Τέλης Δημητρακόπουλος: Μια αχτίδα φωτός, μέσα στην σκοτεινιά της εποχής
Από την Πρέβεζα και τη Θεσσαλονίκη σε όλο τον πλανήτη. Ο νεαρός μουσικός που μάγεψε με τις νότες του σε έναν παγκόσμιο διαγωνισμό, μιλάει στην Parallaxi.
Μια αχτίδα φωτός, μέσα στην σκοτεινιά της εποχής. Ο Αριστοτέλης Δημητρακόπουλος και το έργο του “Myéo”, για σόλο glissotar (glissonic tarogato) επιλέχθηκε, έπειτα από παγκόσμιο διαγωνισμό του “Sonus Foundation for the Support of New Music and Contemporary Performing Arts issues” να δημοσιευθεί και να παρουσιαστεί στα πλαίσια του “The past and future of the Tarogato” της Ουγγαρίας, αποτελώντας επίσημο πλέον, ρεπερτόριο του νέου οργάνου glissotar, ενός πολύ ενδιαφέροντος υβριδικού οργάνου για την σύγχρονη μουσική τέχνη.
Ο μεταπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης, στον κλάδο: Μουσικές Τέχνες με ειδίκευση στην Παλαιά Μουσική και στις Τροπικές Μουσικές παραδόσεις της Μεσογείου, ανοίγει την καρδιά του στην Parallaxi, μιλώντας για την πρώτη του επαφή με το glissotar, την διάκριση του στον παγκόσμιο διαγωνισμό, αλλά και τις προκλήσεις για τους νέους καλλιτέχνες στην εποχή της πανδημίας.
Η μέχρι τώρα πορεία του
Η πρώτη επαφή του Αριστοτέλη με την μουσική έρχεται στα 12 του χρόνια όταν χωρίς καμία ιδέα μουσικής παιδείας πιο πριν, πηγαίνει στο μουσικό σχολείο της Πρέβεζας (Γυμνάσιο-Λύκειο), από όπου και κατάγεται.
«Δεν μπορώ να ανακαλέσω την όλη διάθεση της προτίμησης μου, αλλά σίγουρα θυμάμαι χαρακτηριστικά την πρώτη ένδειξη, πως κάτι συντονίζει και αποδομεί τον τότε προεφηβικό μου κόσμο· Όταν ο πατέρας μου, μου έδωσε να ακούσω σε ένα CD, όλον τον δίσκο Eurasia: Mitos, του Ross Daly με το σχήμα λαβύρινθος, και αμέσως μετά το The Dark Side of the Moon των Pink Floyd. Δεν μπορούσα να εξηγήσω τι συνέβαινε.
Πάντως ήταν πρωτόγνωρο και συνταρακτικό. Μέσα σε αυτούς τους δύο διαφορετικούς φαινομενικά κόσμους, ξεχώρισα στον πρώτο δίσκο, την ιδιαίτερη αίσθηση και ιδέα της αναπνοής, που διέκρινε όλη την σύνθεση και πολύ μετά κατάλαβα πόσο σημαντική και ζητούμενη είναι. Από την άλλη, όλος ο δεύτερος δίσκος “χαρακτηρίστηκε” τότε, με ένα κομμάτι και ένα όργανο: Το “Us and Them” και το σόλο σαξοφώνου. Για να μην πολυλογώ, κάπως έτσι ξεκινά το ταξίδι!
Στα μαθητικά μου χρόνια, και πολύ σύντομα μπορώ να πω, ένιωσα πως “αυτό θέλω να κάνω”. Με ενδιέφερε πολύ από μαθητή ακόμα, τόσο το πρακτικό και καλλιτεχνικό όσο και το επιστημονικό κομμάτι που συνδιαμορφώνει την μουσική Τέχνη. Οι σπουδές στην μουσική λοιπόν, ήταν μονόδρομος. Κάπως έτσι το 2016 στα 18 μου, ξεκινάει η πιο όμορφη εμπειρία της ζωής μου: Η εισαγωγή στο τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του ΠΑ.ΜΑΚ, παίρνοντας ειδίκευση στην Ποιητική (Τέχνη της Σύνθεσης, Μελοποιεία, Ποίηση στην παραδοσιακή μουσική), τάξη Ηλία Παπαδόπουλου και Σταμάτη Πασόπουλου.
Στα πλαίσια των σπουδών μου, και τρέφοντας μεγάλο θαυμασμό για τις αυτοσχεδιαστικές μουσικές, έρχομαι σε επαφή με τις τροπικές παραδόσεις της Μεσογείου και της Εγγύς Ανατολής, εξερευνώντας έτσι τις δυνατότητες και τις ιδιαίτερες εκφάνσεις του σαξοφώνου, ενός φαινομενικά δυτικότροπου οργάνου, που συντονίζεται όμως, με πολύ ενδιαφέρον σε αυτή την βάση. Τόσο εκτελεστικά, όσο και συνθετικά λοιπόν, το ενδιαφέρον μου επικεντρώθηκε στην μελέτη των μικροτόνων (microtonality) και της τροπικότητας ευρύτερα, με στόχο την εφαρμογή τους στο σαξόφωνο.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, και με πολλή μελέτη και μουσική, μετά από τέσσερα χρόνια ολοκλήρωσα τον κύκλο των προπτυχιακών μου σπουδών. Εδώ και ένα εξάμηνο είμαι μεταπτυχιακός φοιτητής στο τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης, στον κλάδο: Μουσικές Τέχνες με ειδίκευση στην Παλαιά Μουσική και στις Τροπικές Μουσικές παραδόσεις της Μεσογείου».
Η γνωριμία με το glissotar
«Ας ξεκινήσουμε με την λέξη αυτή καθ’ αυτή. Το glissotar προέρχεται από την σύνθεση των λέξεων glissonic και tarogato. Το tarogato είναι ένα ξύλινο πνευστό πολύ συναφές με το κλαρινέτο και το soprano σαξόφωνο, που έχει τις ρίζες του στον Μεσαίωνα και κατείχε ιδιαίτερη θέση τόσο στις λόγιες όσο και στις λαϊκές παραδόσεις της Ουγγαρίας και της Ρουμανίας. Γνωρίζουμε για μια πρώιμη χρήση του κατα τον 15ο αιώνα, αλλά χωρίς πλήθος αναφορών. Αρχίζει και γίνεται γνωστό, στα τέλη του 19ου αιώνα με την σύγχρονη διαμόρφωση του από έναν master της οργανοποιείας, τον József Schunda Vencel.
Συνεχίζοντας, με τον όρο “Glissonic”, οργανολογικά, εννοούμε μια ολοκαίνουρια κατηγορία πνευστών οργάνων με θεμελιώδη καινοτομία της, πως αντι για -αυτό που ονομάζουμε- οπές δακτυλοθεσίας (τρύπες), παρατηρείται ένα διαμήκες διάκενο-μια υποδοχή, στον σωλήνα του οργάνου και μία τεντωμένη κορδέλα που μαγνητίζεται σε όλο το μήκος του διάκενου· όπως μια χορδή σε ένα έγχορδο. Η όλη ιδέα του παραπάνω διαρθρώνεται στην φράση: “Blow on a Wind, play on a String”. Στην οικογένεια glissonic, ανήκουν μέχρι στιγμής πολλές “μεταμορφές” πνευστών, μέσα σε αυτές και το Tarogato, πλέον όμως σαν glissotar! Το όλο εγχείρημα ξεκινά το 2016 με την συνεργασία του Daniel Vaczi και του Tóbiás Terebessy.
Για εμένα, αυτό το υβριδικό νέο όργανο, καθώς και η ολότητα της “glissonic” οικογένειας ήταν εντελώς άγνωστη. Κάποια στιγμή και μέσα στην καθημερινή μου ακρόαση και μελέτη, η οποία συνθέτει το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας, “πέφτω” τυχαία πάνω στην παρουσίαση ενός πολύ ενδιαφέροντος συνόλου, με όνομα “glissonic trio”. Καθώς λοιπόν, η Modal Jazz και σύγχρονη μουσική αλλά και όλες οι εκφάνσεις της τροπικότητας εν γένει, είναι στα βασικά μου ενδιαφέροντα ως σαξοφωνίστας, δίνω μεγάλη βάση, ακούγοντας και άλλα performances του “Glissonic trio” σε διάφορα φεστιβάλ. Το trio αποτελούνταν από πλήκτρα, τύμπανα και ένα περίεργο υβρίδιο, το glissotar.
Αυτό το ιδιαίτερο σύμπλεγμα των αρμονικών του οργάνου, καθιστούσε τον όλο ήχο του συνόλου ιδιαίτερα απαλό και τραχύ ταυτόχρονα. Απευθείας έκανα τον συνειρμό: Πώς θα μπορούσε, μέσα στα παραπάνω πλαίσια, το όργανο αυτό να προσιδιάσει στην δική μου συνθετική ύπαρξη, ή πιο ορθά, πώς θα μπορούσα εγώ να συντονιστώ στην σημασία και στην φιλοσοφία του οργάνου(;) Πολύ γρήγορα ήρθε και το απαραίτητο κίνητρο. Εντελώς τυχαία, μου εμφανίζεται ένα Call for Scores παγκόσμιου βεληνεκούς, που αφορούσε την σύνθεση solo έργων για το Glissotar. Πιο συγκεκριμένα ζητούνταν μικρά έργα, διάρκειας 1.30’, “musical aphorisms” όπως αναφέρονταν. Η διοργάνωση ήταν υπό την αιγίδα του “Sonus Foundation” στην Ουγγαρία. Κάπως έτσι λοιπόν, οι συνειρμοί, οι ιδέες και η εσωτερική συνύπαρξη και συζήτηση μου με το όργανο, πήρε σάρκα και οστά».
Δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη
Σε μία περίοδο με τριτοκοσμικές συνθήκες για την μουσική πράξη και την τέχνη ευρύτερα, που η διαπροσωπική επαφή μεταξύ των μουσικών έχει μειωθεί στο έπακρο δίνεται η ευκαιρία σε νέους συνθέτες να εξωτερικεύσουν σε παγκόσμιο βεληνεκές τις δημιουργίες τους. Και ο Αριστοτέλης δεν άφησε την ευκαιρία αυτή να πάει χαμένη.
«Σαν νέος συνθέτης, εξερευνώ και μελετώ τρόπους προσέγγισης και εφαρμογής των λαϊκών και λόγιων τροπικών μουσικών παραδόσεων του κόσμου, μέσω της σύγχρονης μουσικής τέχνης και πράξης. Παράλληλα ο αυτοσχεδιασμός και η επιτόπια μουσική σύνθεση, επικοινωνούν με τις “δονήσεις” των δύο αξόνων συνθετικού ενδιαφέροντος μου: Την ευρωπαϊκή μουσική πράξη και το βίωμα της Παράδοσης. Κάπως έτσι, μέσα από την προσωπική δόμηση, αποδόμηση και επαναδόμηση της έννοιας της παράδοσης, σαν απόσταγμα και μίγμα όλων των παραπάνω, προέκυψε και το έργο: Myéo, για solo glissotar. Μυέω-μυώ (Myéo), σαν ενεργητικό ρήμα ορίζεται ως η εισαγωγή κάποιου σε μια οργάνωση(ένα μυστήριο) και η καθοδήγηση και αποκάλυψη των μυστικών, των σκοπών της.
Το έργο πραγματεύεται και συμβολίζει την διαδικασία της μύησης σε ένα Βακχικό-εκστατικό μυστήριο. Μέσα από την τριμερή του μικρο-φόρμα παρουσιάζει τα τρία επίπεδα και βαθμούς μύησης. Αρχικά, τελείται η συγκέντρωση των “μυστών”, υμνώντας και τραγουδώντας για τον Βάκχο, που αποτελεί το ενοποιητικό στοιχείο του Σύμπαντος, για του Ορφικούς. Έπειτα στο πέρας της ημέρας, υπό την συνοδεία αυλών και τυμπάνων, η ένταση, τόσο φυσικά, όσο και εσωτερικά, σταδιακά αυξάνεται και οι λάτρεις συνωστίζονται, μέχρι την νύχτα όποτε και φτάνουν στο τελικό σημείο και χώρο της μύησης· ένα σπήλαιο, όπου κάποιος εισέρχονταν μέσω κρυφής εισόδου. Ποια ήταν τελικά η αποκάλυψη για τον υποψήφιο, ποιο αυτό το άγνωστο(;). Κανείς δεν γνωρίζει. Στο Myéo λοιπόν, αποκαλύπτεται μια προσωπική σκέψη και ιδέα για αυτό το τελευταίο στάδιο της Μύησης: Ο χορός, η έκσταση της μνημονικής διαταραχής.
Το Glissotar, που διακατέχεται (και) από μια μεθεκτική χροιά και υφή, χρησιμοποιώντας κάποιες από τις πολλαπλές και ιδιαίτερες τεχνικές και τεχνοτροπίες του, ήταν το πιο κατάλληλο να αποδώσει αυτήν την ιδέα και να της προσφέρει το απαραίτητο ηχητικό σύμπλεγμα και περιβάλλον.
