Που πάει η μουσική, έστω και όταν την ακούμε;

Η μουσική είναι το βασικό soundtrack σε ένα παράλληλο σύμπαν που ακολουθεί τη ζωή μας, από την εποχή που το ανθρώπινο είδος άρχισε να εκφέρει λόγο

Parallaxi
που-πάει-η-μουσική-έστω-και-όταν-την-ακ-907728
Parallaxi

Λέξεις: Ηρακλής Καζάκης

Ο τίτλος είναι μικρή παράφραση από δημοφιλή ραδιοφωνική εκπομπή του 3ου ραδιοφωνικού προγράμματος της ΕΡΤ, που έχει για τίτλο «που πάει η μουσική όταν δεν την ακούμε πια;».

Φυσικά δεν διαθέτω τέτοια σοφία για να έχω εγώ τις απαντήσεις, απλά απορίες και ερωτήματα μπορώ να διαθέσω σε κοινή θέα, για όποιον θα έχει το ενδιαφέρον και την υπομονή να περιδιαβεί στο εν λόγω κείμενο.

Κατά πρώτο λόγο μιλάμε για την μουσική που πραγματοποιείται στο δικό μας τόπο.

Διαπίστωση: π.χ. κάθε Σαββατοκύριακο συν Χριστούγεννα – Πάσχα κ.τ.λ. τηλεοπτικά και μη, το ακρόαμα που κυριαρχεί στα ΜΜΕ είναι μια ατέλειωτη και στερεότυπα αναπαραγόμενη μπουζουκλερί, πάντα με τους ίδιους χιλιο- προβεβλημένους συντελεστές, κάνοντας χρήση ίσως αυτό που είχε πει κάποτε ο Μ. Χατζιδάκις, «όταν αποβλακώσεις ένα κοινό Ε! τότε οφείλεις και να το διασκεδάσεις» και μην θεωρήσει κάποιος ότι έχω κάτι αρνητικό για το μαζικό η το λαϊκό τραγούδι, ήμουν και είμαι, μεταξύ άλλων θιασώτης και λάτρης του.

Αλλά πόσο λίγος και μονοδιάστατος θα ήταν ο κόσμος της νεότερης μουσικής τέχνης χωρίς π.χ. τη μουσική του I. Stravinsky του B. Bartok και τόσων άλλων, η εάν π.χ. η εικαστική τέχνη παρέμενε στα επίπεδα της Ναΐφ ζωγραφικής και όχι στα επίπεδα του Νταλί – Picasso; Και τελικά ωραίος ο Μητροπάνος και υπέροχος ο Καζαντζίδης, αλλά η μουσική είναι κάτι πάρα πολύ περισσότερο από αυτό.

Βέβαια μην ξεχνάμε ότι η επίσημη ελληνική πολιτεία διαχρονικά και σε όλη την επικράτειά της, πάντα σε κάθε δημόσια εμφάνιση των εκπροσώπων της, δεν χάνει ευκαιρία να διατυμπανίζει τις μεγάλες υποστηρικτικές προθέσεις της για τον πολιτισμό.

Τώρα κάθε φορά τι εννοούν είναι άλλο ζήτημα, γιατί πως να ερμηνεύσει κάποιος την σταθερή προτίμηση, όπου οι διάφοροι π.χ. αυτοδιοίκητοι άρχοντες αγοράζουν κατά κανόνα τα ίδια ανάλογα προϊόντα από την εγχώρια τρέχουσα κάθε φορά αυτοαναπαραγόμενη βιομηχανία της σόουμπιζ του θεάματος;

Η καλαισθησία στα θηρία

Η απάντηση μάλλον βρίσκεται προφανώς στη γνωστή ρωμαϊκή ρήση, του «άρτος και θεάματα», μόνο που τώρα δεν ρίχνουμε χριστιανούς στα θηρία, αλλά τους αντικαθιστούμε ρίχνοντας στα θηρία, ίσως την όποια καλαισθησία, μας έχει απομένει.

Ακόμη και σε ένα παρόμοιο πλαίσιο έχουμε τελευταία και την νέα και «καινοτόμα» εμφάνιση ενός νέου είδους πολιτιστικού λαϊκισμού π.χ. όπου μια συμφωνική ορχήστρα ( *από αυτές που δεν έχουν ακόμη καταργήσει) να συνοδεύει σαν γλάστρα κάποιο «λαικό βάρδο» και ενώ μια πληθώρα από μουσικούς που έχουν υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο να ακολουθούν αμήχανα ερασιτεχνικές ενορχηστρώσεις ακολουθώντας κάποιο μέτριο π.χ. ‘’μπουζουξή’’ όπως θα έλεγε και ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος.

Λες και έχει εξαντληθεί η μουσική από το διαχρονικό και παγκόσμιο χωριό της μουσικής, που γράφτηκε και γράφεται για τις αίθουσες συναυλιών και πρέπει σήμερα να πάμε σε μια αγοραία και λαϊκίστικη άποψη πραγμάτων και μάλιστα με τα λεφτά των φορολογουμένων, βέβαια στη χώρα μας, για το “Θεαθήναι” είμαστε ικανοί να κάνουμε και την ακρόπολη σουβλατζίδικο, τι όχι;;

Βέβαια αν είναι να κάνουμε καινοτομίες και όχι κοινοτοπίες, μιμούμενοι λίγο τα παλαιότερα Rock συγκροτήματα, ας φανταστούμε π.χ. πώς θα ήταν, λίγο πριν από το τέλος μιας συναυλίας συμφωνικής ορχήστρας ένας ένας οι μουσικοί να σπάνε τα όργανά τους επιδεικτικά και με θόρυβο, “το εν λόγω εγχείρημα δεν το συνιστώ και για οικονομικούς λόγους”,  μήπως και κάποιος ιθύνοντας θελήσει να το πραγματοποιήσει αληθινά.

Δημοτικά ωδεία

Η ακόμη πως να εξηγήσει κανείς μια άλλη μόδα των πρόσφατων χρόνων, για την εμμονή και προφανώς στρεβλή μονομέρεια των τοπικών αυτοδιοικήσεων με την ίδρυση διαφόρων “δημοτικών ωδείων” στην Ελληνική επικράτεια, τα οποία αναπτύχτηκαν σαν τα φαρμακεία, και άντε τα πρώτα εξυπηρετούν θεραπευτικές ανάγκες, η σχολή μουσικής ποιου είδους άμεση ανάγκη έρχεται να καλύψει;

Δηλαδή η μουσική επαγγελματική εκπαίδευση γιατί “αποκλειστικά περί αυτού πρόκειται’” έχει νόημα και αφορά αποκλειστικά αυτούς που θα ασχοληθούν επαγγελματικά με αυτήν, ακολουθώντας υποχρεωτικά μια συγκεκριμένη εκπαιδευτική διαδικασία και τεχνογνωσία κάποιου μουσικού οργάνου κ.τ.λ. ενώ υπάρχουν εκατοντάδες ελεύθεροι τρόποι για να προσφερθούν δράσεις και καλλιτεχνική μουσική αγωγή, που θα αφορά το κοινωνικό σύνολο, σε ένα καθολικά μεγάλο εύρος πολιτών, που θα διευρύνεται π.χ. από τα διάφορα εργαστήρια μουσικής πράξεις έως τα μαθήματα μουσικής εκπαίδευσης κ.τ.λ., ενώ θα επεκτείνεται έως την ‘’δημιουργική ακρόαση’’ και απόλαυση της μουσικής τέχνης.

Πριν από αυτή την “μουσική” πανδημία (μόδα), ανάλογα μαθήματα μουσικής πραγματοποιούνταν μέσα από τα (κέντρα πολιτισμού) που διατηρούσαν διάφοροι δήμοι και μάλιστα πολλά με τη χρηματοδότηση και της επίσημης πολιτείας, βέβαια όλα αυτά, πριν από τη νέα μόδα.

Η ακόμη πριν από κάποια χρόνια το υπουργείο Πολιτισμού χρηματοδοτούσε την έκδοση παρτιτούρων καθώς και τη δισκογραφία έργων λόγιας, όπως λέμε ελληνικής μουσικής, ενώ τώρα που υπάρχουν πολλές συμφωνικές ορχήστρες με άριστους μουσικούς, τους βάζουν να παίξουν απλά σαν γλάστρες π.χ. για το άναμμα του χριστουγεννιάτικου δέντρου.

Και τελικά δηλαδή γιατί οι ανυποψίαστοι γονείς που θέλουν για τα παιδιά τους μια αρχική επαφή με τη μουσική, να τρέχουν πανικόβλητοι πίσω από τους νεαρούς τους βλαστούς, που το ηλικιακό τους όριο δεν ξεπερνά συνήθως τα μονοψήφια νούμερα, να ανέχονται αντιεκπαιδευτικά προγράμματα π.χ. γράφουν λέει εξετάσεις της θεωρίας της μουσικής, για πιο λόγο; Για να πάρουν τίτλους λέει σπουδών.

Δηλαδή αποφάσισαν να γίνουν απαραίτητα μουσικοί, αγνοώντας ότι δεν είναι όλα τα πράματα για όλους μας. Ίσως μια καλή εξήγηση θα ήταν να εξηγηθεί και αυτή η κατάσταση, απλά στα πλαίσια των διαφόρων ελληνικών μας κοινωνικών ψυχικών μας διαταραχών.

Και αλήθεια ποια διαφορά υπάρχει, με το όταν κάποιος που του αρέσει π.χ. η ενασχόληση με τη ζωγραφική σαν χόμπι και θέλει να αποκτήσει κάποιες δεξιότητες σε ερασιτεχνικό επίπεδο, θα πρέπει απαραίτητα να περάσει από τη βάσανο της σχολής καλών τεχνών;

Δηλαδή για να είναι κάποιος απλά θρησκευόμενος, πρέπει να γίνει και επαγγελματίας κληρικός;

Υπόψιν η ερασιτεχνική δημιουργία όπως ορίζεται, συνεπάγεται της έννοιας του εραστή της τέχνης, το άλλο είναι σύζυγος και φυσικά συνεπάγεται με τις ανάλογες επιβαρύνσεις.

Τι προάγει για την πλειοψηφία αυτού του είδους εμμονή; Για παράδειγμα, σε μια πόλη με πληθυσμό 80 χιλιάδων ανθρώπων είναι ζήτημα αν παρακολουθούν τα τμήματα μουσικής 100 με 300 άτομα, αυτό περίπου θα είναι στατιστικά το ποσοστό που αντιστοιχεί.

Διευρύνεται έτσι και διασφαλίζεται η μουσική καλλιέργεια της πλειοψηφίας;

Η εξιδανικευμένη μουσική εκπαίδευση ενός μικρού κοινωνικού τμήματος μπορεί να είναι στα γενικά ζητούμενα της Τοπικής αυτοδιοίκησης; Και ο κάθε δήμαρχος μεταξύ άλλων είναι και ιδιοκτήτης π.χ. ενός Ωδείου; Γιατί αυτή η μεγαλεπήβολη εμμονή για τέτοιου είδους εποπτεία διάφορων τοπικών αρχόντων ;

Από την άλλη αν δεν κάνω λάθος , το ΦΕΚ μεταξύ άλλων υποχρεωτικών παραμέτρων, για την αδειοδότηση μουσικής σχολής κ.τ.λ. πρέπει υποχρεωτικά να διαθέτει π.χ. και μουσική βιβλιοθήκη κ.α. Ποιοι διαθέτουν τέτοια;

Υπάρχει κάποια σκοπιμότητα για αυτή την εμμονική και μονομερή προτίμηση για τη μουσική;

Η μουσική για τους πολλούς είναι απλά η χαρά της ακρόασης. Τα υπόλοιπα είναι για αυτούς που θα παίζουν μουσική, δηλαδή τους μουσικούς.

