Η περήφανη σκηνή της Σαλονικιώτικης ραπ
Οι ρίμες, του ΛΕΞ, του 12ου Πίθηκου, του Vlospa, του Sadam και του ΜΚ, οι μουσικές του Dof twogee, καρφώνονται σαν πρόκες στις καρδιές μας.
Εικόνες: Γιάννης Γκούντμαν
“Το κορίτσι δε φοβάται τα αεροπλάνα πια/Τα τρένα της φέρνουνε δάκρυα”, “Όταν προσπάθησα να τους ξυπνήσω φοβάμαι μην αποκοιμήθηκα”, “βία μες το δρόμο βία στην ψυχή μου βία ψυχολογική τρομοκρατία”, “Σαν μέλισσες μέσ’ τις κυψέλες δουλεύαμε στα πάρκα σαν τις φαβέλες”, “την πιο χαρούμενη εικόνα θα δεις να σε τρομάζει”. Οι ρίμες, του ΛΕΞ, του 12ου Πίθηκου, του Vlospa, του Sadam, οι μουσικές του Dof twogee, καρφώνονται σαν πρόκες στις καρδιές μας.
Γράφοντας την αστικοκοινωνική αντι-ποίηση της εποχής, κρατώντας χαμηλό προφίλ, αράζοντας τα βράδια σε γειτονιές, οσμιζόμενοι απ’ άκρη σ’ άκρη την πόλη στην οποία μεγάλωσαν και μετρώντας εκατομμύρια views στο spotify και στο YouTube, αποκτώντας φανατικό κοινό, σε live που έγραψαν ιστορία, δημιούργησαν τα profile εκείνων που εξέφρασαν πολλά από όσα νοιώθαμε και νοιώθουμε.
Η δεκαπενταετία της επαναλαμβανόμενης κρίσης αποτυπώνεται στα τραγούδια τους, εμπνευσμένα από τις ζωές μιας γενιάς ανθρώπων που έπαψε να ονειρεύεται, που φτωχοποιήθηκε και παροπλίστηκε, που απομονώθηκε, που πάλεψε με την ίδια της την ψυχή, που βαδίζει μέχρι σήμερα στο άγνωστο, ψάχνοντας να βρει και να εδραιώσει τη θέση της στον κόσμο, παλεύοντας με τέρατα και σκελετούς που αφήσαν άλλοι στις ντουλάπες.
Που ερωτεύεται, μεταναστεύει, μένει άνεργη και άπραγη, πληγώνεται, οργίζεται και εντέλει διαγράφει την Ελλάδα, εγκαταλείπει για λίγο την Θεσσαλονίκη μα δεν αντέχει μακριά της και γυρνά πίσω στα βρώμικα νερά του Θερμαϊκού.
Στίχοι που σκάνε σαν κρότου λάμψης και γίνονται εμμονή σε δεκάδες ανθρώπους που μεγάλωσαν ακούγοντας ραπ, γιατί εκείνη ήταν η μόνη που μπορούσε να πει όσα σκεφτόταν με ωμότητα. Χωρίς φτιασιδώματα.
Με άλλους μεγαλώσαμε από την εφηβεία μας και περάσαμε 20 χρόνια πλάι στις πορείες τους, άλλοι φούντωναν τα τελευταία χρόνια. Μερικοί ήταν μαζί σε ραπ συγκροτήματα που ακούσαμε από τα μεγάλα αδέρφια μας, και άλλοι ξεκίνησαν χώρια εμπλεκόμενοι στη συνέχεια στην κοσμογονία της ραπ σκηνής της πόλης.
Η πόλη μου γέννησε, μεγάλωσε, αγάπησε τις πιο δυνατές ρίμες της ραπ, μακριά από την μόδα των καιρών, τις πλαστικές γυναίκες, τα ναρκωτικά και το βρώμικο χρήμα. Αγριολούλουδα και αλητείες, γεννήθηκαν κι έμειναν εδώ. Ρίζες από τις ρίζες της.
12ος πίθηκος
Μάθαμε να ζούμε με τους “Κανόνες” του, ήταν πάντα εκείνος ο ένας που έβγαινε κι έγραφε την ιστορία των δρόμων, έχωνε και δεν τον ενδιέφερε τι λέει, αφιλτράριστα, αυθόρμητα και ρεαλιστικά. Ένας τύπος που βράζει, έχει πράγματα να πει και θέλει να μας τα πει. Στη δεκαετία του ’90, η χιπ χοπ κουλτούρα ανθούσε στην Καλαμαριά, κάπως έτσι “χώθηκε” σε αυτήν. Παρέες στους δρόμους, τσαμπουκάδες, γκραφίτι, break-dance, ατέλειωτες ώρες συζητήσεων στα παγκάκια με τους φίλους, έτσι μιλούσε για την ζωή και την μάθαινε, παρατηρούσε τι γίνεται στον δρόμο, αισθανόταν την κάθε πτυχή του, την μικρογραφία της κοινωνίας και μετέπειτα την κατέγραφε. Όταν ήταν πιτσιρικάς, όπως έχει πει ήταν “περίεργος” είχε γίνει η καθημερινότητα του να τον σταματάει η αστυνομία για αναγνώριση στοιχείων διαρκώς και πολλές φορές βίαια “βία μες’ τον δρόμο βία στην ψυχή μου βία ψυχολογική τρομοκρατία.” Ανάμεσα στις ρίμες του, σε βάζει να μπεις στα παπούτσια των άλλων και να δεις τη ζωή και απ’ τη δική τους πλευρά, να έρθεις πιο κοντά και να βοηθήσεις.
Το χιπ-χοπ, είναι η κουλτούρα που διεκδικεί και διαμαρτύρεται για ό,τι συμβαίνει. Είναι τρόπος έκφρασης και τρόπος ζωής για τον 12ο, μέσα από τα live και τα τραγούδια του φροντίζει να μας ξαναδώσει την ανθρωπιά που χάνουμε μέσα στους σκοτεινούς καιρούς, να ξεσπά και να βγάζει από μέσα του ό,τι μας και τον φορτίζει. Συναισθηματικός και ορισμένες φορές ωμός, ανθρώπινες σχέσεις, οικονομική κρίση, ουσίες, Ελλάδα 2.0, όλα όσα ξύνουν την ζωή μας αποτυπώνονται σε στίχους του τα τελευταία 20 χρόνια απανωτής κρίσης ελπίδας. O Άκης έχει πει όλα όσα σκεφτόμαστε από την εφηβεία μας μέχρι τα -αντα.
Από το 1996 μέχρι και σήμερα, «Όχι παιδί από σαλόνι, κοπρίτης από Σαλόνικα / ξέρεις τώρα, κανονικά και βρώμικα και μόνιμα» αράζει στο Πάρκο των Χαμένων πατρίδων, στο σημείο x της ζωής του πλάι στο μνημείο που έφτιαξε με τους Black out την ομάδα του Break Dance για τον κολλητό του Pyroh που πέθανε πριν από 4 χρόνια ξαφνικά. “Βαδίζει” σταθερά στην δισκογραφία και συνεχίζει να χαμογελά πλατιά πάνω σε ταράτσες πολυκατοικιών για χάρη των επιτυχημένων του βίντεο κλιπ (“Ο δρόμος γράφει για μας / αυτό είναι απ’ τα παιδιά της γειτονιάς / δε μ’ ενδιαφέρει πόσο φθηνά το πουλάς / το ραπ μας ήταν πάντα για μας”).
ΛΕΞ
“Το κορίτσι δε φοβάται τα αεροπλάνα πια/Τα τρένα της φέρνουνε δάκρυα,” πριν έναν χρόνο και κάτι, ο ΛΕΞ κυκλοφόρησε σε μουσική του Beats Please, τις Ευτυχισμένες Μέρες, την ποίηση του δρόμου στο σήμερα. Με τους στίχους του για ακόμη μία φορά φρόντισε να δώσει απανωτές γροθιές στα παιδιά του σήμερα. Πρώτη (μας) συνάντηση, τότε με τα Βόρεια Αστέρια, ένας πιτσιρικάς που έγραφε στίχους με την παρέα του για την Θερμή Θεσσαλονίκη και την φάση της. Ύστερα σιωπή και μετά κοινωνική έκρηξη – έξαλλου πάντα αυτό έκανε, έπαιρνε αποστάσεις και έβγαινε να τα πει όταν δεν είχαμε εμείς φωνή. Μείναμε μαζί του “Ταπεινοί και πεινασμένοι” και κάναμε “την πόλη σπίτι μας απ’ άκρη σ’ άκρη.”
Ο ΛΕΞ, περιέγραφε πάντα την κοινωνία με εικόνες, συχνά ωμά, αντι-ποιητικά για μας αστικά ποιητικά και σκοτεινά. Γράφει για την βία, την στασιμότητα, τις κρίσεις, τις φιλίες και την αγάπη, γράφει για εκείνα που μας γέμισαν με οργή και για τ΄άλλα που μας κράτησαν ζωντανούς τόσα χρόνια. Δεν χρειάστηκε ποτέ προβολή από τα media, κρατούσε πάντα χαμηλό profile δεν προχωρούσε ποτέ σε δηλώσεις, κι όλοι εμείς που πιστέψαμε πως θα τους ορμήσει πηγαίναμε πίσω του σαν φλόγα από πόλη σε πόλη. Ένα αγόρι που πάλεψε με την κατάθλιψη όπως γράφει στους στίχους του, που μεγάλωσε στο Φάληρο όπως εσύ, που έζησε την hip-hop κουλτούρα της πόλης στα high της το ’90, συνεχίζει να στηρίζει τις κοινωνικές ομάδες που χάνονται στην βοή των συμφερόντων. Θα τον δεις πλάι σε σπουδαστές που διεκδικούν, πλάι σε φυλακισμένους, πλάι σε όποιον αισθάνεται ότι αφορά η μουσική του.
Γεμίζει στάδια και ανοιχτά θέατρα με 30.000 άτομα κάθε ηλικίας που βρίσκουν στα κομμάτια του καθρεφτίσματα της αμφισβήτησης που κουβαλούν, ακόμη ή ήδη, εντός τους. “Ξέρω πώς είναι να μη θέλεις να ξυπνήσεις / στις υποφωτισμένες γειτονιές της Σαλονίκη” λέει ο ΛΕΞ και μοιάζει πράγματι ένας από «τους τελευταίους γήινους μέσα στις πολυκατοικίες». Στους στίχους του «η υγρή Θεσσαλονίκη είναι το σπίτι μας» και το Σέιχ Σου, το Φάληρο, η Ανθέων, ο Βαρδάρης, είναι όλα τους έρημα τις νύχτες και ασφυκτικά γεμάτα – και συνάμα άδεια από νόημα – τις μέρες. Ο ΛΕΞ μιλάει σε εκείνους που νιώθει ότι πραγματικά τον αφουγκράζονται, για εκείνους νιώθει ότι κουβαλά ευθύνη, “ο Εαυτός του είναι αγκάθι, μες το μαραμένο άστυ τον ποτίζανε με λάθη λύτες και δημοσιογράφοι” και τελικά δεν έχουμε “τίποτα στον κόσμο σαν εκείνον.”
Vlospa
Από την Νίκαια της Γαλλίας στην Καλαμαριά, βαθιά συνδεδεμένος με την Γαλλική χιπ-χοπ κουλτούρα.
Τα single του συγκεντρώνουν δεκάδες ακροάσεις και προβολές στις μουσικές πλατφόρμες streaming. Σπούδασε Φυσική στην Γαλλία, τα τραγούδια του είναι μοιρασμένα στα γαλλικά και στα ελληνικά όπως ακριβώς και η ζωή του, ανάμεσα στις δύο χώρες. Γράφει αυτά που ζει, οπότε ο καλύτερος τρόπος να καταλάβεις την σχέση του με τον δρόμο (του) είναι να ακούσεις τα τραγούδια του.
“Νόμιζε ότι είχε τα μάτια του ορθάνοιχτα/αλλά κοιτούσε μέσα από ένα γυαλικά” τα γυαλιά του δεν τα βγάζει ποτέ. “Θα δεις τον κόσμο όπως εκείνος/ αν τον κοιτάς σαν φρικιό”. Αράζει ακόμη “στα μπαλκόνια με τσιγάρα και/ ίδιες συζητήσεις καλοκαίρι χειμώνα” όπως όλες οι παρέες της Σαλούγκας, “Το φτύνει απ’ το Βότση για όλη την Ελλάδα/ γυρνάει στης πόλης τα πάρκα σα να βάραγε κάρτα” θέλει να πάρει στη μάνα ένα σπίτι στο Πανόραμα στην Θεσσαλονίκη Sin City” και τον ακούν από νομούς σε νομούς. ” “Μετά από τόση πίεση ξαναγεννήθηκε/Ήρθε η ώρα να αποκτήσει ότι στερήθηκε”. Στα videoclips της σειράς “Big Moves”-αφού τα πλάνα του λέει πως είναι άπαικτα- (μέρη 1-4), αποτυπώνει μοναδικά την ένταση και την αμεσότητα της καθημερινότητας μέσα από ένα συνεχές καρέ που κρατά την προσοχή αδιάλειπτη. Η κάμερα σε βάζει μέσα σε μια σκηνή που εξελίσσεται μπροστά σου, σαν να είσαι εκεί. Ο Vlospa, περιβαλλόμενος από φίλους, δίνει ζωή σε ιστορίες γεμάτες αυθεντικότητα, ενώ στο τέλος κάθε βίντεο, το πιάνο παίζει μόνο του, κλείνοντας με εστίαση στην μελωδία που ηχεί από τα πλήκτρα του Beats Pliz. Περίπτωση ράπερ, που ολοκληρώνει την σχέση ανάμεσα σε Ελλάδα και Γαλλία με έναν αυθεντικά ρεαλιστικό κοινωνικό τρόπο.
Sadam Με μια φωνή βαριά βορειοελλαδίτικη, και ένα πρόσωπο μέσα στον τσαμπουκά, ο Sadam, ή ψηλός για τους υπόλοιπους MCs, στηρίζει φανατικά τον ΑΡΗ γράφει ρίμες και μπάρες που δείχνεις πως ξέρει καλά τι συμβαίνει στον δρόμο τις νύχτες, μαζεύοντας δεκάδες “πιστούς” να τον ακολουθούν τρελαμένοι, ενώ εκείνος δαγκώνει αλυσίδες με τα δόντια γεμάτο λύσσα γράφωντας το ένα single μετά το άλλο από το κέντρο, “Καλώς ήρθατε στην πόλη με αλυσίδες και κράνη 23-10 πάντα σα βελόνα μελάνι”. “Κι ο ψηλός απλώνεται πάλι στον καναπέ μου”, είχε γράψει ο Λεξ στο “Intro” (Άιντα Τζόνυ), το πρώτο κομμάτι του δίσκου του “Ταπεινοί και πεινασμένοι”, το 2014. Ο ‘’ψηλός’’ γνωστός ως Σαντάμ, έκανε, αρχικά, το ντεμπούτο του ανώνυμα, στον επόμενο δίσκο του Λεξ, το 2018, “2ΧΧΧ” και ένα χρόνο αργότερα συστήθηκε στο κοινό με την “Elli”, το πρώτο του single. Έκτοτε δεν σταμάτησε να βγάζει hits, κάνοντας χιλιάδες κόσμου να χοροπηδά ιδρωμένος στα live του, ζητοκραυγάζοντας τους στίχους του σαν συνθήματα. Κλείνει την Τσιμισκή μαζί με οπαδούς του Άρη, για ώρες και γυρνά το videoclip για το single Hooligans
, “Απ’ όταν έγινα πρώτη φορά / μόνο με ένοιαζε πώς θα πουλήσω / και από όταν έγραψα το πρώτο ραπ / είπα πως πρέπει να βγάλω δίσκο” σε εκπληκτικά γρήγορο χρόνο σκαρφάλωσε στον θρόνο που του αναλογούσε ανάμεσα στους καλύτερους ράπερς της Θερμής Θεσσαλονίκης. “Η Σαλούγκα ήταν, είναι και θα είναι η «φτωχοµάνα» µας. Θα µας έχει πάντα «πεινασμένους» και το γεγονός αυτό θα παίζει πάντα ρόλο στο πως διαμορφώνεται η μουσική της, χωρίς να χρειάζεται να της βάλουμε συγκεκριμένη ταμπέλα.” είχε πει ο Sadam σε μία από τις ελάχιστες συνεντεύξεις του. “Πλέον στην πόλη μου θα μαλώνουν και στο μετρό”.
“Επέζησε” με πανηγυρικό τρόπο από την “Καταιγίδα της Ερήμου”, το πρώτο του άλμπουμ, το 2020 και τέσσερα χρόνια αργότερα, γαλουχημένος και πιο επίμονος από ποτέ, μας πήρε από το χέρι να ανέβουμε παρέα το “Γολγοθά”, το δεύτερο άλμπουμ του εξάλλου “είναι μικρόβιο αυτό που τον αναγκάζει να δίνει” και τον αγαπά μόνο η γειτονιά του.” “Έχει τις μπάρες του τάφο/ πάνω τους κλαίνε όταν γράφει”, “σαν ποτάμι μέσα στην πόλη ρέει” και παρασέρνει μαζί του δεκάδες.
Dof Towgee 20 χρόνια μετρά στην Hip Hop σκηνή και είναι εκείνος που κρύβεται πίσω από δεκάδες επιτυχίες των μεγάλων MCes, εσύ δεν τον ξέρεις τον ακούς στ’ ακουστικά σου κάθε μέρα, μεγάλωσε στην Ναβαρίνου εκεί που πέρασες νύχτες βουτυγμένος στην ανασφάλεια σου. “Κώτσο μου ‘λεγες εσένα εμπιστεύομαι/ Σου είπα “θα τα μοιραστούμε όταν τα καταφέρουμε” λέει ο ΛΕΞ στο single “Τίποτα στον κόσμο” και τα μοιράζονται μέχρι σήμερα. Θεωρεί πως η τέχνη δεν υπάρχει αυθαίρετη. Πάντα υπάρχει μέσα σε ένα σύμπαν, όπως έχει πει στην μοναδική συνέντευξη που έχει δώσει. Του αρέσει να κάθεται και να κάνει μουσικές να φαντάζεται ποιοι θα τις ραπάρουν, να βρίσκεται στο στούντιο μαζί τους, να τις βγάζουνε προς τα έξω, να βλέπουνε τι κύμα δημιουργούν τα τραγούδια στον κόσμο, ώστε να παίρνουνε feedback και να κάνουνε τα επόμενα. Πριν λίγους μήνες ολοκληρώθηκαν τα δικά του sessions, μουσικές που γράφτηκαν για να καλύψουν όλη την ραπ ιστορία με έμφαση στην πόλη που μεγάλωσε και ζει στην Σαλούγκα. “Εκεί” μπέρδεψε, διαφορετικά ρεύματα και διαφορετικούς ράπερς όμως όπως λέει στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν παιδιά που έκαναν drill, δεν τους ανακάλυψε εκείνος Το 2004 κυκλοφόρησε με τα Βόρεια Αστέρια το πρώτο του beat στο τραγούδι “Χαλαρότερα” Το 2012, το Film Noir, ήταν ο πρώτος δίσκος που έκανε, όπου όλες οι παραγωγές ήταν δικές του και όπου είχε προσωπικά την συνολική επιμέλεια, επηρεασμένος από τον κινηματογράφο, ενώ έχει κάνει μουσική και για ταινίες μικρού μήκους. Ανήκει στην γενιά του 12ου Πίθηκου, των Βήτα Πεις, του ΛΕΞ και του Μικρού Κλέφτη και μαζί τους έχει μετρήσει αμέτρητες επιτυχίες. Έχει επιρροές από το χιπ χοπ στιλ της Νέας Υόρκης το οποίο ζει μέσα του μέχρι σήμερα. Είναι ένας από τους σπουδαιότερους – όσο κλισέ κι αν ακούγεται – μουσικούς μίξερ της σύγχρονης ιστορίας της Ελλάδας, κι ας μην ξέρουμε πολλά γι αυτόν τον ακούμε από τα στόματα των ράπερς, κομμάτι το κομμάτι/ ep με το ep.