Το Myéo λοιπόν, επιλέχθηκε από την επιτροπή του “Sonus Foundation, for the Support of New Music and Contemporary Performing Arts” της Ουγγαρίας, να δημοσιευθεί και να ηχογραφηθεί στα πλαίσια του project “The Past and Future of the Tarogato”, από τον Daniel Vaczi, συνδημιουργό του Glissotar, αποτελώντας πλέον επίσημο ρεπερτόριο αυτού του καινοτόμου υβριδικού οργάνου το οποίο κατά την γνώμη μου θα προσδώσει μια νέα πνοή στην σύγχρονη δημιουργία.
Τα συναισθήματα πολλαπλά. Αρχικά είναι ανάγκη να ευχαριστήσω το Sonus Foundation για την ευκαιρία, να γραφτούν έργα που θα αναδεικνύουν τις δυνατότητες τόσο του συνθέτη όσο και του ίδιου του οργάνου μέσα από την ιδιαίτερη φύση του. Παράλληλα, πέραν της προσωπικής διάκρισης και επιλογής του έργου, έχει σημασία πως σε μια περίοδο με τριτοκοσμικές συνθήκες για την μουσική πράξη και Τέχνη ευρύτερα, που η διαπροσωπική επαφή μουσικών έχει μειωθεί στο έπακρο (για να μην πω εξαλειφθεί), δίνεται η ευκαιρία σε νέους συνθέτες να εξωτερικεύσουν σε παγκόσμιο βεληνεκές τις δημιουργίες τους.
Προσωπικά, τόσο σαν συνθέτη όσο και σαν σαξοφωνίστα το Glissotar και το Myéo, φώτισαν σαν αχτίδα φωτός κινήτρου και έμπνευσης. Ανυπομονώ για την ηχογράφηση και την δημοσίευσή του, που πιθανώς θα πραγματοποιηθεί στο μεσοδιάστημα Μαΐου-Ιουνίου».
Ενεργοί, προβληματισμένοι, αισιόδοξοι
Πώς είναι για έναν νέο καλλιτέχνη να προσπαθεί να αναδειχθεί με τα έργα του σε μία εποχή που η τέχνη είναι παραγκωνισμένη και τα δικαιώματα των επαγγελματιών πεταγμένα στον κοινωνικοπολιτικό Καιάδα; Ο Αριστοτέλης Δημητρακόπουλος μας εξηγεί:
«Από όποια πτυχή των ιδιαιτεροτήτων και αν το “πιάσουμε”, το όλο θέμα είναι βασανιστικό και σκοτεινό για τους ανθρώπους στον χώρο της Τέχνης, τόσο πρακτικά όσο και ψυχικά.
Αρχικά, η έννοια της πρόβας και η συνύπαρξη μουσικών είναι εντελώς περιορισμένη, σε βαθμό που όποια νέα δημιουργία και project “στα σκαριά”, καθίσταται σχεδόν αδύνατο στην διαδικασία διαμόρφωσής του.
Στην συνέχεια, έχουμε το ακαδημαϊκό κομμάτι. Πώς σε έναν κύκλο μουσικών σπουδών, με μεγάλη πρακτική και θεωρητική βάση, θα επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος στόχος, όταν δεν μπορείς να νιώσεις τις δονήσεις, την παλλόμενη διάθεση και τη σχέση με τον διπλανό σου;
Κατ’ αυτόν τον τρόπο έρχεται και η οικονομική δυσχέρεια. Η τέχνη παραγκωνισμένη σε επαγγελματικό επίπεδο, με τα δικαιώματα των επαγγελματιών πεταγμένα στον κοινωνικοπολιτικό Καιάδα. Όλο αυτό ελλοχεύει σημαντικούς κινδύνους: “Φθηνά” παρασκευάσματα θα καταναλώνονται, με την Τέχνη να μην κοινωνείται, στο όνομα της πανδημίας.
Η αλήθεια είναι όμως πως σε αυτήν την σκοτεινιά της εποχής και σε αυτά τα δυσοίωνα μονοπάτια, αν κάτι έχουμε ανάγκη είναι να παραμένουμε ενεργοί, προβληματισμένοι και αισιόδοξοι. Και, αν υπάρχει κάτι που θα φωτίσει, θα υποβοηθήσει και θα κάνει δυνατό το παραπάνω, είναι η δημιουργία, η αφομοίωση και η επικοινωνία της Τέχνης, σε όποια πλαίσια είναι εφικτή. Νομίζω πως στόχος μας είναι η ανάδειξη της, ως αυταξία!»
Απολαύστε τον Αριστοτέλη Δημητρακόπουλο μέσα από το κανάλι του στο soundcloud.