Δηλαδή στον γενικό αθλητισμό που σωστά διατηρείται στα επίπεδα της ερασιτεχνικής ενασχόλησης τι συμβαίνει; Αλλιώς είναι σαν να δημιουργείται π.χ. όπως στο ποδόσφαιρο Π.Α.Ε. ή στα εικαστικά σχολή καλών τεχνών κ.τ.λ. Και τέλος γιατί μένουν απ’ έξω οι άλλες τέχνες;

Πληροφοριακά σε ένα ωδείο θα πάει αυτός που απαραίτητα ενδιαφέρεται να παίξει μουσική και όχι απλά να απολαύσει τη μουσική, ως ακρόαμα και τέρψη.

Και τελικά θα περίμενε κάποιος με μια τέτοια πληθώρα μουσικής εκπαίδευσης, να έχουμε αποχτήσει απίστευτη μουσική καλλιέργεια, και να έχει γίνει η χώρα μας σαν το καλλιτεχνικό Παρίσι των αρχών του 20ου αιώνα.

Ενώ αυτό που ισχύει (πλην εξαιρέσεων) είναι όταν π.χ. όταν σολίστας θα πραγματοποιήσει συναυλία σε μια συνοικία και ενώ στην περιοχή θα υπάρχουν μερικές εκατοντάδες άτομα που παρακολουθούν τα διάφορα μαθήματα στο συγκεκριμένο μουσικό όργανο, μετά βίας θα συγκεντρωθεί στη συναυλία διψήφιος αριθμός ακροατών.

Βέβαια και ενώ εμείς μπορεί να προβληματιζόμαστε για τη jazz, τη μίνιμαλ, τη συμφωνική μουσική, το τραγούδι κ.τ.λ. η παγκόσμια βιομηχανία του θεάματος στις μέρες μας πάει ακόμη παραπέρα, το τερματίζει κοινώς.

Στην Ιαπωνία δημιούργησαν εικονική τραγουδίστρια pop star, ονομαστεί Χατσούνε Μίκου κατασκευασμένη μέσα από πολυμέσα κ.τ.λ. όπου διαθέτει εκατομμύρια θαυμαστές, από την Ιαπωνία έως την Νέα Υόρκη των ΗΠΑ που παρακολουθούν τις συναυλίες ενός ‘’ολογράμματος’’ σε μια ιδεατή πραγματικότητα ενός πράγματος, που δεν είναι ούτε καν κούκλα με τεχνητή ρομποτική φωνή κ.τ.λ.

Αλήθεια, ποιος θα μπορούσε να φανταστεί έναν κόσμο χωρίς πολιτισμό; Χωρίς θέατρο, εικαστικά, μουσική, χορό, ποίηση, φωτογραφία, σινεμά, video art κ.ά.;

Πώς θα νοιώθαμε χωρίς την παρηγοριά, την έκφραση, που στα μεγάλα έργα υπερβαίνει το μέτρο του ανθρώπου και αγγίζει το Θείο; Γνωρίζουμε άλλωστε ότι μουσική στους αρχαίους Έλληνες σήμαινε την Εγκύκλιον Παιδείαν, δηλαδή ένα σύνολο γνώσεων, επιστημών και τεχνών γι’ αυτό και προστάτιδες της μουσικής ήταν οι εννέα Μούσες, θεές του ρυθμού και του τραγουδιού.

Ούτως η άλλως η μουσική είναι το βασικό soundtrack σε ένα παράλληλο σύμπαν που ακολουθεί τη ζωή μας, από την εποχή που το ανθρώπινο είδος άρχισε να εκφέρει λόγο μετά από τις άναρθρες κραυγές του πρώτου ανθρώπου .

Υ.Γ. Τώρα όσο αφορά την απάντηση του αρχικού τίτλου της επιφυλλίδας μας, ευχή μόνο μπορώ να κάνω, δηλαδή να μην “πάει η μουσική όπου να ‘ναι” αλλά θα λέγαμε απλά, να πάει εκεί, σε αυτούς που την εκτιμούν και την αγαπούνε.

* Ο Ηρακλής Καζάκης είναι Μουσικός – Συνθέτης

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα