Ματούλα Ζαμάνη: Το οικοδόμημα της κοινωνίας είναι σάπιο
H Mατούλα Ζαμάνη μιλάει για την Ελλάδα του 2022, τα Εξάρχεια, την κοινωνική κρίση, την ιστορία της και όλα εκείνα που την καθόρισαν.
Κατάγεται από τα Τρίκαλα, εγκατέλειψε την Αθήνα και ζει στην Αμοργό τα τελευταία έξι χρόνια, παίζει πινκ πονγκ αγαπάει την φύση, σημειώνει μελωδίες και στίχους σε χαρτί, ξεχωρίζει την Ελλάδα για τις γωνιές της, κι εμείς την ξεχωρίζουμε για τον τρόπο που ερμηνεύει τα τραγούδια. Στις συναυλίες της όλοι γινόμαστε ένα σώμα. Έτσι μας βλέπει κι έτσι νοιώθουμε. Είναι ό,τι βλέπουμε στην σκηνή και όπως λέει χιουμοριστικά φοράει τα ίδια ρούχα. Υπάρχει και ζει όπως όλοι.
Η Ματούλα Ζαμάνη είναι εκείνη που περνά τις εικόνες της παράδοσης του χωριού στο τραγούδι. Με μία μετάλλαξη λέξης, με ένα άγγιγμα στο μικρόφωνο, θα ανέβει στην σκηνή του Θεάτρου Γης στις 8 Σεπτεμβρίου και μας καλεί να ταξιδέψουμε μαζί της.
“Μεγάλωσα σε ένα χωριό στα Τρίκαλα και μετά πήγαμε στην Αθήνα, την αγαπώ την Αθήνα, όσο κι αν την ζορίζουν, έχει πολύ ωραίες γωνιές. Η Αμοργός προέκυψε νωρίς, έπαιζα από τα 15 μου σε νησιά, μου άρεσε η ζωή σε αυτούς τους τόπους, αυτό το φως που έχει ο ήλιος, η ανεμελιά στα στενά, αυτές οι εικόνες έμειναν στην καρδιά μου. Πριν έξι χρόνια αισθάνθηκα πως οι ρυθμοί στην πόλη δεν μου ταιριάζουν, ήμουν ανάμεσα σε Αμοργό και Φολέγανδρο, το ανακοίνωσα στους γονείς μου και στην αδερφή μου, προφανώς δεν χάρηκαν. Αλλά έξι χρόνια μετά ακόμη ζω στην Αμοργό. Για εμένα που το καλοκαίρι είμαι στους δρόμους και έρχομαι σε επαφή με πολύ κόσμο, το χειμώνα ο τόπος του σπιτιού μου είναι ιδανικός. Το νησί συνδυάζει μία αγριάδα και μία αγκαλιά είναι πιο κοντά σε αυτό που είμαι εγώ σαν άνθρωπος. Μένω σε ένα μικρό σπίτι πάνω από μία στάνη στον Άγιο Παύλο, το νερό του είναι βρόχινο δεν είμαι στο δίκτυο. Υπάρχουν δυσκολίες αλλά τις αντέχω, οι δικοί μου άνθρωποι μου λείπουν, αυτό κάποιες φορές με ζορίζει.”
Η Ματούλα έζησε πολλά χρόνια στα Εξάρχεια, στην γειτονιά που αυτή την περίοδο αποτελεί σημείο αναφοράς της επικαιρότητας λόγω της μεταφοράς της στάσης του μετρό και της αστυνομοκρατίας. Αυτό που θυμάται από την γειτονιά της είναι ο παππούς της που πούλαγε λαχεία, η λαϊκή στην Καλλιδρομίου, η πλατεία, ο λόφος του Στρέφη, οι βόλτες, τα μπουγέλα, ελεύθερο κάμπινγκ πάνω από τα σπίτια. Η δική της γειτονιά. “Η Ελλάδα βασίζεται μόνο στον τουρισμό, με αυτό τον όρο η καθαρόαιμη γειτονιά των Εξαρχείων κάπως απαλλοτριώνεται. Τα τελευταία 10 χρόνια οι κάτοικοι που ζούμε εκεί βλέπουμε αστυνομία, πεταμένα ναρκωτικά στα πεζοδρόμια, airbnb, συναντούμε δηλαδή την απαλλοτρίωση της. Η κάθε κυβέρνηση αντί να καθαρίσει την γειτονιά και να βοηθήσει τους ανθρώπους που ζούνε εκεί, την ασχήμαινε, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να φοβηθούν να πουλήσουν τα σπίτια τους τα οποία και μετατράπηκαν σε airbnb και φυσικά το επόμενο βήμα να είναι η εγκατάσταση της στάσης του μετρό. Και στην πραγματικότητα η στάση δεν χρειάζεται διότι υπάρχουν ήδη σε κοντινές περιοχές, ενώ άλλες γειτονιές της Αθήνας δεν συνδέονται μέχρι και σήμερα με τις σιδηροδρομικές γραμμές. Αναφερόμαστε λοιπόν στην διάλυση μιας γειτονιάς, γιατί τα Εξάρχεια δεν είναι γκέτο, είναι γειτονιά. Βλέπεις την Λαϊκή, τα παιδιά που παίζουν μουσική, τα καφενεία, δεν συναντάς την έννοια του γκέτου στην περιοχή, την ζωή συναντάς. Η λέξη ανάπτυξη με τρομάζει πολύ, δεν είναι όλα ανάπτυξη για μένα. Ο χρόνος και ο μόχθος για να αλλάξει κάτι, χωρίς να παραβιάζεται η ταυτότητα αυτού, οι άνθρωποι του, η γη και το περιβάλλον αυτό θα έπρεπε να είναι η ανάπτυξη. “
Η μουσική ήταν πάντα στη ζωή της, της είχε δωρίσει η μητέρα της με την γιαγιά της ένα αρμόνιο μικρό και έτσι ξεκίνησε να παίζει. Η σχέση ανάμεσα στην πολιτεία και στους καλλιτέχνες για την ίδια δεν υπάρχει. “Σε πολύ ερωτικό επίπεδο έπαιζα και παίζω μουσική, χωρίς καμία πίεση. Ότι άκουγα έπαιζα. Δεν είναι δουλειά για εμένα, είμαι τυχερή και κάνω αυτό που αγαπώ. Δεν θα μπορούσα με τίποτα να με φανταστώ χωρίς την μουσική. Το πρώτο τραγούδι που έγραψα ήταν το “Το τι και το ε”, για να περάσω ένα μάθημα στο πανεπιστήμιο. Η σχέση ανάμεσα σε πολιτεία και καλλιτέχνες είναι ανύπαρκτη, δεν καταλαβαίνει κανείς τί κάνουν οι άνθρωποι του πολιτισμού, θέλουν όμως όλοι να απολαμβάνουν τα αγαθά του. Για να αλλάξει αυτή η συνθήκη χρειάζεται παιδεία και η παιδεία διαρκώς κόπτεται.”
Ένα από τα αγαπημένα της τραγούδια είναι το “Πατέρα μας μεγάλωσες” του Τάκη Καρναβά, γιατί ήταν το αγαπημένο του πατέρα της και εξηγεί πως του ζητούσε να το τραγουδήσει κι εκείνου γέμιζαν τα μάτια του χαρά. Έχει πάντα ένα τετράδιο μαζί της και γράφει, μελωδίες και στίχους. Όλα τα τραγούδια της αποτελούν προσωπικά βιώματα. Σημείο συνάντησης στην καλλιτεχνική της πορεία είναι εκεί με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. “Οι κοινές εμφανίσεις με τον Θανάση ήταν μαγεία. Πέρασαν τα χρόνια σα νερό. Δεν ήταν απλά συνάντηση ήταν μαγεία, με πλάκα, με δυσκολίες με χιούμορ πολλά συναισθήματα. Στο “Μιλώ για ‘σένα πράγματι έχω αλλάξει το “μοναχές” σε “μαναχές” κι αυτό γιατί έτσι το λένε στο χωριό μου. Βασικά τα τραγούδια μου είναι όλα εκείνα που έχω ζήσει και νοιώσει. Ακόμη και ο πρώτος δίσκος που είναι πολύ πιο παιδικός, δηλαδή οι στίχοι απευθύνονται σε παιδιά 3 έως 8 ετών, αντικατόπτριζαν την φάση της ψυχής μου τότε. Το “στη δονούσα παγωτό” αναλύει την κατάσταση του σου μιλάω κι εσύ με γράφεις. Προσωπικά βιώματα, ιστορίες μου με άλλα ονόματα και άλλες συνθήκες, υπάρχω μέσα στα τραγούδια μου και όσο περνάνε τα χρόνια εκτίθεμαι κι άλλο και ενώ δεν περίμενα πως θα το κάνω μου αρέσει.”
Σε μία εποχή που η βιώνουμε την έκρηξη κοινωνικής κρίσης, εκείνη μιλάει για το ρίμαγμα των ψυχών και αναφέρεται στον τεράστιο όγκο των αρνητικών πληροφορίων που δεχόμαστε καθημερινά. “Τσακίζεται η ψυχή μας κάθε μέρα. Προσπαθώ να κάνω στον βαθμό που μου αναλογεί και μπορώ κάτι ωραίο μέσα στην ημέρα, όχι για εμένα απαραίτητα, κάτι ανθρώπινο. Να ζήσω μία αληθινή στιγμή. Αυτή η κοινωνική έκρηξη δείχνει το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε σαν κοινωνία αυτή τη στιγμή, το οικοδόμημα της είναι σάπιο από κάτω. Βγαίνει τώρα η ψυχοσύνθεση μας και κόβει σαν στάχια ζωές ανθρώπων. Όσο είναι καιρός πρέπει να τη γυρίσουμε την φάση, λίγο-λίγο, μικροαλληλέγγυες κοινωνίες μικρές με αισθητική και πράξεις όχι λόγια. Τα πράγματα είναι δύσκολα, δεν έχουμε καταλάβει τι μας συμβαίνει, σου συμπεριφέρομαι απαράδεκτα κι εσύ μπορεί να νομίζεις πως αυτό είναι το νορμάλ. Η χώρα είναι κούκλα, όμως είναι διαλυμένη σε σχέση με τα περασμένα χρόνια. Πήγα σε ένα live στην Εύβοια πριν λίγο καιρό και η ψυχή μου έγινε μαύρη, ήταν σαν τάφος, όμως ακόμη η περιοχή ζει αναπνέει και αντέχει. Πιστεύω στους ανθρώπους σε εκείνους που θα αφιερώσουν όλη τους τη ζωή για να αλλάξουν αυτό που ζούμε σήμερα.”
Στα live της γινόμαστε όλοι σώμα σύμφωνα με την Ματούλα, υπήρξε κενό αυτά τα δύο χρόνια και στις φετινές συναυλίες αυτό το κενό φαίνεται, η έννοια το φόβου εισέβαλλε στην ζωή όλων και τώρα στις μουσικές εμφανίσεις κοινό και καλλιτέχνες βρίσκονται “στα κόκκινα”. Οι ζωντανές εμφανίσεις αποτελούν για εκείνη την ανάγκη του κόσμου να εκφραστεί και δεν είναι όμοιες με παλιότερα, βλέπει την λύσσα της ανάγκης. “Kινούμαι σε έναν διαφορετικό δρόμο, έχω μία άλλη αντίληψη για την μουσική και γι αυτό που συμβαίνει στα lives μου. Από την αρχή ξέρω πως όλοι όσοι έρχονται στα lives και ακούν την μουσική μου, της δίνουν σάρκα και οστά και δημιουργούμε όλοι μαζί ένα σώμα το οποίο πάλλεται ανάμεσα μας. Χωρίς εκείνους, το σώμα θα ήταν ημιτελές, γιατί δεν είναι προϊόν marketing ή ακραίας διαφήμισης. Eίναι μία σχέση που χτίστηκε μέσα στα χρόνια σαν μία αραχνούλα που φτιάχνει τον ιστό της, θέλει χρόνο και χρόνια. Είναι πολύ δυνατό, υπάρχουμε εμείς οι καλλιτέχνες γιατί υπάρχετε κι εσείς. Αυτή η σχέση είναι αμφίδρομη και όταν βλέπεις μέσα από τα φώτα πως κάποιος τραγουδάει μαζί σου είναι πολύ συγκινητικό. Είναι ένα συνεχές ευχαριστώ με την έννοια της χαράς, ζούμε μαζί μαγικές στιγμές, μία χημεία με το κοινό που για ‘μένα είναι τρελό δώρο. Το 2016 που βγήκα στην Τεχνόπολη να τραγουδήσω το “Μιλώ για ΄σένα”, δεν είχε κανένα νόημα να το πω εγώ, ήρθε σαν ωστικό κύμα η φωνή του κοινού, τραγουδήθηκε απ’ όλες τις φωνές κι εκείνες φτάσανε στον ουρανό. Φέτος στην Αμοργό, παίξαμε στην κάτω πλευρά πίσω μας υπήρχαν κάτι βράχια και φαινόταν λες και παίζαμε στην Ισλανδία, η ενέργεια ήταν εντελώς διαφορετική, ήταν σαν να πατάμε ένα βήμα πάνω από την γη. “
Καλλιτεχνικά από επιλογή δεν κάνει εμφανίσεις τον Χειμώνα, όμως με τη νέα σεζόν θα κυκλοφορήσει ο νέος της δίσκος. “Από επιλογή απέχω τον χειμώνα, δεν έχω βρει τον τρόπο να παίζω όπως θέλω τον χειμώνα, κάνω υπομονή. Προσπαθώ και δημιουργώ δικές μου συνθήκες, συνθήκες που ταιριάζουν σε ‘μένα. Όταν είμαι στην Αμοργό δουλεύω αρκετά με τα υλικά που θέλω να ετοιμάσω και να δοκιμάσω. Φέτος ετοιμάζω τον καινούριο δίσκο με τα νέα τραγούδια από τα οποία παίζω και λίγα στα lives το καλοκαίρι και τελειώνω έναν δίσκο με βλάχικα, με την γλώσσα μου που μελετάω πολλά χρόνια για το πως ακριβώς θέλω να γίνει. Είχα την ανάγκη από πολύ παλιά να κάνω δίσκο στα βλάχικα με ήδη υπάρχοντα τραγούδια που δεν τα ξέρει κανείς, σε μία γλώσσα που χάνεται. Τελείωσα τις ηχογραφήσεις και είμαι στο τελείωμα του δίσκου, τον οποίο θα τον ακούσετε αν όλα πάνε καλά τον Μάρτιο.”