρε με στ’ όνειρο”, το “Πεθύμησα ένα σύννεφο” και πολλά άλλα!

Αυτή την σπουδαία πορεία έρχεται να τιμήσει αυτό το καλοκαίρι το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας αφιερώνοντας δύο από τις βραδιές του Φεστιβάλ Επταπυργίου στον Σερραίο συνθέτη, στιχουργό και συγγραφέα (άλλωστε τα τελευταία χρόνια εκτελεί και χρέη Καλλιτεχνικού Διευθυντή στο ΔΗΠΕΘΕ Σερρών, επιστρέφοντας στην πόλη του με μία εξαιρετικά ενεργή δραστηριότητα), την Δευτέρα 21 και την Τρίτη 22 Ιουλίου στον αύλειο χώρο του εμβληματικού Επταπυργίου.

Τα τραγούδια στις δύο αφιερωματικές βραδιές του Φεστιβάλ Επταπυργίου θα ερμηνεύσουν μερικοί από τους σπουδαιότερες Έλληνες ερμηνευτές όπως οι Δημήτρης Ζερβουδάκης, Χρήστος Θηβαίος, Γιάννης Κότσιρας, Κορίνα Λεγάκη, Γιώργος Νταλάρας, Στάθης Παχίδης, Ελένη Τσαλιγοπούλου, Τάνια Τσανακλίδου, Μανώλης Φάμελλος. Με ένα πρόγραμμα ειδικά φτιαγμένο για το Φεστιβάλ με τη συμμετοχή του Ηλία Αχαλινωτόπουλου, που έχει επιμεληθεί καλλιτεχνικά ο ίδιος ο συνθέτης, η συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης και μια έντεχνη ορχήστρα θα κάνουν μια αναδρομή στο πολύπλευρο έργο του.

Με αφορμή αυτές τις δύο βραδιές, ο Γιώργος Ανδρέου μιλά στην Parallaxi για την πορεία του, φωτίζοντας στιγμές, τραγούδια και συνεργασίες που έγιναν, αλλά και μία που δεν πρόλαβε να γίνει ποτέ!

Πόσο σημαντικό ρόλο έχει παίξει η Θεσσαλονίκη στην πορεία σας;

Ήρθα στη Θεσσαλονίκη το 1972-1978 σαν φοιτητής νομικής και μετά στο Ωδείο, για να συνεχίσω τις μουσικές σπουδές που είχα ξεκινήσει στις Σέρρες. Έχω συνδέσει τη Θεσσαλονίκη με τα χρόνια της πρώτης μου νεότητας, με τη λαμπρή Θεσσαλονίκη που ήταν ένα φοβερό εργαστήρι ταλέντου, δράσεων και ποικιλομορφίας. Ήταν η πόλη τότε που γεννούσε συμβολικά ό, τι ενδιαφέρον υπήρχε παντού. Από το μπάσκετ και τον υπόλοιπο αθλητισμό της εποχής εκείνης, με τον Γκάλη και τον Άρη, μέχρι τον Νίκο Παπάζογλου, στον οποίο θέλω να σταθώ, γιατί εγώ αυτή την τύχη είχα. Συναντήθηκα με μια ομάδα ταλαντούχων συνομηλίκων μου, που ο καθένας ήταν σε κάτι ξεχωριστός, όπως ήταν ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης, ο Στάθης Παχίδης, ο Γιώργος Χριστιανάκης, ο λίγο νεότερος Δημήτρης Σταρόβας, οι πρώιμες Τρύπες με τον Αγγελάκα, τα Μωρά στη Φωτιά που τα συνάντησα μετά, όταν άρχισα να δουλεύω στο στούντιο Αγροτικόν για να μάθω λίγο και τη δουλειά της ηχοληψίας. Όμως για μένα η σημαντική συνάντηση εκείνης της περιόδου είναι ο Νίκος Παπάζογλου. Μαζί του μπαίνω στο Αγροτικόν, παρακολουθώ όλη αυτή τη σκηνή που δημιουργεί, όπου έρχονται νέα παιδιά, όπως ο Ορφέας Περίδης, η Τσαλιγοπούλου, η Κανά, ο Σωκράτης Μάλαμας, οι Χειμερινοί Κολυμβητές, όλοι περνούσαν από εκεί! Ας με συγχωρέσουν αυτοί που με διαβάζουν, λέω κάποιους ενδεικτικά, γιατί θα πρέπει να κάνω αλλιώς έναν κατάλογο από 100 ονόματα. Όμως είμαι μέσα σε αυτό το κέντρο, παίζω και στην Ταχεία Θεσσαλονίκης, σαν κιμπορτίστας. Έχω την τύχη να παίζω με σπουδαίους μουσικούς, όπως είναι ο Καπηλίδης, ο Παγωνίδης, ο Κίλιας. Μια ομάδα που ανακατεύει ένα ωραίο ήχο μεταξύ λαϊκού και ηλεκτρικού που κι αυτό ήταν όραμα του Παπάζογλου. Εγώ, λοιπόν, συνομιλώ με τον Νίκο γιατί έχω γίνει φίλος του αλλά και με όλη αυτή την ομάδα. Πάμε μαζί μέχρι την Βαρκελώνη το 1985 στην πρώτη Ευρωπαϊκή Μπιενάλε με μουσικούς, όπου τα δύο σχήματα που έχουν πάει από την Ελλάδα είναι του Παπάζογλου και οι Απροσάρμοστοι με τον Σιδηρόπουλο. Εκεί γνωρίζω και τον Παύλο με τον οποίον δημιουργούμε μια πολύ στενή σχέση και όταν θα κατέβω στην Αθήνα το τέλος το 1987, θα εκφραστεί πολύ έντονα με το «Η Φαντασία στην Εξουσία», τον τελευταίο δίσκο παραγωγής που είχε κάνει. Και κλείνω όλο αυτό το ταξίδεμα λέγοντας ότι το ενδιαφέρον επίσης που χρωστώ στον Παπάζογλου  είναι ότι όταν εγώ αποφάσισα να πάω πια στην Αθήνα για λόγους που είχαν να κάνουν με τη δικιά μου εσωτερική έρευνα, συνέπεσε η πρόσκληση του Χατζιδάκι στον Παπάζογλου στον Σείριο και έτσι μου ζήτησε να παίξω μαζί του. Όμως την εποχή εκείνη, το πρόγραμμα αυτό στο οποίο κλήθηκε ο Παπάζολου για να συμμετέχει, ήταν ένα πρόγραμμα που είχε τον Σαββόπουλο, είχε τους Φατμέ, τον Νίκο Ξυδάκη, τις Δυνάμεις του Αιγαίου και φυσικά και την ορχήστρα των χρωμάτων του Χατζηδάκη με τον Βασίλη Λέκκα, τον Ηλία Λιούγκο και την Έλλη Πασπαλά. Οπότε φαντάσου τώρα τι γινόταν εκεί πέρα μέσα σε εκείνο το μαγαζί στη Πλάκα όπου ήταν 50 μουσικοί και σημαντικοί τραγουδοποιοί. Εκεί γνώρισα τον Ξυδάκη καλά και υπήρξα συμπαραγωγός των δίσκων του και ενορχηστρωτής μαζί με τον ίδιο και με τον Γαλιάτσο. Από εκεί διαμόρφωσα και μία ισχυρή σχέση με τον Διονύση Σαββόπουλο και με τον Πορτοκάλογλου που συναντηθήκαμε ακόμα από το 1982 όταν ηχογραφούσε με τους Φατμέ τα «Ψέματα» στο Στούντιο Σιέρα και εγώ μαζί με τον Παχίδη και τον Κοντόπουλο ως Αλέ Ρετουρ ηχογραφούσαμε εκεί το «Σαν ελληνική ταινία». Χρωστάω λοιπόν πάρα πολλά στη Θεσσαλονίκη, στην οικογένειά μου και πάρα πολλά στον Παπάζογλου.

Τι σημαίνει για εσάς αυτό το αφιέρωμα στο Επταπύργιο;

Για μένα η επιστροφή μου σε αυτή την πόλη, με αυτόν τον τρόπο, με δύο αφιερωματικές συναυλίες δηλαδή σε έναν εμβληματικό χώρο, με πρόσκληση της Ομάδας Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, είναι τιμητική και συγχρόνως συναισθηματικά πολύ δυνατή. Νοερά μετά από ένα τεράστιο χρονικό διάστημα 45 χρόνων ξαναγυρίζω στην πόλη που χρωστώ σε τεράστιο βαθμό αυτό που είμαι σαν καλλιτέχνης, σαν μουσικός, σαν δημιουργός. Γι’ αυτό και έρχομαι και με τους φίλους μου, την πλειοψηφία τους έστω. Φυσικά σε 45 χρόνια δεν θα μπορούσα να τους έχω όλους, αλλά έχω ένα μεγάλο δείγμα από τη διαδρομή μου με σημαντικούς ερμηνευτές που με καθόρισαν. Να σου ξεκινήσω πρώτα-πρώτα από την Ελένη Τσαλιγοπούλου και το πρώτο δίσκο που κάναμε μαζί, το «Κορίτσι και γυναίκα». Την Τάνια Τσανακλίδου με την οποία κάναμε «Τα τραγούδια του παράξενου κόσμου» και μία διαδρομή με την οποία έχουμε συνδεθεί με φιλία ζωής. Την αγαπώ και τη θεωρώ έναν δικό μου άνθρωπο την Τάνια. Επίσης αντίστοιχα η μεγάλη φιλία και η μεγάλη συνεργασία μου με τον Γιώργο Νταλάρα που ξεκίνησε το 1989. Τότε που ο Νταλάρας άκουσε το «Κορίτσι και γυναίκα» και έκανε προβλέψεις που εγώ ούτε να τις φανταστώ μπορούσα. Γίναμε μετά φίλοι, τον ακολούθησα σε περιοδείες, έχει τραγουδήσει τραγούδια μου και είμαστε σε μία διαρκή δημιουργική πορεία. Με τον Χρήστο Θηβαίο συνδεόμαστε με έναν πολύ τρυφερό και παράδοξο τρόπο, γιατί γνωριστήκαμε σχεδόν παιδιά ακόμα στην Αθήνα, σε ένα μπαράκι στα Εξάρχεια που εκείνος έπαιζε. Μετά έφυγε Ιταλία, χαθήκαμε και βρεθήκαμε ξανά αργότερα. Ήταν η εποχή που είπε εκείνο το εκπληκτικό «Ημερολόγιο», αλλά και μετά. Για μένα, ο Χρήστος έχει συμβάλει απόλυτα στην αποδοχή της «Μικρής πατρίδας» που μετά είπαν κι άλλοι ερμηνευτές. Άλλοι φίλοι αγαπημένοι, είναι ο φοβερός τραγουδιστής Δημήτρης Ζερβουδάκης που συνεργαστήκαμε και στα τραγούδια της ταινίας της Μαλέα «Λουκουμάδες με μέλι» ενώ είπαμε πολλές φορές να κάνουμε κάτι ακόμα μαζί αλλά μέχρι τώρα δεν είχε γίνει. Από τους λόγους λοιπόν που θα είναι στις συναυλίες στο Επταπύργιο, είναι ακριβώς γιατί είναι στα σκαριά ένας δίσκος με ερμηνευτή τον Ζερβουδάκη και σε στίχους του Κώστα Φασουλά. Άλλος σημαντικότερος και αγαπημένος μου φίλος και συνεργάτης σε πολλά επίπεδα και άνθρωπος με φοβερή ευγένεια και εκπληκτική διάθεση, είναι ο Γιάννης Κότσιρας. Εδώ το παράδοξο είναι πως έχουμε κάνει μαζί πολλές και απαιτητικές συναυλίες αλλά δεν έχουμε κάνει ποτέ μαζί κάτι δισκογραφικό. Ωστόσο μπορώ να πω πως «ψήνεται» κάτι μαζί με έναν φίλο από τα παλιά που όμως δεν μπορώ να πω ακόμα πολλές λεπτομέρειες. Ένας άλλος φίλος που θα είναι μαζί μας, είναι ο Στάθης Παχίδης που έχουμε μία φιλία από το Πανεπιστήμιο και έχουμε επίσης ωραία σχέδια για το μέλλον. Άλλη σημαντική σχέση, είναι ο Μανώλης Φάμελλος. Είμαστε πολύ φίλοι από τα συνδικαλιστικά μας από την ΑΕΠΙ, από την ΕΔΕΜ. Έχουμε παίξει μαζί και σε συναυλίες και διατηρούμε μια ιδιωτική αγάπη, φιλία και σχέση πολύ μεγάλη. Ακόμα μαζί μας θα είναι η Κορίνα Λεγάκη που είναι συνεργάτης μου τα τελευταία χρόνια. Μια γυναίκα της νεότερης γενιάς, ταλαντούχα με πολύ καλή δισκογραφική διαδρομή!

Φωτογραφία: Eurokinissi

Τι θυμάστε για την εποχή και την ηχογράφηση του «Κορίτσι και γυναίκα», της πρώτης σας δισκογραφικής δουλειάς;

Ήμουν ένας αθώος πεισματάρης νέος άνθρωπος, ο οποίος κυριολεκτικά δεν είχε συνείδηση εκείνη τη στιγμή που πάει να μπλέξει. Το λέω γιατί όταν εγώ ηχογραφούσα το «Κορίτσι και γυναίκα», το μισό 1988 και σχεδόν όλο το 1989, ήταν ενεργοί ακόμα όλοι οι σημαντικοί Έλληνες συνθέτες. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Χατζηδάκις, ο Σπανός, ο Πλέσσας αλλά και λαϊκοί σπουδαίοι όπως ο Νικολόπουλος και ο Νίκος ο Ξυδάκης. Υπήρχε ένα οργασμός πραγματικά, ως σε σημείο που να πει κανείς ότι «καλά τώρα τι θες να μας πεις εσύ». Ωστόσο εγώ δεν καταλάβαινα από αυτά τα πράγματα, εκείνη τη στιγμή ήμουν εστιασμένος σε αυτό το πράγμα που κάναμε. Είχα αποφασίσει να χρησιμοποιήσω μουσικούς της γενιάς μου. Νέους τότε ανθρώπους.  Μία δύσκολη εποχή, που το ίντερνετ ήταν σε βρεφική κατάσταση και αυτό που έπρεπε να γίνει για εμάς του ποιοτικού τραγουδιού, ήταν να μας παίξουν κάποια ραδιόφωνα του ύφους μας καλά, ραδιόφωνα τότε χωρίς playlists αλλά με αγάπη για τη δουλεία τους. Σε αυτόν τον δίσκο, ο Χατζιδάκις μου έκανε κι ένα δώρο. Μου έστειλε τους τρομερούς μουσικούς του από την Ορχήστρα των Χρωμάτων και έπαιξαν σε κάποια από τα τραγούδια. Μύθους μουσικούς που σκεφτόμουν πως έχουν παίξει στον «Μεγάλο Ερωτικό». Η ηχογράφηση για εμάς ήταν μια διαδικασία όπως καταλαβαίνεις μαγική, εγώ ζούσα με τεράστιες αμφιβολίες και τεράστιο πείσμα συγχρόνως. Θυμάμαι λοιπόν τον Νταλάρα ένα βράδυ, που μπήκε μέσα στο στούντιο το δικό μας και λέει «Τι κάνετε εσείς εδώ ρε παιδιά μου, για βάλτε να ακούσω». Και πάτησα εγώ το play και άρχισε να ακούει το «Κορίτσι και γυναίκα». Όταν πάτησα stop, έμεινε σιωπηλός αλλά συγκινημένος, κι ήρθε και μας αγκάλιασε, μας φίλησε σαν να μας λέει «Ρε παιδιά μου, μπράβο προχωρήστε». Αυτό το θυμάμαι γιατί όταν βγήκε το «Κορίτσι και γυναίκα», στην αρχή ήταν τεράστια αποτυχία. Δηλαδή πέρασαν 8 μήνες και δεν ακουγόταν πουθενά. Μετά όμως ακούστηκε παντού το «Να μ’ αγαπάς» στα όρια του σουξέ, πανελλήνια επιτυχία!

Μετά νομίζω κυκλοφορεί ένας δίσκος σας με την Ελένη Βιτάλη και εκεί υπάρχει το πολύ αγαπημένο μου «Φιλί Κλειδί»

Ακριβώς, υπάρχει το «Φιλί κλειδί», όπου αυτό είναι ένα από τα πρώτα, ας πούμε, λυρικά τραγούδια που έχω γράψει και αγάπησε ο κόσμος. Δηλαδή είναι μία διαδρομή που ξεκινάει από εκεί. Το «Φιλί κλειδί» αγαπιέται από τον κόσμο, τραγουδιέται και είναι η διαδρομή του λυρικού που μετά θα με οδηγήσει να γράψω το «Γράμμα στον κύριο Νίκο Γκάτσο» και μετά την «Μικρή πατρίδα» σε μία κοινή διαδρομή. Μετά έκανα τα «Δέκα τελευταία χρόνια» με τραγούδια που είπαν αγαπημένοι συνάδελφοι όπως ο Χαριτάτος, ο Ξυδάκης, ο Παυλίδης και βέβαια μέσα εκεί υπήρχε το «Γράμμα στον κύριο Γκάτσο» που τραγούδησε η Τάνια.

Ένα τραγούδι που επίσης άργησε να μάθει ο κόσμος

Ναι, γιατί στην αρχή υπήρξε η πολεμική ότι με ποιο δικαίωμα ένας νεαρός και άσημος μουσικός απευθύνεται στον Γκάτσο. Μία πολεμική που αντέκρουσε ο Χατζιδάκις τότε λέγοντας πως θα έπρεπε να είμαστε χαρούμενοι που νέοι άνθρωποι γράφουν τέτοια τραγούδια για τον Γκάτσο. Τελικά κατέληξε ο «Γκάτσος» να είναι ένα πασίγνωστο κομμάτι που ξέρουν οι πάντες.

Από την άλλη υπάρχει και ένα τραγούδι το οποίο έχει γίνει εντός εισαγωγικών σουξέ και το ερμηνεύετε εσείς!

Αυτό είναι ένα άλλο παράδοξο. Μιλάμε για το «Άγιος ο Έρωτας» που ξεκίνησε σαν μια δικιά μου ιδιοτροπία. Όταν γνωριστήκαμε στην Πάτρα με τον ποιητή Διονύση Καρατζά σε μία παρουσίαση του δίσκου «Μικρή Πατρίδα» και πρότεινε να κάνουμε κάτι μαζί μου είπε χαρακτηριστικά «Εγώ δεν είμαι στιχουργός, αλλά μου αρέσει πολύ το τραγούδι και να προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι μαζί». Άρχισε να μου στέλνει διάφορα εκείνος, μικρότερα και μεγαλύτερα ποιήματα και κάποια στιγμή του λέω, ωραία όλα αυτά αλλά θέλω να υπάρχει μέσα στον δίσκο και η φωνή σου.  Έτσι ηχογραφήσαμε να διαβάζει και μετά σκέφτηκα αφού μιλάει ο ποιητής, ας μιλήσει και ο μουσικός. Κι έτσι το κάναμε. Είναι ενωμένα αποσπάσματα για την ακρίβεια το «Άγιος ο Έρωτας» από ποιήματα του Καρατζά.

Και πόσα δώρα τελικά σκέφτομαι έχετε πάρει όλα αυτά τα χρόνια από τη δουλειά σας!

Νομίζω ότι είμαι ένας άνθρωπος ευνοημένος από τις συνεργασίες, από τις γνωριμίες με σημαντικούς ανθρώπους. Ξέρετε είμαι μία τρελή περίπτωση θα έλεγα. Είμαι αυτός που έχει γράψει το «Άγιος ο έρωτας» και τραγουδάει ο ίδιος, αυτός που έχει γράψει τη «Μικρή Πατρίδα», αυτός που έχει ενορχηστρώσει την «Μοναξιά του σχοινοβάτη» των Κατσιμιχαίων ή το «Όπως μυστικά και ήσυχα» του Αλκίνοου Ιωαννίδη και του Νίκου Ζούδιαρη και συγχρόνως, είμαι αυτός που έχει ηχογραφήσει το «Όσο κρατάει ένας καφές» του Θάνου Μικρούτσικου και του Διονύση Θεοδόση. Αλλά, είμαι κι αυτός που έχει ηχογραφήσει το «Σαν τρελό φορτηγό» του Πάριου, σαν ηχολήπτης. Δηλαδή, θέλω να πω ότι έχω μια τεράστια διαστολή από πράγματα που όλα τους είναι κομμάτια που με έκανα καλύτερο άνθρωπο και νομίζω και πιο πλήρη στη δουλειά μου.

Είναι και μια περίοδος εξαιρετική δισκογραφικά όλη αυτή. Την πετύχατε από την αρχή της εσείς!

Είναι αλήθεια αυτό και είναι μια, θα έλεγα, τελευταία ιστορικά περίοδος όπου η μουσική είναι ο κεντρικός πρωταγωνιστής γιατί μετά σταδιακά γίνεται πρωταγωνίστρια η εικόνα και καθορίζει με τελείως διαφορετικά αισθητικά και ιδεολογικά κριτήρια τον τρόπο της μουσικής. Η μουσική γίνεται συνοδός της εικόνας και φτάνουμε σήμερα σε ένα σημείο όπου υπάρχει μια μεγάλη αμηχανία σε σχέση με το τι πρέπει να κάνει η μουσική και ποιος είναι ο τρόπος να ξεχωρίσει. Από το να πρέπει να συνδέεται πάντοτε με την εικόνα, το φαίνεσθαι, την ομορφιά ή την ασχήμια των προσώπων που τραγουδούν. Και στενοχωριέμαι όταν βλέπω στη νεότερη γενιά του τραγουδιού – στην Ελλάδα και παγκοσμίως – να αγκομαχούν για likes, για να μοιάσουν με ένα μέσον όρο ο οποίος δεν έχει κανένα ιδιαίτερο βάρος και βάθος.

Υπάρχει κάποια συνεργασία που έφτασε κοντά να γίνει, αλλά δεν έγινε ποτέ τελικά;

Καλά, αυτά συμβαίνουν γενικά. Θα έλεγα ότι η πιο σημαντική που δεν έγινε για μένα, ήταν με τον Δημήτρη Μητροπάνο, τον οποίον επίσης γνώριζα και αγαπούσα και τον ήξερα και προσωπικά. Κάποια στιγμή είπαμε κάτι να κάνουμε. Με τη συνδρομή μάλιστα του πολύ καλού παραγωγού, του Ηλία Μπενέτου. Έγραψα τότε τρία τραγούδια, με τα οποία ενθουσιάστηκε ο Μητροπάνος. Έτυχαν όμως τότε διάφορα θέματα δισκογραφικών υποχρεώσεων και προτεραιοτήτων και δεν ηχογραφήθηκαν ποτέ. Αυτά τα τραγούδια τα έχω ακόμα στο αρχείο μου και κάποια στιγμή, πιθανότατα να τα δώσω σε κάποιον να τα πει. Ξέρετε, ένα από αυτά τα τραγούδια, που λέγεται «Ο παλιός συμμαθητής», είναι ένα τραγούδι που είμαι σίγουρος ότι ξέρω γιατί του άρεσε τόσο πολύ τον Μητροπάνου. Γιατί ήταν τόσο πολύ πάνω του!

Ποιος από τους νεότερους που δεν έχετε δουλέψει θα μπορούσε να πει τραγούδια σας σήμερα;

Κοίταξε, μιλάμε για ερμηνευτές τώρα. Δεν θα έπρεπε να μπω στην λογική των ονομάτων, θα πω όμως αυτό που βλέπω σαν τάση κι αυτό είναι ότι βλέπω περισσότερες γυναίκες ικανές τραγουδίστριες στη νέα γενιά. Εκεί μπορώ να σταματήσω. Δηλαδή βλέπω γυναίκες και όχι μόνο αυτές τις τρεις, τέσσερις, πέντε που είναι προβεβλημένες. Υπάρχουν από πίσω και καμιά δεκαπενταριά ακόμα εξίσου ικανές.

*«Αφιέρωμα στον Γιώργο Ανδρέου» στο Φεστιβάλ Επταπυργίου 2025 – «Έλληνες Δημιουργοί» | Δευτέρα 21 και Τρίτη 22 Ιουλίου | Ώρα έναρξης: 21.15 |  Πληροφορίες : www.kepo.gr ΤΗΛ : 2310602599  / Εισιτήρια- Τιμές εισιτηρίων: προπώληση από 16€- 28€ / Προπώληση: More.com by viva- φυσικά σημεία προπώλησης WIND, Public, Media Markt

Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης Μουσική διεύθυνση: Τάσος Συμεωνίδης Πιάνο : Γιώργος Ανδρέου

Ενορχηστρώσεις: Στέργιος Γαργάλας & Γιώργος Ανδρέου

Ερμηνεία: Δημήτρης Ζερβουδάκης 22/07                    Χρήστος Θηβαίος 21/07                    Κορίνα Λεγάκη 21&22/07                    Γιώργος Νταλάρας 22/07

Γιάννης Κότσιρας 21/7

                    Στάθης Παχίδης  21&22/07

                   Ελένη Τσαλιγοπούλου 21&22/07                    Τάνια Τσανακλίδου 21/07                   Μανώλης Φάμελλος 21&22/07

Συμμετέχει ο Μάνος Αχαλινωτόπουλος

Σε συνεργασία με το Δήμο Θεσσαλονίκης

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα