Ο Θεσσαλονικιός που παίζει ηλεκτρονική μουσική μπροστά σε 10.000 κόσμο
Ο Γιάννης Πατελιώτης αφηγείται την ιστορία των Street Outdoors που κατάφεραν να φέρουν αέρα εξωτερικού με τα πάρτι τους στην Ελλάδα.
Ξεκίνησα να ακούω ηλεκτρονική μουσική περίπου στην ηλικία των 18 ετών, τότε που όλοι της γενιάς μου περνούσαμε την φάση των τεκνόπαρτων. Ποτέ δεν ήμουν φαν, πάντα πήγαινα σε τέτοια πάρτι για την παρέα, ωστόσο το σώμα μου πάντα ακολουθούσε τον ρυθμό. Κάπου εκεί γνώρισα και τους Street Outdoors, δύο Θεσσαλονικιούς που πριν από λίγες ημέρες με ένα μοναδικό πάρτι στο Λυκαβηττό, θέα όλη την Αθήνα μπροστά στο ηλιοβασίλεμα, και την μουσική κατάφεραν να ενώσουν 10.000 κόσμο.
Ο Γιάννης αφηγείται λοιπόν την ιστορία των Street Outdoors που παρέα με τον Γιώργο είναι εκείνοι που κατάφεραν να φέρουν αέρα εξωτερικού με τα πάρτι τους στην Ελλάδα, με dj sets.
O Γιάννης, κάνει μαθήματα φωτογραφίες και αγαπάει τα ταξίδια, ακούει αρκετή μουσική και όπως λέει όχι τόσο ηλεκτρονική, κινείται στο κέντρο, διασκεδάζει πολύ να μην τρώει σπίτι. Σπούδασε Τουριστικά και έκανε Master στον τουρισμό και το περιβάλλον, εργάστηκε σε μία συμβουλευτική στο Ρότερνταμ και κάπου εκεί κατάλαβε πως το όνειρο της ζωής του δεν ήταν αυτό.
“Τότε βασικά συνειδητοποίησα πως θα ήθελα να κάνω κάτι πιο ελεύθερο και πιο καλλιτεχνικό και χωρίς συγκεκριμένους αυστηρούς στόχους και ωράρια. Ξεκίνησα να παίζω μουσική όταν πήγαινα Λύκειο, τότε άκουγα ροκ και ιντι, ήθελα να γίνω ροκάς, είχα γύρω μου ανθρώπους που παίζανε μουσική, μου πρότειναν να κάνουμε ένα συγκρότημα χωρίς να έχω γνώσεις πάνω στην μουσική. Κάπου εκεί είπα πως θα αρχίσω να τραγουδάω. Τότε νομίζαμε πως θα γίνουμε κάτι ανάμεσα σε Cure και Ξύλινα Σπαθιά. Πήρα ένα μπάσο άρχισα να παίζω κάτι συγχορδίες κουτσά-στραβά και προφανώς δεν πήγε πολύ καλά, κάναμε κάτι live στο σχολείο που μάλλον εγώ τουλάχιστον ήμουν λίγο ατάλαντος αλλά ταυτόχρονα μου άρεζε πολύ αυτό που έκανα. Άκουγα πάρα πολύ 88.5 και θυμάμαι στην εφηβεία μου ήταν hot η ελευθεροτυπία και το περιοδικό Εψιλον, οπότε τα μεσημέρια όταν πήγαινα σπίτι μου, αντί να διαβάζω άκουγα ραδιόφωνο, και συγκεκριμένα την εκπομπή του Αχιλλέα Κεκίμογλου και μου άρεζε πολύ η μουσική που έπαιζε. Έπαιρνα τηλέφωνο στο ραδιόφωνο να ρωτήσω πιο τραγούδι ακούω. Έτσι ανακάλυψα την ηλεκτρονική μουσική. Δεν υπήρχε internet, και ο τρόπος για να ακούσεις μουσική ήταν φυσικά να αγοράσεις βινύλια ή cd. Τότε είχε 10-12ευρώ ένας δίσκος, μάζευα χρήματα και πήγαινα και έπαιρνα δίσκους από τα κομμάτια που άκουγα στο ραδιόφωνο και σιγά-σιγά άρχισα να έχω την δική μου συλλογή. Τελείωσα το σχολείο, είχα πολλούς φίλους που ήθελαν να γίνουν dj κι εγώ δεν το έκανα. Σε κάποια φάση αισθάνθηκα έτοιμος, πήρα πικ-απ στο σπίτι και άρχισα να παίζω μόνος μου και με τον καιρό αισθάνθηκα πως μπορώ να το κάνω. Τα πρώτα χρόνια έπαιζα μόνο με δίσκους.”
Ξεκινήσαν να κάνουν διάφορα project. Όπως το “OtherWise” ένα πάρτι με ύφος rave party στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, στην Βαλαωρίτου. Τα πάρτι ήταν τρομερά. Ο καθένας έκανε μία κύρια δουλειά.
“Εγώ δούλευα παρκαδόρος, σπουδάζαμε και κάναμε πάρτι χωρίς να έχουμε στο μυαλό μας να βγάλουμε λεφτά. Το 2010 η Ελλάδα μπαίνει στην κρίση, εγώ φεύγω στρατό, τότε θεωρούσαμε πως η κρίση θα κρατήσει κανέναν χρόνο, οπότε επικρατούσε η άποψη του ότι “μπες στρατό τώρα, γιατί του χρόνου που θα βγεις τα πράγματα θα έχουν στρώσει.” Αυτό προφανώς δεν έγινε, εγώ εργαζόμουν πάντα, οπότε δεν έμεινα ποτέ από χρήματα, όμως ταυτόχρονα παρατηρούσα πως οι φίλοι μου δεν μπορούσαν να πάνε σε πάρτι, δεν είχαν χρήματα να πληρώσουν εισιτήριο, να πιουν ένα ποτό, ήταν πολύ στεναχωρημένοι, υπήρχε τρομερή μιζέρια στην κοινωνία. Την άνοιξη του 2012 θέλαμε να κάνουμε ένα πάρτι για τους ανθρώπους μας, να δώσουμε δωρεάν BBQ, δεν είχαμε προφανώς την έννοια του χρήματος, λέγαμε πως θα κάνουμε ένα πάρτι one off, θα έχουμε 300 σουβλάκια για να φάνε οι φίλοι μας, με δωρεάν είσοδο για να μπορέσουν όλοι όσοι δυσκολεύονται να περάσουν καλά. Κλείσαμε την ταράτσα Fragile, και το κάναμε, έγινε ένας κακός χαμός το κτίριο απορούμε μέχρι σήμερα πως δεν έπεσε με τόσο κόσμο, υπήρχε τρομερή χαρά, έκλεισε ο δρόμος από κάτω, μετά προφανώς ήρθε η αστυνομία έκλεισε το στενό λες και ήταν πάνω τρομοκράτες, βλέπαμε περιπολικά με όπλα. Τότε είχα τρομάξει πάρα πολύ τώρα θεωρώ πως είναι πολύ καθοριστικό γι αυτό που κάναμε μετά. Και κάπως έτσι ξεκινήσαμε, μετά διοργανώσαμε κι άλλα πάρτι σε στοές και σε στενά στο κέντρο. Μεταξύ 2013-2015, ο Γιώργος Ζούσε στην Αθήνα κι εγώ είχα φύγει στην Ολλανδία οπότε κάναμε πιο λίγα πράγματα, το 2015 διοργανώσαμε ένα πάρτι στο Δεντρόσπιτο που δεν καταλάβαμε ποτέ πως πήγε τόσο καλά, το 2016 το πρώτο μεγάλο πάρτι στο Λιμάνι με επίσης χιλιάδες κόσμο και κάπως έτσι κύλησε.”
Το όνομα των StreetOutdoors το σκέφτηκε ο Γιώργος, τότε υπήρχαν πάρα πολλά street parties στο Λονδίνο και τα παιδιά θέλανε να δανειστούν τον όρο “Street” από τα street parties και να συνδέσουν το outdoors. Πρότειναν διάφορα ονόματα και έμεινε αυτό.
“Σήμερα τα πάρτι είναι full time job για εμένα, προσπαθούμε να κάνουμε αρκετά outdoor event. Όταν όλο αυτό μεγάλωσε και μοιραία θέλαμε να κάνουμε πιο μεγάλα πράγματα και πιο επαγγελματικά, αποκτώντας μεγαλύτερη υπόσταση και περισσότερο κοινό καταλάβαμε πως θα γίνει όλο και πιο δύσκολο σε ένα random στενό στα κέντρα των αστικών πόλεων χωρίς να έχει συνέπειες. Με το outdoor πάρτι μπορούσαμε να κάνουμε events 4-5 μήνες τον χρόνο, οπότε κρατήσαμε σε πολλές φάσεις τον τίτλο ως brand και δημιουργήσαμε και κλειστά events. Eγώ προτιμώ τα εξωτερικά και τα απογευματινά. Εμείς ήμασταν από τους πρώτους που παίζαμε μουσικές οι οποίες δεν παιζόντουσαν εύκολα, δεν παίζαμε ποτέ αυστηρά, δεν μας ένοιαζε η ροή ιδιαίτερα, δεν είπαμε ποτέ πως στην μόδα είναι αυτό το είδος οπότε πρέπει να το ακολουθήσουμε, δεν με αφορά η μόδα πολύ. Όταν ξεκινήσαμε να “μεγαλώνουμε” υπήρχε πολλοίς κόσμος που ερχόταν στα πάρτι και συνειδητοποιούσε πως του αρέσει η ηλεκτρονική μουσική και περνάει καλά με αυτή. Έτσι κάπως ξεκίνησαν να μας προσεγγίζουν επιχειρηματίες και να ρίχνουν προτάσεις, κάπου εκεί δημιουργήθηκε το “Street Outdoors Sound System”, ένα format που θα παίξω εγώ με τον Γιώργο μουσική και θα παρουσιάσουμε τον ήχο του πάρτι μας. Ένα representation του πάρτι από τους δημιουργούς του.”
Ο Γιάννης σχολιάζει πως στον τομέα της ηλεκτρονικής μουσικής παγκόσμια αυτή την στιγμή τα περισσότερα κομμάτια δεν είναι ποιοτικά.
“Η ηλεκτρονική μουσική αυτή την στιγμή σε ένα συντριπτικό κομμάτι καθορίζεται από τα social media, τα οποία μας προστάζουν να δώσουμε τρομερή βάση σε ανθρώπους που αν δεν υπήρχαν δεν θα τους δίναμε τόσο πολύ. Την ίδια στιγμή προσπερνάμε πολύ καλές δουλειές και αυτό νομίζω πως ήταν μία επιτυχία δική μας, γιατί κομμάτια τα οποία δεν θα είχε ο οποιοσδήποτε πρόσβαση να τα ακούσει, γιατί δεν θα τα έβλεπε σε story στο instagram ή σε χορηγούμενες δημοσιεύσεις, τα ανακαλύπτουμε εμείς και τα παίζουμε στα πάρτι. Ακόμη και οι άνθρωποι που δεν ακούν ηλεκτρονική μουσική μπορούν να έρθουν στο πάρτυ, για εμένα είναι πολύ σημαντικό να βλέπω ανθρώπους να ακούν την μουσική μας και να περνάνε ωραία. Η φίλη μου δεν ακούει ηλεκτρονική μουσική όταν ακούω μουσική στο σπίτι πολλές φορές τσεκάρω κομμάτια και περιμένω να δω αν θα κουνηθεί εκεί καταλαβαίνω πως αυτό μπορεί να λειτουργήσει σε ανθρώπους που δεν ακούν έντονα ηλεκτρονική μουσική. Θεωρώ πως μπορούμε να πιάσουμε τους ανθρώπους που έχουν όρεξη να ακούσουν μουσική. Δεν περίμενα πως θα έχουμε τόσο μεγάλη επιτυχία, δεν επέλεξα να είναι η δουλειά μου τα πάρτι και γι αυτόν ακριβώς τον λόγο πολλές φορές έκανα λάθη, δεν έζησα τις καταστάσεις που έπρεπε να τις ζήσω γιατί μέχρι σήμερα πολλές φορές το νιώθω σαν χόμπι. Ο λόγος που δεν περιμέναμε την επιτυχία, είναι γιατί σε κανένα event δεν έχουμε την ασφάλεια πως θα έρθει ο κόσμος. “
Περιγράφει τις πιο δυνατές και τις πιο δύσκολες στιγμές των event μέχρι σήμερα. Και ξεχωρίζει το live στον Λυκαβηττό.
“Το πρόβλημα είναι πως στις δυνατές στιγμές, η μέρα ξεκινάει πολύ νωρίς, με το που ανοίξει ο ήλιος, πας σε μία πλατεία που είναι 5.000 τετραγωνικά και δεν έχει τίποτα κι εσύ πρέπει να κάνεις τα πάντα σε λίγες ώρες να είναι λειτουργικά. Υπάρχει ένας πανικός, όταν όλα αυτά γίνονται και η ώρα περνάει, εσύ έχεις ήδη κουραστεί και στην αρχή του event δεν έχεις κόσμο προφανώς οπότε αρχίζει και σε τρώει η ανασφάλεια και το άγχος του αν θα πάμε καλά. Ξαφνικά όντως πάει καλά και είναι η ώρα σου να βγεις να παίξεις μουσική και από κάτω έχει πάνω από 5.000 κόσμο. Στον Λυκαβηττό, εγώ από μπροστά έβλεπα τους ανθρώπους να περνάνε τέλεια και στην πλάτη μου υπήρχε όλη η Αθήνα και ο ήλιος που έπεφτε. Ήταν φανταστικά. Είμαι πολύ ψύχραιμος, δεν αγχώνομαι την ώρα που παίζω μουσική, εκεί μου πήρε ένα μισάωρο να συνειδητοποιήσω τι συμβαίνει. Την επόμενη ημέρα, το πρόβλημα μου ήταν πως το event πέρασε πάρα πολύ γρήγορα, συνέβη και τελείωσε πολύ γρήγορα θα ήθελα να κρατήσει 15 ώρες για να το ζήσω ακόμη περισσότερο. Στις πολύ ωραίες στιγμές όλα βασίζονται στις καλές συνεργασίες, στον Λυκαβηττό οι συνεργάτες που είχαμε από το This is Athens ήταν πολύ supportive και πολύ δημιουργικοί άνθρωποι, ήταν εκεί από την πρώτη στιγμή. Ήξερα πως εγώ παίζω μουσική και υπάρχουν πίσω μου άνθρωποι που μπορούν να διαχειριστούν τα πάντα. Οι καλές στιγμές χτίζονται από τους ανθρώπους που έχεις γύρω σου, είναι ένα μείγμα από καλή τοποθεσία, σωστό κοινό , καλούς συνεργάτες. Με τα χρόνια οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργαστήκαμε έχουν μεγάλο credit της επιτυχίας. Υπάρχουν πολύ ζόρικες στιγμές, ο κύριος αντίπαλος μας είναι πάντα ο καιρός, μοιραία δεν μπορείς να τα βάλεις μαζί του. Κάποτε ήθελα να κοντράρω την φύση. Θυμάμαι το 2019, όταν κάναμε ένα event στο Λιμάνι, είχε καύσωνα, είχα μιλήσει με το αεροδρόμιο χιλιάδες φορές για να δω πως θα πάει ο καιρός, εκείνη την ημέρα μας έλεγαν πως δεν υπάρχει περίπτωση να βρέξει στην Θεσσαλονίκη. Μαζεύουμε χιλιάδες κόσμο και ξαφνικά ενώ είναι χαρά Θεού κάνει ο καιρός ένα γύρισμα, σε 7 λεπτά έχει μαυρίσει ο ουρανός και ρίχνει μια ασύλληπτη βροχή. Καθόμουν μέσα στην βροχή και έλεγα δεν μπορώ να κάνω κάτι. Κλείσαμε την μουσική για 40 λεπτά κάναμε όλα τα test στα ρεύματα, έβρεξε ένα τέταρτο αλλά ήταν σαν ένας μήνας βροχή στην Θεσσαλονίκη. Βγήκε εντέλει το πάρτι αλλά εγώ εκείνη την ημέρα έσκασα.” Οι δυσκολίες ωστόσο σε τέτοια υπαίθρια πάρτι είναι πολλές.
“Θα άλλαζα την πρόσβαση στους χώρους, θεωρώ πως πρέπει να ξεκλειδώσουν διάφοροι χώροι για να γίνουν πράγματα. Θα άλλαζα την αντιμετώπιση των αρχών και των φορέων συνολικά όσον αφορά την ηλεκτρονική μουσική γιατί ακόμη και το 2023 που προφανώς η ηλεκτρονική μουσική δεν είναι χαρακτηρισμένη όπως ήταν κάποτε, υπάρχει λίγο η εντύπωση πως τα σκουπίδια της κοινωνίας ακούν ηλεκτρονική μουσική. Θα ήθελα οι άνθρωποι που αποφασίζουν να καταλάβουν πως αυτά τα πάρτι με αυτή την μουσική συμβαίνουν παγκόσμια και είναι τέχνη, υπάρχει μία ολόκληρη φιλοσοφία με αυτό το πράγμα, οπότε δεχθείτε το και αγκαλιάστε το. Δεν έχω ψευδαισθήσεις πως η Θεσσαλονίκη θα γίνει Βερολίνο, σαφέστατα η Αθήνα αγκαλιάζει περισσότερο την ηλεκτρονική μουσική αλλά νομίζω πως αυτό οφείλεται στους τουρίστες που την επισκέπτονται. Το πιο πετυχημένο μας live μέχρι σήμερα ήταν στο Λιμάνι το 2016, ήταν η πρώτη φορά που είδαμε τόσο κόσμο μαζεμένο, ήταν κομβικό σημείο. Το πρώτο πάρτι στην Βαρβάκειο, οι αντιθέσεις του χώρου ήταν φοβερές, στις 7 η ώρα το πρωί μύριζε κρέας και είχε ψυγεία και μετά από 8 ώρες ήταν club. Τρομερή στιγμή σαν Djs ήταν στο Φεστιβάλ στην Δονούσα το 2019, που οι άνθρωποι του νησιού μας είπαν πως ήταν το μεγαλύτερο κατέβασμα έβερ από το φέριμποτ. Μία κατάσταση καταπληκτική, παίζαμε 2 ώρες το βράδυ και τελικά πήγε 7 το πρωί, οι άνθρωποι που είχαν τον χώρο με εκβίαζαν να κλείσω κι εγώ πλακωνόμουν γιατί δεν έπρεπε να σταματήσει αυτό που συνέβαινε ήταν όλα συγκλονιστικά και κρίμα που δεν ξανάγινε ποτέ.”
Στο εξωτερικό τα υπαίθρια πάρτι έχουν εισιτήριο.
“Δεν υπάρχουν αρκετές διαφορές και θεωρώ πως στην Ελλάδα δεν είμαστε έμβρυα σε αυτά τα πάρτι, υπάρχουν αρκετά events εδώ που μπορούν να συγκριθούν με το εξωτερικό. Η επιτυχία εξαρτάται από την όρεξη που έχεις να την κυνηγήσεις, εγώ θεωρώ πως είναι και θέμα τοπικών φορέων, στην Θεσσαλονίκη δεν είναι εύκολο, οι πόρτες είναι κλειστές στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν ασχολείται κανείς με το να σου δώσει την πρόσβαση σε χώρους ή να σου ζητήσει να κάνεις κάτι. Στην Αθήνα τα πράγματα είναι πολύ πιο ανοιχτά. Επίσης, υπάρχουν πολλές επαρχιακές πόλεις που έχουν όντως την διάθεση να διοργανώνουν πράγματα αλλά εκεί υπάρχει θέμα budget. Το βασικότερο θέμα όμως στην Ελλάδα είναι η πρόσβαση. Οι περισσότεροι πιστεύουν πως οι άνθρωποι που κάνουν πάρτι είναι είναι μία ομάδα, αλλά είμαστε εταιρία, υπάρχουν έσοδα, έξοδα και εργαζόμενοι. Δεν κάνουμε χόμπι, πρέπει οι φορείς να μας αντιμετωπίζουν σαν επαγγελματίες. Αν μπορούσε συνολικά στην μουσική να ανοίξουν χώροι θα ήταν ακραίο το αποτέλεσμα. Θεωρώ πως είναι πολύ βασικό οι άνθρωποι να πορευόμαστε με τα δεδομένα του σήμερα. Αυτή την στιγμή υπάρχει ψηφιοποίηση στα πάντα, εγώ χαίρομαι να έχω spotify και να φοράω ακουστικά και να ακούω μουσική. Χαίρομαι που πάω να παίξω μουσική και έχω μόνο ένα στικάκι και δεν κουβαλάω δίσκους. Το βινύλιο έχει έναν ρομαντισμό, έχει υφή και είναι όμορφο, ότι δίσκο έχω σε βινύλιο τον ξέρω πολύ καλύτερα απ’ ότι ένα ψηφιακό κομμάτι, ταυτόχρονα όμως δεν υπάρχει πρόσβαση. Το ψηφιακό κοστίζει λιγότερο, το έχουν περισσότεροι άνθρωποι κλπ. Με ενοχλεί ο dj με λάπτοπ, θεωρώ πως το λάπτοπ στερεί από τον dj την επαφή με το κοινό του. Δεν το κατηγορώ σε καμία περίπτωση, απλώς το λαπτοπ ταυτίστηκε δυστυχώς πολύ με τους dj. Eγώ το είχα δοκιμάσει αλλά με χαλούσε, βέβαια από το να μην το κάνεις καθόλου κάντο με λάπτοπ. Μπορείς να ζήσεις με την μουσική σήμερα, απλώς έχει να κάνει με το πόσο το κυνηγάς και φυσικά με τις αμοιβές γιατί δεν είναι ίδιες για όλους. Βέβαια είναι μία καλά αμειβόμενη δουλειά στο σήμερα.”
Παρά την επιτυχία της δουλειάς δεν σκέφτηκε ποτέ να μείνει στο εξωτερικό, καθώς τα πάρτι εκεί έχουν πάντα επιτυχία ή να μετακομίσει στην Αθήνα.
“Πιστεύω πως δεν είμαστε όλοι για όλα, επίσης όταν μεγαλώνεις σε μία πόλη σαφέστατα είναι πολύ πιο εύκολη η ζωή σου στο συγκεκριμένο μέρος. Μεγαλώνοντας ήθελα πάντα να φύγω και θεωρούσα πως αν φύγω θα είμαι ένας πολύ ευτυχισμένος άνθρωπος εκτός της Θεσσαλονίκης, την οποία την έβριζα, την βρίζω πάρα πολλές φορές αλλά την αγαπώ! Όταν έφυγα όλο αυτό δεν λειτούργησε και θυμάμαι να μπαίνω στο αεροπλάνο και να μην θέλω να φύγω. Εδώ είναι η οικογένεια μου, οι άνθρωποι μου, ξέρω τα κατατόπια της πολύ καλά, οι αποστάσεις της είναι μικρές, είναι μία συνειδητή επιλογή του να ζήσω σε μία πόλη με χαμηλότερο tempo, η μέρα μου έχει 24 ώρες και εδώ ξέρω τον τρόπο για να τις αξιοποιήσω όσο πιο λειτουργικά γίνεται. Δεν λέω μεγάλες κουβέντες πως θα μείνω εδώ για πάντα, αλλά περνάω όμορφα στην Θεσσαλονίκη. Τα πάρτι μας για εμένα είναι σαν μία ερωτική σχέση, η οποία διαρκώς μεταβάλλεται και εξελίσσεται και συνέχεια θέλει κυνήγι και σου δίνει ερεθίσματα, ταυτόχρονα σου δίνει τις χαρές και τις απογοητεύσεις μιας ερωτικής σχέσης, την κούραση και την χαρά της. Σαφέστατα όπως είσαι με έναν άνθρωπο πολλά χρόνια υπάρχουν στιγμές που δεν θέλεις να τον βλέπεις αλλά ακόμη και τις στιγμές που δεν τον βλέπεις σου λείπει. Τα event μας είναι κομμάτι της ζωής μου, έχω ταυτιστεί πολύ μαζί τους.”
Ο Γιάννης και ο Γιώργος δεν έχουν κάποιο στόχο για το μέλλον, θα θέλανε να γράψουν την δική τους μουσική αλλά ακόμη αυτό καθυστερεί.
“Εγώ θα ήθελα να κάνω event εκτός πλαισίου club, πιο fun και DIY, ωστόσο χρειαζόμαστε προφανώς και πάλι πρόσβαση στους χώρους. Θα ήθελα να κάνουμε ένα tour στην Ασία επίσης.”